Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Γράφει ο Θεοφάνης Κωφίδης, πολιτευτής Νέας Δημοκρατίας
Αν θέλουμε απαντήσεις σε όλα αυτά οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι για βαθύ προβληματισμό και ψύχραιμα συμπεράσματα, αφενός για να γνωρίζουμε καλύτερα την ιστορία, αφετέρου για να βελτιώνουμε κάθε μέρα την αυτογνωσία μας και την ετοιμότητα μας για την πορεία από το χθες στο αύριο…
Έχουμε άραγε το δικαίωμα να μιλούμε μόνο για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στις 23 Ιουλίου 1974, χωρίς ισότιμα να ζυγίζουμε το βάρος από τις στάχτες που άφησε ακριβώς εκείνες τις ημέρες η Τουρκική Εισβολή, με το συνεχιζόμενο μάλιστα αποτύπωμα της πάνω στο νησί;
Τα γεγονότα τον Ιούλιο του ΄74 δεν είναι απλώς πυκνά και καθοριστικά για την μετέπειτα ιστορία του έθνους (Ελλάδα, Κύπρος, ευρύτερος προσανατολισμός του λαού της χώρας), αλλά έχουν χαραχθεί στη συλλογική μνήμη με έναν πολύ βαρυσήμαντο τρόπο και με συμβολισμούς, που -επιτρέψτε μου- δεν έχουν αποτιμηθεί στην πραγματική τους διάσταση στο πραγματικό τους βάθος.
Όλοι έχουμε ακούσει για κάποιο αόρατο φάκελο της Κύπρου, ή για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στις 23 Ιουλίου, ακόμα και για ευθύνες προσώπων εκείνη την περίοδο… αλλά και για την επίδραση της εξέγερσης του Πολυτεχνείου Νοέμβρη 1973, για τις μετέπειτα εξελίξεις έως και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου.
Αν θέλουμε απαντήσεις σε όλα αυτά οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι για βαθύ προβληματισμό και ψύχραιμα συμπεράσματα, αφενός για να γνωρίζουμε καλύτερα την ιστορία, αφετέρου για να βελτιώνουμε κάθε μέρα την αυτογνωσία μας και την ετοιμότητα μας για την πορεία από το χθες στο αύριο.
Μία λοιπόν ερώτηση που δίνει τροφή για προβληματισμό είναι εάν ήταν ο δικτάτορας Ιωαννίδης (αόρατος δικτάτορας) τόσο πολύ αφελής έως και βλάξ που πίστευε ότι κάνοντας πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου δεν θα προκαλούνταν η τουρκική εισβολή ή εάν τελικά ήξερε ότι θα γίνει η τουρκική εισβολή στο πλαίσιο ενός βαθύτερου σχεδίου μέσα από το οποίο τόσο αυτός όσο και η ίδια η Ελλάς θα έβγαιναν κερδισμένοι! (Είναι ποτέ δυνατόν;)
Βάσιμη απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν μπορούμε να πάρουμε μόνο από την παρακολούθηση των γεγονότων εκείνης της περιόδου, αλλά από την ευρύτερη αλληλουχία γεγονότων και ιστορικών δεδομένων που συνδέονται με το Κυπριακό και τα σχετιζόμενα πρόσωπα, ήδη από τη δεκαετία του 50, όταν μαζί με την πρώτη εκδήλωση του ελληνικού Έθνους για ένωση της Κύπρου με τη μητέρα Ελλάδα, εκδηλώθηκε μέσω του σχεδίου του Τούρκου διπλωμάτη Νιχάτ Ερίμ και του σχετικού του βιβλίου, ο προσανατολισμός της τότε Τουρκίας για πλήρη ή μερική επανάκτηση επιρροής πάνω στη Μεγαλόνησο.
Από τότε η ιστορία είναι γνωστή με την αλλαγή στάσης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου υπό τη σκληρή «νουθεσία» των Άγγλων κυρίαρχων τότε στο Νησί, την τελική ανεξαρτησία το 1960, τη δυσαρμονία στη λειτουργία του νεοσύστατου Κυπριακού Κράτους μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων , τα αιματηρά γεγονότα , τις προτάσεις των σχεδίων ΑΤΣΕΣΟΝ 1 & 2, τους τουρκικούς βομβαρδισμούς στο νησί, την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας, καθώς και τη συνεχώς αυξανόμενη συμμετοχή/επιρροή του αμερικανικού παράγοντα, προκειμένου να μην υπάρξει ρωγμή ή διάλυση της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ (με σύγκρουση Ελλάδας & Τουρκίας εν μέσω ψυχρού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ & Σοβιετικής Ένωσης).
Δίπλα σε όλη αυτή την ιστορική ακολουθία των γεγονότων υπάρχει μία πολύ λιγότερο γνωστή παράμετρος που έχει να κάνει με την αγωνία των Άγγλων να μην χάσουν και το τελευταίο μετερίζι της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας τους και ιδίως στην Ανατολική Μεσόγειο-Μέση Ανατολή, όπου μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και την απώλεια Αγγλικής επιρροής στη διώρυγα του Σουέζ οι Άγγλοι απογυμνώθηκαν εντελώς και είχαν την απόλυτη ανάγκη να κρατήσουν έστω την Κύπρο απέναντι στην επελαύνουσα τότε αμερικανική και νατοϊκή ισχύ.
Και για να το πούμε ακόμα πιο ανοικτά η διαίρεση της Κύπρου με την Τουρκική εισβολή δεν είναι μόνο αποτέλεσμα του Τουρκικού επεκτατισμού , αλλά και της τεράστιας υπαρξιακής αγωνίας του αγγλικού παράγοντα να μην «εξαφανιστούν» από τη γεωστρατηγική σκακιέρα της περιοχής.
Για αυτό και παρακάλεσαν τις ΗΠΑ να τους αφήσουν να έχουν κυρίαρχη επιρροή στο νησί, κάτι που σήμαινε την υποδαύλιση και δημιουργία εχθρικού κλίμακος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας ( οι οποίες είχαν αδερφικά μπει στο ΝΑΤΟ το 1952) , αλλά και την πάση θυσία αποτροπή της εισόδου της Κύπρου στο ΝΑΤΟ.
Εεε λοιπόν, η αφέλεια έως και βλακεία του δικτάτορα Ιωαννίδη δεν ήταν προφανώς στο ότι πίστεψε τις διαβεβαιώσεις των Αμερικανών. Δηλαδή ότι δεν θα γινόταν η εισβολή στη Νήσο μετά το πραξικόπημα που οργάνωσε ο Ιωαννίδης εναντίον του Μακαρίου.
Πολύ περισσότερο η αφέλεια έγκειται στο γεγονός ότι πίστεψε πως, μετά την αναμενόμενη εισβολή στην Κύπρο, η Τουρκία θα έμενε στα δήθεν υπεσχημένα, σύμφωνα με τα οποία ως εγγυήτρια δύναμη θα δεχόταν να κρατήσει μόνο ένα ή δύο σημεία του Κυπριακού εδάφους ως μεγάλες στρατιωτικές βάσεις (όπως ακριβώς το έκαναν οι Άγγλοι με τις βάσεις τους, Δεκέλεια και Ακρωτήρι) και ότι αμέσως μετά θα ξεκινούσε στον ΟΗΕ μία επείγουσα συζήτηση: οι υπόλοιπες εγγυήτριες δυνάμεις Αγγλία και Ελλάδα υπό την παρότρυνση των ΗΠΑ, και υπό την προϋπόθεση ότι θα δίνονταν ενισχυμένα δικαιώματα στους Τουρκοκύπριους θα πετύχαιναν υπό την αιγίδα του ΟΗΕ την επίλυση του Κυπριακού.
Με απώτερο στόχο να γίνει πραγματικότητα και το «Εθνικό Όνειρο»: η ένωση δηλαδή της Κύπρου με την Ελλάδα.
Μάλιστα, ως κομμάτι της Ελληνικής Επικράτειας η Κύπρος θα ανήκε στο ΝΑΤΟ, κάτι που ουσιαστικά θα εξουδετέρωνε την επικινδυνότητα των στρατιωτικών βάσεων που θα έπαιρνε η Τουρκία, αφού κουμάντο θα έκαναν οι Αμερικανοί.
Επιπλέον δε, ο ίδιος ο δικτάτορας Ιωαννίδης θα γινόταν δήθεν ο μέγας Εθνάρχης της Ένωσης, ( αν είναι δυνατόν), και την ίδια στιγμή θα κατάφερνε να φέρει την Μεταπολίτευση με όρους ελεγχόμενης «Δημοκρατίας».
Να λοιπόν ποιος ήταν ο λόγος που ανέτρεψε το δικτάτορα Παπαδόπουλο με αφορμή την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Για να ελέγξει τα πράγματα και να μην επιτρέψει να γίνει «Μεταπολίτευση» πριν «επιλυθεί», έστω και με αιματηρό τρόπο το Κυπριακό ζήτημα. Άλλωστε είχε δηλώσει τις προθέσεις του δημοσίως ήδη από τον Απρίλη του 1974.
Είναι όλο αυτό το σχέδιο προδοτικό για τα συμφέροντα του Έθνους & της Ελλάδας, όπως έχει κυριαρχήσει στην ιστορική μνήμη να περιγράφεται η δράση του Ιωαννίδη;
Τόσο το αποτέλεσμα, όσο και τα εργαλεία που χρησιμοποίησε για να υλοποιήσει τους όποιους στόχους του, δεν απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν ως ηλίθια, καταστροφική στρατηγική, που έβλαψε με θηριώδη και ίσως αμετάκλητο τρόπο τα στρατηγικά, ζωτικά και υπαρξιακά συμφέροντα Κύπρου και Ελλάδας! Και μόνο η υποψία ότι όλα αυτά θα μπορούσαν να συμβούν με τις ενέργειες που έκανε, καθιστούν την όλη συμπεριφορά του ανώμαλη και προδοτική.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο των προβληματισμών και της ανάδειξης κάποιων βαθύτερων στοιχείων θα μπορούσαμε άραγε να προβληματιστούμε πάνω και σε ένα άλλο μείζον ερώτημα που τέθηκε στην αρχή του κειμένου αυτού?
Έχουμε άραγε το δικαίωμα να μιλούμε μόνο για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στις 23 Ιουλίου 1974, χωρίς ισότιμα να ζυγίζουμε το βάρος από τις στάχτες που άφησε ακριβώς εκείνες τις ημέρες η Τουρκική Εισβολή, με το συνεχιζόμενο μάλιστα αποτύπωμα της πάνω στο νησί;
Ναι λοιπόν στη χαρά, Ναι όμως και στη βαθιά περισυλλογή για το τι πραγματικά σημαίνει εκείνη η περίοδος για την Ελλάδα και το Έθνος.
ΖΗΤΩ η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, αλλά ΖΗΤΩ και η Αυτογνωσία στη βάση της ιστορικής Αλήθειας!
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News