Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Ένα παρδαλό καραβάνι από κουρασμένους και κατασκονισμένους Βουλγάρους φαντάρους αντικαθιστούσε τους Γερμανούς στη Ροδόπη
Φέτος συμπληρώνονται 81 χρόνια από την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα με την κωδική ονομασία «Μαρίτα». Ας δούμε όμως πως εξελίχθησαν τα γεγονότα εκείνη την εποχή.
Στις 1 Μαρτίου 1941, η Βουλγαρία προσχώρησε στον Άξονα, μετά από υπόσχεση του Χίτλερ ότι θα της παραχωρηθεί η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη. Έτσι στις 2 Μαρτίου η 12η Στρατιά των Γερμανών εισήλθε στη Βουλγαρία. Στις 9 Μαρτίου οι πρώτοι Γερμανοί φτάνουν στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Η Ελλάς τότε είχε να αντιμετωπίσει με τα απομεινάρια του οπλισμού της τον τότε μεγαλύτερο στρατό της Ευρώπης, τον Γερμανικό. Στην περιοχή της Ροδόπης εισέβαλαν στις 6 Απριλίου 1941 από το Οχυρό της Νυμφαίας. Ένα από τα Οχυρά της αποκαλούμενης «Γραμμής Μεταξά» που αποτελείτο από 21 αυτόνομα περίκλειστα Οχυρά, που ξεκινούσαν από το όρος Κερκίνη μέχρι τη Νυμφαία, αυτά κάλυπταν κυρίως εισόδους και διαβάσεις από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα.
Ο Γενικός Διοικητής Θράκης Ευάγγελος Καλαντζής με έδρα την Κομοτηνή την εποχή εκείνη και μεταπολεμικά υπουργός Δημοσίας Τάξεως στην κυβέρνηση Καραμανλή έγραφε τότε: «Συμφωνήσαμε με τον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή να φύγουν όλες οι δημόσιες υπηρεσίες από τη Δυτική Θράκη και να μείνει μόνο η Χωροφυλακή». Την Κυριακή 6 Απριλίου 1941 ενώ υπήρξε πρόταση από τον Ε. Καλαντζή στον Μητροπολίτη Μαρωνείας και Κομοτηνής Βασίλειο να του διαθέσει ποσό 5.000.000 δραχμές για την αρωγή του πληθυσμού που θα έμενε εκεί, άγνωστο όμως για ποιους λόγους τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, ίσως να είχε προβλέψει ότι θα έφευγε σχεδόν όλος ο πληθυσμός. Την επομένη μέρα ο Ε. Καλαντζής, ο δήμαρχος Κομοτηνής Καραμανώλης συνταγματάρχης εν αποστρατεία και ο Μητροπολίτης Κομοτηνής Βασίλειος μπήκαν στο ίδιο πλοίο από την προβλήτα της Αλεξανδρούπολης με προορισμό τη Θεσσαλονίκη γνωρίζοντας ότι αν έμεναν, οι Βούλγαροι θα τους συνελάμβαναν.
Στις 18 Απριλίου 1941 ο Γερμανός πρεσβευτής στη Σόφια ενημερώνει την βουλγαρική κυβέρνηση ότι δόθηκε η συγκατάθεση των Γερμανών για την εισβολή στη Θράκη των Βουλγάρων εκτός από μια λωρίδα στον Έβρο. Έτσι επιτράπηκε στον βουλγαρικό στρατό από τους Γερμανούς να εισβάλουν και να καταλάβουν την περιοχή από τον Στρυμόνα μέχρι τη γραμμή Σβίλεγκραντ Αλεξανδρούπολης. Με την 5-19/4/1941 διαταγή η 2η βουλγαρική στρατιά διατάσσεται να κινηθεί προς τα ελληνικά σύνορα και στις 20 Απριλίου οι Βούλγαροι εισβάλουν στην Ελλάδα.
Στις 19 Απριλίου είχαμε Πάσχα. Την τρίτη μέρα μετά το Πάσχα, 21 Απριλίου, εμφανίσθηκαν οι πρώτοι Βούλγαροι στρατιώτες στην Κομοτηνή. Οι κάτοικοι αντίκρισαν κατάπληκτοι ένα παρδαλό καραβάνι από κουρασμένους κατασκονισμένους, βαριεστημένους φαντάρους και μάθαιναν πως ο απίθανος αυτός στρατός που έμοιαζε με τσίρκο λαϊκού πανηγυριού θα αντικαθιστούσε τους Γερμανούς. Αραμπάδες σκεπασμένοι με ψάθες, παλιοκουβέρτες ή μουσαμάδες γεμάτοι μπαλώματα, τέντες μπαλωμένες για να προστατεύονται από τον ήλιο και τη βροχή. Άλογα ψωριασμένα, σκελετωμένα, μουλάρια, βόδια, βουβάλια, γαϊδούρια. Στρατιώτες με χειμωνιάτικες ή καλοκαιρινές στολές φορώντας μπότες ή τσαρούχια. Τουφέκια του 1912, αξύριστοι κακομοιριασμένοι έσερναν τα πόδια τους.
Σε αντίθεση με τους στρατιώτες οι αξιωματικοί ήταν άψογα ντυμένοι. Μέχρι την 27η Απριλίου, ολοκληρώθηκε η κατάληψη της περιοχής και στις 5 Μαΐου 1941 η γερμανική διοίκηση παρέδωσε πλήρως την εξουσία στους Βουλγάρους.
Ο ελληνικός πληθυσμός υποχρεώθηκε να παραδώσει κρυμμένο οπλισμό, σφραγίσθηκαν τα ραδιόφωνα και απαγορεύτηκε η απόκρυψη τροφίμων. Στις 6 Απριλίου βέβαια οι Βούλγαροι κομμουνιστές επέκριναν την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα όπως και αργότερα την εισβολή των Βουλγάρων.
Η Δημητρώφ στη Μόσχα, δεν ενέκρινε τα σχέδια της βουλγαρικής κυβέρνησης για τον εκβουλγαρισμό των εδαφών και την εξόντωση των Ελλήνων. Μάλιστα απαγόρευσε την κάθοδο στα ελληνικά εδάφη Βουλγάρων κομμουνιστών. Στις 24 και 25 Απριλίου υπογράφτηκε μυστικό σύμφωνο μεταξύ Γερμανών και Βουλγάρων. Έτσι δημιουργήθηκε μια ζώνη στον Έβρο υπό γερμανικό έλεγχο, με πρωτεύουσα το Διδυμότειχο, δυτικό όριο της γραμμής Σβίλεγκραντ - Κιουπρουλού, Άνθεια - Θρακικό Πέλαγος, αφήνοντας την Αλεξανδρούπολη υπό βουλγαρική κατοχή. Η έκταση αυτή ήταν τα 2/3 του νομού Έβρου. Τα δυτικά όρια της βουλγαροκρατούμενης περιοχής ήταν: Τούμπα, ανατολική πλευρά λίμνης Δοϊράνης και ο Στρυμόνας μέχρι τις εκβολές του. Αυτή η περιοχή ονομάστηκε «Μπελομόρσκα Μπουλγκάρια», δηλαδή Βουλγαρία της Άσπρης Θάλασσας (Αιγαίο) με πρωτεύουσα την Ξάνθη που περιελάμβανε και τα 4/5 του νομού Σερρών.
Εν προκειμένω όμως, ανέκυψαν μερικά τραγελαφικά ζητήματα: 1) Η Βουλγαρία κατέλαβε εδάφη κράτους με το οποίο δεν ήρθε σε πόλεμο, αλλά της παραχωρήθηκε προσωρινά από τους νικητές Γερμανούς. 2) Η Ιταλία και η Γερμανία δεν αναγνώρισαν επισήμως την βουλγαρική κατοχή. 3) Η ελληνική κυβέρνηση μόνο στις 2 Ιουλίου 1941 κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Βουλγαρίας με αναδρομική ισχύ από 12-4-1941. Στις 25-7-1941 ορίστηκε η Ξάνθη ως έδρα ολόκληρης της περιφέρειας από τον Στρυμόνα μέχρι την Αλεξανδρούπολη. Εκτός από την περιοχή του Νευροκοπίου που με τα γύρω 30 χωριά προσαρτήθηκε στην βουλγαρική επαρχία του Ζλάτογκραντ.
Ο πληθυσμός της περιοχής μας μόλις έμαθε ότι έρχονται οι Βούλγαροι ένα μέρος του ελληνοχριστιανικού πληθυσμού εγκατέλειψε την περιοχή προ της εισόδου των βουλγαρικών στρατευμάτων. Ο υπόλοιπος χριστιανικός πληθυσμός με μεγάλη λύπη και εχθρικά προς αυτούς αναγκάστηκαν πάρα πολλοί να φύγουν είτε με την θέλησή τους είτε όχι.
Η μουσουλμανική μειονότητα με επιφύλαξη. Δεν ήθελε να αλλάξει την ελληνική υπηκοότητα με την βουλγαρική. Τα κοινοτικά συμβούλια αμέσως αντικαταστάθηκαν με Βουλγάρους. Το σχέδιο των Βουλγάρων προέβλεπε την εκτόπιση του ελληνικού πληθυσμού από τις Σέρρες μέχρι την Αλεξανδρούπολη (εάν δεν ήταν αναγκαία η ολική εκτόπιση, έπρεπε να εκτοπισθεί ο μισός πληθυσμός ο οποίος εγκαταστάθηκε στην περιοχή μετά το 1922).
Επανεγκατάσταση Βουλγάρων που είχαν ανταλλαγεί με την συμφωνία του Νεϋγύ. Επίσημα ομιλουμένη και γραφόμενη γλώσσα παντού ήταν η βουλγαρική. Για κάθε μετακίνηση πολίτη στην περιοχή απαιτείται άδεια. Απαγορεύονται συγκεντρώσεις και προκηρύξεις. Τα καπνά στις κατεχόμενες περιοχές ανήκουν στο κράτος. Απαγορεύεται η κυκλοφορία από ώρα 22.00 έως 08.00. Επιγραφές οδών και καταστημάτων είναι στη βουλγαρική γλώσσα. Κατάσχεση ραδιοφώνων, εν γένει απαγόρευση ακρόασης ξένων σταθμών. Η ισοτιμία των νομισμάτων ορίσθηκε σε 100 δραχμές τα 2 μάρκα ή τα 65 λέβα.
Τα δελτία διανομής των τροφίμων είχαν διαφορετικό χρώμα για τους Βουλγάρους και τους Έλληνες πράγμα που σημαίνει διαφορετική ποσότητα και ποιότητα. Από τους πρώτους έποικους που ήλθαν ήταν μέλη και στελέχη Κομιτατζήδων. Στη συνέχεια μερικοί από εκείνους που είχαν μεταναστεύσει οικειοθελώς στη Βουλγαρία με την ανταλλαγή πληθυσμών το 1924. Οι έποικοι που ήλθαν από τη Βουλγαρία εγκαταστάθηκαν στην Κομοτηνή και στα χριστιανικά χωριά. Υποβλήθηκαν 18.925 αιτήσεις από παλιούς πρόσφυγες ή από τους απογόνους τους για να εγκατασταθούν εδώ με τα κίνητρα που τους έδωσε η βουλγαρική κυβέρνηση.
Τα ελληνικά σχολεία δεν ξανάνοιξαν από τις 28-10-1940 που είχαν κλείσει από την κήρυξη του πολέμου με την Ιταλία και δεν λειτούργησαν καθ' όλη τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής. Ότι έντυπο ήταν γραμμένο στην ελληνική καταστράφηκε και όλοι οι οδοί άλλαξαν όνομα.
Ιδρύθηκε μια νέα Μητρόπολη, με τίτλο «Μαρωνείας» και έδρα την Ξάνθη στην οποία υπήχθησαν οι ελληνικές μητροπόλεις Νεαπόλεως και Φιλίππων (Καβάλας), Ξάνθης και Περιθεωρίου, Μαρωνείας (Κομοτηνής και Αλεξανδρουπόλεως). Μητροπολίτης της νέας αυτής Μητροπόλεως Μαρωνείας τοποθετήθηκε ο από Φιλιππουπόλεως Κύριλλος, που αργότερα έγινε Πατριάρχης Βουλγαρίας (η μητέρα του ήταν ελληνικής καταγωγής).
Ένα από τα καίρια μέτρα που χρησιμοποίησε η βουλγαρική κατοχική διοίκηση για τον εκβουλγαρισμό της περιοχής ήταν το βίαιο διώξιμο του ελληνοχριστιανικού πληθυσμού. Κάτι τέτοιο δε συνέβη προς τα μέλη της μουσουλμανικής, της αρμενικής και της εβραϊκής μειονότητας. Για την εβραϊκή μειονότητα αργότερα με εντολή των Γερμανών είχαμε τα γνωστά αποτελέσματα με το ξεκλήρισμά τους από την Κομοτηνή.
Καθ' όλη τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής 1941-1944 όλοι οι υπό κατοχή Έλληνες έχουν να θυμηθούν μόνο το γνωστό άγριο βουλγάρικο ξύλο, διωγμούς, πείνα, φόνους, εκτοπισμούς, κατασχέσεις περιουσιών, υποχρεωτικά Βούλγαρος συνέταιρος στην επιχείρησή τους και πόνο, πόνο, πόνο και τίποτα άλλο. Για τις βουλγάρικες θηριωδίες περιόδου κατοχής 1941-1944 στη Ροδόπη έχουμε αναφερθεί σε δύο γραπτά μας το παρελθόν στον «Χρόνο».
Η ημερομηνία λήξης αυτής της Β' βουλγαρικής κατοχής ήταν η 11 Σεπτεμβρίου 1944. Μετά από απόφαση και εντολή των Μεγάλων Δυνάμεων στις 11-10-1944, η νέα κομμουνιστική κυβέρνηση της Βουλγαρίας του Κίμωνα Γιωργίεφ διατάσσει τις μεραρχίες του βουλγαρικού στρατού που βρίσκονταν στην Ελλάδα να αποσυρθούν, έτσι στις 25-10-1944 αποσύρθηκαν τα βουλγαρικά στρατεύματα.
Οι ελληνικές αρχές διοικητικές και στρατιωτικές (του ΕΑΜ) είχαν ήδη εγκατασταθεί και δραστηριοποιούνταν από τις 12 Σεπτεμβρίου 1944. Από την ημέρα αυτή εγκατέλειψαν την Ελλάδα και οι βουλγαρικές πολιτικές και διοικητικές υπηρεσίες.
Πηγές
Θωμάς Εξάρχου - Όμηροι Βουλγαρίας - 1941 - 1944
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News