«Οινοφιλικά» | xronos.gr
Επιμέλεια: Νεκτάριος Κεραμιτζής - http://oinofilos.blogspot.com

«Οινοφιλικά»

23/02/12 - 12:00

Μοιραστείτε το

? Η πρόταση της εβδομάδας:  Κτήμα Τέχνη Οίνου, "Ήδυσμα Δρυός", Chardonnay, 2009 ? Τύπος: Λευκός ξηρός ? Ποικιλίες: Chardonnay ? Ωρίμανση: 5 μήνες βαρέλι ? Ενδ. τιμή: 15 ευρώ

Σχετικά με τον παραγωγό: Το κτήμα "Τέχνη Οίνου" βρίσκεται στο Μικροχώρι του Ν. Δράμας, στις παρυφές του οικισμού, λίγο έξω από την ομώνυμη πόλη. Αποτελεί την επιχειρηματική σύμπραξη δύο οικογενειών πριν 16 περίπου έτη, που ως συνήθως ξεκίνησε με ερασιτεχνικό χαρακτήρα και μόνο κίνητρο την αγάπη τους για το κρασί. Στην μετέπειτα επαγγελματική του διάσταση όμως, καταφέρνει να παράγει ιδιαίτερα φινετσάτα κρασιά, που αποπνέουν ποιότητα και λεπτομέρεια, χωρίς να είναι εκκωφαντικά και "δυσανάγνωστα" για το πλατύ κοινό και φυσικά  με πλήθος διεθνών διακρίσεων σταθερά τα τελευταία χρόνια. Το εύρος τιμών τους, βρίσκεται ακριβώς στον μέσο όρο των (περισσότερων) ποιοτικών ελληνικών κρασιών σήμερα, συγκεκριμένα από 12 εώς 18 ευρώ περίπου. Η υπό δοκιμή ετικέτα ανήκει στην σειρά περιορισμένης εμφιάλωσης με τον τίτλο "Ήδυσμα Δρυός", που περιλαμβάνει μονοποικιλιακούς οίνους από Chardonnay, Merlot, Syrah και Ασύρτικο. Το κτήμα είναι γνωστό ευρέως με την σαφώς πιο εμπορική, αλλά εξίσου ποιοτική σειρά, με την ευφάνταστη επωνυμία "Τέχνη Αλυπίας", που αποτελείται από χαρμάνια των προηγούμενων κυρίως ποικιλιών σε λευκή, ροζέ, και ερυθρή ετικέτα. Ένα καλά κρυμμένο μυστικό, στο οινικό "πορτοφόλιο" του κτήματος, αποτελεί η σπάνια (μόλις 500 φιάλες) οινοποίηση της διάσημης ιταλικής ποικιλίας Nebbiolo, η οποία παράγεται μόνο σε εξαιρετικές χρονιές, όσον αφορά την ποιότητα της πρώτης ύλης και ακολουθεί πενταετή(!) παλαίωση σε βαρέλια και φιάλες. 
Πωλείται μόνο απευθείας από το κτήμα, και σε ελάχιστες επιλεγμένες κάβες πανελλαδικά, με την τιμή της να φθάνει εμπορικά, περίπου τα 50 ευρώ. Έχοντας την τύχη να "απολαύσω" πραγματικά την τελευταία σοδειά του 2003, της εν λόγω ετικέτας προ διετίας, οφείλω να πω ότι πρόκειται σαφώς για ένα "μεγάλο" κρασί, που ξεπερνά το μέγεθος του κτήματος και θεωρώ της χώρας και φυσικά κατέχει μια θέση στα καλύτερα ελληνικά κρασιά που έχω δοκιμάσει ποτέ!
Γευσιγνωσία Οίνου: Όσον αφορά το κρασί τώρα, σε σχέση με την τελευταία μου γευστική δοκιμή, της ίδιας σοδειάς πριν ένα χρόνο (στην αγορά κυκλοφορεί τώρα η σοδειά του 2010), το βρήκα να διατηρεί τον τυπικό βαρελάτο χαρακτήρα, που σε κερδίζει με την ιδιαίτερα νόστιμη γεύση του. Κι αυτό γιατί προσεγγίζει πάντα περισσότερο τα ελαφριά αρώματα βανίλιας και ξηρών καρπών, παρά το έντονα καπνισμένο ξύλο. Έχει ακόμη χρώμα χρυσοκίτρινο λαμπερό, παρά τα 2 έτη της ηλικίας του. 
Σε μύτη και στόμα κυριαρχεί ευχάριστα η έντονη γεύση καραμέλας βουτύρου, η βανίλια και λίγο μέλι, με το φρούτο να έχει περάσει αισθητά στο πίσω μέρος και να δηλώνει την παρουσία του, κυρίως με νότες μπανάνας και ανανά, που είναι και χαρακτηριστικές της ποικιλίας. Σαφώς πιο ώριμος χαρακτήρας από πέρσι, χωρίς όμως να χάνεται η φινέτσα και η λεπτότητα του συνόλου. 
Η δροσιστική οξύτητα, και ο "τροπικός" φρουτώδης χαρακτήρας που διακρίνουν την ετικέτα στο ξεκίνημα της, μια που συνηθίζω να την δοκιμάζω σταθερά κάθε χρόνο, δίνουν τη θέση τους εδώ στο βάθος και την έμμετρη πολυπλοκότητα. Όγκος ικανοποιητικός, καλή λιπαρότητα και ευγενική οξύτητα. Ταίριαξε εύκολα με ένα μεγάλο θαλασσινό φαγκρί στα κάρβουνα, συνοδεία σαλάτας ψητών και βραστών λαχανικών. 
Θεωρώ πάντως, ότι σαν ετικέτα δύσκολα θα συνόδευε κάποιο πιο λιπαρό ψάρι όπως σολωμό, ή ξιφία, ή μια αστακομακαρονάδα, όπως προτείνει ο παραγωγός. 
Εναλλακτικά, θα το πρότεινα με ένα ψητό χοιρινό ψαρονέφρι ή φιλέτο κοτόπουλο, γεμιστό ή με μια ελαφριά άσπρη σάλτσα. Ακόμη πιο απλοϊκά θα ταιριάξει με μια "καρμπονάρα".
Συμπερασματικά:  
Ένα όμορφο λευκό κρασί περασμένο από δρύϊνο βαρέλι, αποτελεί πάντα μια ενδιαφέρουσα πρόκληση για τον υπογράφοντα. 
Έχοντας δοκιμάσει αντίστοιχες ελληνικές εμφιαλώσεις (και άλλων ποικιλιών) κάθε τιμής τα τελευταία χρόνια, μπορώ να πω ότι βρίσκεται σχεδόν στο μέσο όρο, με συνέπεια να αποτελεί πάντα μια λογική, εκλεκτή και αξιόπιστη πρόταση. Σίγουρα υπάρχει πλέον πληθώρα αντίστοιχων επιλογών στον ελληνικό αμπελώνα, που άλλοτε είναι πιο πολύπλοκες, πυκνές, γευστικά "βαριές", και ίσως ακριβότερες. 
Όπως από την άλλη υπάρχουν και φθηνότερες, εξίσου ποιοτικές οινοποιήσεις, με λιγότερο βαρελάτο προφίλ. Δηλαδή, είναι καθαρά θέμα γούστου και γευστικού συνδυασμού για τον κάθε οινόφιλο, να βρεί το ύφος που του ταιριάζει. Αυτό που με συναρπάζει πάντως στη συγκεκριμένη ετικέτα, είναι η ισορροπία μεταξύ φρούτου και βαρελιού, που οδηγεί σε ένα πολύ κομψό, διακριτικό και ευκολοσυνδύαστο σύνολο. Δυστυχώς βέβαια, οφείλω να πω ότι το συγκεκριμένο στυλ κρασιών τυγχάνει να δέχεται και μεγάλο διεθνή ανταγωνισμό, με πολύ καλά κρασιά σε σχεδόν "αστείες" τιμές, από παραγωγούς παγκοσμίου κύρους.

Παραλειπόμενα: 
Αξίζει να αναφέρω, έχοντας επισκεφθεί το κτήμα ως μέλος ενός group εκδρομέων, που μάλιστα τύχαμε γεύματος και εκτενούς συζήτησης με τους ιδιαίτερα συμπαθείς παραγωγούς, ότι προσωπικά αποτελεί, ίσως το πιο όμορφο, μικρομεσαίο οινοποιείο που έχω επισκεφθεί μέχρι σήμερα, με σύγχρονο, καλόγουστο και πραγματικά πρωτότυπο, εξωτερικό αλλά και εσωτερικό σχεδιασμό. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο ιδιοκτήτες, κύριοι Γ. Παπαδόπουλος και Γ. Καλαϊτζίδης, είναι στο κύριο επάγγελμα τους αντίστοιχα, πολιτικός μηχανικός και αρχιτέκτονας. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι, οι εγκαταστάσεις συνολικής έκτασης περίπου 2.500 τ.μ., μοιράζονται εκατέρωθεν ενός ασφάλτινου δρόμου του χωριού και συνδέονται με υπόγεια σήραγγα(!), κατά μήκος της οποίας βρίσκονται οι πραγματικά "μαγευτικές" κάβες ωρίμανσης και παλαίωσης των κρασιών, με τα βαρέλια και τις φιάλες. Έμβλημα του κτήματος είναι οι δύο πύργοι που κατέχουν περίοπτη θέση, παράλληλα στα άκρα του συγκροτήματος. Το κτήμα διαθέτει επίσης ξεχωριστές, και πολυτελείς αίθουσες γευσιγνωσίας, πωλητηρίου, αλλά και παράθεσης γευμάτων προς τους φιλοξενουμένους του. Τέλος στο χώρο οινοποίησης, πέραν των συνήθων ανοξείδωτων δεξαμενών, δεσπόζει μια τεράστια δρύϊνη δεξαμενή, ερυθρής οινοποίησης ιδιαίτερων κρασιών. Μετά και από προτροπή των ίδιων των ιδιοκτητών, που διακρίνονται ειλικρινά για την απλότητα, την γενναιοδωρία και το φιλόξενο του χαρακτήρα τους, προτείνεται ανεπιφύλακτα η επίσκεψη στο κτήμα ένα όμορφο κυριακάτικο πρωϊνό, από παρέες οινόφιλων, κατόπιν βέβαια συνεννοήσεως. Για τους πιο διστακτικούς, θα πρότεινα να αποζημιωθούν με την πρωτότυπη "εικονική περιήγηση" στους χώρους του, που μπορούν να απολαύσουν στην ιστοσελίδα του κτήματος: www.wineart.gr. 
Με την ευκαιρία, αξίζει να αναφέρουμε ότι το Νοέμβριο που μας πέρασε το κτήμα οργάνωσε σε γνωστό εστιατόριο της Αθήνας, μια πραγματικά σπάνια ακόμη και για τα διεθνή δεδομένα "κάθετη" γευστική δοκιμή, των 12 εώς τώρα παραγόμενων σοδειών του υπό δοκιμή λευκού κρασιού (1999-2010), προς τιμήν της Πανελλήνιας Ένωσης Οινοχόων, αλλά και διακεκριμένων δημοσιογράφων οίνου, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν σύμφωνα με τα λεγόμενα τους, την πολύπλοκη εξέλιξη του στο χρόνο. Η ετικέτα, έδειξε όπως διαπίστωσαν οι ειδήμονες, ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα δυναμική παλαίωσης λευκού κρασιού, που ξεπερνά σε μερικές σοδειές το βάθος δεκαετίας. Η συγκεκριμένη υπό δοκιμή σοδειά, ήταν μάλιστα από αυτές που ξεχώρισαν. Προφανώς βέβαια, για να "εκτεθεί" το κτήμα σε αυτό το ρίσκο, μάλλον έκρινε ότι αντικειμενικά είχε τα εχέγγυα να υποστηρίξει ένα τέτοιο εγχείρημα.

Συμπερασματικά:  
Ένα όμορφο λευκό κρασί περασμένο από δρύϊνο βαρέλι, αποτελεί πάντα μια ενδιαφέρουσα πρόκληση για τον υπογράφοντα. 
Έχοντας δοκιμάσει αντίστοιχες ελληνικές εμφιαλώσεις (και άλλων ποικιλιών) κάθε τιμής τα τελευταία χρόνια, μπορώ να πω ότι βρίσκεται σχεδόν στο μέσο όρο, με συνέπεια να αποτελεί πάντα μια λογική, εκλεκτή και αξιόπιστη πρόταση. Σίγουρα υπάρχει πλέον πληθώρα αντίστοιχων επιλογών στον ελληνικό αμπελώνα, που άλλοτε είναι πιο πολύπλοκες, πυκνές, γευστικά "βαριές", και ίσως ακριβότερες. 
Όπως από την άλλη υπάρχουν και φθηνότερες, εξίσου ποιοτικές οινοποιήσεις, με λιγότερο βαρελάτο προφίλ. Δηλαδή, είναι καθαρά θέμα γούστου και γευστικού συνδυασμού για τον κάθε οινόφιλο, να βρεί το ύφος που του ταιριάζει. Αυτό που με συναρπάζει πάντως στη συγκεκριμένη ετικέτα, είναι η ισορροπία μεταξύ φρούτου και βαρελιού, που οδηγεί σε ένα πολύ κομψό, διακριτικό και ευκολοσυνδύαστο σύνολο. Δυστυχώς βέβαια, οφείλω να πω ότι το συγκεκριμένο στυλ κρασιών τυγχάνει να δέχεται και μεγάλο διεθνή ανταγωνισμό, με πολύ καλά κρασιά σε σχεδόν "αστείες" τιμές, από παραγωγούς παγκοσμίου κύρους.

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr