Νέος αντιδήμαρχος Έργων ο Λαζαρίδης - Αντικαθιστά τον Καρασταύρου
Τρόφιμα, είδη μάρκετ, καύσιμα και λογαριασμοί προβληματίζουν τον κόσμο
Λιγότερες σακούλες μάρκετ με περισσότερα χρήματα και λιγότερα λίτρα καυσίμων με περισσότερα χρήματα αγοράζουν πλέον οι Κομοτηναίοι. Το πρόβλημα φυσικά είναι πανελλαδικό αλλά ιδιαίτερα έντονο και στην περιοχή μας, η αγορά της οποίας δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την εγχώρια ακρίβεια αλλά συνδυαστικά τη φυγή εισοδήματος προς το εξωτερικό.
Κάθε μήνα και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη καλείται να βάλει ο καταναλωτής, βλέποντας να πληρώνει περισσότερα αλλά.. να ψωνίζει λιγότερα. Ο πραγματικός πληθωρισμός που αφορά την τσέπη του μικρού και μεσαίου αγοραστή δεν είναι στο 12% του Σεπτεμβρίου, όπως καταγράφεται από τα επίσημα στοιχεία, καθώς τα προϊόντα πρώτης ανάγκης και τα καύσιμα που αφορούν τη μεγάλη μερίδα των Ελλήνων έχουν πάρει πολύ περισσότερο την ανιούσα.
Ο οικονομολόγος και καθηγητής Οικονομικών ΔΠΘ Περικλής Γκόγκας εξηγεί: «Εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο κατασκευάζεται ο δείκτης τιμών καταναλωτή από τον οποίο βγαίνει ο πληθωρισμός, η πραγματική επιβάρυνση –κι αυτό το καταλαβαίνουν όλοι οι πολίτες- δεν είναι 12% στο πορτοφόλι, αλλά γύρω στο 30% μπορεί και παραπάνω. Ο δείκτης αυτός προϋποθέτει ότι το ίδιο μερίδιο του εισοδήματός μας πηγαίνει στο να πληρώνουμε τα καύσιμα και την ενέργεια που πήγαινε τα προηγούμενα χρόνια. Αλλά δεν συμβαίνει αυτό, γιατί πλέον πληρώνουμε ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός μας σε ενέργεια και καύσιμα. Επομένως, η συνολική μας επιβάρυνση από τον πληθωρισμό είναι πολύ μεγαλύτερη από το ενδεικτικό του 12%».
Τζιράρουν τα σούπερ μάρκετ, πληρώνουν οι καταναλωτές
Περίπου 320 εκ ευρώ παραπάνω έχουν πληρώσει τα νοικοκυριά στην Ελλάδα το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022 για να αγοράσουν όμως λιγότερα προϊόντα, κατά 1,8% συνολικά, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021.
Σύμφωνα µε τα στοιχεία της NielsenIQ, που έφερε στη δημοσιότητα η «Καθημερινή», οι πωλήσεις των σούπερ μάρκετ στο εννεάμηνο Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου 2022 αυξήθηκαν κατά 4,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021. Σε απόλυτους αριθμούς, αυτό σημαίνει τζίρο 7,278 δισ. ευρώ (εξαιρουμένων των νησιών και της Lidl), έναντι τζίρου 6,958 δισ. το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Το βασικότερο πρόβλημα όμως είναι πως τα 320 εκ ευρώ που έχουν δώσει παραπάνω οι καταναλωτές το πρώτο εννεάμηνο του έτους, δεν συνεπάγονται περισσότερες αγορές. Το αντίθετο μάλιστα, αφού η μείωση συνολικά σε τεμάχια υπολογίζεται από τη NielsenIQ σε 1,8%. Άρα, αποδεικνύεται πως ενώ έχουν λίγο μειωθεί οι σπατάλες στην αγορά τεμαχίων, ο τελικός λογαριασμός είναι κατά πολύ αυξημένος.
Συνηθίσαμε τα 2€/λίτρο στα καύσιμα
Ως προς τα καύσιμα, φαίνεται πως οι Έλληνες έχουμε αποδεχθεί και… συνηθίσει τη νέα πραγματικότητα, δηλαδή να βλέπουμε τις τιμές στα 2€ περίπου το λίτρο στη βενζίνη.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του παρατηρητηρίου υγρών καυσίμων του Υπουργείου Ανάπτυξης & Επενδύσεων στις 26/10 η απλή βενζίνη στο Νομό Ροδόπης πωλούταν κατά μέσο όρο στα 2,037€/λίτρο, το πετρέλαιο κίνησης 2,137€/λίτρο, το υγραέριο κίνησης 1,034€/λίτρο και το πετρέλαιο θέρμανσης 1,399€/λίτρο.
Το εισόδημα δεν επαρκεί
Την ίδια ώρα που οι καταναλωτές πονοκεφαλιάζουν για το πως θα ανταπεξέλθουν σε όλα τις παραπάνω αυξήσεις, βλέπουν πως το διαθέσιμο εισόδημα δεν επαρκεί.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ το διαθέσιμο εισόδημα στη χώρα μας παρουσίασε πολύ μικρή αύξηση, 1,7%, μη επαρκή για να καλύψει τις απώλειες από τον πληθωρισμό. Συγκεκριμένα, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2022 το διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώθηκε σε 32,98 δισ. ευρώ από 32,45 δισ. ευρώ το β’ τρίμηνο του 2021. Κι αυτή η αύξηση όμως δεν παρατηρείται σε οικονομικά στρώματα που… «καίγονται» από τον πληθωρισμό.
Αλλά, ακόμη και στο πιο θετικό υποθετικό σενάριο ο μισθός ενός καταναλωτή να έχει αυξηθεί κατά 10%, εάν έχει να πληρώσει 30% περισσότερα ευρώ τον μήνα… πάλι έχουμε μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Κι εάν δεν υπάρχει καθόλου αύξηση μισθού, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα για το πορτοφόλι του καταναλωτή.
6 στις 10 επιχειρήσεις αύξησαν τιμές
Αναφορικά με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μεγάλες είναι οι επιπτώσεις που έχει η αύξηση του κόστους λειτουργίας στην πλειονότητά τους, με σχεδόν το 60% να έχει προχωρήσει σε αύξηση τιμών ήδη από το πρώτο εξάμηνο του 2022 για να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
Σύμφωνα με την εξαμηνιαία έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων συνεχίζει να αυξάνεται καθώς με βάση τα ευρήματα της έρευνας. Αναλυτικά, αυξήθηκε μεσοσταθμικά το κόστος ενέργειας κατά 76%, το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 43,5%, το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 57,8% και το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων κατά 26,2%. Συνέπεια του αυξημένου κόστους λειτουργίας ήταν να καταγραφεί νέος ιστορικά υψηλός αριθμός επιχειρήσεων που αύξησαν τις τιμές πώλησης αγαθών/υπηρεσιών. Το πρώτο εξάμηνο του 2022, 6 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (59,2%) προχώρησαν σε αύξηση των τιμών τους.
Τέλος, αρνητικές παραμένουν οι προσδοκίες για το μέλλον. Σημαντική άνοδο παρουσιάζει ο δείκτης αβεβαιότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, καταγράφοντας το υψηλότερο επίπεδο που έχει αποτυπωθεί από την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης. Συγκεκριμένα, σχεδόν 4 στις 10 επιχειρήσεις (38,6%) εκφράζουν φόβο για ενδεχόμενη διακοπή της δραστηριότητάς τους στο μέλλον. Αντίστοιχα, ο δείκτης βιωσιμότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων καταγράφει το χειρότερο ποσοστό από την έναρξη της υγειονομικής κρίσης με το 6,5% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να αντιμετωπίζει άμεσο κίνδυνο διακοπής της δραστηριότητάς του.
Πληρώνουμε τις αποφάσεις μας
Τί φταίει όμως για την ακρίβεια; «Πολλά μαζί είναι αυτά που φταίνε» απάντησε ο οικονομολόγος Περικλής Γκόγκας, ο οποίος στάθηκε κυρίως στο ότι πληρώνουμε το κόστος της απόφασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποδεσμευτούμε από την ενέργεια της Ρωσίας. «Κερδισμένοι βγαίνουν 100% οι Αμερικάνοι και άλλες χώρες από τις οποίες προμηθευόμαστε αέριο» σημείωσε και κατηγόρησε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ότι «απέτυχαν παταγωδώς να διασφαλίσουν το βιοτικό επίπεδο του πολίτη».
Η επιδοματική πολιτική στη χώρα μας μόνο μετατοπίζει το πρόβλημα για το άμεσο μέλλον, εξήγησε ο καθηγητής, ο οποίος εκτιμά πως δύσκολα θα πέσουν αρκετά οι τιμές ενέργειας, ενώ συγχρόνως δεν παρατηρεί κάτι ιδιαίτερο ως προς την αναπτυξιακή τροχιά της χώρας. Αντιθέτως, όπως είπε, η Ελλάδα έχει μπει σε έναν φαύλο κύκλο, για να σπάσει ο οποίος «χρειάζεται γενναίες αλλαγές κι αποφάσεις κι όχι μερικά επιδόματα από εδώ κι από εκεί που μας βοηθούν να βγάλουμε έναν ακόμη μήνα, γιατί μεταθέτουμε το πρόβλημα στους επόμενους μήνες».
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News