Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Γράφει η φιλόλογος Ντίνα Σαμουρκασίδου
1941-1944
Η Βουλγαροκρατία στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, κατά το 1941-1944. Αναφορές ιδιαίτερες στην Κομοτηνή και στο Νομό Ροδόπης. Οι εκτός Ελλάδος αγώνες των Ελλήνων (Ελ Αλαμέιν, Ρίμινι) στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η παρουσίαση των γεγονότων με τη βοήθεια της Ιστορίας, των διαφόρων μορφών της τέχνης, αλλά και με μαρτυρίες, όσων έζησαν τα γεγονότα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10ο - ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΩΝ ΟΡΦΑΝΩΝ ΤΟΥ Ε.Α.Ο.Α.Ρ (=ΕΘΝΙΚΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΟ ΑΡΡΕΝΩΝ ΡΟΔΟΠΗΣ), ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940-1941
Πρόκειται για μια άγνωστη ιστορία από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο που ήρθε στο φως της δημοσιότητας μετά από 56 χρόνια. Το κείμενο γράφτηκε το 1997 και συμπληρώθηκε το 2006, σύμφωνα με τα γραφόμενα του συγγραφέα.
Το θέμα του είναι: Πώς γλίτωσαν από την επίθεση των γερμανικών "στούκας" στο λιμάνι του Πειραιά και από το παιδομάζωμα που σχεδίαζαν οι κατακτητές Βούλγαροι. Το παρόν κείμενο ντοκουμέντο είναι γραμμένο από τον εκλεκτό και αείμνηστο συμπολίτη μας, Φαίδωνα Ζάμπογλου και αναφέρεται στο βιβλίο που ο ίδιος έγραψε και φέρει τον τίτλο: "Περιμένοντας την χαριστική βολή".
Η σωτηρία των τροφίμων του Ε.Α.Ο.Α.Ρ, τη νύχτα της 6ης Απριλίου 1941, όταν καταστράφηκε το λιμάνι του Πειραιά, από τα γερμανικά αεροπλάνα, ήταν για όλους γεγονός ανεξήγητο και παρέμεινε και για τον συγγραφέα Φαίδωνα Ζάμπογλου έτσι, μέχρι το 1991, οπότε έγινε επίσκεψη στην Κομοτηνή των Γερμανών αεροπόρων που είχαν βομβαρδίσει το λιμάνι του Πειραιά, εκείνη τη νύχτα. Είχε συνομιλία μαζί τους ο συγγραφέας. Η έκπληξη και η συγκίνηση που ένιωσε, αναθέρμαναν τις αναμνήσεις του και ήταν η αιτία που τον παρακίνησε να γράψει αυτό το κείμενο - μαρτυρία. Η εξιστόρηση βασίστηκε σε κείμενα της εποχής εκείνης, σε προσωπικές αναμνήσεις του συγγραφέα Φαίδωνα Ζάμπογλου, στα αρχεία του Β' και Γ' Σώματος Στρατού και σε μαρτυρίες αυτών που συμμετείχαν στα γεγονότα.
α. Η ίδρυση του Ε.Α.Ο.Α.Ρ και το διδακτικό προσωπικό του
Το φιλανθρωπικό ίδρυμα ήταν τότε Αγροτικό Ορφανοτροφείο Αρρένων, ενώ από το 1973 λειτουργεί ως χώρος για παιδιά με πολύ μειωμένες αντιληπτικές ικανότητες. Βρίσκεται στο 14ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού, για όποιον ταξιδεύει από Κομοτηνή προς το Πόρτο - Λάγος. Στα δεξιά του δρόμου υπάρχει η μονή της Παναγίας Φανερωμένης ή μονή Βαθυρρύακος και από την αριστερή μεριά του δρόμου συναντά κανείς το προαναφερθέν ευαγές κατάστημα.
Για το Νομό Ροδόπης αποφασίσθηκε η ίδρυση του Ε.Α.Ο.Α.Ρ το 1928. Στην αρχή στεγάσθηκε στο κτίριο που αργότερα έγινε ταχυδρομείο, και τώρα χρησιμοποιείται, μετά από μια σχετική διαρρύθμιση σαν μουσικό Ωδείο της Κομοτηνής και βρίσκεται στην πλατεία Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου.
Διορίσθηκαν ως υπάλληλοι και διδακτικού προσωπικού συγχρόνως: Ο Δημήτριος Ζάμπογλου που είχε σπουδάσει στη Γαλλία μηχανικός - γεωπόνος, στη θέση του διευθυντή. Ήταν ο πατέρας του συγγραφέα Φαίδωνα Ζάμπογλου. Καθηγητές ήσαν ο Αθαν. Λάλος, πατέρας του ιατρού Λάλου και παππούς του μετεωρολόγου. Δίδασκε αμπελοκομία και δενδροκομία και ήταν διευθυντής του αμπελουργικού σταθμού Αιγείρου. Μόνιμος καθηγητής γεωπονίας και επιμελητής του ιδρύματος ήταν ο Κωνσταντίνος Ζαρίτας, πατέρας του αρχιτέκτονα Φώτη Ζαρίτα. Το ίδιο ήταν και ο Γεώργιος Χατζηστεφανίδης. Ο Κωνσταντίνος Χαλδούπης ήταν παιδαγωγός. Δίδασκε Νέα Ελληνικά, Ιστορία και Θρησκευτικά. Τελευταίος προ του πολέμου διαχειριστής ήταν ο Μαλλιαράς. Συγκροτήθηκε μια επιτροπή από έγκριτους πολίτες της Κομοτηνής, υπό την προεδρία του Μητροπολίτη της Κομοτηνής. Η επιτροπή έπαιρνε αποφάσεις για τη λειτουργία του ιδρύματος.
β. Η φοίτηση και οι προϋποθέσεις της
Στο Ε.Α.Ο.Α.Ρ φοιτούσαν παιδιά που τελείωναν την στοιχειώδη εκπαίδευση σε ορφανοτροφεία, αλλά και ορφανά από την γύρω περιοχή, απόφοιτοι δημοτικού σχολείου. Αυτά τα άτομα σπούδαζαν δωρεάν. Αν υπήρχε περιθώριο, μπορούσαν να φοιτήσουν και παιδιά που δεν ήταν ορφανά, αλλά αυτά πλήρωναν τα έξοδα διατροφής τους. Ακόμη μπορούσε κάθε κοινότητα να στείλει δύο μαθητές ως υποτρόφους. Η φοίτηση ήταν 3ετής και περιελάμβανε μαθήματα γεωτεχνίας και ζωοτεχνίας. Οι απόφοιτοι με τις γνώσεις και το δίπλωμα του γεωτεχνίτη, μπορούσαν να διοριστούν στο Δημόσιο, σε αμπελουργικούς, σε δενδροκομικούς, σε κτηνοτροφικούς σταθμούς, σε φυτώρια ή να ιδιωτεύουν ως σύμβουλοι γεωργών και γεωργικών επιχειρήσεων. Ο αριθμός των μαθητών κυμαινόταν από 80 έως 130 αγόρια.
Οι φροντίδες και το ενδιαφέρον του κράτους, των διδασκόντων και της επιτροπής συνεχίζονταν και μετά την αποφοίτηση των παιδιών, για την ένταξή τους στην κοινωνία και για την επαγγελματική τους αποκατάσταση. Με νοσταλγία θυμούνται οι απόφοιτοι το οικογενειακό περιβάλλον και την ευχάριστη ζωή. Είχαν πολλές ελεύθερες ώρες. Οργάνωσαν ομάδες ποδοσφαίρου και βόλεϊ. Έκαναν αγώνες δρόμου και άλλων αθλημάτων.
γ. Η δικτατορία του Μεταξά και οι συνέπειές της στο Ίδρυμα
Όταν επικράτησε η δικτατορία του Μεταξά (4 Αυγούστου 1936), κάλεσαν όλους τους υπαλλήλους του ιδρύματος σε συγκεντώσεις της οργάνωσης, αλλά δεν πήγε κανείς. Πρότειναν στον διευθυντή να αναλάβει τη διεύθυνση της Ε.Ο.Ν (=Εθνική Οργάνωση Νεολαίας), αλλά εκείνος αρνήθηκε. Πολλοί συμπαθούσαν τότε τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Το φθινόπωρο του 1939, μέσα στο πρόγραμμα των επισκέψεων του Ιωάννη Μεταξά, ήταν και η επίσκεψη στο χωριό Μεσσούνη. Πρότειναν στον διευθυντή του Ε.Α.Ο.Α.Ρ να προσφωνήσει τον Ιωάννη Μεταξά, αλλά αυτός αρνήθηκε, όπως αρνήθηκαν και οι άλλοι καθηγητές. Τους κάλεσαν σε απολογία. Προφασίσθηκαν ασθένεια ορισμένων παιδιών και το γεγονός ότι τα ζώα χρειάζονταν περιποίηση, τάισμα, πότισμα, άρμεγμα κ.α.
Το αποτέλεσμα ήταν να μεταθέσουν στα Ιωάννινα τον διευθυντή του Ε.Α.Ο.Α.Ρ, Δημήτριο Ζάμπογλου και να τον υποβιβάσουν σε απλό καθηγητή. Στους άλλους υπαλλήλους έγινε απλώς επίπληξη. Έστειλαν άλλον διευθυντή. Ο παλιός έμεινε, για να γίνουν ορισμένες διατυπώσεις και για την παράδοση των εγγράφων της διεύθυνσης. Άρχισε να διαφαίνεται ο κίνδυνος του πολέμου στην Ήπειρο.
δ. Ο πόλεμος του 1940-1941. Οι δυσκολίες και οι κίνδυνοι
Ο Κωνσταντίνος Ζαρίτας και ο Γεώργιος Χατζηστεφανίδης ήσαν Ηπειρώτες και επιστρατεύθηκαν στο απόσπασμα Δαβάκη, που φρουρούσε τα σύνορα στην Αλβανία, στην Πίνδο. Έφτασε ο Οκτώβριος του 1940. Ο Α. Λάλος και ο Χαλδούπης υπηρέτησαν στο θρυλικό 29ο Σύνταγμα Πεζικού Κομοτηνής. Έμειναν στο ίδρυμα ο υπό μετάθεση και υποβιβασμό πρώην διευθυντής, ο διαχειριστής και ο νέος διευθυντής, διότι δεν εκλήθησαν οι κλάσεις τους λόγω ηλικίας. Ήταν και από το βοηθητικό προσωπικό: η ράφτρα, η μαγείρισσα, η καθαρίστρια και η νοσοκόμα. Ο νέος διευθυντής ήταν απρόθυμος σε καθετί. Θεώρησε την μετάθεσή του εδώ πάνω σαν εξορία και περίμενε να φύγει πίσω. Ίσως να ήρθε τελικά η μετάθεση, γιατί μετά από λίγο έφυγε. Ο πρώην διευθυντής συνέχισε τα μαθήματα, για να τελειώσουν την ύλη. Με την ανώμαλη κατάσταση που επικρατούσε, δεν γίνονταν μαθήματα. Μόνος του ο Δημ. Ζάμπογλου δεν επαρκούσε, γι' αυτό όρισε παιδιά ανωτέρων τάξεων να διδάσκουν στις κατώτερες. Αυτά τα παιδιά ήταν αριστούχοι και αμέμπτου διαγωγής. Ήσαν ο Ηλίας Μαζαράκης, ο Βασίλειος Τσικρικάς και ο Σάββας Σαββίδης από το χωριό Θρυλόριο. Στον τελευταίο ανετέθη η φροντίδα και η ευθύνη της κτηνοτροφίας. Καθοδηγούσε τα άλλα παιδιά και με τη βοήθειά τους φρόντιζε τα ζώα. Ήταν αρχηγός όλων των παιδιών. Σε όλα τα μαθήματα είχε άριστα (20) και ήθελαν να τον κρατήσουν και μετά την αποφοίτησή του, για να διδάσκει. Οι καθηγητές Κων. Ζαρίτας και Γ. Χατζηστεφανίδης ήσαν και αυτοί απόφοιτοι του Αγροτικού ιδρύματος των Ιωαννίνων.
Στο μεταξύ έφταναν τα νέα για τα ηρωικά κατορθώματα του ελληνικού στρατού. Όλος ο κόσμος δούλευε, για να στείλει εφόδια, ρούχα, τρόφιμα και πολεμοφόδια στους στρατιώτες μας. Σε κάθε νίκη μας, χτυπούσαν οι καμπάνες και γιόρταζε ο κόσμος. Την χαρά άρχισε να σκιάζει η γερμανική απειλή. Τον Μάρτιο του 1941 δεν υπήρχε πια αμφιβολία ότι οι Γερμανοί ήταν έτοιμοι να εισβάλλουν στην Ελλάδα. Ο στρατός μας πολεμούσε στην Αλβανία. Διαδόθηκε ότι μαζί με τους Γερμανούς θα κατέβαιναν και οι Βούλγαροι, οι οποίοι θα έσφαζαν όλους τους Έλληνες, για να γίνει η Θράκη Βουλγαρία. Μεγάλος πανικός κυρίευσε όλον τον κόσμο! Όλοι ήθελαν να φύγουν. Το κράτος προσπαθούσε να συγκρατήσει τον κόσμο, αλλά μάταια. Τα τρένα δεν έδιναν εισιτήρια. Γινόταν έλεγχος, διότι πολλοί έφευγαν σαν λαθρεπιβάτες. Πολλοί περίμεναν το τρένο και ανέβαιναν όχι από τον σταθμό, αλλά όταν ξεκινούσε και μετά, πηδούσαν στην σκευοφόρα.
Οι πιο πολλοί υπάλληλοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους. Το κράτος παρέλυσε. Ο πρώην διευθυντής του Ορφανοτροφείου Δημ. Ζάμπογλου βρήκε τρόπο και έστειλε την οικογένειά του στην Αθήνα, με την πρόθεση να περάσει να τους πάρει, όταν θα πήγαινε στη νέα του θέση, στα Ιωάννινα. Τα παιδιά του ορφανοτροφείου τελείωσαν την ύλη των μαθημάτων τους. Από την επίδοσή τους στα διαγωνίσματα, μπορούσαν να αποφοιτήσουν.
Δυστυχώς όμως ο Δημ. Ζάμπογλου δεν μπορούσε να τους δώσει τα πτυχία, διότι δεν ήταν πια διευθυντής και θα θεωρούνταν άκυρα. Ήρθε το έγγραφο, για να παρουσιασθεί στα Ιωάννινα σε 10 μέρες. Διαφορετικά θα τον απέλυαν. Απάντησε: Περιμένω αντικαταστάτη και μετά θα φύγω. Μια μέρα του Μαρτίου του 1941, έφθασε στο ίδρυμα ένα αγγλικό αυτοκίνητο, με στρατιώτες Άγγλους. Υπήρχε και ένας Άγγλος αξιωματικός, με βαθμό ταγματάρχη. Πήρε τον διευθυντή και τον διαχειριστή του ιδρύματος και κλείσθηκαν στο γραφείο. "Επίκειται επίθεση και εισβολή των Γερμανών και των Βουλγάρων. Τα μέρη αυτά θα τα εγκαταλείψουμε. Δεν έχουμε τις απαιτούμενες δυνάμεις, για να αμυνθούμε. Έχουμε βεβαιωμένη πληροφορία ότι τα μέρη αυτά έχει συμφωνηθεί να δοθούν στη Βουλγαρία και ότι οι Βούλγαροι θα καταβάλουν προσπάθεια να εκβουλγαρίσουν τον πληθυσμό και να προσαρτήσουν στη χώρα τους την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Στα πλαίσια αυτού του προγράμματος, έχουν σχέδιο να μεταφέρουν τα παιδιά αυτού του ιδρύματος στη Βουλγαρία προς εκβουλγαρισμό. Πρέπει να μεταφέρετε αυτά τα παιδιά στη Νότια Ελλάδα, για να τα σώσετε. Ο διευθυντής είπε: "Δεν ξέρω, με ποια ιδιότητα, μπορώ να αναλάβω μια τέτοια ευθύνη. Εδώ που βρίσκομαι τώρα, σ' αυτήν την θέση, ουσιαστικά είμαι διωγμένος και ίσως από τη νέα μου θέση να με έχουν απολύσει, επειδή δεν παρουσιάσθηκα εγκαίρως. Δεν έχω καμιάν αρμοδιότητα. Σας παρακαλώ τις πληροφορίες αυτές να τις διαβιβάσετε στο υπουργείο και να μου δώσουν γραπτή εντολή". Ο Άγγλος είπε: "Στο υπουργείο έχω μιλήσει και είναι εν γνώσει τους. Αλλά εκεί υπάρχει μεγάλη σύγχυση. Στην Γενική Διοίκηση δεν υπάρχει κανείς".
Περιμένοντας τη γραπτή εντολή ο άξιος διευθυντής Δημ. Ζάμπογλου, είπε στα παιδιά που ήταν από τα κοντινά χωριά της γύρω περιοχής, να πάνε στα σπίτια τους, γιατί το ίδρυμα διαλύεται. Επίσης, είπε στην ράφτρα να ετοιμάσει 35 σακίδια ταξιδιού, διότι τόσα υπολόγισε ότι θα είναι τα παιδιά, που θα έπρεπε να μεταφερθούν στη Νότια Ελλάδα.
Ο διευθυντής επισκέφθηκε τη Γενική Διοίκηση και αναζήτησε κάποιον υπεύθυνο, για να επικοινωνήσει μαζί του. Όλοι εκείνοι οι αξιωματούχοι της 4ης Αυγούστου, που έκαναν τους ελέγχους στο ίδρυμα, είχαν εξαφανισθεί. Ο διευθυντής επισκέφθηκε αρκετές φορές τον Μητροπολίτη Βασίλειο της Κομοτηνής και ζήτησε τη συμβουλή του. Σαν τελευταία λύση σκέφθηκε και πρότεινε να μοιρασθούν τα παιδιά σε σπίτια χριστιανών και στην Μητρόπολη. Ο Μητροπολίτης το βρήκε πολύ επικίνδυνο. Τέλος, είπε στον διευθυντή του Ε.Α.Ο.Α.Ρ "θα περάσουμε μεγάλη δοκιμασία. Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να μας δώσει τη δύναμη να αντέξουμε". Πράγματι, προσευχήθηκαν και στο τέλος ο Μητροπολίτης της Κομοτηνής Βασίλειος είπε: "Αν ταξιδέψετε, να έχετε την ευχή μου. Θα προσεύχομαι για εσάς". Ο πανικός του κόσμου και η φυγή των κατοίκων της πόλης συνεχιζόταν. Στις 4 Απριλίου 1941, ο Άγγλος ταγματάρχης πέρασε με το αυτοκίνητο και όταν είδε ότι δεν έφυγαν, είπε: "Γιατί είσθε ακόμη εδώ; Μήπως δεν καταλάβατε τον κίνδυνο που διατρέχουν τα παιδιά;" Ο διαχειριστής του ιδρύματος ήταν ο μόνος δημόσιος υπάλληλος, αλλά δεν μπορούσε να αναλάβει την πρωτοβουλία. Είναι προς τιμήν του που δεν έφυγε, αλλά έμεινε ως το τέλος και συμμερίστηκε την τύχη των παιδιών. Λίγο αργότερα, την ίδια μέρα, στις 4 Απριλίου πάλι ο Άγγλος αξιωματικός ξαναγύρισε. Μίλησε στον διευθυντή και στον διαχειριστή: "Εμείς φεύγουμε οριστικά. Δεν υπάρχει πια περιθώριο χρόνου. Φύγετε αμέσως τώρα, αυτήν την στιγμή. Αύριο θα είναι αργά. Κλείνουν οι δρόμοι. Πρέπει να αποφασίσετε τώρα. Αν αφήσετε αυτά τα παιδιά στα χέρια των Βουλγάρων, θα χαθούν για πάντα και θα έχετε το κρίμα τους". Ο Άγγλος έφυγε. Ο διευθυντής και ο διαχειριστής δεν κοιμήθηκαν εκείνη τη νύχτα. Ξαγρύπνησαν και συζητούσαν για το τι έπρεπε να κάνουν. Τα χαράματα της 5ης Απριλίου 1941, ακούστηκαν υπόκωφα βροντές. Το επιβεβαίωσε και ο τότε μαθητής του ιδρύματος Βασίλειος Αποστολίδης, πατέρας της δικηγόρου Άννας Αποστολίδου. Αυτός ως Κομοτηναίος, δεν επρόκειτο να ταξιδέψει. Οι βροντές τούς έκαναν να νομίσουν ότι άρχισε ο πόλεμος. Επρόκειτο για ανατινάξεις ορεινών διαβάσεων, τις οποίες διέταξε, με δική του πρωτοβουλία, ο διοικητής του Οχυρού της Νυμφαίας, ταγματάρχης Αναγνωστός, επειδή φοβόταν για μιαν εξ εφόδου κατάληψη των ορεινών διαβάσεων, διότι είχε λάβει την πληροφορία ότι την επομένη στις 6 Απριλίου 1941, θα άρχιζε η γερμανική επίθεση. Το ίδιο έκαναν και οι άλλοι διοικητές μονάδων. Διέταξαν ανατινάξεις γεφυρών.
ε. Τα παιδιά του Ορφανοτροφείου με αλογάμαξα έφτασαν στο Πόρτο - Λάγος
Συγκέντρωσαν ο διευθυντής και ο διαχειριστής του Ορφανοτροφείου τα παιδιά και τους εξήγησαν την κατάσταση. Είπε ο διευθυντής: "Αν κάποιο παιδί δεν θέλει να φύγει, ας πάει στην Μητρόπολη της Κομοτηνής. Όσο ακούγονταν οι βροντές, ο διαχειριστής έχασε την ψυχραιμία του και είπε: "άρχισε ο πόλεμος, είναι επικίνδυνο να ταξιδέψουμε. Ο διευθυντής του είπε να πάει στην Μητρόπολη, με όσα παιδιά δεν ήθελαν να ταξιδέψουν: Όλα τα παιδιά αποφάσισαν να ταξιδέψουν, οπότε και ο διαχειριστής συμφώνησε να ταξιδέψει και αυτός.
Δόθηκαν εντολές: "Φεύγουμε αμέσως, με τα ρούχα που φοράτε, μια κουβέρτα, ψωμί και νερό στο σακίδιο. Θα πάμε με το κάρο στο Πόρτο Λάγος, μήπως βρούμε κανένα πλοίο. Αλλιώς, θα συνεχίσουμε με το κάρο". Τις βαλίτσες με τα προσωπικά είδη τις εγκατέλειψαν. Ο διαχειριστής είπε: "Πρέπει να πάρω μαζί μου τα βιβλία και τα χρήματα του ιδρύματος. Μπορεί να μου γίνει κάποιος έλεγχος".
Αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν ένα μεγάλο κάρο που το έσερναν δύο άλογα και ένα μικρότερο που το τραβούσε ένα άλογο. Ο διαχειριστής πρότεινε: "Ξεκινήστε εσείς με το μεγάλο κάρο και γω θα έρθω με το μικρό. Θα ξεκινήσω, μόλις φορτώσω γρήγορα τα πράγματα και τα βιβλία. Ας μείνουν δύο παιδιά, για να με βοηθήσουν στο φόρτωμα και θα σας προλάβω στον δρόμο". Ο διευθυντής είπε: "Παράτησε τα βιβλία και πάμε να φύγουμε τώρα, όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Δεν γίνεται να μείνουν εδώ παιδιά. Δεν το επιτρέπω". Τότε παρουσιάστηκαν δύο παιδιά που άκουγαν τη συζήτηση. Παρακάλεσαν τον διευθυντή να τους αφήσει να μείνουν, για να βοηθήσουν τον διαχειριστή και να ταξιδέψουν μαζί του. Ο διευθυντής το επέτρεψε. Ήταν οι αριστούχοι μαθητές και φίλοι: Ηλίας Μαζαράκης και Βασίλης Τσικρικάς. Ο Σάββας Σαββίδης είχε φύγει για το χωριό του το Θρυλόριο. Ο διαχειριστής φόρτωνε ακόμη το μικρό κάρο που το έλεγαν "σούστα". Μ' αυτό έκαναν τις προμήθειές τους. Ο διευθυντής τον παρακάλεσε να φύγουν αμέσως: "ΜΗΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ. ΟΙ ΖΩΕΣ ΜΑΣ ΕΧΟΥΝ ΑΞΙΑ!" Δυστυχώς, δεν εισακούσθηκε. Τα δύο κάρα ξεκίνησαν και ο διαχειριστής φόρτωνε ακόμη. Τα μισά παιδιά ανέβηκαν στο κάρο, τα άλλα ακολουθούσαν με τα πόδια, με σκοπό να εναλλάσσονται στον δρόμο. Έκαναν προσευχή στον Θεό, για ασφάλεια και προστασία. Ξεκίνησαν με πορεία τροχάδην. Έφτασαν στην πρώτη γέφυρα του Πόρτο Λάγους. Εκεί ήταν ένας ανθυπολοχαγός, με μια διμοιρία του Μηχανικού και με εντολή να ανατινάξουν την γέφυρα. Είχαν τοποθετήσει τα εκρηκτικά και επιχείρησαν να πυροδοτήσουν με ηλεκτρικό μηχανισμό, αλλά φαίνεται να έπαθε βλάβη και δεν λειτούργησε. Ετοίμαζαν εγκατάσταση πυροδότησης με βραδύκαυστο φυτίλι. Ο ανθυπολοχαγός τους είπε: "Είσθε πολύ τυχεροί! Αν η γέφυρα είχε ανατιναχθεί, δεν θα μπορούσε να περάσει το κάρο". Ο διευθυντής τον παρακάλεσε να περιμένει λίγο, για να έλθει και το άλλο κάρο με τον διαχειριστή, που είχε μείνει πίσω λόγω βάρους, οπότε δεν μπορούσε να τρέξει πολύ. "Δεν μπορώ να περιμένω πολύ, διότι έχω εντολή να ανατινάξω ακόμη δύο γέφυρες", είπε ο ανθυπολοχαγός.
Το κάρο πέρασε τη γέφυρα και συνέχισε την πορεία του προς τον μώλο (=προκυμαία) του Πόρτο Λάγους. Εκεί βρίσκονταν πολλοί που ήθελαν να φύγουν. Οι καραβοκύρηδες φοβόνταν να σαλπάρουν. Όλο το Μάρτιο πετούσαν γερμανικά αεροπλάνα από πάνω ψηλά. Πήγε ο διευθυντής στο Λιμεναρχείο και εξήγησε την κατάσταση στον υπεύθυνο. Είναι προς τιμήν του Λιμενάρχη, που παρά τις δουλειές που είχε, τις άφησε στην άκρη και κατόρθωσε να πείσει κάποιον καπετάνιο να πάρει τα παιδιά και να τα σώσει. Του είπε: "αυτά τα Ελληνόπουλα στο χέρι σου είναι να σωθούν".
στ. Τα παιδιά με τον διευθυντή σάλπαραν από Πόρτο Λάγος για Πειραιά
Ο καπετάνιος ετοίμασε το καράβι, για να ξεκινήσει. Πήρε και μερικούς επιβάτες που παρακαλούσαν, με τα λεφτά στα χέρια. Τα παιδιά τα πήρε δωρεάν και από τον συνοδό τους δεν δέχθηκε χρήματα. Παρακάλεσε ο διευθυντής τον καπετάνιο να περιμένει λίγο, μήπως φανούν και τα άλλα παιδιά με τον διαχειριστή. Ακούστηκε μια έκρηξη και υπέθεσαν ότι ανατινάχθηκε η γέφυρα. Περίμεναν ακόμη λίγο, μήπως είχαν προφτάσει να περάσουν πριν από την ανατίναξη. Μάταια περίμεναν. Δεν φάνηκε η σούστα. Σάλπαραν για Πειραιά στις 5 Απριλίου 1941. Για τον διαχειριστή, όμως έμαθαν αργότερα ότι άργησε να ξεκινήσει και έφτασαν, όταν είχε ανατιναχθεί η πρώτη γέφυρα, οπότε πέρασαν μέσα από τα νερά. Το ένα μπαούλο με τα βιβλία τα εγκατέλειψαν εκεί, ενώ το άλλο το μετέφεραν στα χέρια και πέταξαν τα βιβλία στα κοντινά χαντάκια. Το άλογο αφέθηκε ελεύθερο και γύρισε μόνο του στο Ίδρυμα.
Μετά την απελευθέρωση, αυτά τα βιβλία τα βρήκαν άνθρωποι του Πόρτο - Λάγους και τα επέστρεψαν στο Ίδρυμα. Η άλλη γέφυρα του Πόρτο - Λάγους, που είναι κοντά στις ταβέρνες, δεν είχε ανατιναχθεί ακόμη. Μόλις έφτασαν στον μώλο ο διαχειριστής με τους δύο μαθητές τα άλλα παιδιά με τον διευθυντή είχαν σαλπάρει και ταξίδευαν.
Τα δύο παιδιά με τον διαχειριστή ταξίδεψαν με άλλο πλοίο, που ξεκίνησε τη νύχτα. Το πλοίο με τον διευθυντή και τους μαθητές ακολουθούσε παράκτια πορεία, με τη σκέψη πως, αν βούλιαζαν το καράβι οι εχθροί, να μπορούσαν κολυμπώντας να βγουν στη στεριά. Τα παιδιά μάθαιναν κολύμπι τα καλοκαίρια στο Φανάρι που ήταν κοντά στο Ίδρυμα. Έφτασαν στο λιμάνι του Πειραιά, όταν νύχτωνε, ίσως 8 ή 9 η ώρα, στις 6 Απριλίου 1941. Το λιμάνι του Πειραιά ήταν γεμάτο πλοία, μικρά και μεγάλα, ώστε να μην υπάρχει πουθενά χώρος να πλευρίσουν. Ο καπετάνιος ζητούσε οδηγίες με τον ασύρματο, αλλά μιλούσαν πολλοί και δεν κατόρθωσε να συνδεθεί με το Λιμεναρχείο. Το πλοίο ακινητοποιήθηκε στο νερό σε ίση απόσταση, από δεξιά και αριστερά, κοντά σε δύο πολεμικά. Ακούστηκε η σειρήνα, που σήμαινε συναγερμό. Έσβησαν όλα τα φώτα και οι άνθρωποι εξαφανίσθηκαν. Όσοι ήταν στην ξηρά, έτρεξαν στα καταφύγια και όσοι ήσαν στα πλοία, κατέβηκαν στα αμπάρια.
ζ. Βομβαρδισμός από γερμανικά αεροπλάνα και στούκας στο λιμάνι του Πειραιά
Ακούστηκαν αεροπλάνα που πετούσαν ψηλά. Προβολείς έψαχναν στον ουρανό και μόλις εντόπιζαν ένα αεροπλάνο, τα αντιαεροπορικά πολυβολεία το πυροβολούσαν. Γέμισε ο ουρανός από τις λάμψεις, που προκαλούσαν οι εκρήξεις των αντιαεροπορικών. Τα αεροπλάνα από ψηλά έρριξαν νάρκες στην είσοδο του λιμανιού και βόμβες, στα πλοία. Για λίγο σήμανε λήξη συναγερμού, αλλά μόλις άναβαν τα φώτα, ξανά συναγερμός. Εντόπισαν αμέσως το λιμάνι και άρχισε ο βομβαρδισμός εκ μέρους των εχθρών και τα αντιαεροπορικά πυροβολούσαν από μέρους των Ελλήνων. Έφυγαν τα πρώτα αεροπλάνα και ήρθαν άλλα. Βομβάρδισαν κυρίως τα πλοία που ήταν στο εσωτερικό του λιμανιού στο βορειοδυτικό μέρος. Πολλά πλοία ανατινάχθηκαν και άρχισαν να καίγονται. Τα αντιαεροπορικά λιγόστεψαν. Άρχισαν να έρχονται τα στούκας, που πετούσαν πολύ χαμηλά, με φοβερό ουρλιαχτό. Το πλοίο, με τα παιδιά και τον διευθυντή, ήταν σταματημένο κοντά στα αγγλικά πολεμικά πλοία. Στο βορειοδυτικό μέρος του λιμανιού επέμειναν να καταστρέψουν όλα τα πλοία. Μετά από κάθε ουρλιαχτό στούκας, ακολουθούσε η έκρηξη βομβών και ένα πλοίο τιναζόταν με λάμψη στον αέρα. Από μέσα από τα πλοία, μαζί με τη φωτιά πετιόταν αντικείμενα κομματιασμένα και ανθρώπινα κορμιά διαμελισμένα. Ακολουθούσαν πυρκαγιές και εκρήξεις. Μέσα σ' αυτόν τον χαλασμό ακούγονταν φωνές: Βοήθεια! Βοήθεια! Ποιος μπορούσε να βοηθήσει τους επιζώντες ή τους ετοιμοθάνατους; Αντιαεροπορικά δεν υπήρχαν πια. Όταν κάποιο στούκας διάλεγε ένα πλοίο για στόχο, θα ήταν το τέλος του! Ο διευθυντής είπε στα κατατρομαγμένα παιδιά να τον ακολουθήσουν στο κατάστρωμα. Παρακινούσε, επίσης και τους επιβάτες να πάνε στο κατάστρωμα, διότι, όπως τους εξήγησε, αν το πλοίο χτυπηθεί με βόμβα και βρίσκονται στο αμπάρι, ήσαν καταδικασμένοι. Πάνω στο κατάστρωμα όμως υπήρχε ελπίδα σωτηρίας. Η θάλασσα έγινε μαύρη από τα πετρέλαια και τα ορυκτέλαια. Οι βόμβες έπεσαν σ' ένα πλοίο δεμένο στα δεξιά τους. Τινάχθηκαν αντικείμενα. Ένα από τα παιδιά τραυματίσθηκε ελαφρά στον ώμο! Για κάποιο διάστημα σταμάτησαν τα αεροπλάνα. Πίστεψαν πως γλύτωσαν. Και ξαφνικά νέο σμήνος, μόλις άρχισε να χαράζει η μέρα. Ακούστηκε το φοβερό ουρλιαχτό του στούκας που εφορμούσε. Ερχόταν από το δεξί μέρος του πλοίου και κατέβαινε ίσα πάνω τους. Τους έβαλε στόχο. Ο ήχος δυνάμωνε: "Πάει, έφτασε το τέλος μας. Χτυπούν εμάς", σκέφθηκαν όλοι τους. Ο διευθυντής όρθιος, ανάμεσα στα παιδιά, σήκωσε ψηλά τα χέρια στον ουρανό και φώναξε με απόγνωση: "Μη Θεέ μου, τα παιδιά! Το ουρλιαχτό του στούκας έγινε εκκωφαντικό. Οι βόμβες έπεσαν στη θάλασσα, 20 μέτρα περίπου μακριά από την αριστερή πλευρά του πλοίου. Έγινε έκρηξη. Ο διευθυντής, με υψωμένα τα χέρια στον ουρανό, προσευχόταν ψιθυριστά. Κατέφθασε τρίτο αεροπλάνο και επετέθη από το δεξί μέρος του πλοίου. Ευτυχώς οι βόμβες του αστόχησαν. Τα αεροπλάνα ανυψώθηκαν στον ουρανό και έφυγαν προς την ανατολή. Σήμανε λήξη συναγερμού. Κατάλαβαν πως τελείωσε το μαρτύριο!
η. Η θαυματουργική σωτηρία |των παιδιών, που συνοδεύονταν από τον διευθυντή
Δεν έμεινε τίποτε γερό, ούτε στο πλοίο, ούτε στις αποβάθρες του λιμανιού του Πειραιά. Ο Μώλος ήταν τελείως κατεστραμμένος. Ήρθαν πυροσβεστικά οχήματα και έσβησαν τις φωτιές. Το πλοίο των παιδιών σφηνώθηκε με την πλώρη, εκεί όπου οι πυροσβέστες έσβησαν τις φωτιές. Κατέβηκαν πρώτα τα παιδιά, μετά ο διευθυντής και στο τέλος οι επιβάτες. Τα παιδιά χωρίσθηκαν σε δύο ομάδες. Στη μια όρισε ο διευθυντής έναν αρχηγό και την έστειλε στην Πάτρα. Στο εκεί αγροτικό ορφανοτροφείο ήταν τα περισσότερα παιδιά. Την δεύτερη ομάδα την τακτοποίησε, με τη βοήθεια της Αστυνομίας, σε κάποιο οίκημα. Είπε στα παιδιά να τον περιμένουν. Θα πήγαιναν στο αγροτικό ορφανοτροφείο των Ιωαννίνων, αφού περνούσε πρώτα να πάρει και την οικογένειά του, για να πάνε όλοι μαζί στα Ιωάννινα όπου είχε τοποθετηθεί: "Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΑΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΕ" έλεγε στην οικογένειά του, "ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΓΛΙΤΩΣΑΜΕ".
Τα παιδιά που τοποθετήθηκαν στο ορφανοτροφείο της Πάτρας, δυσκολεύτηκαν να προσαρμοσθούν, διότι ένιωσαν ότι βρέθηκαν σε ξένο περιβάλλον και ανάμεσα σε ξένους καθηγητές.
θ. Επαναλειτουργία και τέλος για τον Ε.Α.Ο.Α.Ρ. Ο τραγικός θάνατος των δύο μαθητών και του διαχειριστή
Επανήλθαν στο ίδρυμα παλιοί μαθητές. Η κατάταξή τους γινόταν από μνήμης των καθηγητών, διότι δεν υπήρχε κανένα βιβλίο. Από το Πόρτο Λάγος έφεραν τα βιβλία, που βρήκαν στα χαντάκια. Το βιβλίο - μαθητολόγιο δεν ήταν ανάμεσα σ' αυτά. Ο διευθυντής Δημ. Ζάμπογλου επέστρεψε στην θέση του διευθυντή του Ε.Α.Ο.Α.Ρ από τα Ιωάννινα. Θέλησε να μάθει τι απέγιναν οι δύο μαθητές του ορφανοτροφείου, που ταξίδεψαν με τον διαχειριστή Μαλλιαρά, δηλαδή ο Ηλίας Μαζαράκης και ο Βασίλης Τσικρικάς. Τους αναζήτησε μέσω του Ερυθρού Σταυρού. Η απάντηση τραγική: Επιβιβάστηκαν στο πλοίο, το οποίο εδέχθη επίθεση από γερμανικά στούκας, το πρωί της 6ης Απριλίου 1941, στα ανοιχτά της Χίου, καθώς ταξίδευε για Πειραιά. Εβυθίσθη αύτανδρο (=για το πλοίο που βυθίζεται με όλο του το πλήρωμα και τους επιβάτες, χωρίς να σωθεί κανείς). Δεν υπήρχαν επιζώντες.
"Έχασα τα καλύτερα παιδιά, έλεγε ο διευθυντής Ζάμπογλου. Δεν θα συγχωρήσω στον εαυτό μου που επέτρεψε να πάνε με τον διαχειριστή. Μήπως και μεις όμως ήμασταν σίγουροι ότι θα γλιτώναμε;"
Για πολλά χρόνια στις αναζητήσεις του Ερυθρού Σταυρού, ακουγόταν το όνομα του Ηλία Μαζαράκη από το ραδιόφωνο. Η μητέρα του χήρα και ολομόναχη στον κόσμο, όταν έμαθε ότι βυθίστηκε το πλοίο, που ταξίδευε ο γιος της, δεν μπόρεσε να παραδεχθεί ότι έχασε το μονάκριβο παιδί της και το μυαλό της σάλεψε! Ήλπιζε ότι σώθηκε. Ως το τέλος της ζωής της είχε αυτήν την ελπίδα.
Το 1952 διευθυντής έγινε ο Γεώργιος Τζιούφας, διότι ο Δημ. Ζάμπογλου συνταξιοδοτήθηκε. Επί των ημερών του έμελλε να καταργηθεί το Ε.Α.Ο.Α.Ρ. Το 1973 η σχολή καταργήθηκε με προεδρικό διάταγμα, διότι δεν υπήρχαν πια οι λόγοι, για τους οποίους είχε ιδρυθεί. Τα ορφανά παιδιά ήταν λίγα και για όσα από αυτά δεν είχαν κανένα να τα φροντίσει, υπήρχαν πολλά άτεκνα ζευγάρια που ήθελαν να τα υιοθετήσουν. Δεν υπήρχαν πια αρκετοί μαθητές. Οι συνθήκες γεωργίας άλλαξαν. Το επίπεδο των γεωργών αναβαθμίσθηκε. Από τα Πανεπιστήμια αποφοίτησαν πολλοί επιστήμονες γεωπόνοι που προτιμούνταν στις θέσεις του Δημοσίου, της Αγροτικής Τράπεζας και άλλων οργανισμών.
Στο κτίριο τώρα στεγάζεται το Θεραπευτήριο Χρονίων Παθήσεων Παίδων Κομοτηνής.
[Συνεχίζεται στην επόμενη έκδοση με το Μέρος Θ’]
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News