Ο Αριστοτέλης Ρήγας στην Πολιτιστική Κίνηση
Τα γεγονότα, οι ήρωες και η επίδρασή τους στην Λογοτεχνία και στις ποικίλες μορφές της τέχνης.
Δ’ ΜΕΡΟΣ
ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ '40
Με την έναρξη του ελληνο-ιταλικού πολέμου, οι Ελληνίδες προσαρμόσθηκαν στις δύσκολες συνθήκες που αντιμετώπιζε η χώρα. Η συμβολή τους ήταν μεγάλη και πολύτιμη. Ξύπνησε μέσα στις ψυχές τους το χρέος να διαφυλάξουν την γη, που τους παρέδωσαν οι πρόγονοι με τόσους αγώνες. Στα μετόπισθεν οι γυναίκες αντικατέστησαν τους άνδρες, που είχαν επιστρατευθεί και έπλεκαν ασταμάτητα μάλλινα ρούχα, την γνωστή: "φανέλα του στρατιώτη" για τις ανάγκες του στρατού. Η Ελληνίδα του 1940 δεν στάθηκε αμέτοχη στο δράμα που συνέβη στην πατρίδα. Σαν μητέρα αποχαιρετούσε το παιδί της, που έφευγε για τον πόλεμο, αποφασιστική, ατάραχη, περήφανη, με ένα φιλί στο μέτωπο και με την ευχή: "ΚΑΛΗ ΝΙΚΗ", όπως μας θυμίζει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Παύλος Παλαιολόγος, στην εφημερίδα: "Ελεύθερο Βήμα" της 16ης Νοεμβρίου του 1940. Πολλές ευκατάστατες γυναίκες έδωσαν χρήματα και κοσμήματα για την ενίσχυση του αγώνα. Γυναίκες μορφωμένες, έγραφαν επιστολές - εκκλήσεις προς τις γυναίκες της Ευρώπης και της Αμερικής, με τις οποίες περιέγραφαν τα δεινά των αγωνιζόμενων και ζητούσαν βοήθεια.
α. Η προσφορά των εθελοντριών Νοσοκόμων
Πολλές νέες κοπέλες εγγράφονταν εθελόντριες στον ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και γίνονταν νοσοκόμες. Οι Ελληνίδες νοσοκόμες εργάσθηκαν με ηρωισμό και αφοσίωση. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στις εθελόντριες Φλωρινιώτισσες νοσοκόμες, των οποίων η αλτρουιστική προσφορά αναγνωρίσθηκε από τον Ερυθρό Σταυρό και την Πολιτεία, που τις τίμησαν με ανώτατες διακρίσεις. Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός, όπως προβλέπεται από τις Συμβάσεις της Γενεύης, ήρθε συμπαραστάτης και αρωγός στην Υγειονομική Υπηρεσία του Στρατεύματος. Έθεσε στην διάθεση του Στρατού: Χειρουργεία Εκστρατείας, ένα Νοσοκομείο Διακομιδής, το Νοσοκομείο του στην Αθήνα και το τμήμα του στην Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Διεύθυνσης Νοσοκόμων του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, από τις 2.836 αδελφές νοσοκόμες του που επιστρατεύθηκαν, οι 2.595 ήταν εθελόντριες. Αυτές, αφού παρακολούθησαν ένα ταχύρυθμο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, προσέτρεξαν να προσφέρουν τις πολύτιμες νοσηλευτικές υπηρεσίες τους στη ζώνη των πρόσω, όπου οι τραυματίες, οι ασθενείς και οι παγόπληκτοι μαχητές, έβρισκαν τη θερμή μητρική στοργή και περίθαλψη: "…Η γυναικεία παρουσία άλλαξε κάπως το πεζό σκηνικό της καθημερινής ζωής του πολέμου και η Νοσηλευτική μας ξέφυγε από τις βασικές αρχές της τυπικής εργασίας εν καιρώ ειρήνης. Εδώ δεν κάναμε απλώς το καθήκον μας, το κάναμε με ανάταση ψυχής", αναφέρει η Ζωή Τσουκαλά - Κακαρούκα στο βιβλίο της: "Αναμνήσεις μιας Αδελφής".
β. Οι γυναίκες της Πίνδου
Πολλές από τις γυναίκες βρίσκονταν στην 1η γραμμή, όπως οι Ηπειρώτισσες που μετέφεραν πολεμοφόδια, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Πρόσφεραν ό,τι μπορούσαν, πάνω στα βουνά της Πίνδου, όπως μας μνημονεύει ο αρθρογράφος και θεατρικός συγγραφέας, Γ.Α. Βλάχος, στα άρθρα του πολέμου 1940-41: "Στην ώρα της μάχης κουβαλούσαν στις κορυφές των βουνών το ψωμί, τα πυροβόλα, τα πυρομαχικά και τις οβίδες. Γυναίκες της Πίνδου πρέπει να γίνουν τώρα όλες οι Ελληνίδες". Με τον όρο: ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ, υπονοείται και κωδικοποιείται η βοήθεια, η προσφορά και ο ρόλος που διαδραμάτισαν οι εθελόντριες από τον ντόπιο άμαχο πληθυσμό της ευρύτερης περιοχής της Πίνδου προς τον ελληνικό στρατό, στην 1η φάση του ελληνοϊταλικού πολέμου, κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η προσφορά των κατοίκων της περιοχής, σε όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων στην Βορειοδυτική Ελλάδα και κυρίως από την έναρξη της ιταλικής εισβολής (28η Οκτωβρίου 1940) μέχρι και την απώθησή της (13η Νοεμβρίου 1940), υπήρξε καθοριστική. Όπως επισημαίνεται, η εκδίωξη του εισβολέα είχε γίνει από επιστρατευμένες δυνάμεις, με την συνδρομή των χωρικών της περιοχής, που έσπευσαν στο πεδίο της μάχης και βοήθησαν ουσιαστικά στον εφοδιασμό. Με δεδομένη την στράτευση των ανδρών, αποφασιστική υπήρξε η βοήθεια των γυναικών, στην προώθηση από τα μετόπισθεν, πολεμοφοδίων, υγειονομικού υλικού και στη συνέχεια η μεταφορά τραυματιών από το μέτωπο στην ενδοχώρα. Σε μαρτυρίες καταγράφεται ακόμη και η συμμετοχή τους σε οχυρωματικά έργα και εργασίες γεφυροποιίας. Την πολύτιμη προσφορά τους μας ζωντανεύει συγκινητικά, η μελωδική φωνή της γνωστής τραγουδίστριας Μαρινέλλας: Γυναίκες Ηπειρώτισσες, / Νέες, Γριές, Κυράδες, / της Λευτεριάς Μανάδες, / μέσα στα χιόνια πάνε / και οβίδες κουβαλάνε! / Γιαννιώτισσες, Σουλιώτισσες, / ξαφνιάσματα της φύσης, / εχθρέ, γιατί δεν ρώτησες, / ποιον πας να κατακτήσεις!
Ο ηρωισμός αυτών των γυναικών, σε συνδυασμό με τον διεθνή θαυμασμό, για τις απροσδόκητες ελληνικές πολεμικές επιτυχίες, τις πρώτες για τους Συμμάχους επί Ευρωπαϊκού εδάφους, συνετέλεσαν στην δημιουργία του όρου: "ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ" που γενικά περιγράφει το σύνολο των εθελοντριών γυναικών. Από το ημερολόγιο του Πολέμου 1940-41, του Αργύρη Μπαλατσού, επισημαίνουμε τα εξής αποσπάσματα, που δείχνουν το μεγαλείο της ψυχής αυτών των γυναικών:
Ι. "Τα χιόνια, ο πάγος, το τρομερό κρύο, δεν φαίνονταν να τις τρομάζει. Όλες, γεμάτες χαρά, ήθελαν να προσφέρουν στον στρατό, ό,τι δεν μπορούσαν τα μεταγωγικά. Αλήθεια, γυναίκες θαύμα!"
ΙΙ. "Είδα μια γριούλα να κρατά τα δύο μικρά παιδιά, ενώ η μητέρα τους ζύμωνε ψωμί για τον στρατό, με το φως των κεριών, που είχε μέσα σ' ένα ποτήρι".
ΙΙΙ. "Εθαυμάσθησαν οι γυναίκες αυτές πριν από τα Σέρβια, γιατί έφτιαχναν τον δρόμο, δηλαδή έριχναν πέτρες μέσα στις λάσπες, ενώ οι Ηπειρώτισσες μετέφεραν τρόφιμα και πυρομαχικά, εκεί όπου δεν πήγαινε το μουλάρι".
-Ο Τάκης Ε. Παπαγιαννόπουλος, αναφέρει στις "Μαρτυρίες" του 1940-41 τα εξής: "Αλλού πάλι σχημάτισαν ΖΩΝΤΑΝΟ ΤΕΙΧΟΣ, στο ρέμα του ποταμού Βογιούσα, που εμπόδιζε την πορεία των νικητών της Πίνδου. Μπήκαν οι ίδιες μέσα στα νερά και πιασμένες σφιχτά από τους ώμους, σχημάτισαν πρόσχωμα, που ανέκοπτε την ορμή του ποταμού και διευκόλυναν έτσι τους γεφυροποιούς στο έργο τους".
γ. Η προσφορά των Κυπρίων γυναικών
Εκτός από τις πολύτιμες υπηρεσίες, τις οποίες προσέφερε το Κυπριακό Σύνταγμα των ανδρών, σημαντική ήταν και η συμβολή των Κυπρίων γυναικών. Η κατάταξή τους χαρακτηρίσθηκε πρωτοποριακή, δεδομένων μάλιστα των αντιλήψεων της κοινωνίας του 1939 για την γυναίκα γενικά. Η Κύπρος ήταν 3η σε αριθμό-δύναμη στην βοηθητική στρατιωτική υπηρεσία. Συνολικά 800 Κύπριες υπηρέτησαν σε διάφορες θέσεις, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες. Στη Γυναικεία βοηθητική Αεροπορία υπηρέτησαν 25 Κύπριες, μεταξύ των οποίων και η Στέλλα Κακογιάννη - Σουλιώτη, η μετέπειτα υπουργός Δικαιοσύνης και Γενική Εισαγγελέας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ η Ερμιόνη Πετρή ήταν τεχνική εμπειρογνώμονας σε εξαρτήματα αεροσκαφών. Επίσης μεγάλη υπήρξε η συμμετοχή Κυπρίων γυναικών στις τάξεις του Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα, στην Αγγλία και σε όλη την Ευρώπη. Στο αιματόβρεκτο μέτωπο της τιμής, ανάμεσα στους πεσόντες υπήρξαν και πολλές Κύπριες γυναίκες, που υπηρετούσαν σαν ασυρματίστριες, νοσοκόμες, αποθηκάριοι και όπου αλλού υπήρχε άμεση ανάγκη παροχής βοήθειας και κάλυψης αναγκών του πολέμου.
δ. Σόνια - Σοφία Στεφανίδου,πατριώτισσα νοσοκόμα και η 1η Ελληνίδα αλεξιπτωτίστρια στον πόλεμο του 1940
Ήταν Ελληνίδα Πόντια στην καταγωγή, που κατατάχθηκε εθελοντικά στον στρατό, αρχικά σαν νοσοκόμα και στην συνέχεια δρώντας σαν πράκτορας στην κατεχόμενη Ελλάδα. Επίσης υπήρξε η 1η Ελληνίδα αλεξιπτωτίστρια και η μόνη με άλμα από το αλεξίπτωτο. Αγαπούσε με πάθος την Ελλάδα και καθετί το ελληνικό.
Ι. Το οικογενειακό της περιβάλλον
Γεννήθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας το 1907. Ήταν κόρη του Φιλοποίμενα Στεφανίδη, του θερμού πατριώτη, ο οποίος γεννήθηκε στην Τραπεζούντα το 1873 και τιμήθηκε για την εθελοντική του προσφορά σε 5 πολεμικά μέτωπα, όπως αναφέρεται στο pontosnews. Σε ηλικία 5 ετών η Σόνια μετέβη στην Αθήνα, όπου ο πατέρας της εθελοντικά έγινε γιατρός του ελληνικού στρατού, στην περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων. Η οικογένειά της ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1923. Κατά την κήρυξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, η Στεφανίδου ήταν Δημόσιος Υπάλληλος, σύμφωνα με τον ιστορικό Νίκο Γιαννόπουλο. Διορίστηκε στην Διεύθυνση Στατιστικής του Υπουργείου Οικονομίας, με το βαθμό γραφέως Β', μετά από εξετάσεις που έδωσε και ύστερα από σπουδές στην Γαλλία, όταν αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Ηρακλείου Κρήτης, σύμφωνα με τα όσα γράφει για την Σόνια ο Αρχιστράτηγος Ε.Σ. Χρήστος Σ. Φωτόπουλος, επίτιμος Γενικός Επιθεωρητής Στρατού.
ΙΙ. Η προσφορά της στον πόλεμο του 1940-41
Μετά την έναρξη του πολέμου του '40, η ίδια προσωπικά, παρακαλεί τον τότε υπουργό Κοσμά Μπουρμπούλη, να γίνει δεκτή στο στρατό, κάτι που έγινε. Την κατατάσσουν -τέλη Νοεμβρίου του 1940- στον Ερυθρό Σταυρό, όπου εκπαιδεύτηκε στο 4ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη. Πιο πριν είχε γραφτεί εθελοντικά στο Σχολείο Νοσοκόμων Παθητικής Αεράμυνας, τονίζοντας η ίδια ότι το θεώρησε καθήκον της να προσφέρει, όσα περισσότερα μπορούσε, για την πατρίδα. Στις 15 Ιανουαρίου του 1941, με επιστολή της ζητά να μεταφερθεί στην 1η γραμμή, κάτι που γίνεται δεκτό. Στις 7 Απριλίου του 1941, παρουσιάστηκε στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, σύμφωνα με τον ιστορικό Γιαννόπουλο. Ο πατέρας της και τα δύο αδέλφια της υπηρετούσαν ήδη στο Μέτωπο ως υγειονομικοί αξιωματικοί. Εκεί η Σόνια δείχνει μεγάλη αυτοθυσία, μετά τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς και στο ίδιο το Νοσοκομείο, όπου περίπου 50 άτομα σκοτώθηκαν και τραυματίσθηκαν. Για την πολυπρόσωπη συνεισφορά της, προτάθηκε για Ηθική Αμοιβή, κάτι που δεν έγινε λόγω των εξελίξεων του πολέμου.
ΙΙΙ. Οι σπουδές και η προσφορά στην Μέση Ανατολή και στην κατεχόμενη Ελλάδα
Το Νοέμβριο του 1941 διέφυγε με βάρκα μέσω Τουρκίας στην Μέση Ανατολή. Έγραψε η ίδια τότε: Η θέση του αγκυλωτού σταυρού πάνω στην Ακρόπολη θανατώνει την ψυχή μου. Κατατάχθηκε ως εθελόντρια νοσοκόμα στο Νοσοκομείο της Αλεξάνδρειας και της Χεντέρας στην Παλαιστίνη. Αργότερα πήγε στο Κάιρο και υπέβαλε αίτηση στην ελληνική κυβέρνηση, του Εμμανουήλ Τσουδερού, στις 8 Απριλίου του 1943, για να καταταγεί σε μονάδα καταδρομών. Εντάχθηκε στις Βρετανικές Υπηρεσίες. Πέρασε ένα στάδιο εκπαίδευσης στο όρος Καρμέλ (=Κάρμηλο) στην Χάιφα, στην Σχολή Αλεξιπτωτιστών της ΡΑΦ. Απέκτησε το πτυχίο της και έγινε η 1η Ελληνίδα αλεξιπτωτίστρια και μάλιστα σε καιρό πολέμου, όπως μας θυμίζει ο Τάσος Κοντογιαννίδης. Ο Άγγλος εκπαιδευτής της σημειώνει: Η ΕΠΙΔΟΣΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΗΣ ΗΤΑΝ ΥΨΗΛΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ. Κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου βοήθησε πολύ την Ελλάδα χάρη στις ξένες γλώσσες που ήξερε: Γαλλικά, Αγγλικά και Γερμανικά και χάρη στις καλές επιδόσεις της στις Σχολές Αλεξιπτωτιστών και Κατασκόπων, αλλά και Νοσοκόμας. Δραστηριοποιήθηκε στον ελλαδικό χώρο στην Κρήτη και στην Μέση Ανατολή. Ο Έλληνας πρέσβης στο Κάιρο Κ. Σκέφερης έστειλε έγγραφο στις 26 Ιουλίου 1944, στο Υπουργείο Στρατιωτικών της Ελλάδος, αναφερόμενος σε όλη την προσφορά της για την Ελλάδα, από την αρχή ήδη του πολέμου, προσκομίζοντας όλα τα σχετικά παραστατικά και τα ιδιαίτερα αποδεδειγμένα προσόντα της Σόνιας Στεφανίδη, για την πλούσια δράση της προς όφελος της Ελλάδας. Και το μόνο που ζήτησε, ήταν: Να της επιτρέψουν να φέρει τα διακριτικά του βαθμού της, ως ανθυπολοχαγού, σε αναγνώριση των υπηρεσιών της προς την πατρίδα. διότι τα όσα έπραξε η Σόνια Στεφανίδη αποτελούν τιμή, χωρίς προηγούμενο παράδειγμα για οποιοδήποτε γυναικείο συμμαχικό στρατιωτικό σώμα, τόνιζε ο Έλληνας πρέσβης του Καΐρου Κ. Σκέφερης.
Η ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΑΥΤΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΔΕΝ ΥΛΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΠΟΤΕ. Η Στεφανίδου πικράθηκε πολύ. Πικρία που την δήλωνε μέχρι το τέλος της ζωής της, είτε γραπτά είτε προφορικά. Θεωρείται η γυναίκα - θρύλος των Αλεξιπτωτιστών. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, ζήτησε να πολεμήσει τους Ιάπωνες. Η αίτησή της απορρίφθηκε. Τιμήθηκε με πλήθος μεταλλίων, μεταξύ αυτών και με το χρυσό Αριστείο της Ανδρείας, την ανώτατη τιμητική διάκριση που απονέμεται σε καιρό πολέμου. Πέθανε την Άνοιξη του 1990. Τελευταία της επιθυμία: ΝΑ ΤΑΦΕΙ ΜΕ ΜΙΑ ΑΠΛΗ ΤΕΛΕΤΗ ΦΟΡΩΝΤΑΣ ΤΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΣΗΜΑ.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News