Χρ. Τοψίδης: Με σταθερά βήματα και πνεύμα συνεργασίας η Περιφέρεια ΑΜΘ αλλάζει
Παραθέτει προσωπικά του στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία οι γυναίκες τεκνοποιούν στην Κομοτηνή πάνω από τα 35 έτη είναι το 20%, ενώ πριν από 15 χρόνια αυτό το ποσοστό ήταν 5%
Με την παρατήρησή του ότι οι γεννήσεις κατοίκων του νομού Ροδόπης στα νοσοκομεία όμορων νομών πχ της Αλεξανδρούπολης, αθροίζονται στους αντίστοιχους νομούς και όχι στο νομό καταγωγής, ξεκίνησε η ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον γυναικολόγο - μαιευτήρα Αλέξανδρο Μάινα. Αφορμή ήταν το δημοσίευμα του "Χ" για την υπογεννητικότητα στην χώρα και στη Ροδόπη ειδικότερα, όπου οι θάνατοι υπερτερούν κατά πολύ των γεννήσεων. Στο νομό Ροδόπης το 2017 οι γεννήσεις ανήλθαν σε 791 και οι θάνατοι σε 1.425, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Αξιοποιώντας την πολύχρονη εμπειρία του κου Μάινα ζητήσαμε ένα πρώτο σχόλιο για τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ "τα στοιχεία η ΕΛΣΤΑΤ τα παίρνει από το δημοτολόγιο. Ο νομός μας έχει τις μισές γεννήσεις από ό,τι θανάτους. Είναι μια μεγάλη απόκλιση η οποία προφανώς οφείλεται στο γεγονός ότι οι γεννήσεις γίνονται και σε δήμους όμορων νομών, λόγω των νοσοκομείων που υπάρχουν εκεί, με αποτέλεσμα να γράφονται στους όμορους νομούς τα παιδιά και όχι στη Ροδόπη".
Το "γραφειοκρατικό" της υπόθεσης λίγη σημασία έχει για τον κο Μάινα, που τονίζει πως "σημασία έχει η γενική πτώση των γεννήσεων που υπάρχει στην Ελλάδα. Η υπογεννητικότητα είναι φαινόμενο στην Ελλάδα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Μετά την δεκαετία του 1980 και τη θεαματική αύξηση στις γεννήσεις, οπότε είχαμε φτάσει μέσο όρο 2 και κάτι γεννήσεις ανά γυναίκα, πλέον είμαστε στις 1,2 γεννήσεις". Το παραπάνω δεδομένο, σύμφωνα με τον μαιευτήρα γυναικολόγο "έχει γίνει ακόμη χειρότερο με την είσοδο της κρίσης και θα οδηγήσει τελικά, σε συνδυασμό με την μετανάστευση η οποία υπάρχει, να είμαστε μια χώρα γερόντων".
Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας αφορά στο νομό Ροδόπης γυναίκες της μειονότητας και της πλειονότητας, με τον γυναικολόγο να κάνει λόγο για ένα γενικό πρόβλημα, που γίνεται πιο έντονο με την κρίση. Σύμφωνα με τον ίδιο "πλέον οι γυναίκες αρχίζουν και μεταθέτουν την αναπαραγωγική τους δυνατότητα πέρα των 30 ή 35 ετών, αφενός επειδή υπάρχει μια καριέρα η οποία πρέπει να τελειώσει, αφετέρου υπάρχει το αβέβαιο της εργασίας, της ημιαπασχόλησης. Οπότε μεταφέρουν, αναβάλουν την γέννηση ενός παιδιού και αλλάζει το ημερολόγιο δημογραφικά. Η γέννηση του πρώτου παιδιού γίνεται σε μεγαλύτερη ηλικία, με συνέπεια να μην προλαβαίνουν να κάνουν δεύτερο παιδί ή τρίτο. Παλαιότερα όταν ξεκινούσαν την αναπαραγωγική τους διαδικασία στα 20-22 προλάβαινες να κάνεις και δεύτερο και τρίτο παιδί, τώρα δεν προλαβαίνουν όταν ξεκινούν στα 34 έτη και για λόγους ιατρικούς και για λόγους κοινωνικούς".
Παραθέτει προσωπικά του στοιχεία από την εμπειρία του, σύμφωνα με τα οποία γυναίκες που τεκνοποιούν στην Κομοτηνή πάνω από τα 35 έτη είναι το 20% ενώ πριν από 15 χρόνια αυτό το ποσοστό ήταν 5%. "Έχει ανέβει πάρα πολύ το όριο και περιλαμβάνει τις γυναίκες οι οποίες είναι μεταξύ 25 και 35 χρονών. Αυτή η δεκαετία είναι που έχει πληγεί πάρα πολύ από την κρίση και δεν την έχουν σταματήσει την γέννηση του πρώτου παιδιού αλλά την έχουν αναβάλει. Πρέπει να κατεβάσουν το όριο του πρώτου παιδιού πολύ χαμηλότερα έτσι ώστε να δώσουν την δυνατότητα να υπάρξει ένα δεύτερο ή ίσως και ένα τρίτο παιδί", σημειώνει ο κος Μάινας.
Όσο για το μέλλον αυτό προμηνύεται δυσοίωνο, εκτιμά ο κος Μάινας "δεν είναι καθόλου ελπιδοφόρα τα μηνύματα που παίρνουμε για το μέλλον, γιατί δεν είναι μόνο αν θα βγούμε από την κρίση είναι και πόσο γρήγορα θα είναι η ανάκαμψη από την κρίση ώστε να μπορέσουμε να αναπληρώσουμε ό,τι έχει συμβεί τις προηγούμενες χρονιές".
Άποψη του γυναικολόγου - μαιευτήρα είναι ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα στήριξης, ακόμη και τις μονογονεϊκές οικογένειες, για τις γυναίκες εκτός γάμου για να μπορούν όντως να προχωρήσουν στην κύηση. "Πρέπει να παρθούν μέτρα πρόνοιας, όταν υπάρχουν αυτή τη στιγμή μέτρα τα οποία είναι αντιπαραγωγικά, δηλαδή η σύνταξη μιας γυναίκας η οποία έχει ανήλικο παιδί είναι ένα αντιπαραγωγικό μέτρο, αυτό για μένα δεν είναι μέτρο το οποίο θα βοηθήσει, θα πρέπει η παραγωγικότητα να μην είναι εχθρός της μητρότητας, το αντίθετο, πρέπει να βρεθούν τρόποι έτσι ώστε να ωθήσουμε τις γυναίκες από νωρίς να μένουν έγκυες έτσι ώστε να έχουν το χρόνο και να κάνουν περισσότερα παιδιά και να τις βοηθάμε προνοιακά".
Στα 8,3 έως 10 εκατ. κατοίκους ο πληθυσμός στην Ελλάδα το 2050
Η Ελληνική Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία με αφορμή την 1η Οκτωβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ηλικιωμένων, τονίζει πως η υπογεννητικότητα είναι χρόνιο πρόβλημα για την πατρίδα μας. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα, ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή παιδιών ανά ζεύγος, είναι 1,26, σταθερός τα τελευταία χρόνια, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 1,49. Επισημαίνεται ότι για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός πρέπει ο δείκτης γονιμότητας να είναι πάνω από 2,1. Η Ελλάδα και η Ιταλία καταγράφουν τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων στην Ε.Ε., μετά τη Γερμανία και την Πορτογαλία. Ως αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και του αρνητικού ισοζυγίου μετανάστευσης, υπολογίζεται ότι θα έχουμε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από τα 11 εκατομμύρια το 2013 στα 8,3 έως 10 εκατομμύρια το 2050.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News