Νέος αντιδήμαρχος Έργων ο Λαζαρίδης - Αντικαθιστά τον Καρασταύρου
Γράφει ο Σάκης Μουμτζής*
Oι κραυγές γοητεύουν, διότι απευθύνονται στο θυμικό των πολιτών, δημιουργούν ακροατήριο και όπου υπάρχει ακροατήριο σπεύδουν και κάποιοι πολιτικοί να το εκφράσουν
Αν μπορούσαμε να αποβάλουμε από τον δημόσιο διάλογο τις λέξεις «προδότης» και «μειοδότης» σίγουρα όλοι θα βγαίναμε κερδισμένοι. Πάντα οι κραυγές θολώνουν την κρίση, πολώνουν το κλίμα, συσκοτίζουν τις καταστάσεις, ακυρώνουν τα επιχειρήματα. Όμως οι κραυγές γοητεύουν, διότι απευθύνονται στο θυμικό των πολιτών, δημιουργούν ακροατήριο και όπου υπάρχει ακροατήριο σπεύδουν και κάποιοι πολιτικοί να το εκφράσουν.
Κατ’ εξοχήν πεδίο όπου ευδοκιμούν αυτές οι λέξεις είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οι καταγγελίες για ενδοτισμό και εθνική μειοδοσία είναι στην ημερήσια διάταξη. Δεν μας περνάει από το μυαλό ότι ο πατριωτισμός και το εθνικό συμφέρον έχουν πολλές όψεις και είναι απολύτως λογικό σε ένα δημοκρατικό καθεστώς οι ελληνοτουρκικές σχέσεις να έχουν πολλές προσεγγίσεις, από διάφορες οπτικές γωνίες.
Από μια οπτική φαίνεται ότι ο διάλογος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δίνει διεθνές πιστοποιητικό καλής διαγωγής στην Τουρκία που της προσφέρει άφεση αμαρτιών για τα όσα διέπραξε και διαπράττει. Οι θιασώτες μιας τέτοιας καταγγελτικής πολιτικής θέλουν παρόμοια συμπεριφορά να έχουμε απέναντι και στην Αλβανία και στη Βόρεια Μακεδονία.
Αυτή η πολιτική εκ πρώτης όψεως φαίνεται επιθετική, στην ουσία όμως είναι αμυντική και φοβική. Διότι όταν τα βάζεις με όλους, οι διεθνείς συνομιλητές σου θα αναρωτηθούν μήπως φταις κι εσύ.
Υπάρχει και μια άλλη θεώρηση. Συζητούμε, έχοντας όμως πλήρη επίγνωση των ορίων αυτού του διαλόγου. Η Τουρκία είναι από την ίδρυσή της μια επεκτατική – αναθεωρητική δύναμη που αισθάνεται ασφυκτικά μέσα στο πλαίσιο των διεθνών συνθηκών και επιδιώκει να το διαρρήξει με κάθε τρόπο. Ετσι, είναι προτιμότερο να συζητούμε παρά να τσακωνόμαστε, είναι πολύ πιο παραγωγικό να αποφεύγουμε τις οξύτητες χωρίς βεβαίως να υποχωρούμε. Κερδίζουμε μερικά διαστήματα ηρεμίας.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 στην ελληνική κοινωνία υπήρχαν φωνές που μιλούσαν για πόλεμο με την Τουρκία. Ο «αόρατος δικτάτορας» ονειρευόταν πως σε 2-3 ημέρες θα βρισκόταν στην Πόλη. Σήμερα αυτές οι φωνές υπάρχουν, αλλά δεν ακούγονται.
Μια τέτοια άποψη δύσκολα εκφέρεται με δημόσιο λόγο. Απλώς, μέσω των συμφραζομένων, δεν αφήνουν άλλη οδό επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών, συνολικά, παρά μέσω μιας σύρραξης που αργά ή γρήγορα θα έρθει, παραγνωρίζοντας όμως πως η ελληνική κοινωνία δεν είναι μια πολεμική κοινωνία.
Τέλος, υπάρχουν και αυτοί που πιστεύουν ότι με τους γείτονές μας θα πρέπει να τα βρούμε με κάθε τρόπο. Με τον διάλογο όλα μπορούν να επιλυθούν και σε όσα σημεία δεν συμφωνήσουμε, υπάρχουν και τα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα.
Το τρωτό σημείο αυτής της αντίληψης είναι η αδυναμία να δει τη βαθύτερη φυσιογνωμία του τουρκικού κράτους.
Πάντως, όλοι τελικά θέλουν το καλό της πατρίδας μας. Όσες φορές κάποιοι επιχείρησαν να το μονοπωλήσουν, μόνο ζημίες προκάλεσαν. Διότι πατριώτες είναι και αυτοί που υποστηρίζουν ότι το Αιγαίο είναι ελληνική λίμνη και αυτοί που υποστηρίζουν πως δεν είναι.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτα στην έντυπη «Καθημερινή» και στο www.kathimerini.gr
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News