Νέος αντιδήμαρχος Έργων ο Λαζαρίδης - Αντικαθιστά τον Καρασταύρου
Γράφει ο Νικόλαος Κουρούδης, Αν/χηςε.α., επίτιμος πρόεδρος παραρτήματος ΕΑΑ Στρατού Ν. Ροδόπης
Η Ιταλία στο πλαίσιο της εφαρμογής των επεκτατικών σχεδίων στη Μεσόγειο, κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940. Οι επιχειρήσεις μεταξύ των αντίπαλων στρατευμάτων έλαβαν χώρα σε δύο επιμέρους θέατρα επιχειρήσεων, της Ηπείρου και της Δυτικής Μακεδονίας, με ενδιάμεσο σύνδεσμο τον Τομέα Πίνδου.
Η Ελληνοϊταλική σύγκρουση διακρίνεται σε τρεις περιόδους. Επιχειρήσεις στην Ήπειρο και στη Βορειοδυτική Μακεδονία (28 Οκτωβρίου - 13 Νοεμβρίου 1940) παρά την αιφνιδιαστική εκτόξευση της ιταλικής επίθεσης, ο Ελληνοϊταλικός Στρατός ισορρόπησε την κατάσταση και ανέλαβε πρωτοβουλία για την αποκατάσταση και εξασφάλιση του εθνικού εδάφους. Αντεπίθεση και προέλαση του ελληνικού στρατού στη Βόρειο Ήπειρο (14 Νοεμβρίου 1940 - 6 Ιανουαρίου 1941). Τα ελληνικά στρατεύματα άντεξαν σθεναρή άμυνα και απόθεσαν τις ιταλικές δυνάμεις σε βάθος 30 έως 80 χιλιομέτρων μέσα στο βορειοηπειρωτικό έδαφος. Καταλαμβάνοντας διαδοχικά Κορυτσά, Πόγραδετς, Πρεμετή, Αγίους Σαράντα, Αργυρόκαστρο και Χειμάρα.
Επιθετικές επιχειρήσεις του Β’ Συντάγματος Στρατού και «Εαρινή» επίθεση του Ιταλικού Στρατού (8 Ιανουαρίου - 26 Μαρτίου 1941). Την επιτυχή ελληνική προέλαση τον Ιανουάριο 1941 (κατάληψη Κλεισούρας, ΣπιΚαμαράτε, Τρεμπεσίνας) ακολούθησε η μεγάλη «εαρινή» επίθεση του Μαρτίου 1941 που έληξε άδοξα για τα ιταλικά στρατεύματα. Οι ανεπιτυχείς επιχειρήσεις της Ιταλίας για ταχεία κατάληψη της Ελλάδας προκάλεσαν την επέμβαση της Γερμανίας, με εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στο ελληνικό έδαφος. Στις 6 Απριλίου 1941 σήμανε την έναρξη της Μάχης των Οχυρών, του τετραήμερου αγώνα στα 21 Οχυρά της Γραμμής Μεταξά, κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων. Η κύρια προσπάθεια των Γερμανών εκδηλώθηκε στα υψώματα του Όρους Μπέλες, παρά την αριθμητική υπεροχή και τον υπερσύγχρονο εξοπλισμό δυνάμεων, τα περισσότερα Οχυρά έμειναν απόρθητα επί τρεις ημέρες, παραδόθηκαν όμως μετά τη Δυτική Μακεδονία.
Στη Βόρειο Ήπειρο διατάχθηκε να συμπτυχθεί. Σε σταδιακή σύμπτυξη υποχρεώθηκαν και τα βρετανικά στρατεύματα, παρά τους σκληρούς αγώνες που έδωσαν. Στις 20 Απριλίου, ο Στρατηγός Τσολάκογλου υπέγραψε το πρωτόκολλο Συνθηκολόγησης του ελληνικού στρατού. Τρεις ημέρες αργότερα, ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’, η κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού και το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα αναχώρησαν για την ελεύθερη Κρήτη, ενώ οι Γερμανοί προέλαυναν προς την Αθήνα, την οποία τελικά κατέλαβαν στις 27 Απριλίου 1941.
Τον επόμενο μήνα, στην Κρήτη, οι ελληνικές δυνάμεις μαζί με βρετανικά, αυστραλιανά και νεοζηλανδικά στρατεύματα κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν το πιο επίλεκτο στρατιωτικό σώμα του Γ' Ράιχ, τους αλεξιπτωτιστές. Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε την 20η Μαΐου 1941 σε τρεις τομείς, Χανίων - Μάλεμε - Ρεθύμνου και Ηρακλείου παρά το σφοδρό βομβαρδισμό του νησιού, τα πρώτα γερμανικά τμήματα σχεδόν αποδεκατίστηκαν, όμως η αποτυχημένη βρετανική αντεπίθεση για ανακατάληψη του αεροδρομίου του Μάλεμε στις 22 Μαΐου μετέστρεψε την κατάσταση υπέρ των Γερμανών. Στις 23 Μαΐου, βασιλιάς και κυβέρνηση διέφυγαν στο Κάιρο. Μέχρι το τέλος του μήνα ολοκληρώθηκε η κατάληψη του νησιού, παρά την άμυνα των βρετανοελληνικών δυνάμεων και την αντίσταση σύσσωμου του Κρητικού λαού.
Με την πτώση της Κρήτης η Ελλάδα πέρασε οριστικά στην Κατοχή των δυνάμεων του Άξονα. Οι ένοπλοι αγώνες των Ελλήνων συνεχίστηκαν στα ελληνικά εδάφη (Εθνική Αντίσταση) αλλά και εκτός συνόρων στο πλευρό των Συμμάχων (Μέση Ανατολή και Ιταλία).
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News