Ο αγώνας των Θρακών κατά των Βουλγάρων, η συμβολή των κατοίκων της Κομοτηνής σ’ αυτόν και η απελευθέρωση της Κομοτηνής (Μέρος Β’) | xronos.gr
ΑΡΘΡΟ

Ο αγώνας των Θρακών κατά των Βουλγάρων, η συμβολή των κατοίκων της Κομοτηνής σ’ αυτόν και η απελευθέρωση της Κομοτηνής (Μέρος Β’)

13/05/21 - 9:00
325423562.jpg

Γράφει η φιλόλογος Ντίνα Σαμουρκασίδου

7. Ο Ίωνας Δραγούμης στη Θράκη
Το 1904 διορίζεται στον βουλγαροκρατούμενο Πύργο της Βόρειας Θράκης ο Ίωνας Δραμούγης. Μετά διευθύνει το Προξενείο Φιλιππουπόλεως, αναφέρει η Καλλιόπη Παπαθανάση - Μουσιοπούλου, σε βιβλίο της για τη Θράκη "Στην Ανατολική Ρωμυλία, σημειώνει ο Ίωνας Δραγούμης, οι Έλληνες είναι ιθαγενείς, δηλαδή ντόπιοι, ενώ στην Αμερική είναι πάροικοι. Τα σπίτια τους είναι βυζαντινά και αρχοντικά".

Το 1905 μετατίθεται στο Υποπροξενίο του Δεδέαγατς (=Αλεξανδρούπολης), εποχή που είχε ενταθεί η δραστηριότητα των βουλγαρικών ληστοσυμμοριών στην τουρκοκρατούμενη Θράκη. Οργανώνει την ελληνική αντίσταση στις περιοχές και πληροφορεί το ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών: για τις μετακινήσεις των τουρκικών στρατευμάτων και τα στρατιωτικά γυμνάσια στη Βουλγαρία. Πολύ ενδιαφέρον εξάλλου είναι το έγγραφό του, τον Οκτώβριο του 1905, περίοδο κρίσιμη για τον βορειοελλαδικό ελληνισμό. Επισημαίνει την ανάγκη, για σοβαρούς εθνικούς λόγους, να αγορασθεί γη από Έλληνες αγρότες, στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης (=Δεδέαγατς) και περιγράφει τις έντονες ενέργειες του για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Το 1906 φθάνει στην τουρκοκρατούμενη Θράκη ο απόηχος των δεινών του Ελληνισμού της Βόρειας Θράκης. Τότε πολλοί πρόσφυγες από Βόρεια Θράκη (=Ανατολική Ρωμυλία) καταφεύγουν στις τουρκοκρατούμενες περιοχές και στην ελεύθερη Ελλάδα. Ο Ίωνας Δραγούμης φροντίζει, για την εγκατάσταση στην περιοχή, των πολλών προσφυγικών οικογενειών. Ενδιαφέρεται για την αποστολή δασκάλων στα χωριά, καθώς και για τον διορισμό ειδικών επιθεωρητών. Κάνει πρόταση στους Θρακιώτες Μ.Α. Σταμούλη, θεολόγο και Νομικό και στον Κων. Κουρτίδη, γιατρό και φιλόλογο, επίλεκτα μέλη της θρακικής κοινωνίας. Προτείνει την απονομή παρασήμων σε ιεράρχες, αλλά και στον Λεονταρίδη, που με δωρεές του ιδρύθηκε σχολή στο Δεδέαγατς (=Αλεξανδρούπολη). Ζητεί την εγκατάσταση στην περιοχή μυστικού πράκτορα (αξιωματικού). Γράφει επίσης στην Επιτροπή, τη σχετική με την ενίσχυση της ελληνικής εκκλησίας και Παιδείας, να χορηγήσει χρηματικά ποσά. Προτείνει ακόμη: την ίδρυση σχολής, "όπου θα διδάσκεται στους νέους Έλληνες η αγάπη για τον Ελληνισμό και η καλλιέργεια αυτής της αγάπης, ώστε οι νέοι αυτοί να γίνουν αποκλειστικοί, ακράτητοι, απόστολοι της ζωής και της δύναμης του Ελληνισμού", όπως αναφέρεται στο αρχείο του Ίωνα Δραγούμη. Το 1906-1907, κυκλοφόρησε προκήρυξη προς το λαό της Θράκης, που αποτελείται από 14 άρθρα. Ιδού δύο από τα 14 άρθρα.

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ: Α. άρθρο. Είσθε χριστιανοί, δε είσθε Φράγκοι, ούτε σχισματικοί Βούλγαροι. Το Ευαγγέλιο σε ποια γλώσσα γράφθηκε; Σε γλώσσα ελληνική. Και η γλώσσα αυτή είναι η γλώσσα που μιλάτε και σεις. Λοιπόν είσθε Έλληνες. Το όνομά σας είναι αυτό: ΕΛΛΗΝΕΣ. Εσύ είσαι Έλληνας. Εσύ είσαι Ελληνίδα. Οι Έλληνες όλοι είμαστε μια φυλή, ένα γένος, ένα έθνος. Οι Έλληνες όλοι, αφού πολέμησαν εφτά χρόνια, από το 1821-1828, κατόρθωσαν να ελευθερώσουν μια μικρή άκρη της ελληνικής γης, να διώξουν από κει τους Τούρκους και να κάνουν ένα ελληνικό βασίλειο, που το ονόμασαν Ελλάδα. Οι Έλληνες της Ελλάδας δεν διαφέρουν από σας, ούτε από τους άλλους Έλληνες που κατοικούν μέσα στην Τουρκία. Μόνον που εκείνοι είναι ελεύθεροι, δεν έχουν Τούρκους από πάνω τους και διοικούνται μόνοι τους, ενώ εσείς είσθε ακόμη υπόδουλοι και σας ορίζουν οι Τούρκοι. Άλλη διαφορά μεταξύ ελεύθερων Ελλήνων και υπόδουλων Ελλήνων δεν υπάρχει.

Γ’ άρθρο. Η Θράκη είναι ελληνική χώρα, διότι και τον παλιό καιρό την είχαν οι αρχαίοι Έλληνες και αργότερα ήταν επαρχία του Βυζαντινού κράτους, το οποίο ήταν και αυτό ελληνικό. Η πρωτεύουσα μάλιστα αυτού του ελληνικού κράτους ήταν η Κωνσταντινούπολη, που βρίσκεται στη Θράκη. Όπου και αν σκάψεις, βρίσκεις ελληνικά νομίσματα στη γη. Από τους Έλληνες επήραν τη Θράκη οι Τούρκοι - όπως και τις άλλες επαρχίες του ελληνικού έθνους- και στους Έλληνες πάλι θα τη δώσουν πίσω. Αν δεν θελήσουν από μόνοι τους να τη δώσουν πίσω στους Έλληνες, τότε όλος ο Ελληνισμός θα σηκωθεί και θα αγωνισθεί, για να την πάρει από τα χέρια αυτών είτε οποιονδήποτε άλλον".

Πάνω από 2 χρόνια ο Ίωνας Δραγούμης αγωνίσθηκε με σθένος στον θρακικό χώρο. Αντιμετώπισε πολλούς κινδύνους, αμέτρητες δυσκολίες, σκληρές δοκιμασίες και συχνά την ολιγωρία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών στα αιτήματά του, για να προετοιμασθεί μεθοδικά η απελευθέρωση. Κυκλοφόρησε, όσο ήταν Υποπρόξενος στο Δεδέαγατς (=Αλεξανδρούπολη) ανυπόγραφα φυλλάδια, για να εξυψώσει το εθνικό φρόνημα των υποδούλων. Πίστευε πολύ στο σημαντικό ρόλο των δασκάλων και των ιερέων, για να ξυπνήσουν το εθνικό φρόνημα, όπου αυτό κοιμάται, να εμφυσήσουν την αγάπη προς την Ελλάδα, όπου αυτή εξαφανίσθηκε και να σπείρουν το θάρρος, όπου υπάρχει ανάγκη και με τα λόγια και με τα έργα. Δικαιολογεί μάλιστα τη σπουδαιότητα της προσφοράς των κληρικών και των εκπαιδευτικών, λέγοντας τα εξής: "Το ελληνικό έθνος, επειδή είναι λόγω φυλής από τα ολιγανθρωπότερα έθνη πάνω στη γη, χωρίς συγγενείς και επειδή στον αγώνα της ζωής περιστοιχίζεται από πολλαπλούς και πολυπληθείς εχθρούς, όπως είναι τώρα οι γείτονες Σλάβοι, ανέκαθεν απειλείται και συστηματικά επιδιώκεται η εξόντωση του, είναι απαραίτητο να ετοιμάσει μια τάξη ανθρώπων, που θα έχουν σαν αποκλειστικό τους έργο και επάγγελμα την αποσόβηση, αυτού του κινδύνου. Και ας είναι η τάξη αυτή των Διδασκάλων και των ιερέων".

8. Απόσπαση Ελλήνων αξιωματικών στα Προξενεία της Θράκης
Για τη στήριξη των ελληνικών πληθυσμών και για την προστασία τους από τους Βουλγάρους, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε το 1907 να αποσπάσει αξιωματικούς στα Προξενεία της Θράκης, ώστε να μπορέσουν να οργανώσουν τον ελληνικό πληθυσμό. Στο Προξενείο Αδριανουπόλεως αποσπάσθηκε ο υπολοχαγός και μετέπειτα πρωθυπουργός Στυλιανός Γονατάς, με το ψευδώνυμο Στέργιος Γρηγορίου, σαν υπάλληλος του Υπουργείου των Εξωτερικών. Στο Προξενείο Αλεξανδρούπολης τοποθετήθηκε ο υπολοχαγός Βλάσσης Περικλής, με το ψευδώνυμο Βάθης. Οι αξιωματικοί αυτοί ανέπτυξαν σημαντική δραστηριότητα και πέτυχαν, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, να ιδρύσουν, στις κυριότερες πόλεις της Θράκης, ελληνικούς γυμναστικούς και φιλεκπαιδευτικούς συλλόγους. Με τη βοήθεια αυτών των συλλόγων κρατούσαν υψηλό το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων. Στο έργο τους, βρήκαν συμπαραστάτες και πολύτιμους βοηθούς τους κληρικούς, τους δασκάλους και άλλους ένθερμους πατριώτες. Συγχρόνως όμως πήραν και ορισμένα οικονομικά μέτρα. Επέβαλαν οικονομικό αποκλεισμό κατά του βουλγαρικού εμπορίου και συμβούλευαν τους Έλληνες να αποφεύγουν τις συναλλαγές με τους αλλοεθνείς. Στον τομέα του οικονομικού ανταγωνισμού, ιδιαίτερη επιτυχία είχε, ο αποκλεισμός των Βουλγάρων εργατών από τα καπνεργοστάσια της Ξάνθης.

Σε μια επίσκεψη που έγινε στο Ορτάκιοϊ, συγκεντρώθηκαν στις 23 Σεπτεμβρίου του 1907, εκτός από το Γονατά, τον κλείτο και το Βλάσση δηλαδή τους 3 αξιωματικούς του ελληνικού στρατού και οι Μητροπολίτες: Αδριανουπόλεως Πολύκαρπος, 40 Εκκλησιών Αγαθάγγελος, Βιζύης Άνθιμος, αλλά και πρόκριτοι και επαναστατικά στελέχη από ολόκληρη τη Θράκη. Στη σύναξη αυτή θεμελιώθηκαν οι βάσεις της Επαναστατικής Οργάνωσης και της δράσης των Θρακών εναντίον των Βουλγάρων Κομιτατζήδων και αμέσως μετά έδωσαν όρκο για τον σκληρό αγώνα κατά των Βουλγάρων. Η οριστική όμως ίδρυση της Επαναστατικής Οργάνωσης, με τον τίτλο: ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ, έγινε στην Αδριανούπολη, όπου ανατέθηκε η ηγεσία της διεξαγόμενης προσπάθειας, στο Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως Πολύκαπρο.

Ύστερα από αυτή την κίνηση των Ελλήνων και συγκεκριμένα από το Φθινόπωρο του 1907, όταν οι βουλγαρικές ένοπλες ομάδες άρχισαν να εισβάλλουν στη Θράκη και να λεηλατούν και να κακοποιούν τον ελληνικό πληθυσμό, οι αξιωματικοί που προαναφέρθηκαν, φρόντισαν να εξοπλίσουν τα πιο δραστήρια ελληνικά στελέχη, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τους Βουλγάρους.

για το σκοπό αυτό ρύθμισαν τη μεταφορά όπλων και περιστρόφων, τα οποία, αφού τα ξεφόρτωσαν πρώτα στο μικρό λιμάνι της Μάκρης, κοντά στην Αλεξανδρούπολη, στη συνέχεια τα διοχέτευαν σε όλες τις περιοχές της Θράκης. Η δράση αυτών των αξιωματικών συνεχίσθηκε καθ' όλη τη διάρκεια του 1907.

Στις αρχές του 1908 ενισχύθηκαν και από τον Λοχαγό του Μηχανικού, Σπηλιάδη Παναγιώτη, ο οποίος είχε προϋπηρεσία στο Προξενείο Μοναστηρίου και ενίσχυσε την εθνική αυτή δραστηριότητα με τη μεγάλη του πείρα. Η προσπάθεια αυτή εξακολούθησε μέχρι την επανάσταση των Νεοτούρκων, το 1908, και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους άθλους, τις θυσίες και τους ηρωισμούς των πιο ένδοξων στιγμών του έθνους. Ο τραχύς και πεισματικός αυτός αγώνας, ανέδειξε πολλούς οπλαρχηγούς και 1ο ανάμεσά τους τον Θεόδωρο Αμπατζόπουλο, ο οποίος έζησε τα τελευταία του χρόνια στη Σίνδο Θεσσαλονίκης.

Όλοι αυτοί κατάφεραν να υπερνικήσουν τους Κομιτατζήδες, παρόλο που αυτοί οι τελευταίοι είχαν μεγάλες ενισχύσεις από τη Βουλγαρία και μπορούσαν ανενόχλητοι να καταφεύγουν στην πατρίδα τους, αντίθετα με τους δικούς μας, που ζούσαν σε διπλά εχθρικό έδαφος: Βουλγαρικό και τουρκικό.

Και όμως οι Έλληνες της Θράκης άντεξαν στις φρικαλεότητες των Βουλγάρων, προκαλώντας το θαυμασμό ολόκληρης της Ευρώπης, όπως φαίνεται από τα λόγια του πρωθυπουργού της Γαλλίας Κλεμενσώ, αλλά και του Μαξ Χάρντερ.

Η Μάκρη, η Αλεξανδρούπολη, το Σουφλί, η Κορνοφωλιά, η Δαδιά, η Αδριανούπολ, η Φιλιππούπολη, η Βάρνα, ο Πύργος, Η Μαρώνεια, το Διδυμότειχο, η Κομοτηνή και άλλες περιοχές της Θράκης, γνώρισαν τη σκληρότητα της Βουλγαρικής Θηρωδίας.

9. Η συμβολή των κατοίκων της Κομοτηνής στον θρακικό αγώνα
Κατά την περίοδο του θρακικού αγώνα: 1903-1908, που στρεφόταν εναντίον των Βουλγάρων Κομιτατζήδων και της βουλγαρικής εξαρχίας, οι Έλληνες κάτοικοι της Κομοτηνής ήσαν 7.000, οι Βούλγαροι 600 άτομα, οι Αρμένιοι 550, οι Εβραίοι 300 και οι Τούρκοι, όσοι περίπου και οι Έλληνες. 
 

α. Οι οργανωτικές επιτροπές του θρακικού αγώνα
Στην περίοδο αυτή ο Μητροπολίτης Νικόλαος ανέπτυξε πλούσια οργανωτική δράση στην πόλη της Κομοτηνής, καθώς και σε όλο το Νομό. Είχε αναλάβει τη μύηση στον αγώνα, μαζί με τον διάκονο Νικόλαο. Είχε στενή συνεργασία με τη Δημογεροντία της πόλης που αποτελούνταν από λαμπρούς προκρίτους και προύχοντες της πόλης που ήσαν οι εξής: Ι. Αυδής Ιωάννης. ΙΙ. Γερασίμου Δημήτριος, ΙΙΙ. Δενιζεγκινής Παρασκευάς, IV. Ζώγιογλού Θεοχάρης, V. Κομνηνός Λάμπρος, VI. Μαλιόπουλος Βασίλης, VII. Μπαντζόπουλος Γεώργιος, VIII. Σίτης Κωνσταντίνος, ΙΧ. Στάλιος Ζαφείριος, Χ. Χατζηζωίδης Ιωάννης και XI. Χατζηζωίδης Νικόλαος. Η Επιτροπή του αγώνα αποτελούνταν από τους: Ι. Αθανασιάδη Ιωάννη, ιδιοκτήτη του Ξενοδοχείου "Ροδόπη". ΙΙ. Βουτιάδη Δημήτριο, δικηγόρο. ΙΙΙ. Κομνηνό Σοφοκλή, δάσκαλo. IV. Μουζιόπουλο Δημήτριο, αργυραμοιβά και V. Σακελλαριάδη Νικόλαο, αρχιερατικό επίτροπο.

Την επιτροπή αυτή πλαισίωναν οι απεσταλμένοι της Εθνικής Εταιρείας της Ελλάδος και συγκεκριμένα: Ι. Ο ανθυπασπιστής Γρηγόριος Λαδακάκος, με το ψευδώνυμο Αντωνίου, σαν δάσκαλος και ΙΙ. Φίλιππος Τσίγκας, οπλαρχηγός από τον Πολύγυρο της Χαλκιδικής, με το ψευδώνυμο Δούκας, σαν έμπορος. Την ομάδα κρούσεως σχημάτιζαν 15 νέοι της Κομοτηνής, επικεφαλής των οποίων ήσαν: Ι. Ο Βαφείδης Διαμαντής, ΙΙ. ο Διαμαντίδης Γεώργιος, ΙΙΙ. ο Ζησιάδης Σοφοκλής, IV. ο Σασάλης Βασίλης και V. ο Σουσιάζης Κωστάκης.

Κατά καιρούς έρχονταν στην Κομοτηνή για τον συντονισμό του αγώνα: Ι. Ο Ίωνας Δραγούμης, υποπρόξενος Δεδέαγατς (=Αλεξανδρούπολη), ΙΙ. ο Ευθύμιος Κανελλόπουλος, γενικός πρόξενος Αδριανούπολης και ΙΙΙ. ο Χαλκιόπουλος Κωνσταντίνος, υποπρόξενος Ξάνθης. Σαν εκτελεστικό όργανο, για την αντιμετώπιση των Βουλγάρων πρακτόρων, χρησιμοποιούσαν τον ριψοκίνδυνο Στεργίου Ζολιόπουλο.

Σαν σύνδεσμος και μεταφορέας της εμπιστευτικής αλληλογραφίας είχε ορισθεί από το χωριό Σώστη της Κομοτηνής ο Χριστόδουλος Παπαδημητρίου. Σαν πράκτορες για όλη τη περιοχή ενεργούσαν: ο Ιωάννης Αβδής, γιατρός και οι δάσκαλοι: Ι. Κωνσταντίνος Ζαμπρέκας, ΙΙ. Κωνσταντίνος Περκιάδης και ΙΙΙ. Αλέξανδρος Χαρακόπουλος. Αυτοί παρακολουθούσαν όλες τις κινήσεις της ξένης προπαγάνδας και συγκέντρωναν στοιχεία, τα οποία παρέδιδαν στον αρχηγό του Κέντρου Άμυνας: Μητροπολίτη Νικόλαο, που ήταν και ο πρόεδρος του Κέντρου. Ταμίας ήταν ο Λάμπρος Κομνηνός και γραμματέας ο διευθυντής της Αστικής Σχολής: Βασακόπουλος, πτυχιούχος της Μεγάλης Σχολής του Γένους Κωνσταντινουπόλεως και πρώην διευθυντής της Περίφημης Σχολής Χατζηχρήστου Κωνσταντινουπόλεως.

Σπουδαίες υπηρεσίες στο Θρακικό Αγώνα πρόσφεραν οι σκυταλοδρόμοι της εθνικής δράσης της πατρίδας: Ι. Χρύσανθος Φιλιππίδης, ιεροδιάκονος και δάσκαλος τότε στην Κομοτηνή, από τη Γρατινή Κομοτηνής και ΙΙ. ο Γεννάδιος από την Προύσσα, που αργότερα έγινε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Επίσης εργάσθηκε, με πολύ ζήλο και ο δάσκαλος Σοφοκλής Κομνηνός, τελειόφοιτος της Μεγάλης Σχολής του Γένους Κωνσταντινουπόλεως.

Επειδή η Κομοτηνή δεν είχε ελληνικό προξενείο, όλον τον οργανωτικό τομέα της Κομοτηνής είχε αναλάβει ο Μητροπολίτης Νικόλαος. Τους μυημένους στον αγώνα, τους όρκιζε στο ιερό ευαγγέλιο, δίνοντας τον όρκο των Μακεδονομάχων, μέσα στην εκκλησία της Παναγίας, ο ιερέας παπα-Γιώργης και ο διάκονος Γεννάδιος, στενός συνεργάτης του Νικολάου.

Σε όλους τους Δημογέροντες, ο αρχηγός του Αγώνα, Μητροπολίτης Νικόλαος, είχε δώσει όπλα, μαρτίνια και γκράδες, καθώς και περίστροφα για την αντιμετώπιση κάθε ενέργειας των Βουλγάρων Κομιτατζήδων εναντίον των Ελλήνων.

γ. Τα αποτελέσματα της Δράσης
Με τις δραστηριότητες και τις ενέργειες των παραπάνω αγωνιστών: Ι. Αρκετά από τα χωριά της περιοχής, παρέμειναν πιστά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, ΙΙ. Εξουδετερωνόταν η δράση του  βουλγαρικού κομιτάτου και ΙΙΙ. Γινόταν ο ανεφοδιασμός με όπλα, που τα μετέφεραν από τη Σύρο οι Μαρωνίτες καραβοκύρηδες και IV. Φυλάγονταν σε ειδικές κρύπτες κοντά στη Μαρώνεια, από όπου μοιράζονταν, όπου χρειάζονταν.

Σύμφωνα με έγγραφο του 1882, που ο δάσκαλος Νικ. Χατζόπουλος είχε υποβάλλει στις Φέρρες, η Μητρόπολη της Μαρώνειας, περιελάμβανε τότε 49 πόλεις και χωριά και σε όλα τα ελληνικά χωριά υπήρχε Δημοτικά Σχολεία. Ο ίδιος δάσκαλος αναφέρει σε άλλο έγγραφο πως οι Βούλγαροι δούλευαν δραστήρια για ένα και μοναδικό σκοπό: να βρουν διέξοδο στη Μεσόγειο μέσω αυτής της περιοχής. Σε ένα άλλο έγγραφο του 1883, ο δάσκαλος Χατζόπουλος έντρομος γράφει πως η επαρχία της Μαρώνειας κινδύνευε να γίνει το κέντρο των παμβουλγαρικών ενεργειών. Αλλά η ομάδα κρούσεως αντιμετώπισε νικηφόρα όλες τις προσπάθειες των Βουλγάρων. Στην Κομοτηνή, που λεγόταν Κουρματζίνα, στην περίοχο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και Γκιουμουρτζίνα στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, το σπίτι του γιατρού Ματσόπουλου εχρησιμοποιείτο σαν αποθήκη όπλων και πυρομαχικών και ήταν φωλιά εξορμήσεων. Οι πράκτορες του Θρακικού Αγώνα, οι οπλαρχηγοί και τα απλά ακόμη μέλη, που περνούσαν από την Κομοτηνή, διανυκτέρευαν στα καταλύματα της τότε Μητρόπολης Κομοτηνής. Ιδιαίτερα στις κρύπτες της Μητρόπολης φυλάγονταν όπλα.

10. Οι Νεότουρκοι και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι
Το 1891 ιδρύθηκε από Νεότουρκους στη Γενεύη με τουρκική οργάνωση με τον παραπλανητικό τίτλο: "Ένωση και Πρόοδος". Το 1906 μετέφερε την έδρα της και τη δράση της στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη, όπου οι συνθήκες ήταν πιο πρόσφορες. Πρόκειται καθαρά για ένα εθνικιστικό τουρκικό κόμμα. Σ’ αυτό συντάχθηκαν αξιωματικοί, πολιτικοί, αστοί, διανοούμενοι και εξεγέρθηκαν για την επαναφορά του τουρκικού συντάγματος του 1876. Σαν συνθήματα οι Νεότουρκοι είχαν: Την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (=Hurriyet), την ΙΣΟΤΗΤΑ (=Musavat) και τη ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ (=Adalat). Στόχοι τους ήταν: Ι. Η κατάργηση της απολυταρχίας του Αβδούλ Χαμίτ, του αιμοσταγή Σουλτάνου, υπεύθυνου για τις σφαγές σε βάρος του Αρμενικού Λαού κατά τα έτη: 1894, 1895 και 1896 πρόκειται για τον "κόκκινο Σουλτάνο", όπως τον αναφέρει ο συγγραφέας Βασίλης Τζανακάρης, στο σχετικό βιβλίο του. Το 1915 μέσω του Ταλαάτ Πασά μεθόδευσε την εξόντωση των Αρμενίων και συγκεκριμένα 1.600.000 ψυχών, προκαλώντας έτσι τη γενοκτονία του Αρμενικού Λαού. ΙΙ. Την εγκαθίδρυση ενός εκσυγχρονισμένου κράτους, κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, που θα διατηρούσε όμως την εδαφική ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ΙΙΙ. Θα αναχαίτιζαν το ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων.

Οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πίστεψαν ότι βρήκαν έναν σύμμαχο για πιο δίκαιες συνθήκες διαβίωσης. Ανέλαβαν την εξουσία οι Νεότουρκοι, δημιουργώντας τον κατάλληλο γι' αυτούς εκλογικό νόμο και έβαλαν στο περιθώριο τον "Κόκκινο Σουλτάνο" Αβδούλ Χαμίτ. Δυστυχώς και οι πολιτικοί της Ελλάδος πίστεψαν στα παραπλανητικά συνθήματα των Νεοτούρκων. Σύντομα όμως οι ελπίδες τους διαψεύσθηκαν. Αντί για ελευθερία - ισότητα - δικαιοσύνη, οι Νεότουρκοι αποφάσισαν τον εκτουρκισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ξεκάθαρα στοχοποίησαν τους Έλληνες και τις Ελληνίδες. Διοικητής του Οθωμανικού Στρατού ανέφερε σε επιστολές του: οι Ρωμιοί είναι φίδια στον κόρφο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι γυναίκες τους είναι αυτές, οι οποίες γεννούν αυτά τα φίδια. Πρέπει να καταστραφούν. Οι Νεότουρκοι, παράλληλα, στράφηκαν και κατά των παλιών Οθωμανών, που ήσαν πιο ανεκτικοί στο χριστιανικό στοιχείο. Οργάνωσαν ειδικό τμήμα που συγκέντρωνε τους ανεπιθύμητους και τους έστελναν στην εξορία. Δικαιολογημένα ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ’ λέγει: Ο υπόδουλος Ελληνισμός έζησε και ανδρώθηκε με τους Παλαιότουρκους, ενώ με τους Νεότουρκους θα δοκιμασθεί σκληρά.

Οι Νεότουρκοι τον Οκτώβριο του 1911 διεξήγαγαν στην Θεσσαλονίκη το 3ο συνέδριο του Κινήματός του. Σ' αυτό αποφάσισαν τον εξισλαμισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με σύνθημα: Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ. Το ψεύτικο φιλελεύθερο προσωπείο τους, που είχε ξεγελάσει τους Έλληνες αποκαλύφθηκε. Εμπνευστής της εκκαθάρισης των Ελλήνων και σύμβουλος των Νεοτούρκων: ο Γερμανός αντιστράτηγος Λίμαν Φον Σάντερς. Αυτός συμβούλευσε τους Νεότουρκους να εξαφανίσουν το χριστιανικό στοιχείο με τη βία. Ήταν αδιάφορος για τον ανθρώπινο πόνο. Σ' αυτή τη συνέλευση ελήφθη η κυνική απόφαση που καθόρισε το μέλλον των Ελλήνων: "Θα εξισλαμισθεί όλος ο πληθυσμός στην αυτοκρατορία. Θα πρέπει να ξεριζωθούν τα άγρια χόρτα που λέγονται Έλληνες".

Αμέσως κατέστρωσαν σχέδιο εξόντωσης, με αποτέλεσμα να αφανισθεί σε λίγα χρόνια ο Ελληνισμός του Πόντου και πριν απ' αυτόν ο Ελληνισμός της Ανατολικής Θράκης: με το Μαύρο Πάσχα των Θρακών, το 1914. Το σχέδιο εφαρμόσθηκε με συνέπεια από το τουρκικό κράτος και στην Μικρά Ασία, με όλα τα δυσάρεστα επακόλουθα της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Ο κίνδυνος του εκτουρκισμού των χριστιανών κατοίκων της Βαλκανικής, που βρίσκονταν ακόμη υπό τουρκική κατοχή, μετά την επικράτηση των Νεοτούρκων, εξανάγκασε τα βαλκανικά κράτη, που λειτουργούσαν μέχρι τότε ανταγωνιστικά μεταξύ τους προς όφελος της Τουρκίας, να συνασπισθούν μεταξύ τους και να δημιουργήσουν κοινό μέτωπο. Το αποτέλεσμα ήταν ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος του 1912 που οδήγησε σε ήττα της Τουρκίας. Χιλιάδες οι μουσουλμάνοι πρόσφυγες. Οι Νεότουρκοι εκμεταλλεύτηκαν την πίκρα και την απογοήτευση των προσφύγων μουσουλμάνων των Βαλκανίων και δημιούργησαν πολεμικό κλίμα κατά των Ελλήνων. Και αυτό συνέβη, διότι στον συνασπισμό που έκαναν τα βαλκανικά κράτη κατά των Τούρκων, είχαν συμφωνήσει ότι κάθε κράτος θα έπαιρνε τα εδάφη που θα καταλάμβανε ο στρατός του. Ο ελληνικός στρατός, με θυελλώδη προέλαση κατέλαβε μέρη μέχρι τα Γιαννιτσά και τη Θεσσαλονίκη και τα απελευθέρωσε. Οι Βούλγαροι όμως κατέλαβαν όλη τη Θράκη και έφτασαν μέχρι το Κιλκίς και το Λαχανά. Η απληστία των Βουλγάρων που ήθελε να πάρει όλη τη Μακεδονία, γίνεται αφορμή για τον Β' Βαλκανικό Πόλεμο (1913), που σήμανε και την αποτυχία της Βουλγαρίας. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι τελείωσαν με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (28 Ιουλίου: Νέο Ημερολόγιο ή 10 Αυγούστου: Παλαιό Ημερολόγιο) του 1913. Την ίδια χρονιά δολοφονείται στην Θεσσαλονίκη ο βασιλεύς Γεώργιος ο Α'.

Το 1914 ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Ρωσία και Τουρκία βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. Οι μάχες είχαν επίπτωση στους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής, μεταξύ των οποίων ήσαν και οι Πόντιοι. Μέρος της ήττας της Τουρκίας αποδόθηκε συκοφαντικά και στους Έλληνες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στρατό. Κατά την έκρηξη του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου τα πολιτικά πράγματα της Ελλάδος είχαν ως εξής: Ο πολιτικός κόσμος της Ελλάδος, καθώς και η κοινή γνώμη διχάσθηκαν σε οπαδούς της επέμβασης (Βενιζελικοί) και οπαδούς της ουδετερότητας (βασιλόφρονες). Επρόκειτο για τη σύγκρουση δύο διαφορετικών ιδεολογιών, δύο διαφορετικών πολιτικών παρατάξεων αλλά και δύο διαφορετικών προσωπικοτήτων (Βενιζέλος - Κωνσταντίνος), με αποτέλεσμα τον ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΧΑΣΜΟ του 1916. Η συνεργασία αυτών των δύο πολιτικών προσώπων στους Βαλκανικούς Πολέμους, είχε χαρίσει στην Ελλάδα στιγμές δόξας κι ενθουσιασμού.

11. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913)

α. Για την Ελλάδα γενικά

Ι. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου για την Ελλάδα υπήρξε πολύ καλή. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι πρόσφεραν στη χώρα μας εδαφική επέκταση. Από 63.211 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η συνολική επιφάνεια έφτασε τα 121.794 τετραγ. χιλιόμετρα (αύξηση κατά 93%). Ο πληθυσμός της από 2.719.422 κατοίκους, έφτασε στους 4.819.793 κατοίκους. Στα νέα εδάφη όμως κάθε άλλο παρά ομοιογενής μπορούσε να χαρακτηρισθεί ο πληθυσμός. Μόνον τα ελληνικά νησιά διέθεταν ελληνικό συμπαγή πληθυσμό. Η Θεσσαλονίκη και η Καβάλα αναδείχθηκαν σε αξιόλογα εμπορικά λιμάνια. 

ΙΙ. Τα σύνορα προς τα βόρεια επεκτάθηκαν. Ενσωματώθηκε στον εθνικό κορμό η Μακεδονία, το μεγαλύτερο γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας μας, με τους 14 νομούς.

ΙΙΙ. Τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, πλην Ίμβρου και Τενέδου που ανήκαν στην Τουρκία, ενώθηκαν με την Ελλάδα.

IV. Η μεγαλόνησος Κρήτη ενώθηκε με την Ελλάδα.

V. Η Ήπειρος επίσης ενώθηκε με την Ελλάδα, εκτός από τη Βόρεια Ήπειρο που παραχωρήθηκε στους Αλβανούς. Αντέδρασε ο ελληνικός λαός της Βόρειας Ηπείρου. Ξεσηκώθηκε και σχημάτισε στο Αργυρόκαστρο αυτόνομη προσωρινή κυβέρνηση. Τελικά το Μάιο του 1914 η Βόρεια Ήπειρος δόθηκε μεν στην Αλβανία, αλλά αναγνωρίσθηκαν σημαντικά Διοικητικά, Εκκλησιαστικά και Γλωσσικά προνόμια στις επαρχίες Αργυροκάστρου και Κορυτσάς.

VI. Εκτός ελληνικού κορμού παρέμειναν τα Ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα, που στην πραγματικότητα είναι 24. Απελευθερώθηκαν το 1947 (μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο) από τον Ιερό Λόχο του Λοχαγού Σιγάντες και ενώθηκαν με την Ελλάδα. Ας θυμηθούμε την κυρά της Ρω: Δέσποινα Αχλαδιώτη.

β. Για τη Θράκη ιδιαίτερα
 

Επίσης εκτός της ελληνικής επικράτειας παρέμεινε μέχρι το 1920 (μετά το τέλος τους 1ου Παγκόσμιου Πολέμου) και η περιοχή της Θράκης υπομένοντας στο μεταξύ διάστημα διώξεις από Τούρκους και Βουλγάρους. 

Οι Βούλγαροι δραστηριοποιήθηκαν κυρίως στην περιοχή της Δυτικής Θράκης. Με την υποστήριξη της Αυστρίας και της Ρωσίας, η Βουλγαρία επέμενε στην προσάρτηση της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας. Ύστερα από δραματική διπλωματική μάχη των Ελλήνων πολιτικών, τα ελληνικά σύνορα διατηρήθηκαν ως το Νέστο και η Καβάλα δόθηκε στην Ελλάδα. Τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα έφταναν ως το βουνό Μπέλες (βόρεια) και της εκβολές του Νέστου (ανατολικά). 

Ακολούθησε ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918), με την ήττα των Δυνάμεων του Άξονα, στο πλευρό των οποίων βρέθηκαν η Τουρκία και η Βουλγαρία, ενώ η Ελλάδα είχε προσχωρήσει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το 1917 στις δυνάμεις της Αντάτ. Μέχρι τότε κράτησε ουδέτερη στάση και δεν πήγε με το πλευρό κανενός συνασπισμού.

Διαβάστε το πρώτο μέρος εδώ

(Συνεχίζεται σε Γ’ μέρος που θα δημοσιευτεί στην αυριανή έκδοση του «Χ») 
 

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr