Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Από τα τελευταία σλαβόφωνα χωριά που προσχώρησαν στην βουλγαρική Εξαρχία
Τα Παγούρια βρίσκονται στην νοτιοδυτική Ροδόπη σε απόσταση 14 χιλιομέτρων από την Κομοτηνή, και σε υψόμετρο 20 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Είναι μικτό χωριό που αποτελείται από χριστιανούς, μουσουλμάνους, Κιπτή, Ρομά και Πομάκους. Στο χωριό μετά το 1922 εγκαταστάθηκαν Πόντιοι από το Κυβερνείο του Γαρς, Ανατολικοθρακιώτες, Σαρακατσάνοι, Παλιννοστούντες από την πρώην Σοβιετική Ένωση και Ίμβριοι.
Πρωτοεγκαταστάθηκαν Πόντιοι με καταγωγή από το Κυβερνείο του Γαρς, την Χαραπά Τσάλκας Γεωργίας, την Αργυρούπολη, την Ζέλετσε, και το Γιαλαγούζ Τσαμ Γαρς. Η Χαραπά δημιουργήθηκε από πρόσφυγες της Αργυρούπολης. Οι καταγόμενοι από την Ζέλιτσε εκτός από τα Παγούρια στην Ροδόπη εγκαταστάθηκαν στον Αετόλοφο, στο Θρυλόριο και στους Υφαντές. Η Ζέλιτσε εποικίσθηκε από Έλληνες της Κρώμνης και του Σταυρίν της Αργυρούπολης γύρω στο 1878 - 1880. Η περιοχή τους ήταν πλούσια σε μεταλλεύματα με κυριότερο τον άργυρο.
Στην εγκατάσταση στα Παγούρια ακολούθησαν οι Ανατολικοθρακιώτες που κατάγονται από το Μαχμούτ-Κιοϊ (Μαχητή) Κεσσάνης περί τις 20 οικογένειες, από την Γέννα Αδριανουπόλης 2 οικογένειες από το Λουλέ Μπουργκάζ 1 οικογένεια, από το Αλμαλή 2-3 οικογένειες και από το Αλτίν-Τας (Χρυσόλιθο) 2 οικογένειες.
Το Μαχμούτ-Κιοϊ (Μαχητή) Κεσσάνης, είχε 700 κατοίκους. Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 οι Τούρκοι κατέστρεψαν ολοσχερώς το χωριό αυτό και έσφαξαν περί τους 500 κατοίκους, λίγοι γλύτωσαν την σφαγή, ορισμένοι από τους σφαγιασθέντες είναι ο Γεώργιος Χρήστου, ο Νικόλαος Ιωάννου, ο Αθανάσιος Θεοδώρου, ο Νικόλαος Χριστοδούλου και ο Ιωάννης Παναγιώτου. Επίσης πυρπόλησαν και τον ιερό ναό της Αγίας Τριάδας του χωριού.
Οι Σαρακατσάνοι που εγκαταστάθηκαν στα Παγούρια ήλθαν στην πλειοψηφία τους από τις Σαράντα Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης (Πολίτες), ενώ μερικές οικογένειες ήταν από χρόνια εγκατεστημένες στον νομό Ροδόπης.
Η πρώτη εγκατάσταση Σαρακατσάνων στο χωριό έγινε το 1923 από τις οικογένειες Μπανιώτη, ακολούθησαν το 1938 οι οικογένειες Κουτσογιάννη και στη συνέχεια μέχρι το 1955 οι υπόλοιποι.
Τα σόγια των Σαρακατσάνων που εγκαταστάθηκαν στα Παγούρια είναι επτά και είναι τα εξής: Κουτσογιάννης, Μπάτζιος, Παπακώστας, Μπανιώτης, Μπίκος, Κουτάβας και Μπλέτσας. Ονομαστό Τσελιγκάτο είχαν μέχρι το 1920 οι Κουτσογιαννέοι με αρχιτσέλιγκα τον Απόστολο Κουτσογιάννη στην Βουλγαρία και στην συνέχεια από το 1925 μέχρι το 1935 στα Τσιφλίκια των Παγουρίων. Από το Τσελιγκάτο αυτό κατάγεται και ο Ιωάννης Κουτσογιάννης που παντρεύτηκε την Αγοραστή κόρη του αρχιτσέλιγκα Βασίλη Τσιλιγγίρη και της τσελιγκοπούλας Μαρίας Σκεύα. Αυτός γεννήθηκε το 1879 στο Καζανλίκ Βουλγαρίας και πέθανε το 1917, κηδεύτηκε στα ορεινά της Μικρομηλιάς Δράμας. Τσελιγκάτο είχε και ο Βαγγέλης Κουτάβας την δεκαετία του 1900 και ζούσαν το καλοκαίρι στην Αν. Ρωμυλία και το χειμώνα στην Αν. Θράκη. Από αυτόν τον τσέλιγκα οι απόγονοι του σήμερα ζουν στα Παγούρια.
Όπως είναι γνωστό στην Ροδόπη μέχρι λίγο μετά το 1922 σε ορισμένα χωριά ζούσαν και σλαβόφωνοι. Σε αυτά τα χωριά η βουλγαρική κυβέρνηση με τους ανθρώπους της εκβίαζε αυτούς τους κατοίκους με απειλές μέχρι και για την ζωή τους να φύγουν από την σκέπη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και να υποκύψουν στην Βουλγαρική Εξαρχία. Ορισμένα χωριά υπέκυψαν, άλλα όμως αντιδρούσαν και κρατούσαν άμυνα όπως η Κρωβύλη, η Αμβροσία, το Φατήρ-Γιακά και τα Παγούρια. Οι Μητροπολίτες Μαρωνείας και Κομοτηνής όλα τα χρόνια έκαναν αγώνα για να τους κρατήσουν υπό την σκέπη τους όπως και το Ελληνικό Προξενείο της Αδριανούπολης μια και εδώ είχαμε την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Στις 3-1-1906 η ελληνική κυβέρνηση έστειλε στην Ροδόπη τον Επιθεωρητή των σχολείων της Μακεδονίας Δ.Μ. Σάρρο, ο οποίος και ενημέρωσε την κυβέρνηση ότι το Μπαγιατλί (Παγούρια) είναι σλαβόφωνο χωριό μεν αλλά ελληνοφρονούντα με 32 οικογένειες και έχει εκκλησία που κτίστηκε το 1893. Στο ανωτέρω χωριό πρότεινε να διορισθεί άμεσα Έλληνας διδάσκαλος.
Τον Ιούλιο του 1906 το Ελληνικό Προξενείο της Αδριανούπολης αναφέρει στο Υπουργείο Εξωτερικών ότι στον προϋπολογισμό του σχολείου για το 1906-1907 θα δοθούν για την λειτουργία του 5 χρυσές οθωμανικές λίρες, όπως και 10 χρυσές λίρες από την αδελφότητα "Αγαπάτε Αλλήλους" της Κωνσταντινούπολης συμπληρωματικά δε ακόμα 1,66 χρυσές λίρες.
Όπως βλέπουμε αν και υπήρχε το ενδιαφέρον και της τοπικής Μητρόπολης και της ελληνικής κυβέρνησης για τους ελληνοφρονούντες σλαβόφωνους, λόγω όμως που ήταν υπό οθωμανική κατοχή που είχε αναγνωρίσει την βουλγαρική Εξαρχία και λόγω των αφόρητων εκβιαστικών πιέσεων ακόμα και με την ζωή τους περί το 1908 αναγκάστηκαν και πήγαν υπό την σκέπη της βουλγαρικής Εξαρχίας με αυτοκρατορικό φιρμάνι του Σουλτάνου με όλα τα επακόλουθα του βουλγάρικου εθνικισμού.
Στις 5 Οκτωβρίου του 1919 ο ελληνικός στρατός έφτασε από την Ξάνθη και απελευθέρωσε ένα μέρος της Ροδόπης μαζί και το Μπαγιατλί (Παγούρια) και λίγο ανατολικότερα αυτού. Για την εγκατάσταση των Ελλήνων προσφύγων από το Μαχμούτ-Κιοϊ (Μαχητή) Αν. Θράκης μας ενημερώνει ο 82χρονος σήμερα Κωνσταντίνος Καρακασίδης ότι, όταν πέρασαν τον Έβρο και έφτασαν στην Ροδόπη πρωτοεγκαταστάθηκαν για δύο χρόνια στο Ομηρικό και στους Σιδεράδες όπου φιλοξενήθηκαν σε σπίτια μουσουλμάνων. Ορισμένες οικογένειες τότε εγκαταστάθηκαν σε διάφορα χωριά όπως στην Μέστη, στην Κρωβύλη, στον Ίμερο και στα Παγούρια. Στα Παγούρια εγκαταστάθηκαν όλοι στα σπίτια των σλαβόφωνων που τα είχαν εγκαταλείψει, όπως και οι Πόντιοι που πρωτοεγκαταστάθηκαν στο χωριό.
Στην αρχή τους παραχώρησαν δίπλα στο χωριό και από δύο στρέμματα μπαξέδες τους λεγόμενους "αυλαγή". Το 1936 έγινε η κανονική διανομή των χωραφιών, οπότε με βόδια ξεχέρσωσαν όλοι τα χωράφια τους που όλα γύρω από το χωριό ήταν σαν ζούγκλα. Στην περιοχή δε μετά τα σιλό προς την Μέση στο Χοιρόρρεμα ήταν τόσα πολλά τα αγριογούρουνα σαν τα ποντίκια, όπως και η περιοχή προς το Νέο Σιδηροχώρι μέχρι την Μολυβωτή.
Δίπλα στην υπάρχουσα εκκλησία υπήρχε με πλιθιά το Δημοτικό Σχολείο. Το 1936 το γκρέμισαν και έκτισαν ένα καινούριο, το οποίο πριν λίγα χρόνια έκλεισε. Το 1941 - 1944, όταν εγκαταστάθηκαν οι έποικοι Βούλγαροι, ανάγκασαν τους Έλληνες να διαμένουν ανά 2-3 οικογένειες σε ένα σπίτι. Η πείνα, το άδικο και το ξύλο ήταν επί καθημερινής βάσεως, μάλιστα όταν υποψιάστηκαν ότι ένας Έλληνας του χωριού έχει πιστόλι στο σπίτι του τον οδήγησαν στην αστυνομία της Μεσσούνης όπου από το πολύ ξύλο σε 4-5 μέρες απεβίωσε. Ντουρντουβάκια πήρανε 4-5 άτομα όπως τον Αθανάσιο Πανταζή και άλλους.
Στην σημερινή πλατεία του χωριού είχε το καφενείο του ο Φώτιος Καρακασίδης που οι έποικοι το γκρέμισαν και διαμόρφωσαν την πλατεία. Μετά την απελευθέρωση από τους Βουλγάρους την ελληνική σημαία την έφερε από την Κομοτηνή και την έστησε στο Δημοτικό Σχολείο ο Ζαχαρίας Πολίτης.
Κεντρική εκκλησία του χωριού είναι ο ιερός ναός του Αγίου Βασιλείου κτισμένη από τους σλαβόφωνους το 1859. Εφημέριος είναι ο π. Γεώργιος Χατζηφιλιππίδης. Δυτικά του χωριού δίπλα στον δρόμο υπήρχε το εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία κτισμένο και αυτό από τους σλαβόφωνους. Το 1924 ο τσιφλικάς του χωριού Χουσεΐν εφέντη, επειδή πίστευε πολύ στον Προφήτη Ηλία χάρισε στο εξωκκλήσι εκεί δίπλα δύο στρέμματα γης, οπότε το 1958 έκτισαν πάνω στο ύψωμα ένα νέο.
Στον Εμφύλιο έφυγαν στα βουνά 7 άτομα αντάρτες, από αυτούς 3 σκοτώθηκαν και οι άλλοι 4 εγκαταστάθηκαν σε χώρες του ανατολικού μπλοκ, από αυτούς επέστρεψαν αργότερα οι δύο πίσω. Επίσης κατά τον Εμφύλιο οι αντάρτες σκότωσαν δύο αγροφύλακες που ήταν φύλακες του χωριού και είχαν καταγωγή από την Αίγειρο και την Μεσσούνη.
Από τα Παγούρια κατάγεται και ο Απόστολος Αποστολίδης που διετέλεσε πρόεδρος της Κοινότητας του χωριού και επί Ε.Α.Μ. για 6 μήνες Νομάρχης Ροδόπης. Αυτός όταν τον Σεπτέμβριο του 1944 έφευγαν οι Βούλγαροι έποικοι με όλα τα καλά της γης της Ροδόπης φορτωμένα στα κάρα μαζί και πολλά ζώα, έχοντας μαζί του έναν ακόμα ένοπλο άνδρα τους περίμεναν στην περιοχή των Στρατώνων στον δρόμο προς Νυμφαία - Βουλγαρία, εκεί τους ανάγκαζαν να τα εγκαταλείψουν όλα αυτά τα αρπαγμένα και να φύγουν όπως ήλθαν. Τα προϊόντα αυτά και τα ζώα αργότερα τα μοίρασε στους κατοίκους της Ροδόπης που τα είχαν ανάγκη. Ο Δήμος Κομοτηνής ονοματοθέτησε μια ανώνυμη οδό προς τιμή του.
Οι Κιπτοί και οι Ρομά του χωριού μέχρι πριν 50 χρόνια περίπου κάθε Οκτώβρη πραγματοποιούσαν ένα πανηγύρι στην άκρη της λίμνης στον δρόμο προς Μολυβωτή εκεί που υπάρχει ακόμη ένα πηγάδι, μάλιστα μοίραζαν στον κόσμο προσφορά κουρμπάνι με πιλάφι σε μουσουλμάνους και χριστιανούς. Το πανηγύρι το έκαναν εκεί γιατί πίστευαν ότι εκείνο το μέρος ήταν της αδελφής της Αγίας Μαρίνας.
Στο χωριό μετά το 1974 εγκαταστάθηκαν λόγω των καταπιέσεων από τους Τούρκους και 7-8 οικογένειες από την Ίμβρο, από αυτούς αργότερα έφυγαν προς την Αθήνα ορισμένοι και σήμερα ζουν στο χωριό 2-3 οικογένειες Ιμβρίων.
Αργότερα το κράτος δίπλα στο χωριό έκτισε σπίτια και τα μοίρασε με δάνεια σε Πόντιους προερχόμενους από χώρες της τέως Σοβιετικής Ένωσης.
Μια κατοικία δόθηκε και σε πολύτεκνο (13 παιδιά) ομογενή από την Αφρική με ρίζες από τον Άγιο Ευστράτιο Βορείου Αιγαίου παντρεμένο με Αφρικανή.
Τα έθιμα των Παγουριωτών είναι όλα ίδια με τα έθιμα των Ανατολικοθρακιωτών.
Αρχαιότητες: 500 μέτρα νοτιοανατολικά του χωριού βρέθηκαν λαξευμένες στους βράχους τάφοι βυζαντινής εποχής που ανήκουν μάλλον σε εκχριστιανισθέντες γότθους.
Πηγές
Κωνσταντίνος Καρακασίδης
Στέφανος Ζάχος
Θεόφιλος Τσακμάκης
Προξενικά Αρχαία Θράκης - Πέτρος Γεωργατζής
"Ακριτών Γενεά" Ιωάννης Νικολαΐδης
Θρακικός Ηλεκτρονικός Θησαυρός
Οι Σαρακατσάνοι της Θράκης - Διονύσης Μαυρογιάννης
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News