Η Βουλγαροκρατία στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Μέρος Ε’) | xronos.gr

Η Βουλγαροκρατία στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Μέρος Ε’)

03/12/24 - 8:00
Η Βουλγαροκρατία στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Μέρος Ε’)

Γράφει η φιλόλογος Ντίνα Σαμουρκασίδου

1941-1944
Η Βουλγαροκρατία στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, κατά το 1941-1944. Αναφορές ιδιαίτερες στην Κομοτηνή και στο Νομό Ροδόπης. Οι εκτός Ελλάδος αγώνες των Ελλήνων (Ελ Αλαμέιν, Ρίμινι) στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η παρουσίαση των γεγονότων με τη βοήθεια της Ιστορίας, των διαφόρων μορφών της τέχνης, αλλά και με μαρτυρίες, όσων έζησαν τα γεγονότα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ο - ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
"Και ανδρίεψεν η Βουλγαριά / και από λαγός εγίνη / λιοντάρι που αναφρύαξε (=ξεφυσούσε με οργή) να φάει την Ρωμιοσύνη, γράφει ο Γεώργιος Βιζυηνός (1846 - 1896), Θρακιώτης ποιητής.

α. Βουλγαρικές βαρβαρότητες, κατά το 1941-1944
Οι Βούλγαροι φέρθηκαν πολύ σκληρά στον ελληνικό πληθυσμό της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, από το 1941-1944. Παρατηρούνταν ληστείες, κακοποιήσεις ατόμων, βιασμοί, συλλήψεις Ελλήνων με κάθε αφορμή, όπως π.χ. ήταν η ομιλία στην ελληνική γλώσσα, η κυκλοφορία στους δρόμους μετά τις 8 το βράδυ. Επίσης τιμωρήθηκαν Έλληνες, αν είχαν ελληνικές σημαίες ή περιέθαλπαν αντάρτες. Οδηγούνταν στην ασφάλεια, ειδικό βουλγαρικό σώμα, πολύ αυστηρό, που στεγαζόταν, προκειμένου για την Κομοτηνή εκεί που βρίσκεται τώρα, το Κέντρο Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Ονομαζόταν ΟΧΡΑΝΑ. Έπεφτε πολύ ξύλο εκεί, αδιακρίτως φύλου και ηλικίας, μόνο και μόνο, για να διασκεδάσουν οι κατακτητές. Ο κανόνας ήταν: 25 χτυπήματα: 19 άγρια και 6 θανατηφόρα. Όσοι γλίτωσαν από τον θάνατο, κατά την 3η βουλγαρική κατοχή, ήταν πραγματικά προνομιούχοι. Συχνά οι κατοικούντες κοντά στην ασφάλεια της Κομοτηνής, άκουγαν τις κραυγές τρόμου και ουρλιαχτά πόνου των κρατουμένων Ελλήνων.

Παντού υπήρχαν απαγορευτικές πινακίδες και όποιος έζησε στην κατοχή, δεν μπορεί να την ξεχάσει ποτέ.

Όλα τα εγκλήματα των Βουλγάρων είναι καταγεγραμμένα από επιτροπή Μακεδόνων και Θρακών, υπό την προεδρία του Αλεξάνδρου Σβώλου (1892 - 1956), που υπήρξε διαπρεπής Νομικός και Πολιτικός. Κατά την περίοδο της βουλγαρικής κατοχής, διετέλεσε πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης. Στην παραπάνω επιτροπή συμμετείχε και ο παλιός πρόεδρος της Δημοκρατίας, Μακεδόνας, Κωνσταντίνος Καραμανλής (1907 - 1998). Το βιβλίο είχε τον τίτλο: για τη Μακεδονία και τη Θράκη, δυσεύρετο πια, και κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 1945. Όποιος το διαβάσει εκπλήσσεται για το πώς μπόρεσαν να απομείνουν Έλληνες στην μαρτυρική αυτή περιοχή, ιδιαίτερα της Θράκης.

Υπάρχει επίσης και το βιβλίο με τον τίτλο: "Η Μαύρη Βίβλος των Βουλγαρικών Εγκλημάτων εις την Ανατολικήν Μακεδονίαν και Δυτικήν Θράκην", 1941 - 1944, που δημοσιεύθηκε στην Αθήνα το 1945. Πρόκειται για εργασία ομάδας καθηγητών Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Οι καθηγητές αυτοί ήσαν επιφανείς πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και έκαναν επιτόπια έρευνα στη "Βουλγαρική Ζώνη" και έγραψαν τη σχετική έκθεση. Τα ονόματα τους: Δ. Χόνδρος, Ν. Βλάχος, Ι. Θεοδωρακόπουλος, Σ. Κυριακίδης και Χ. Φραγκίστας. Σύμφωνα με τα γραφόμενα στο παραπάνω βιβλίο, το αποτέλεσμα της έρευνας ήταν: Ι. Εκβουλγαρισμός της ελληνικής εκκλησίας, ΙΙ. Εκβουλγαρισμός της ελληνικής Εκπαίδευσης, ΙΙΙ. Απάλειψη από τις πόλεις και τα χωριά κάθε στοιχείου που να αποδεικνύει την ελληνικότητα της περιοχής, IV. Απορφανισμός Ελλήνων από τους πνευματικούς τους ηγέτες και άλλα πολλά.

Μεταξύ των άλλων διαβάζουμε και τα εξής: Τα καλύτερα σπίτια και τα ακριβότερα έπιπλα, πολυτελή ενδύματα και άλλα αγαθά, αλλά και τα πιο γόνιμα χωράφια τα άρπαξαν οι Βούλγαροι και τα παρέδωσαν στους Βουλγάρους εποίκους, που "σαν τις ακρίδες" έπεσαν πάνω στον πλούτο των Ελλήνων. Όπου δεν υπήρχαν κατάλληλα οικήματα, αναγκάζονταν οι Έλληνες, κάτοικοι να γκρεμίζουν τα σπίτια τους και με τα υλικά να κατασκευάζουν κατοικίες για τους εποίκους, με προσωπική εργασία τους και κοντά σε δημόσιους χώρους. Οι αγγαρείες ήταν σε ημερησία διάταξη. Επίσης οι Έλληνες ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν και φόρους περιουσίας και φόρους εισοδήματος, για σπίτια, από τα οποία είχαν εκδιωχθεί και πολλές άλλες χρηματικές επιβαρύνσεις.

Σύμφωνα με την Μαύρη Βίβλο των βουλγαρικών εγκλημάτων εις την Ανατολική Μακεδονία και τη Δυτικήν Θράκην, 1941 - 1944, στον Ν. Ροδόπης υπήρξαν 59 νεκροί κατά την βουλγαρική κατοχή και άγνωστος αριθμός νεκρών από ξυλοδαρμούς και πείνα, ενώ 67 χωριά της Δράμας καταστράφηκαν.

Αναφέρει ο συγγραφέας Δημ. Ψαθάς στο βιβλίο του με τον τίτλο: "Αντίσταση": "Χιλιάδες πρόσφυγες από τη Μακεδονία και τη Θράκη έχουν σκορπίσει σε όλη την άλλη Ελλάδα. Είναι γεμάτη η Αθήνα από Θράκες και Μακεδόνες, που άφησαν τα πάντα, για να γλιτώσουν το μαχαίρι. Μήνες τώρα ιστορούν τα άπειρα μαρτύριά τους και ανάβει η πόλη τούτη από το μίσος".

Ας μην ξεχνούμε ότι οι "Θρακομακεδόνες" είναι τώρα οικιστική περιοχή στα βόρεια προάστια του Ν. Αττικής, κοντά στους πρόποδες της Πάρνηθας, με 6.500 περίπου κατοίκους.

Σύμφωνα με το protothema.gr/stories, περίπου 30.000 Έλληνες της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης έχασαν τη ζωή τους μεταξύ των ετών: 1941 - 44. Άλλοι 10.000 πήγαν ως όμηροι στη Βουλγαρία και 100.000 εργάσθηκαν σε καταναγκαστικά έργα. Άγνωστος ο αριθμός όσων πέθαναν από υποσιτισμό. Δυστυχώς, την ώρα που είχαμε να κερδίσουμε κάτι παραπάνω από τα Δωδεκάνησα που πήραμε, είχαμε εμπλακεί και λόγω ξένων παρεμβάσεων στον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο.

Επίσης, σε τηλεοπτική εκπομπή της ΕΤ3, το 2022, με τίτλο: "Πέτρωσαν οι μνήμες" σε σενάριο και έρευνα της ιστορικού Ηλιάνας Σκουλή, είδαμε μαρτυρίες γυναικών από την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, και όχι μόνο, χριστιανών και Εβραίων, για τα όσα υπέφεραν, στην κατοχή του 1941 - 1944, από τους Βουλγάρους και τους Γερμανούς. Επίσης αναφέρθηκε και η μαρτυρία Ελληνίδας που αφορούσε τους μαυραγορίτες που αγόραζαν σε εξευτελιστικές τιμές τα προικιά των ανύπαντρων κοριτσιών για μισό κιλό φασόλια. Ενδιαφέρουσα όντως η εκπομπή!

β. Διατροφή και υγεία επί κατοχής των Βουλγάρων
Ο ελληνικός πληθυσμός δεινοπαθεί. Υπάρχει συστηματικός υποσιτισμός εκ μέρους των Βουλγάρων. Η τροφή στους Έλληνες δινόταν με το δελτίο.

Δικαιούνταν ο ενήλικας, καθημερινά ή σύμφωνα με άλλες πηγές, κάθε τρεις μέρες, 200 γραμμάρια καλαμποκίσιο ψωμί ή υποβαθμισμένης ποιότητας και 100 γραμμάρια τα παιδιά έως 15 χρόνων, και λίγο λάδι όχι πάντα. Σπάνια δίνονταν ρύζι, αλάτι, όσπρια, ζάχαρη και πατάτες, προϊόντα που κατείχαν σε αφθονία οι Βούλγαροι. Το 1943 απαγορεύθηκε η πώληση σε Έλληνες βασικών προϊόντων διατροφής, όπως γάλα, κρέας, ψάρια και γιαούρτι, αναφέρει σε άρθρο της η εφημερίδα Πρώτο Θέμα.

Η αδυναμία πρόσβασης των Ελλήνων σε φάρμακα και ο υποσιτισμός, τούς οδήγησε σε τραγική κατάσταση. Η ελονοσία και η φυματίωση αποδεκάτιζε τους Έλληνες, οι οποίοι δεν μπορούσαν να νοσηλευτούν στο Νοσοκομείο, γιατί αυτό δεχόταν μόνον Βουλγάρους. Οι Βούλγαροι απαγόρευσαν ακόμη και την πρόσβαση κλιμακίων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην περιοχή, για να μην φανούν οι απάνθρωπες πρακτικές που εφάρμοζαν εναντίον των Ελλήνων. Τον Ιούλιο του 1943 έγινε διαδήλωση στην Αθήνα για τις θηριωδίες στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.

Σύμφωνα με το βιβλίο του δημοσιογράφου Τέλη Κελεσίδη, με τον τίτλο: Οικισμοί, τοποθεσίες και τοπωνύμια του Νομού Ροδόπης, το Σισμανόγλειο Νοσοκομείο Κομοτηνής, άρχισε να λειτουργεί το 1938. Ο τότε Μητροπολίτης Κομοτηνής Άνθιμος, είχε μάθει πως ένας εύπορος Μικρασιάτης, με καταγωγή από την Καππαδοκία, ο Κωνσταντίνος Σισμάνογλου, ήθελε να κάνει στη χώρα μια μεγάλη δωρεά, με την κατασκευή δύο νοσοκομείων. Πήγε λοιπόν και τον βρήκε. Του πρότεινε εκτός από αυτό που θα έκανε στην Αθήνα, το άλλο έπρεπε να το κάνει στην Κομοτηνή, όπου μετά το 1922, κατέφυγαν εκεί πολλοί συμπατριώτες του.

Ο Σισμάνογλου συγκινήθηκε και έδωσε τα χρήματα, για να αγορασθεί το οικόπεδο και να γίνουν τα κτίρια. Εκείνη την εποχή, ήταν το ωραιότερο και το μεγαλύτερο στη χώρα και ο δωρητής, είχε διορίσει και το 1ο διοικητικό συμβούλιό του, με γενικό διευθυντή και αρχίατρο τον Λ. Φλώκο. Όμως με την κήρυξη του πολέμου του '40 και της κατοχής που ακολούθησε υποβαθμίστηκε.

Το 1944, όταν ο Άξονας και οι δυνάμεις του συντρίφτηκαν, ήταν φυσικό να αποχωρήσουν και οι βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής, αλλά και οι Βούλγαροι έποικοι από τη Θράκη. Βαθμιαία αποκαταστάθηκε η τάξη, άρχισαν, να λειτουργούν οι υπηρεσίες, αλλά και το Νοσοκομείο.

Το διορισμένο από το 1940 προσωπικό επέστρεψε από την προσφυγιά του στην ελεύθερη Ελλάδα και το Σισμανόγλειο στελεχώθηκε από διοικητικό, επιστημονικό, νοσοκομειακό και βοηθητικό προσωπικό.

γ. Τα Ντουρντουβάκια
Έτσι λέγονταν οι 100άδες Έλληνες που οδηγήθηκαν, κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής, από το 1941 έως και το 1944 σε καταναγκαστικά τάγματα εργασίας. Υποχρεώνονταν να σπάνε και να μεταφέρουν πέτρες για τη διάνοιξη δρόμων και σιδηροδρομικών γραμμών. Η λέξη "ντουρντουβάκι" είναι παράφραση αντίστοιχης βουλγαρικής λέξης που σημαίνει "Τάγμα εργασίας" ή φαντάρος αγγαρείας. Η επιστράτευση του ανδρικού πληθυσμού ήταν ένα ακόμη ακραίο μέτρο εξόντωσης του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Οι επιστρατευμένοι έπαιρναν ατομικές προσκλήσεις και ήταν υποχρεωμένοι να υπογράψουν ότι επιθυμούσαν να εργασθούν στη Βουλγαρία. Η στρατολόγηση ξεκίνησε με τους Έλληνες που είχαν γεννηθεί το 1921 - 1922 και σταδιακά επεκτάθηκε και σε άλλες ηλικίες. Τα τάγματα εργασίας ήταν το συνώνυμο της εξόντωσης, διότι πολλοί δεν άντεξαν στις δοκιμασίες και πέθαναν από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια. Υπήρχε καθημερινή κακοποίηση και ξυλοδαρμοί.

"Όποιος Βούλγαρος είχε κέφι να δείρει, μπορούσε να δείρει", αναφέρει κάποιος μάρτυρας. "Ήμασταν απροστάτευτοι σε άγνωστο μέρος. Αν έκαμνες το παραμικρό παράπτωμα, έτρωγες 25 βουρδουλιές". Τα τάγματα εργασίας θεωρούνταν στρατιωτικές μονάδες, αλλά οι στρατεύσιμοί τους προέρχονταν από χωριά της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και αντί για όπλο, έπαιρναν φτυάρι. Δεν έκαμναν στρατιωτικές ασκήσεις, αλλά υποχρεώνονταν να σπάνε πέτρες και να ανοίγουν δρόμους. Όσοι δεν παρουσιάζονταν στις Επιτροπές Στρατολογίας, αρχικά πλήρωναν υψηλό πρόστιμο και σε περίπτωση μη καταβολής του, δικάζονταν και καταδικάζονταν ερήμην, όπως ανέφερε η τηλεοπτική εκπομπή: Η ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ. Πολλοί δεν επέστρεψαν. Οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης στα ντουρντουβάκια, ήταν απάνθρωπες, χωρίς στοιχειώδεις κανόνες υγιεινής, με λίγο νερό και κακής ποιότητας φαγητό. Ό,τι χειρότερο για φαγητό και 100-200 γραμμάρια μαύρο ψωμί. "Το κόβαμε και έβγαζε ίνες σαν λάσπη", αναφέρει μάρτυρας που συμμετείχε.

Τα ντουρντουβάκια είναι μια άλλη άγνωστη πτυχή της βουλγαρικής κατοχής στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Η καταναγκαστική εργασία μέσα στο λιοπύρι, με ελάχιστο φαγητό και νερό, θυμίζει τα αντίστοιχα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Γερμανών ή και τα αμελέ ταμπουρού των Τούρκων.

Αρκετοί Έλληνες δεν επέστρεψαν ποτέ από την Βουλγαρία. Σκοπός των τότε αρχών κατοχής, ήταν να φτιαχτούν κάθετοι δρόμοι από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα, ώστε να είναι εύκολη η πρόσβαση προς το Αιγαίο Πέλαγος, την Μπελομόριε (=Άσπρη Θάλασσα), όπως αποκαλούσαν οι Βούλγαροι τη θάλασσα του Αιγαίου Πελάγους και αποτελούσε το μεγάλο τους όνειρο και για την οποία πάντοτε είχαν βλέψεις.

Θυμόμαστε το ποίημα του βορειο-Θρακιώτη ποιητή Κώστα Βάρναλη (1884 - 1974) για τη θάλασσα: "Να σ' αγναντεύω θάλασσα, / να μην χορταίνω, / απ' τα βουνά ψηλά στρωτή και καταγάλανη. / Να πλουταίνω, / από τα μαλάματά σου τα πολλά!" Σχετικά με τα τάγματα εργασίας, διαβάζουμε στις σημειώσεις του Δημ. Παπουλιά, από τη Μέση Ροδόπης, τα εξής: "Στρατό είχαν εγκαταστήσει (οι Βούλγαροι) στην Αρωγή. Είχαν φέρει τάγματα εργασίας και αγγαρείας, τα ντουρντουβάκια από τα Σκόπια. Ήταν νεαροί σε ηλικία στράτευσης. Τους χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή του δρόμου Μέσης - Γλυκονερίου και στην αλυκή.

Από το χωριό πήραν τέσσερις νέους ομήρους στα τάγματα εργασίας. Τον Παναγιώτη Μερέτη του Χρήστου, τον Κωνσταντίνο Καμπάνταη του Δημητρίου, τον Παναγιώτη Κοτσίλα του Τριαντάφυλλου και τον Ζωγράφο Κουτσούμπα του Αντωνίου. Ο Γκουντής ήσαν συνέχεια με αλυσίδες στα πόδια, γιατί είχε κάνει απόπειρα απόδρασης. Τους πήγαν στο Κουμάνοβο της Σερβίας και κατασκεύαζαν το σιδηροδρομικό δίκτυο. Έμεναν σε αντίσκηνα και τρέφονταν ελάχιστα και με ακατάλληλες τροφές. Είχαν γεμίσει ψείρα. Ευτυχώς δίπλα υπήρχε ποτάμι και καθαρίζονταν. Στο χωριό τούς έφεραν μόνον για να περάσουν τον χειμώνα. Όταν η Βουλγαρία αναγνώρισε την προσφορά τους, πήραν από 7.000 δραχμές αποζημίωση, σε δύο ισόποσες δόσεις".

[Συνεχίζεται στην αυριανή έκδοση με το Μέρος Στ’]

Live ενημέρωση

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr