Χρ. Τοψίδης: Με σταθερά βήματα και πνεύμα συνεργασίας η Περιφέρεια ΑΜΘ αλλάζει
Τρεις κυρίες μιλούν στον "Χ" για το έθιμο, την Γρατινή, μνήμες από το χθες ως το σήμερα, σε ένα παραδοσιακό Σαββατιάτικο πρωινό στο χωριό
Μπορεί τα χωριά της Ροδόπης να μην είναι όπως στο παρελθόν, να έχουν λιγότερους κατοίκους, παρόλα αυτά σε κάποια χωριά, οι άνθρωποι μέσα από τους τοπικούς συλλόγους, διατηρούν άσβεστες τις μνήμες από το παρελθόν, συνεχίζουν τα έθιμα και προσπαθούν να τα κρατήσουν ζωντανά στον χρόνο.
Ένα τέτοιο χωριό είναι και η Γρατινή, στην οποία κάθε χρόνο τέτοια εποχή, αναβιώνει το κουρμπανούδι για την αρρωστούδα. Έτσι και φέτος, το πρωί του Σαββάτου 20 Οκτωβρίου, ο "Χ" βρέθηκε στο χωριό, για να δεχθεί το θερμό καλωσόρισμα και τα κεράσματα των γυναικών της Γρατινής, που μέσα από τον τοπικό σύλλογο γυναικών, διατηρούν το έθιμο. Κατά την παράδοση σφάζονται κοτόπουλα σε σταυροδρόμι, αποτρέποντας με αυτό τον τρόπο την αρρώστια από το να μπει στο χωριό, τώρα που έρχεται ο χειμώνας.
Το κουρμπάνι περιλαμβάνει βρασμένες κότες και ιρμίκ, που είναι ρύζι με ζάχαρη, ώστε κατά το έθιμο να γλυκάνουν την αρρώστια και να μην "χτυπήσει" στο χωριό. Οι νοικοκυρές του χωριού μοιράζουν τα κεράσματα κυρίως στα παιδιά και στους κατοίκους του χωριού.
Ψυχή των εθίμων δεν είναι όμως οι πληροφορίες, αλλά οι άνθρωποι που τα διατηρούν. Μία εξ αυτών είναι και η πρόεδρος του συλλόγου γυναικών Χρυσούλα Γκραβαρίτου η οποία λέει στον "Χ" πως "κάθε χρόνο κάνουμε το έθιμό μας, όπως και παλιά.
Το κάνουμε για τις αρρώστιες, για να προστατευτούν τα μικρά παιδιά", ενώ για τον σύλλογο σημειώνει πως "κάνουμε πολλά, όπως την περιφορά της εικόνας, τις απόκριες, το πανηγύρι μας, το έθιμο". Βλέπει περί των 80-90 ατόμων να έχουν παραμείνει στον σύλλογο, και διαπιστώνει με λύπη της πως "φεύγει ο κόσμος από το χωριό, φεύγει η νεολαία", αλλά παραμένει συγχρόνως αισιόδοξη γιατί "εμείς κρατάμε εδώ, κρατάμε και τον σύλλογο για να δίνουμε πνοή στο χωριό και στις γυναίκες που είναι μεγάλης ηλικίας".
Έχει σχεδόν αγγίξει τα 80, παρόλα αυτά η Ζαχαρούλα Λέου παραμένει μία από τις πρωτεργάτισσες στο έθιμο. Μας εξηγεί πως "λέγεται ότι επί βουλγαροκρατίας, επειδή είχαν κόψει το έθιμο, κάποιου βούλγαρου αρρώστησε ένας οικείος του, και ρώτησε πιο έθιμο είχαμε και γιατί σταματήσαμε να το κάνουμε. Και τότε έγινε ξανά θεσμός...", και συνεχίζει: "Έτσι βρήκαμε από χρόνια το έθιμο και κάθε χρόνο το συνεχίζουμε. Παλιά, όταν ήμασταν μικρά παιδιά, σχολούσαμε το απόγευμα από το σχολείο, πηγαίναμε με τα πιάτα μας και τρώγαμε". Διατηρεί μνήμες από το παρελθόν και αφηγείται με μεγάλη συγκίνηση, "τότε δεν είχε τίποτα έτοιμο να αγοράσουμε όπως τώρα, όλα τα φτιάχνανε σπιτικά.
Και μετά τα έβαζαν στα πανέρια και μας μοίραζαν κάθε λογής πράγματα", και συνδέει αυτές τις μνήμες με το σήμερα: "Τώρα πάλι μοιράζουν, καθεμιά φέρνει από το σπίτι αλμυρό ή γλυκό και περιμένουν πότε θα είναι έτοιμο το φαγητό". Με λύπη της βλέπει κι εκείνη τις οικογένειες να φεύγουν από το χωριό, αλλά επισημαίνει πως "έρχονται το μεσημέρι μάνες και γιαγιάδες και παίρνουν το φαγητό για τα παιδιά και τα εγγόνια τους".
Τον πιο γλυκό ρόλο στο όλο έθιμο έχει σαφέστατα η Χρυσούλα Σπέντζου, η οποία είναι η ...ζαχαροπλάστης, μιας που για μία ακόμη χρονιά ανέλαβε το ιρμίκ. "Το κάνουμε κάθε χρόνο για την αρρωστούδα", θα μας πει και θα εξηγήσει τι περιλαμβάνει και πως φτιάχνουν το γλυκό: "Βάζουμε το νεράκι να βράζει, όταν βράσει ρίχνουμε το ρύζι, όταν μισοβράσει το ρύζι ρίχνουμε και την ζάχαρη" και θυμάται πως "το μαγειρεύουμε πολλά χρόνια, θυμόμαστε τις γιαγιάδες μας να το φτιάχνουν κι από εμάς θα το συνεχίσουν άλλες γυναίκες".
Φαγητά και γλυκά τις παλιές εποχές μοιράζονταν μετά το σχολικό κουδούνι στη νεολαία του χωριού. Δυστυχώς, το 2018 το κουδούνι πλέον δεν ακούγεται, παρόλα αυτά οι γυναίκες του χωριού δεν διαπραγματεύονται τα έθιμα, τα συνεχίζουν, με αγάπη για τον τόπο τους και με ακόμη μεγαλύτερη αγάπη για τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News