Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Γράφει ο Γιώργος Οικονόμου, υποψήφιος διδάκτορας του τμήματος Οικονομικών Επιστημών Δ.Π.Θ *
Η Θράκη είναι η περιοχή που επλήγη από την οικονομική κρίση, περισσότερο από όλες τις άλλες, όχι σε απόλυτα νούμερα, αλλά σε αναλογία με τον πληθυσμό της. Οι βιομηχανικές ζώνες της Κομοτηνής και της Ξάνθης υπολειτουργούν, συνέπεια της μεγάλης φυγής επιχειρήσεων προς τη γειτονική Βουλγαρία. Εμπορικές επιχειρήσεις έκλεισαν, μη μπορώντας να ανταπεξέλθουν στα αυξανόμενα έξοδα, με τον τζίρο τους να μειώνεται. Η ανεργία αυξήθηκε, χωρίς να μπορεί, ακόμα και σήμερα, η αγορά να απορροφήσει εργαζομένους. Καθημερινές συζητήσεις αναφέρουν τις προσπάθειες για αναστήλωση της τοπικής οικονομίας. Ωστόσο, τι είναι αυτό που θα προκαλέσει επενδυτές να μεταφέρουν ή/και να ιδρύσουν επιχειρήσεις στην περιοχή μας;
Για την απάντηση του παραπάνω ερωτήματος θα πρέπει ανατρέξουμε στη διεθνή βιβλιογραφία και συγκεκριμένα, στα εγχειρίδια άμεσων ξένων επενδύσεων, για να δούμε τα κριτήρια προσέλκυσής τους. Ο Νούμερο 1 σύμμαχος των επενδύσεων είναι η σταθερή φορολογία. Όχι τυχαία, καθώς ο σχεδιασμός επενδύσεων λαμβάνει σοβαρά υπόψιν του τα εκτιμόμενα έξοδα, τουλάχιστον σε βάθος 10ετίας ή 15ετίας.
Όπως καθένας αντιλαμβάνεται, ένα ασταθές φορολογικό περιβάλλον είναι αποτρεπτικό για την αξιολόγηση μίας επένδυσης, άρα και για την πραγματοποίησή της. Σημαντικό δε σημείο, αποτελεί το γεγονός πως κανένα εγχειρίδιο δεν αναφέρεται στο ύψος της φορολογίας, αλλά μόνο στη σταθερότητά της. Θα ήταν λοιπόν συνετό, μία κυβέρνηση που σχεδιάζει νέο φορολογικό νομοσχέδιο, να συμπεριλάβει την εξασφάλιση της σταθερότητας και της μακροζωίας του πλάνου.
Το επόμενο σημαντικό κίνητρο για προσέλκυση επενδύσεων, έρχεται από το χώρο της γραφειοκρατίας. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να υπάρχει ο σωστός σχεδιασμός αδειοδότησης επιχειρήσεων σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Ας μην λησμονείται το γεγονός πως, κατά τη φυγή των ντόπιων επιχειρήσεων, οι γείτονες χώρες δεν επιλέχθηκαν μόνο λόγω της εγγύτητας, αλλά και των σύντομων διαδικασιών για την έναρξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ομοίως, σύντομες θα πρέπει να είναι και οι διαδικασίες για τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, μέσω της πληθώρας χρηματοδοτικών εργαλείων που προσφέρει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στην τελική, ο πρωταρχικός στόχος της περιοχής δεν είναι μόνο η προσέλκυση των ξένων κεφαλαίων, αλλά η πρόσληψη προσωπικού και η τόνωση της τοπικής οικονομίας. Επίσης, η δικαστική λειτουργία δε θα πρέπει να ταλαιπωρεί τις επιχειρήσεις με τη βραδεία έκδοση αποφάσεων, αλλά να τις διευκολύνει μέσω άμεσης επίλυσης νομικών ζητημάτων.
Επόμενο στη λίστα έρχεται το οικονομικό κλίμα της περιοχής, έννοια η οποία, ωστόσο, είναι πολύπλευρη. Αρχικά, ο τραπεζικός κλάδος θα πρέπει να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες των επενδυτών. Μέσω της χρηματοδότησης από ελληνικές τράπεζες, παρέχεται η δυνατότητα πολλαπλού οφέλους, καθώς οι τόκοι θα χρηματοδοτήσουν τις λειτουργικές ανάγκες των τραπεζών, αλλά και τις καταθέσεις. Συνεπώς, κύριο μέλημα καθίσταται η αναδιάρθρωση του ελληνικού τραπεζικού κλάδου, ώστε αυτός να μπορεί να χρηματοδοτήσει επιχειρηματικά – επενδυτικά σχέδια.
Η οικονομική συγκυρία ωστόσο, αφορά και στην ορθή και αποτελεσματική λειτουργία της οργανωμένης χρηματαγοράς, δηλαδή του χρηματιστηρίου. Εδώ θα πρέπει, βέβαια, η σχεδίαση των στόχων να είναι προσεκτική, καθώς εύκολα, μία προσπάθεια τόνωσης του χρηματιστηρίου μπορεί να οδηγήσει σε φούσκα, με καταστροφικότατες συνέπειες για το εγχείρημα. Όμως, ρεαλιστικά, η αποτελεσματική και ορθή λειτουργία του ελληνικού χρηματιστηρίου, ίσως να πάρει χρόνια να πραγματοποιηθεί, διότι, βλέποντας τους πολύ χαμηλούς τζίρους, αλλά και τις παθογένειες, γίνεται αντιληπτό πως μόνο με θαύματα αντιστρέφεται η εικόνα του.
Εφόσον μιλάμε για ανάπτυξη επιχειρήσεων θα πρέπει να μιλήσουμε και για δίκτυα εμπορίας προϊόντων. Η ανάπτυξη δικτύων μεταφοράς προϊόντων, τόσο για τη μεταποίηση, όσο και για την πώληση των παραχθέντων προϊόντων, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κίνητρο για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία επιχειρήσεων.
Αρχικά, μία επιχείρηση θα πρέπει να έχει άμεσες εισροές πρώτων υλών, όχι λόγω πιεσμένων χρονοδιαγραμμάτων, αλλά λόγω του ότι κάθε μέρα κίνησης των πρώτων υλών, συνεπάγεται αύξηση του κόστους. Η δε αύξηση του κόστους συνεπάγεται μείωση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων και μείωση των κερδών. Επίσης, η επιχείρηση, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, θα πρέπει να προωθεί άμεσα τα προϊόντα της στην αγορά. Παρότι η Ελλάδα έχει ανεπτυγμένο οδικό δίκτυο, το οποίο απολαμβάνει και η περιοχή μας, υστερεί σημαντικά στις υπόλοιπες υποδομές μεταφορών.
Πρώτον, το σιδηροδρομικό δίκτυο της βόρειας είναι πεπαλαιωμένο, τόσο σαν υποδομή αλλά και σαν σχεδίαση γραμμής, καθώς δεν υπάρχει άμεση σύνδεση με λιμάνι ή αεροδρόμιο, αλλά και ένωση με ξένες σιδηροδρομικές γραμμές. Έπειτα, τα λιμάνια της περιοχής δεν έχουν εξυπηρετήσει ποτέ μεγάλα εμπορικά πλοία, ενώ τουλάχιστον ένα από τα δύο (Καβάλας, Αλεξανδρούπολης) θα έπρεπε να είναι σε θέση να καλύπτει τέτοιες παροχές. Ευτυχώς, το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης εξυπηρετεί αεροσκάφη cargo, παρότι βρίσκεται σχεδόν 3 ώρες μακριά.
Για τελευταίο άφησα ένα εξίσου σημαντικό κίνητρο, το οποίο όμως παρέχεται τόσο στην περιοχή της Θράκης, όσο και γενικότερα στην Ελλάδα, αυτό του ανθρώπινου δυναμικού. Οι επιχειρήσεις αναζητούν πάντοτε φθηνό εργατικό προσωπικό αναφορικά με τους ανειδίκευτους εργάτες και τους εργάτες χαμηλής εξειδίκευσης, ενώ θέλουν υψηλά καταρτισμένο επιστημονικό προσωπικό. Στις πρώτες δύο κατηγορίες η Ελλάδα είναι άκρως ανταγωνιστική, καθώς έχει από τα χαμηλότερα εργατικά κόστη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκριτικά μάλιστα με τη Γερμανία το εργατικό προσωπικό κοστίζει 67% λιγότερο. Η αναφορά, δε, στο επιστημονικό προσωπικό είναι περιττή, καθώς η Ελλάδα κατέχει από τις πρώτες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναφορικά με το εξειδικευμένο προσωπικό. Ωστόσο, αποτελεί και την 3 χώρα με τις περισσότερες ελλείψεις εξειδικευμένου προσωπικού στις επιχειρήσεις, κάτι το οποίο έρχεται σε αντίθεση με την παραπάνω παρατήρηση και αποτελεί μία σημαντική παθογένεια.
Όπως γίνεται αντιληπτό, με την παρούσα κατάσταση η Ελλάδα εξυπηρετεί μόνο το 1 από τα συνολικά 7 σημαντικότερα κίνητρα προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, όπως παρουσιάζονται στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Σε επόμενο άρθρο θα παρουσιαστούν οι παθογένειες της Ελλάδας, που αποτρέπουν την επένδυση κεφαλαίων και την ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς και οι παθογένειες των ελληνικών επιχειρήσεων που αποτρέπουν την περεταίρω ανάπτυξή τους.
*Ο Γιώργος Οικονόμου είναι υποψήφιος διδάκτορας του τμήματος Οικονομικών Επιστημών Δ.Π.Θ, με εξειδίκευση στον κλάδο χρηματοοικονομικών και μακροοικονομικής και απόφοιτος του ίδιου τμήματος. Έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στην Τραπεζική και Χρηματοοικονομική στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ. Εκτός από το ακαδημαϊκό ερευνητικό ενδιαφέρον του, ασχολείται με τη διάχυση της οικονομικής γνώσης στην κοινωνία και με κοινωνικά και εθελοντικά προγράμματα, κυρίως οικονομικού ενδιαφέροντος.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News