Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Η Αλβανία σταμάτησε αρχαιοκαπηλία 230 αντικειμένων από την αρχαία ελληνική πόλη Απολλωνία της Βορείου Ηπείρου!
Πόλις-ίδρυμα των Αργοναυτών, αποικία των Κερκυραίων και των Κορινθίων
Η αλβανική αστυνομία ανακοίνωσε ότι εμπόδισε το λαθρεμπόριο 230 αρχαιολογικών ευρημάτων από την αρχαία πόλη Απολλωνία και συνέλαβε δύο άτομα.
Με μια δήλωσή της, την περασμένη Κυριακή, ανέφερε ότι αγγεία, βάζα, μέρη κεραμικών φιαλών και άλλα αντικείμενα βρέθηκαν σε σπίτια των συλληφθέντων ανδρών, στο Radostine, ένα χωριό 120 χιλιόμετρα νότια της πρωτεύουσας, Τίρανα. Η ίδια δήλωση λέει ότι τα ευρήματα τα «ξέθαψαν από το Εθνικό (Αρχαιολογικό) Πάρκο της Απολλωνίας».
Η αστυνομία εξακολουθεί να αναζητεί δύο ακόμα άτομα.
Όλοι κατηγορούνται για παράνομη διακίνηση και κλοπή έργων τέχνης εθνικής σημασίας, κακούργημα που (στην εν λόγω χώρα) επιφέρει μέχρι και 15 χρόνια φυλάκιση.
Η Απολλωνία είναι μια αρχαία ελληνική πόλη στα εδάφη των Ιλλυριών, που δημιουργήθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. από Έλληνες αποίκους από την Κέρκυρα και την Κόρινθο. Η πόλις, η οποία άρχισε να παρακμάζει τον 3ο αιώνα μ.Χ. εγκαταλείφθηκε από το τέλος της Ύστερης Αρχαιότητας. Ευρίσκεται κοντά στο Φιέρι/Fier της σύγχρονης Αλβανίας.
ΠΗΓΗ: Associated Press, 12.2.2017.
Στις φωτογραφίες που έδωσε στην δημοσιότητα η αλβανική αστυνομία φαίνονται και άλλα αντικείμενα (λόγχες, κ.ά.).
Να διευκρινίσουμε προς την Αλβανική Αστυνομία, που εδήλωσε τα παραπάνω, πως τα έργα τέχνης αυτά είναι μεν «εθνικής σημασίας», αλλά όχι αλβανικής, αλλά ελληνικής, καθ’ ότι είναι δημιουργήματα των Ελλήνων, χιλιάδες χρόνια πριν οι Αλβανοί εγκατασταθούν στα εδάφη α υτά.
Τέλος, η αρχαία ελληνική Απολλωνία, δεν ήταν στα εδάφη των Ιλλυριών, και ιδού γιατί:
Η αρχαία Απολλωνία, που έβγαζε πετρέλαιο, και την κατέκλεψαν οι Γάλλοι
Με το όνομα Απολλωνία αναφέρονται πλείστες πόλεις, όλες ελληνικές, που ελάτρευαν τον θεό Απόλλωνα και ήσαν αφιερωμένες σε αυτόν.
Η δε Απολλωνία η προς Επίδαμνο (ή Απολλωνιάτις ή Ηπειρωτική), ήταν η βορειότερη πόλη, αφού ευρίσκεται πέρα από τον Αώο έως τον Γενούσο (νυν Σκουμπίνη), ο οποίος την διαχώριζε από την Ιλλυρία. Ο τρίτος ποταμός που ποτίζει το έδαφός της είναι ο Άψος (νυν Σέμετης) κι έτσι κι οι τρεις την κάνουν ευφορότατη. Η Απολλωνία ήταν μια ζηλευτή μεσογειακή πολιτεία. Η αρχαιότερη μαρτυρία γι’ αυτήν βρίσκεται στην «Βιβλιοθήκη» του Απολλόδωρου του Αθηναίου, ο οποίος ισχυρίζεται ότι η Απολλωνία ιδρύθηκε στην «προϊστορική» ακόμα περίοδο, από τους Αργοναύτες, όταν αυτοί επέστρεφαν από την Κολχίδα: «περί τοιούτου κόλπου Απολλωνίας ώκησαν την εν Ηπείρω» («Επιτομή», Στ’,156).
Το όνομά της το οφείλει στον θεό Απόλλωνα, όπως και η εύφορη πεδιάδα στην οποία κείται, η Μουζεκία (< Μουσαικία), αποτελεί παράφραση του επίθετου του θεού Μουσηγέτης (= ηγέτης των Μουσών). Ήταν περίφημη και για το Νυμφαίον της, που έκειτο «παρά την Απολλωνία» (νότια): «Πέτρα δ’ εστι πυρ αναδίδουσα, υπ’ αυτή δε κρήναι ρέουσι χλιαρού και ασφάλτου, καιομένης ως εικός της βώλου, της ασφαλτίτιδος, μέταλλον δ’ αυτής εστι πλησίον επί λόφου, το δε τμηθέν εκπληρούται πάλιν τω χρόνω, της εγχωννυμένης εις τα ορύγματα γης μεταβαλλούσης εις άσφαλτον, ως φησι Ποσειδώνιος» (Στρ. Ζ,816,8, Πλίν. Natur. Hist. ΙΙΙ,145). Ανάμεσα στις φλόγες, τις αναθυμιάσεις, την πισσάσφαλτο και το πετρέλαιο λειτουργούσε και μαντείο! Σώζονται τα ερείπια. Επάνω στην μαγική αυτή τοποθεσία, που σήμερα καλείται Πόγιαννη/Πόγιανη, κτίσθηκε η ΙΜ της Παναγίας Απολλωνίας! Γαλλική αρχαιολογική αποστολή που έκανε ανασκαφές στο Νυμφαίο το 1915 ανεκάλυψε. «πολλά ενδιαφέροντα», και ανδριάντες μάλλον Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
Η αρχαία της ονομασία ήταν Γυλάκεια, από τον αρχηγό των Κορινθίων, Γύλακα: «ύστερον διακοσίων Κορινθίων αποικία εις αυτήν εστάλη Γύλαξ ος Γυλάκειαν ωνόμασεν» (βλ. Στέφ. Βυζάντιος). Βρέθηκε και επιγραφή που το ισχυροποιεί αυτό, πάνω σε ανάγλυφη πλάκα, με προσωπεία ηθοποιών, που έγραφε: «κατέχω γυλάκειον πεδίον».
Η πόλις (έκτασης 130 εκταρίων, πληθυσμού 60.000 κατοίκων!) εκτίσθη (συμβατικώς) το 588 π.Χ. από τους Κορινθίους (βλ. Θουκυδίδης Α,26) και τους Κερκυραίους (βλ. Στράβων, Σκύμνος και Παυσανίας).
Η γεωγραφική θέση της Απολλωνίας ήταν άριστη. Μας πληροφορεί ο Δίων ο Κάσιος: «Η δε Απολλωνία αύτη η Κορινθία, εν καλώ μεν της γης, εν καλώ δε και της θαλάσσης ποταμών τε άριστα κείται» (X.L.45). Ήταν πόλις των Ταυλαντίων («της Επιδάμνου και της Απολλωνίας, μέχρι των Κεραύνιων υπεροικούσι Βυλλίονές τε και Ταυλάντιοι και Παρθίνοι και Βρύγοι», Στρ. Ζ,326,5). Απείχε 2 ώρες από την θάλασσα («μετά δε Απολλωνίαν, Βυλλιακή και Ωρικόν και το επίνειον αυτού ο Πάνορμος και τα Κεραύνια όρη, η αρχή του στόματος του Ιωνίου κόλπου και του Αδρίου», Στρ.). Σήμερα η Απολλωνία βρίσκεται 8 περίπου χλμ. μακριά από την παραλία. Πράγματι, οι εμπορικοί δρόμοι της εποχής ακολουθούσαν την ιταλική αδριατική ακτή, περνούσαν την Αδριατική προς ανατολάς, και διακλαδίζονταν στην Απολλωνία και την Επίδαμνο. Από εκεί, μέσα από τις κοιλάδες, έφθαναν στην Ιλλυρία.
Δεσπότης αυτών των θαλάσσιων εμπορικών δρόμων ήταν η Κέρκυρα, η οποία λόγω της θέσεώς της ίδρυσε (7ος-6ος αι.) και ήλεγχε τις αποικίες: Επίδαμνο, Απολλωνία, Λισσό και Βουθόη (σημερινή Μπούτνα, η οποία ήταν μεγάλο ελληνικό εμπορικό κέντρο της περιοχής) και τα ελληνικά νησάκια της Αδριατικής, Μέλαινα Κέρκυρα ή Κόρκυρα (σημερινό νησάκι παραφρασμένα Κόρτσουλα) και Φάρος (σημερινό νησάκι παραφρασμένα Χβαρ), που έμειναν ονομαστά κυρίως γιατί ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό την κατασκευή αμφορέων.
Στην ακμή της, η πόλις διενήργησε πολλούς νικηφόρους πολέμους, κατά των γειτονικών της πόλεων. Ήταν πόλις ευνομωτάτη (Στρ. Ζ,316.8), με ολιγαρχικό πολίτευμα, για το οποίο επαινείται από τον Αριστοτέλη.
Το 312 π.X. οι Απολλωνιάται απέκρουσαν νικηφόρως την στρατιά του Κασσάνδρου. Έπειτα από λίγο συντάχθηκαν με τον Πύρρο. Το 229 π.X. η πόλις ακολούθησε την τύχη των λοιπών ελληνικών πόλεων: Υπετάχθη στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι Ρωμαίοι περιέλαβαν την πόλη από το 148 π.X. στην επαρχία της Μακεδονίας. Κατά τους μακεδονικούς πολέμους εχρησίμευσε ως ορμητήριο αυτών.
Πάντως ήταν σπουδαίο κέντρο ελληνικού πολιτισμού. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους κατέφθαναν σ’ αυτό πολλοί Ρωμαίοι για να πάρουν ανώτερη ελληνική μόρφωση («χάριν σπουδών»), μέχρι κι ο ίδιος ο Αύγουστος, ο Μαικήνας, κ.ά. Ο Καίσαρας Οκταβιανός έφερε στην Απολλωνία από την Ρώμη το διδάσκαλό του, ρήτορα Απολλόδωρο Περγαμηνό. Επίσης, ο Κικέρων όταν την επισκέφθηκε είχε μόνον επαινετικά λόγια γι’ αυτήν: «Magna wibs et gravis» (= Μεγάλη πόλη και βαρυσήμαντη). Όταν οι Ρωμαίοι γκρέμισαν τα τείχη της Λευκάδος, Απολλωνιάτες τεχνίτες τα ξανασήκωσαν, βάσει επιγραφής τους: «Απολλωνιάται ωκοδόμησαν». Άρα η τέχνη των πετροκτιστάδων, για την οποία φημίζονται έως σήμερα οι Ηπειρώτες, επήγε εκεί από τους Κορινθιο-Κερκυραίους.
Η Απολλωνία φαίνεται να διετηρείτο κατά τους βυζαντινούς χρόνους σε ακμή. Αναφέρεται υπό του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, ο οποίος θέτει αυτήν στο Θέμα Δυρραχίου.
Όμως είναι χαρακτηριστικό της προκοπής της πόλεως, τα μεγάλα και πλούσια αναθήματα των Απολλωνιατών στην Ολυμπία. Μεταξύ αυτών δεκάδες ολόσωμους χάλκινους ανδριάντες μεγάλων ηρώων, έργα του Λύκιου, του υιού του Μύρωνος (κατασκευής περί το 440 π.Χ.).
Αλλά και γύρω της και σε ευρεία περιοχή (από τον Αώο ως τον Άψο, το βόρειο σύνορο της Απολλωνίας, κατά τον Ιούλιο Καίσαρα, De bello Gallico, III, 13), σώζονται ελληνικά ερείπια.
Τελευταία τα ανάσκαψε μια γαλλική αρχαιολογική αποστολή (1923-1929) και βρήκε: Ελληνικά τείχη, στοές, ναΐσκους, θέατρο, ωδείο, κτήριο αγωνοθετών, θέρμες, βιβλιοθήκη, τάφους, αγάλματα, κλπ. Λεπτομερειακά πρώτος τα κατέγραψε και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βιέννης, K. Praschniker, στο «Jahreshefte des Osterreichischen Archaeologischen Instituts», τ. 21-22, του 1920. Περισσότερα γι’ αυτές τις ανασκαφές αναζητήστε και στο σχετικό περιοδικό που έβγαλαν οι Γάλλοι: «Albania» (L. Rey), 1925, 1927, 1928, 1932, 1935.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Ήπειρος, η γωνιά που πέτρωσε στο 5...», έκδ. RiA Music και
«Πολυμέσα Εκπαιδευτική Μηχανική», 1998.
Χρονοσκόπιο:
Αναζήτηση κλεμμένης αρχαίας ληκύθου, μέσω. μικρής αγγελίας!
«Αμοιβή δρχ. 200 δια τον ανακαλύψοντα την κλαπείσαν μαρμαρίνην λήκυθον
(υδρίαν) ύψους 60 εκατοστών και πλάτους 45 εκατοστών, περίπου, άνευ λαιμού
και βάσεως, παριστώσαν εν αναγλύφω άνδρα καθήμενον ον αποχαιρετά έτερος ανήρ
όρθιος, μεταξύ δε των δύο ανδρών γυναίκα ισταμένην κλαίουσαν. Επί της υδρίας
και επιγραφή έχουσα ως εξής:
ΠΛΑΘΑΝΗ ΗΦΑΙΣΤΟΔΩΡΟ ΟΛΥΜΠΙΟΔΩΡΟΣ [.]
Ο ανακαλύψων ή συντελέσων προς ανεύρεσιν της ληκύθου θέλει λάβει παρά του κ.
Δουρούτη, οδός Αλεξάνδρου του Μεγάλου, αριθ. 37, την υποσχεθείσαν αμοιβήν,
δραχμών διακοσίων. Ιδίως εφιστάται η προσοχή των τελωνοφυλάκων ίνα μη η
υδρία αύτη, βάρους 70 όλων οκάδων περίπου, επιβιβασθή δια το εξωτερικόν».
Εφημ. «Καιροί», αρ. 4.986, 15.10.1903.
Πόσες παρανομίες σε μια μόνο μικρή αγγελία!
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News