Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Προσκοπικές μνήμες και στοχασμοί Γράφει ο βετεράνος και ιστορικός του Προσκοπισμού ΓΕΩΡΓΙΟΣ Θ. ΝΕΣΤΩΡΑΚΗΣ
Η 22α Φεβρουαρίου έχει παγκόσμια καθιερωθεί ως ημέρα προσκοπικής σκέψεως και φιλίας. Για την ημέρα αυτή, όταν ήμουν νεαρός βαθμοφόρος, με τις περιορισμένες, προσκοπικές γνώσεις και εμπειρίες και κυρίως για το βαθύ προσκοπικό πνεύμα και περιεχόμενο, δεν είχα απόλυτα συνειδοτοποιήσει τη μεγάλη αξία του εορτασμού της ημέρας. Αρκούμουν, όπως άλλωστε και όλοι οι συνάδελφοί μου της εποχής, στην αποστολή αυτοσχέδιων καρτών με διάφορες φιλικές ευχές και δανεισμένα επίκαιρα συνθήματα και μηνύματα.
Σήμερα, που έπαυσα προ πολλού να είμαι νεαρός, αφού δεν έχω ξεπεράσει μόνον από καιρό την Τρίτη ηλικία, αλλά βιώνω αισίως και δόξα των Θεώ την Τετάρτη, σκέφτομαι και στοχάζομαι διαφορετικά.
Γι’ αυτό όχι μόνον κάθε 22α Φεβρουαρίου, αλλά κάθε ημέρα σκέφτομαι το χθες και προβληματίζομαι για το σήμερα και το αύριο του ελληνικού προσκοπισμού.
Έτσι σήμερα και μέσω των στηλών του πάντα φιλόξενου και φιλοπρόσκοπου «Χρόνου», σκέφθηκα να απευθυνθώ με την ανοιχτή μου αυτή επιστολή, όχι μόνον στους παλιούς και νέους προσκόπους της Ροδόπης, αλλά και σ’ όλη την κοινωνία της περιοχής μας, τους γονείς, τους άρχοντες και να τους καταστήσω κοινωνούς των στοχασμών και των προβληματισμών μου για τον προσκοπισμό.
Κατ’ αρχήν θεωρώ ευτυχείς όλους όσοι στο διάβα της εκατοντάχρονης (1910 – 2010) ζωής και ιστορίας του σώματος των Ελλήνων Προσκόπων, υπηρέτησαν λίγο η πολύ και καθοιανδήποτε τρόπο στις τάξεις του.
Προσωπικά δε θεωρώ τον εαυτόν μου απλά υπερτυχερό, γιατί θεία πρόνοια ευτύχησα να ενταχθώ και να υπηρετήσω από διάφορες θέσεις και καθήκοντα τις πανανθρώπινες ιδέες και αξίες του ελληνικού προσκοπισμού και να ζήσω τα τρία τέταρτα του ιστορικού προσκοπικού αιώνα.
Από την εποχή που ήμουν ένα δεκάχρονο παιδί, το 1937, έως και σήμερα και ας μην έχω πλέον την αλκή και τη σωματική δύναμη της νιότης μου.
Η προσκοπική ψυχή ποτέ δε γηράσκει. Για τους πραγματικούς παραδοσιακούς προσκόπους ισοβίως ισχύει το ρητό: «Μια φορά πρόσκοπος, πάντα πρόσκοπος». Μ’ αυτές, λοιπόν, τις σκέψεις, γράφω στη συνέχεια λίγους από τους λόγους που ο προσκοπισμός μ’ έκανε ευτυχή. Και με έκανε ευτυχή, γιατί από τότε που γράφτηκα στους προσκόπους, αβίαστα και παίζοντας, διδάχθηκα, έμαθα και πήρα πολλά, πάρα πολλά πολύτιμα εφόδια για την κατοπινή μου ζωή.
Στον προσκοπισμό έμαθα να ζω αρμονικά με τους άλλους. Να συνεργάζομαι ομαδικά μαζί τους για να πετύχουμε ένα στόχο. Να κατασκευάσουμε κάτι, να φθάσουμε κάπου. Έμαθα να συμμετέχω, να παίρνω μέρος στις δράσεις, στις συζητήσεις, στη λήψη μιας απόφασης, μικρής ή μεγάλης, που αφορούσε στην ενωμοτία μας, την ομάδα μας, εμάς τους ίδιους και να δέχομαι τη γνώμη των περισσοτέρων, έστω και αν δεν ταίριαζε με τη δική μου.
Με το προσκοπικό παιχνίδι μάθαινα να πειθαρχώ σε κανόνες, να σέβομαι την προσπάθεια του άλλου και να διεκδικώ τη νίκη, την ατομική ή την ομαδική, με τίμιο παίξιμο. Έμαθα να νικώ και να χάνω και η ήττα να χαλυβδώνει τη θέλησή μου για να αγωνιστώ και να πετύχω. Παραδειγματιζόμουνα από τους άλλους προσκόπους, τους παλαιοτέρους μου στην ομάδα μας και μεγαλυτέρους μου στην ηλικία. Και μου δημιουργείτο η φιλοδοξία να αποκτήσω τις τεχνικές γνώσεις και τις ειδικότητες που είχαν ήδη οι περισσότεροι από τα άλλα παιδιά, προσπαθώντας διαρκώς να προσθέσω και εγώ στη στολή μου, τα αντίστοιχα διακριτικά. Τα διακριτικά από τεχνικές γνώσεις και διάφορες ικανότητες που αποκτούσαμε.
Προσκοπικές τάξεις και πτυχία ειδικότητος τα λέγαμε τότε. Αναγνωρίσεις προσπάθειας και ερασιτεχνικές απασχολήσεις τα λένε τώρα. Και πόσο καμαρώναμε και μας καμάρωναν και οι δικοί μας, κάθε φορά που κάποιο διακριτικό, προσθέταμε στην πλούσια ήδη συλλογή που στόλιζε το μανίκι της στολής μας.
Και δεν ήταν γνώσεις επιπόλαιες, που ξεχνιούνται την άλλη μέρα. Χρειαζόταν προσπάθεια και μελέτη και πρακτική εφαρμογή και διαρκής εξάσκηση. Κόπος, δηλαδή, πολύς. Γι’ αυτό και η ικανοποίηση ήταν μεγαλύτερη, κάτι που μ’ έκανε να καταλάβω την αξία της γνώσης, όταν τη φυτεύεις σωστά μέσα σου και τη σημασία της ανταμοιβής κάθε αληθινής προσπάθειας.
Απόκτησα φίλους που στάθηκαν κοντά μου σε δύσκολες μέρες και ευτυχισμένες στιγμές και τους έδωσα τη φιλία μου ειλικρινή, άδολη, απονήρευτη. Στέριωσε μέσα μου αυτό που λέει ο θυμόσοφος λαός μας: «Κανένας άνθρωπος που έχει έναν πραγματικό φίλο, δεν είναι φτωχός». Μαζί με τους φίλους μου στην ομάδα, έμαθα να ζω στο ύπαιθρο, να νοιώθω ελεύθερος στην απεραντοσύνη της φύσης και πολύ κοντά στο Θεό. Έμαθα να χαίρομαι τον ήλιο στην ανατολή του και το μεγαλείο μιας νύχτας με αστροφεγγιά. Το κελάηδημα των πουλιών, το θρόϊσμα των φύλλων και οι φωνές του δάσους ήταν μαγευτική συνοδεία σε μια πορεία ή στην κατασκήνωσή μας και η γαλήνη της νύχτας, με το φεγγάρι να φωτίζει τις σιλουέτες των δέντρων γύρω, το εντυπωσιακότερο σκηνικό την ώρα της ψυχαγωγίας «γύρω από τη φωτιά».
Έμαθα να ακολουθώ, αλλά και να ηγούμαι. Σπουδαίο πράγμα να οδηγείς και να σε ακολουθούν με εμπιστοσύνη. Εύκολο πράγμα, όταν δεν ζητάς τρόπους να επιβληθείς και να εξαναγκάσεις, αλλά εμπνέεις και φωτίζεις με το παράδειγμά σου και τα «πιστεύω» σου.
Και αν στο δρόμο μας μια ξαφνική καταιγίδα, ένα εμπόδιο, μια αναποδιά, αναπάντεχα μας δημιουργούσε προβλήματα νοιώθαμε, αρκετά ψύχραιμοι, δυνατοί και ικανοί να αντιμετωπίσουμε με καρτερία και αισιοδοξία τις δύσκολες περιστάσεις. Ξέραμε ότι σφιχτά δεμένοι, ο ένας με τον άλλο, αποκτούσαμε τη δύναμη και το κουράγιο να ξεπεράσουμε τις απρόβλεπτες συνθήκες μιας περιπέτειας τότε, κάτι που μας δυνάμωσε και μας προετοίμασε για να ξεπερνάμε με θάρρος και αποφασιστικότητα τις τόσες δυσκολίες που παρουσιάζονται στη ζωή μετά.
Πάνω όμως από όλα αυτά υπήρχε ένας νόμος. Ο νόμος του προσκόπου, που θα’ λεγες ότι μας κυβερνούσε. Είχαμε υποσχεθεί να τηρούμε αυτόν το Νόμο. Θυμάμαι πως όταν διάβασα για πρώτη φορά τον νόμο του προσκόπου, βρήκα μερικές από τις επιταγές του, «άρθρα» τα λέμε, να μου ταιριάζουν απόλυτα. Τα εφάρμοζα ήδη είτε από ιδιοσυγκρασία, είτε γιατί μου το είχαν συμβουλεύσει ο πατέρας και η μητέρα μου. Υπήρχαν και μερικά «άρθρα» που ως τότε δεν είχε τύχει να τα σκεφθώ, να τα προσέξω. Μετά τα εξήγησε ο αρχηγός μου στην ομάδα, τα κατάλαβα, ήσαν σωστά και μου έδωσαν ευκαιρίες να τα βάλω σε πράξη.
Πόσα χρόνια πέρασαν αλήθεια από τότε που γνώρισα την υπόσχεση και τον νόμο των προσκόπων και όμως, ακόμα και σήμερα αναλογίζομαι την εντύπωση που μου είχαν κάνει όταν τα πρωτοδιάβασα. Με τη φαντασία μου έπλασα μέσα από κάθε «άρθρο» τους μια εικόνα. Και ήρθαν στο σύνολό τους να φιλοτεχνήσουν την εικόνα ενός παιδιού, ενός νέου με αθλητικό παράστημα, ευγενική φυσιογνωμία, ιπποτική συμπεριφορά, θαρραλέου και αποφασιστικού και αισιόδοξου, έτοιμου να βοηθήσει και να συμπαρασταθεί, να δώσει το χέρι με αγάπη στην καρδιά στον ανήμπορο, στον δυστυχή και να αγωνιστεί για ένα καλύτερο αύριο για την πατρίδα του, τους ανθρώπους γύρω του, τους δικούς του, τον ίδιο του τον εαυτό.
Αυτή η πρώτη εικόνα, όσα χρόνια κι αν πέρασαν από τότε και πέρασαν 75 ολόκληρα, ξαναστήνεται κατά διαστήματα μπροστά μου. Και κάθε φορά που τη βλέπω την συγκρίνω με τον εαυτό μου και με τις πράξεις μου. Τις πράξεις μου τις καθημερινές, τις πράξεις μιας ολόκληρης ζωής που αφήνεις πίσω… Και τι απερίγραπτη χαρά και ευχαρίστηση νοιώθεις και ικανοποίηση, όταν βλέπεις πόσο πλησίασε, πόσο συνταίριαξες τον εαυτό σου και τη ζωή σου με αυτό το πρότυπο, με αυτή την πρώτη εικόνα, το είδωλο που φιλοτέχνησε τότε, με τα μάτια της παιδικής ψυχής και φαντασίας, ο νόμος των Προσκόπων.
Αναλογίζομαι συχνά – καθημερινά θα έλεγα – τι μεγάλη ευκαιρία είναι για το παιδί ο προσκοπισμός και τι μοναδική περιπέτεια η ζωή στους καλοχτισμένους κόσμους του.
Ευτυχισμένοι όσοι περπάτησαν στον δρόμο του. Και πιο πολύ όσοι αφοσιώθηκαν σ’ αυτόν και έδωσαν την ευκαιρία σε άλλους νέους να τον γνωρίσουν, να γνωρίσουν τον «δρόμο προς την αληθινή επιτυχία και ευτυχία» και να νοιώσουν το πραγματικό νόημα της ζωής.
Πριν κλείσω αυτό το επετειακό κείμενό μου – αφιέρωμα στα εκατοντάχρονα του Ελληνικού Προσκοπισμού – επιθυμώ και πρέπει για την ιστορία, να το συμπληρώσω και με τον προβληματισμό και την ανησυχία μου για το μέλλον του.
Και τούτο, παρά την προσκοπική αισιοδοξία μου, ανησυχώ γιατί με τις ακραίες δυστυχώς κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που δημιουργούνται στις μέρες μας, φθείρονται και απαξιώνονται όλο και περισσότερο οι πατροπαράδοτες ελληνικές αρχές και αξίες και φυσικά και του Ελληνικού Προσκοπισμού.
Γι’ αυτό θεωρώ τουλάχιστον άδικο το γεγονός ότι η Πολιτεία με την ανοχή δυστυχώς των μετά την μεταπολίτευση κεντρικών ηγεσιών του Προσκοπισμού, μετέτρεψαν νομοθετικά το ιστορικό σώμα των Ελλήνων Προσκόπων από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σε ένα απλό σωματείο (ίδρυμα). Σε μια κοινή μη κυβερνητική οργάνωση. Σε μια κοινή Μ.Κ.Ο, από τις εκατοντάδες που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια κάθε μέρα, με ψευδεπίγραφους τίτλους και με ιδιοτελή έως ύποπτα σχέδια και σκοπούς οι περισσότερες.
» Είναι κρίμα και άδικο η πολιτεία με την ασυγχώρητη ανοχή των περισσοτέρων μεταπολιτευτικών ηγεσιών του ελληνικού προσκοπισμού, να έχουν μετατρέψει νομοθετικά το ιστορικό σώμα των Ελλήνων προσκόπων από Ν.Π.Δ. Δικαίου σε ένα απλό σωματείο,
σε μια κοινή Μ.Κ.Ο.
Το ευγενές σώμα των Ελλήνων Προσκόπων με την εκατοντάχρονη (1910 – 2010) ιστορία προσφοράς και θυσίας προς την πατρίδα, το έθνος, την κοινωνία, τον άνθρωπο, δεν έχει καμία σχέση με τις γνωστές Μ.Κ.Ο. και δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να συγκρίνεται μ’ αυτές και να έχει την ίδια τύχη. Ανησυχώ δε ιδιαίτερα, γιατί με το νέο νομικό καθεστώς και το στήσιμο της κάλπης δημιουργήθηκαν στους κόλπους του αντίπαλες παρατάξεις και λόγω της ψηφοθηρίας άρχισαν να εμφανίζονται σημάδια διασάλευσης της παραδοσιακής αυτοπειθαρχίας, της αμφισβήτησης αρχών και αξιών, ακόμα και αυτής της λαμπρής και ένδοξης ιστορίας του.
Τα φαινόμενα αυτά αποτελούν σοβαρό κίνδυνο ρήξης του συνδετικού αδελφικού προσκοπικού πνεύματος, που ως γνωστόν στηρίζεται όλο το προσκοπικό οικοδόμημα. Και όλα αυτά, όταν ακόμα το Σ.Ε. Προσκόπων τελεί υπό την αιγίδα του προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας και εποπτεύεται από το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
» Πρέπει οι προσκοπικοί τοίχοι, που προστατεύουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας, να γίνουν φρούρια και κάστρα άπαρτα, γιατί υπάρχει κίνδυνος οι μανιασμένοι άνεμοι της εποχής μας όχι απλά να σκορπίσουν, αλλά και να σαρώσουν ακόμα το ειρηνικό ελληνικό αύριο
Ευτυχώς ο τοπικός μας προσκοπισμός, όπως και όλων των επαρχιακών περιοχών της χώρας, βρίσκεται αμόλυντος από τον «ιό» των Αθηνών και των αστικών κέντρων. Η ηγεσία του προσκοπισμού της Ροδόπης είναι άξια και συνεχίζει την παράδοσή του. Και παρά τις δυσκολίες και τις αδυναμίες της, υπηρετεί υπεύθυνα τον ορθόδοξο προσκοπισμό. Έναν προσκοπισμό όπως τον οραματίσθηκαν, τον πίστεψαν, τον υπηρέτησαν και μας τον παρέδωσαν οι ιδρυτές και οι αρχηγοί μας και τον καλλιέργησε η δική μας ιστορική προσκοπική γενιά.
Με αυτές τις αισιόδοξες διαπιστώσεις, ελπίζω και εύχομαι ο καινούριος προσκοπικός αιώνας να φέρει την ειρήνη, την αγάπη και την ομόνοια. Και όχι μόνον προσκοπική ειρήνη, αλλά και παγκόσμια. Σ’ αυτό θα πρέπει να βοηθήσουμε όλοι. Ιδιαίτερα οι γονείς να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους για την ένταξή τους στις προσκοπικές τάξεις και οι άρχοντες να συμπαραστέκονται με θέρμη στην προσκοπική κίνηση. Γιατί η εκατοντάχρονη ιστορία του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων μαρτυρεί προσφορά, πολύ ιδρώτα και αίμα στον βωμό της πατρίδας, της κοινωνίας, του ανθρώπου.
Επομένως, ο Ελληνικός Προσκοπισμός, δε χρωστάει σε κανέναν και για τίποτα. Τον χρωστάμε όλοι τον σεβασμό και την ευγνωμοσύνη μας.
Σήμερα, που έπαυσα προ πολλού να είμαι νεαρός, αφού δεν έχω ξεπεράσει μόνον από καιρό την Τρίτη ηλικία, αλλά βιώνω αισίως και δόξα των Θεώ την Τετάρτη, σκέφτομαι και στοχάζομαι διαφορετικά.
Γι’ αυτό όχι μόνον κάθε 22α Φεβρουαρίου, αλλά κάθε ημέρα σκέφτομαι το χθες και προβληματίζομαι για το σήμερα και το αύριο του ελληνικού προσκοπισμού.
Έτσι σήμερα και μέσω των στηλών του πάντα φιλόξενου και φιλοπρόσκοπου «Χρόνου», σκέφθηκα να απευθυνθώ με την ανοιχτή μου αυτή επιστολή, όχι μόνον στους παλιούς και νέους προσκόπους της Ροδόπης, αλλά και σ’ όλη την κοινωνία της περιοχής μας, τους γονείς, τους άρχοντες και να τους καταστήσω κοινωνούς των στοχασμών και των προβληματισμών μου για τον προσκοπισμό.
Κατ’ αρχήν θεωρώ ευτυχείς όλους όσοι στο διάβα της εκατοντάχρονης (1910 – 2010) ζωής και ιστορίας του σώματος των Ελλήνων Προσκόπων, υπηρέτησαν λίγο η πολύ και καθοιανδήποτε τρόπο στις τάξεις του.
Προσωπικά δε θεωρώ τον εαυτόν μου απλά υπερτυχερό, γιατί θεία πρόνοια ευτύχησα να ενταχθώ και να υπηρετήσω από διάφορες θέσεις και καθήκοντα τις πανανθρώπινες ιδέες και αξίες του ελληνικού προσκοπισμού και να ζήσω τα τρία τέταρτα του ιστορικού προσκοπικού αιώνα.
Από την εποχή που ήμουν ένα δεκάχρονο παιδί, το 1937, έως και σήμερα και ας μην έχω πλέον την αλκή και τη σωματική δύναμη της νιότης μου.
Η προσκοπική ψυχή ποτέ δε γηράσκει. Για τους πραγματικούς παραδοσιακούς προσκόπους ισοβίως ισχύει το ρητό: «Μια φορά πρόσκοπος, πάντα πρόσκοπος». Μ’ αυτές, λοιπόν, τις σκέψεις, γράφω στη συνέχεια λίγους από τους λόγους που ο προσκοπισμός μ’ έκανε ευτυχή. Και με έκανε ευτυχή, γιατί από τότε που γράφτηκα στους προσκόπους, αβίαστα και παίζοντας, διδάχθηκα, έμαθα και πήρα πολλά, πάρα πολλά πολύτιμα εφόδια για την κατοπινή μου ζωή.
Στον προσκοπισμό έμαθα να ζω αρμονικά με τους άλλους. Να συνεργάζομαι ομαδικά μαζί τους για να πετύχουμε ένα στόχο. Να κατασκευάσουμε κάτι, να φθάσουμε κάπου. Έμαθα να συμμετέχω, να παίρνω μέρος στις δράσεις, στις συζητήσεις, στη λήψη μιας απόφασης, μικρής ή μεγάλης, που αφορούσε στην ενωμοτία μας, την ομάδα μας, εμάς τους ίδιους και να δέχομαι τη γνώμη των περισσοτέρων, έστω και αν δεν ταίριαζε με τη δική μου.
Με το προσκοπικό παιχνίδι μάθαινα να πειθαρχώ σε κανόνες, να σέβομαι την προσπάθεια του άλλου και να διεκδικώ τη νίκη, την ατομική ή την ομαδική, με τίμιο παίξιμο. Έμαθα να νικώ και να χάνω και η ήττα να χαλυβδώνει τη θέλησή μου για να αγωνιστώ και να πετύχω. Παραδειγματιζόμουνα από τους άλλους προσκόπους, τους παλαιοτέρους μου στην ομάδα μας και μεγαλυτέρους μου στην ηλικία. Και μου δημιουργείτο η φιλοδοξία να αποκτήσω τις τεχνικές γνώσεις και τις ειδικότητες που είχαν ήδη οι περισσότεροι από τα άλλα παιδιά, προσπαθώντας διαρκώς να προσθέσω και εγώ στη στολή μου, τα αντίστοιχα διακριτικά. Τα διακριτικά από τεχνικές γνώσεις και διάφορες ικανότητες που αποκτούσαμε.
Προσκοπικές τάξεις και πτυχία ειδικότητος τα λέγαμε τότε. Αναγνωρίσεις προσπάθειας και ερασιτεχνικές απασχολήσεις τα λένε τώρα. Και πόσο καμαρώναμε και μας καμάρωναν και οι δικοί μας, κάθε φορά που κάποιο διακριτικό, προσθέταμε στην πλούσια ήδη συλλογή που στόλιζε το μανίκι της στολής μας.
Και δεν ήταν γνώσεις επιπόλαιες, που ξεχνιούνται την άλλη μέρα. Χρειαζόταν προσπάθεια και μελέτη και πρακτική εφαρμογή και διαρκής εξάσκηση. Κόπος, δηλαδή, πολύς. Γι’ αυτό και η ικανοποίηση ήταν μεγαλύτερη, κάτι που μ’ έκανε να καταλάβω την αξία της γνώσης, όταν τη φυτεύεις σωστά μέσα σου και τη σημασία της ανταμοιβής κάθε αληθινής προσπάθειας.
Απόκτησα φίλους που στάθηκαν κοντά μου σε δύσκολες μέρες και ευτυχισμένες στιγμές και τους έδωσα τη φιλία μου ειλικρινή, άδολη, απονήρευτη. Στέριωσε μέσα μου αυτό που λέει ο θυμόσοφος λαός μας: «Κανένας άνθρωπος που έχει έναν πραγματικό φίλο, δεν είναι φτωχός». Μαζί με τους φίλους μου στην ομάδα, έμαθα να ζω στο ύπαιθρο, να νοιώθω ελεύθερος στην απεραντοσύνη της φύσης και πολύ κοντά στο Θεό. Έμαθα να χαίρομαι τον ήλιο στην ανατολή του και το μεγαλείο μιας νύχτας με αστροφεγγιά. Το κελάηδημα των πουλιών, το θρόϊσμα των φύλλων και οι φωνές του δάσους ήταν μαγευτική συνοδεία σε μια πορεία ή στην κατασκήνωσή μας και η γαλήνη της νύχτας, με το φεγγάρι να φωτίζει τις σιλουέτες των δέντρων γύρω, το εντυπωσιακότερο σκηνικό την ώρα της ψυχαγωγίας «γύρω από τη φωτιά».
Έμαθα να ακολουθώ, αλλά και να ηγούμαι. Σπουδαίο πράγμα να οδηγείς και να σε ακολουθούν με εμπιστοσύνη. Εύκολο πράγμα, όταν δεν ζητάς τρόπους να επιβληθείς και να εξαναγκάσεις, αλλά εμπνέεις και φωτίζεις με το παράδειγμά σου και τα «πιστεύω» σου.
Και αν στο δρόμο μας μια ξαφνική καταιγίδα, ένα εμπόδιο, μια αναποδιά, αναπάντεχα μας δημιουργούσε προβλήματα νοιώθαμε, αρκετά ψύχραιμοι, δυνατοί και ικανοί να αντιμετωπίσουμε με καρτερία και αισιοδοξία τις δύσκολες περιστάσεις. Ξέραμε ότι σφιχτά δεμένοι, ο ένας με τον άλλο, αποκτούσαμε τη δύναμη και το κουράγιο να ξεπεράσουμε τις απρόβλεπτες συνθήκες μιας περιπέτειας τότε, κάτι που μας δυνάμωσε και μας προετοίμασε για να ξεπερνάμε με θάρρος και αποφασιστικότητα τις τόσες δυσκολίες που παρουσιάζονται στη ζωή μετά.
Πάνω όμως από όλα αυτά υπήρχε ένας νόμος. Ο νόμος του προσκόπου, που θα’ λεγες ότι μας κυβερνούσε. Είχαμε υποσχεθεί να τηρούμε αυτόν το Νόμο. Θυμάμαι πως όταν διάβασα για πρώτη φορά τον νόμο του προσκόπου, βρήκα μερικές από τις επιταγές του, «άρθρα» τα λέμε, να μου ταιριάζουν απόλυτα. Τα εφάρμοζα ήδη είτε από ιδιοσυγκρασία, είτε γιατί μου το είχαν συμβουλεύσει ο πατέρας και η μητέρα μου. Υπήρχαν και μερικά «άρθρα» που ως τότε δεν είχε τύχει να τα σκεφθώ, να τα προσέξω. Μετά τα εξήγησε ο αρχηγός μου στην ομάδα, τα κατάλαβα, ήσαν σωστά και μου έδωσαν ευκαιρίες να τα βάλω σε πράξη.
Πόσα χρόνια πέρασαν αλήθεια από τότε που γνώρισα την υπόσχεση και τον νόμο των προσκόπων και όμως, ακόμα και σήμερα αναλογίζομαι την εντύπωση που μου είχαν κάνει όταν τα πρωτοδιάβασα. Με τη φαντασία μου έπλασα μέσα από κάθε «άρθρο» τους μια εικόνα. Και ήρθαν στο σύνολό τους να φιλοτεχνήσουν την εικόνα ενός παιδιού, ενός νέου με αθλητικό παράστημα, ευγενική φυσιογνωμία, ιπποτική συμπεριφορά, θαρραλέου και αποφασιστικού και αισιόδοξου, έτοιμου να βοηθήσει και να συμπαρασταθεί, να δώσει το χέρι με αγάπη στην καρδιά στον ανήμπορο, στον δυστυχή και να αγωνιστεί για ένα καλύτερο αύριο για την πατρίδα του, τους ανθρώπους γύρω του, τους δικούς του, τον ίδιο του τον εαυτό.
Αυτή η πρώτη εικόνα, όσα χρόνια κι αν πέρασαν από τότε και πέρασαν 75 ολόκληρα, ξαναστήνεται κατά διαστήματα μπροστά μου. Και κάθε φορά που τη βλέπω την συγκρίνω με τον εαυτό μου και με τις πράξεις μου. Τις πράξεις μου τις καθημερινές, τις πράξεις μιας ολόκληρης ζωής που αφήνεις πίσω… Και τι απερίγραπτη χαρά και ευχαρίστηση νοιώθεις και ικανοποίηση, όταν βλέπεις πόσο πλησίασε, πόσο συνταίριαξες τον εαυτό σου και τη ζωή σου με αυτό το πρότυπο, με αυτή την πρώτη εικόνα, το είδωλο που φιλοτέχνησε τότε, με τα μάτια της παιδικής ψυχής και φαντασίας, ο νόμος των Προσκόπων.
Αναλογίζομαι συχνά – καθημερινά θα έλεγα – τι μεγάλη ευκαιρία είναι για το παιδί ο προσκοπισμός και τι μοναδική περιπέτεια η ζωή στους καλοχτισμένους κόσμους του.
Ευτυχισμένοι όσοι περπάτησαν στον δρόμο του. Και πιο πολύ όσοι αφοσιώθηκαν σ’ αυτόν και έδωσαν την ευκαιρία σε άλλους νέους να τον γνωρίσουν, να γνωρίσουν τον «δρόμο προς την αληθινή επιτυχία και ευτυχία» και να νοιώσουν το πραγματικό νόημα της ζωής.
Πριν κλείσω αυτό το επετειακό κείμενό μου – αφιέρωμα στα εκατοντάχρονα του Ελληνικού Προσκοπισμού – επιθυμώ και πρέπει για την ιστορία, να το συμπληρώσω και με τον προβληματισμό και την ανησυχία μου για το μέλλον του.
Και τούτο, παρά την προσκοπική αισιοδοξία μου, ανησυχώ γιατί με τις ακραίες δυστυχώς κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που δημιουργούνται στις μέρες μας, φθείρονται και απαξιώνονται όλο και περισσότερο οι πατροπαράδοτες ελληνικές αρχές και αξίες και φυσικά και του Ελληνικού Προσκοπισμού.
Γι’ αυτό θεωρώ τουλάχιστον άδικο το γεγονός ότι η Πολιτεία με την ανοχή δυστυχώς των μετά την μεταπολίτευση κεντρικών ηγεσιών του Προσκοπισμού, μετέτρεψαν νομοθετικά το ιστορικό σώμα των Ελλήνων Προσκόπων από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σε ένα απλό σωματείο (ίδρυμα). Σε μια κοινή μη κυβερνητική οργάνωση. Σε μια κοινή Μ.Κ.Ο, από τις εκατοντάδες που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια κάθε μέρα, με ψευδεπίγραφους τίτλους και με ιδιοτελή έως ύποπτα σχέδια και σκοπούς οι περισσότερες.
» Είναι κρίμα και άδικο η πολιτεία με την ασυγχώρητη ανοχή των περισσοτέρων μεταπολιτευτικών ηγεσιών του ελληνικού προσκοπισμού, να έχουν μετατρέψει νομοθετικά το ιστορικό σώμα των Ελλήνων προσκόπων από Ν.Π.Δ. Δικαίου σε ένα απλό σωματείο,
σε μια κοινή Μ.Κ.Ο.
Το ευγενές σώμα των Ελλήνων Προσκόπων με την εκατοντάχρονη (1910 – 2010) ιστορία προσφοράς και θυσίας προς την πατρίδα, το έθνος, την κοινωνία, τον άνθρωπο, δεν έχει καμία σχέση με τις γνωστές Μ.Κ.Ο. και δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να συγκρίνεται μ’ αυτές και να έχει την ίδια τύχη. Ανησυχώ δε ιδιαίτερα, γιατί με το νέο νομικό καθεστώς και το στήσιμο της κάλπης δημιουργήθηκαν στους κόλπους του αντίπαλες παρατάξεις και λόγω της ψηφοθηρίας άρχισαν να εμφανίζονται σημάδια διασάλευσης της παραδοσιακής αυτοπειθαρχίας, της αμφισβήτησης αρχών και αξιών, ακόμα και αυτής της λαμπρής και ένδοξης ιστορίας του.
Τα φαινόμενα αυτά αποτελούν σοβαρό κίνδυνο ρήξης του συνδετικού αδελφικού προσκοπικού πνεύματος, που ως γνωστόν στηρίζεται όλο το προσκοπικό οικοδόμημα. Και όλα αυτά, όταν ακόμα το Σ.Ε. Προσκόπων τελεί υπό την αιγίδα του προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας και εποπτεύεται από το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
» Πρέπει οι προσκοπικοί τοίχοι, που προστατεύουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας, να γίνουν φρούρια και κάστρα άπαρτα, γιατί υπάρχει κίνδυνος οι μανιασμένοι άνεμοι της εποχής μας όχι απλά να σκορπίσουν, αλλά και να σαρώσουν ακόμα το ειρηνικό ελληνικό αύριο
Ευτυχώς ο τοπικός μας προσκοπισμός, όπως και όλων των επαρχιακών περιοχών της χώρας, βρίσκεται αμόλυντος από τον «ιό» των Αθηνών και των αστικών κέντρων. Η ηγεσία του προσκοπισμού της Ροδόπης είναι άξια και συνεχίζει την παράδοσή του. Και παρά τις δυσκολίες και τις αδυναμίες της, υπηρετεί υπεύθυνα τον ορθόδοξο προσκοπισμό. Έναν προσκοπισμό όπως τον οραματίσθηκαν, τον πίστεψαν, τον υπηρέτησαν και μας τον παρέδωσαν οι ιδρυτές και οι αρχηγοί μας και τον καλλιέργησε η δική μας ιστορική προσκοπική γενιά.
Με αυτές τις αισιόδοξες διαπιστώσεις, ελπίζω και εύχομαι ο καινούριος προσκοπικός αιώνας να φέρει την ειρήνη, την αγάπη και την ομόνοια. Και όχι μόνον προσκοπική ειρήνη, αλλά και παγκόσμια. Σ’ αυτό θα πρέπει να βοηθήσουμε όλοι. Ιδιαίτερα οι γονείς να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους για την ένταξή τους στις προσκοπικές τάξεις και οι άρχοντες να συμπαραστέκονται με θέρμη στην προσκοπική κίνηση. Γιατί η εκατοντάχρονη ιστορία του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων μαρτυρεί προσφορά, πολύ ιδρώτα και αίμα στον βωμό της πατρίδας, της κοινωνίας, του ανθρώπου.
Επομένως, ο Ελληνικός Προσκοπισμός, δε χρωστάει σε κανέναν και για τίποτα. Τον χρωστάμε όλοι τον σεβασμό και την ευγνωμοσύνη μας.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News