Μείωση των καταγγελιών για εργοδοτικές αυθαιρεσίες, υπό το φόβο της απόλυσης | xronos.gr
ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΡΟΔΟΠΗΣ

Μείωση των καταγγελιών για εργοδοτικές αυθαιρεσίες, υπό το φόβο της απόλυσης

20/02/19 - 10:00
342354365-17.jpg

Την αύξηση του κατώτατου μισθού και άλλα δεδομένα, αναλύει στον "Χ" η Λευκή Κιοσσέ - Παυλίδου καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ

Η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, υπέγραψε την εγκύκλιο με τις οδηγίες για την εφαρμογή της αύξησης του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου, για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας. Έτσι, από την 1η Φεβρουαρίου 2019 ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί στα 650 € και το κατώτατο ημερομίσθιο στα 29,04 € και ισχύουν χωρίς ηλικιακή διάκριση.

Ο κατώτατος μισθός προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε διαμορφωμένη τριετία προϋπηρεσίας και έως τρεις τριετίες. Το κατώτατο ημερομίσθιο προσαυξάνεται κατά 5% για κάθε διαμορφωμένη τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες. Οι εργοδότες υποχρεούνται να δηλώσουν τη μεταβολή αποδοχών, λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού, υποβάλλοντας στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» έως τις 28/02/2019 το έντυπο Ε4 (Πίνακας Προσωπικού), συμπληρωμένο μόνο με τα στοιχεία της μεταβολής των αποδοχών.

Άξιο αναφοράς είναι πως σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα "Έθνος" η υπουργός κάλεσε τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα του κατώτατου μισθού (650 ευρώ μεικτά) που από την 1η Φεβρουαρίου αποτελεί νόμο του κράτους, προκειμένου να μην υποστούν κυρώσεις. "Ο νέος αυξημένος κατώτατος μισθός από την 1η Φεβρουαρίου είναι νόμος του κράτους και η μη καταβολή του επισύρει ποινικές και διοικητικές κυρώσεις", προειδοποίησε.

"Η εγκύκλιος ερμηνεύει τα αυτονόητα, ότι από την 1η Φεβρουαρίου ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε και καταργήθηκε ο υποκατώτατος για τους νέους", μας πληροφορεί σχετικά η Λευκή Κιοσσέ - Παυλίδου καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ με ειδίκευση και εμπειρία στο Εργατικό Δίκαιο, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι "υποχρεωτική για τον εργοδότη, δηλαδή ακόμη κι αν γίνει μία συμφωνία και πουν δεν θέλω 650 ευρώ, αλλά θέλω 600 η συμφωνία αυτή είναι άκυρη, γιατί παραβιάζει τα κατώτατα όρια. Είναι ένα αναγκαστικό δίκαιο, που δεν τροποποιείται με ιδιωτικές συμφωνίες. Πιο πάνω εννοείται ότι είναι επιτρεπτό να αυξηθεί και μακάρι να έχουμε συμφωνίες για μεγαλύτερους μισθούς".

Όσο για τις κυρώσεις που δεν θα έχουν όσοι εργοδότες δε συμμορφωθούν με την υποχρέωση αύξησης του μισθού, η κα Κιοσσέ διευκρινίζει ότι "από το 1945 η μη καταβολή των αποδοχών είναι ποινικό αδίκημα, αναφερόμαστε και σε μισθούς και σε δώρα που ισχύουν στον ιδιωτικό τομέα και για επιδόματα, υπερωρίες και υπεργασίες. Δεν είναι κάτι καινούργιο, το γνωρίζουν οι εργοδότες". 

Καταθέτοντας το σχόλιο της περί των τριετιών προϋπηρεσίας λέει πως "σύμφωνα με το Νόμο 4093/2012, έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί κάτω του 10% - δεν ξέρω πότε θα είναι αυτό αλλά δεν νομίζω να είναι σύντομα - αναστέλλεται η προσαύξηση του μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία που συμπληρώθηκε μετά την 14/02/2012, δηλαδή μέχρι τρεις τριετίες μπορεί να δοθεί αύξηση για τους υπαλλήλους και έξι τριετίες για τους εργάτες. Από εκεί και πάνω δεν υπάρχουν τριετίες, όση προϋπηρεσία και να έχει κάποιος, παρά μόνο όταν κατέβει η ανεργία κάτω του 10%".

Στις αιτιάσεις εργοδοτών που υποστηρίζουν ότι δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά σε αυτήν την αύξηση, η κα Κιοσσέ παραδέχεται "είναι ένα πρόβλημα" και λέει χαρακτηριστικά "μπορεί να μετατρέψουν την πλήρη απασχόληση σε μερική". Για αυτήν την μετατροπή πρέπει να συμφωνήσει και ο εργαζόμενος. Δεν μπορεί να γίνει με μονομερή απόφαση του εργοδότη.

Ειδικά για περιοχή μας η Λευκή Κιοσσέ - Παυλίδου καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ, βάζει και ένα άλλο δεδομένο στο τραπέζι, αυτό της μείωσης των εργαζομένων που καταγγέλλουν εργοδοτικές αυθαιρεσίες γιατί φοβούνται την απώλεια της δουλειάς τους. "Με ανεργία στο 20% επίσημα, μειώνονται οι καταγγελίες εργαζομένων και με ένα συνδικαλιστικό κίνημα το οποίο υποχωρεί δεν είναι πολλές. Οι καταγγελίες είναι περισσότερες όταν ένας εργαζόμενος παραιτείται ή όταν απολύεται. Όσο έχει μία θέση εργασίας δεν καταγγέλλει, γιατί δεν υπάρχει ευχέρεια εύρεσης νέας εργασίας", καταλήγει.

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr