Χρ. Τοψίδης: Με σταθερά βήματα και πνεύμα συνεργασίας η Περιφέρεια ΑΜΘ αλλάζει
Γράφει ο Χρήστος Χατζηπέμου, δικηγόρος, περιφερειακός σύμβουλος Ροδόπης με την Ανεξάρτητη Ενωτική Πρωτοβουλία
Μάιος 1920. Μπορεί η Ελλάδα του Ελευθερίου Βενιζέλου να μεγαλουργούσε σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, όμως στην Αθήνα το χάσμα του εθνικού διχασμού έμοιαζε αγεφύρωτο ανάμεσα στους βενιζελικούς και τους αντιβενιζελικούς – φιλοβασιλικούς. Μπορεί της Εθνικής Αμύνης τα παιδιά, να διώξανε το βασιλιά, όπως αποτυπώνει το τραγούδι, όμως τα ερείσματά του ήταν ισχυρότατα στη χώρα κι ο πολιτικός κόσμος αλλά και ο λαός ήταν βαθύτατα διχασμένος. Η προέλαση του ελληνικού στρατού είχε ήδη από τις αρχές του Απρίλη προαναγγελθεί και οι φιλοβενιζελικές εφημερίδες της Αθήνας υμνούσαν την επερχόμενη απελευθέρωση της Θράκης. Αντίθετα για τις αντιβενιζελικές εφημερίδες της πρωτεύουσας η απελευθέρωση της Θράκης είτε απασχολούσε τα «ψιλά γράμματα» είτε αποσιωπούνταν παντελώς. Φωτεινή εξαίρεση αποτελούσε ο ελληνικός Τύπος της διασποράς που αφουγκραζόμενος όχι μόνο τους εθνικούς πόθους αλλά και τα επερχόμενα δεινά του εθνικού διχασμού, παρακολουθούσε τα τεκταινόμενα σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο και καλούσε την Αθήνα σε ομοψυχία κι ενότητα.
Ο «Ασμοδαίος» που εκδίδονταν στο Κάιρο της Αιγύπτου από το 1916 κατατάσσεται στις «φιλοβενιζελικές» εφημερίδες της εποχής, αλλά με πιο ανοικτούς ορίζοντες. Ιδρυτής και ιδιοκτήτης της υπήρξε ο Τηλέμαχος Τσιχλάκις, από την Νεάπολη Λασιθίου. Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και κατόπιν υπήρξε καθηγητής και διευθυντής των Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων ΙΩΝΙΑ της Σμύρνης. Παντρεύτηκε την δασκάλα από την Καβάλα Μαρία Λεοντίου και αναχώρησαν για το Κάιρο. Το 1908 ιδρύει ελληνικό εκπαιδευτήριο στο προάστιο του Καϊρου Χαλουάν (Ηλιούπολη) και το 1916 ξεκινά την έκδοση της έμμετρης (!) εβδομαδιαίας εφημερίδας «Ασμοδαίος» εμπνευσμένος από την ομότιτλη εφημερίδα που επί μία δεκαετία διηύθυνε στην Αθήνα ο Εμμανουήλ Ροϊδης το 1875-1885. Ο «Ασμοδαίος» σταμάτησε να εκδίδεται το 1931 αφήνοντας πίσω του μια μοναδική έμμετρη αφήγηση όλων των γεγονότων που σημάδεψαν την Ελλάδα τα δεκαπέντε χρόνια της έκδοσής του.
Το καλοκαίρι του 1920 ο ίδιος ταξίδεψε στην Καβάλα κι από κει στη Θράκη σημειώνοντας στον «Ασμοδαίο».
Π.: Κατόπιν που ετράβηξες μωρ' π' την Καβάλλα;
Α.: Επήγα στο Δεδε-αγάτς / κατόπιν δε στο Καραγάτς
κι είδα εικόνες έξοχες και πράγματα μεγάλα
Είδα τον ήρωα Ταγιάρ το ξίφος του να δίνει
και την Αδριανούπολιν στα χέρια μας ν’ αφήνει.
Είδα τον εθνικό Στρατό στη Θράκη να βαδίζη
κι όθεν περνά τη λευτεριά / εις τόσας πόλεις και χωριά / ποικίλα να σκορπίζη.
Είδα τη γαλανόλευκη σημαία βρε ζαγάρι
Να κυματίζη πανταχού στη Θράκη μας με χάρι.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του για την Θράκη στην από 6/5/1920 έκδοσή του (όπως αναγράφει χαρακτηριστικά στην προμετωπίδα της η εφημερία «Μαΐου έκτη, πάντα στη Θράκη προχωρούμε / και πέρνομ’ αεννάως τα μέρη που μπορούμε») η οποία δημοσιεύεται παρακάτω, αναφορά που γίνεται αφού πρώτα ο Παν κι ο Ασμοδαίος συνομιλώντας καυτηριάζουν τα τεκταινόμενα στην Αθήνα.
Ο Ασμοδαίος και ο Παν κατά τα ειωθότα της εβδομάδος συζητούν τα νέα γεγονότα
Παν: Είδες τ’ αποτελέσματα τ΄ανόητα εκείνων
που διθυράμβους έψαλαν μωρέ στον Κωνσταντίνον. (1)
Και μέσα στα γαρμόσυνα του γένους τα συμβάντα
το όνομά του ανέφεραν εν συγκινήσει πάντα.
Κι εκάκιζαν ανηλεώς καθ ώρα τον Λευτέρη
όπου τον έστειλε να ζη μακράν εις ξένα μέρη;
Μη βγάζεις πλέον τσιμουδιά γι αυτόν βρε τσαρλατάνε
γιατί ευθύς στη φυλακή δεμμένο θα σε πάνε.
Ασμοδαίος: Τι συμβαίνει τραγογένη και μιλείς. Μετά μένους περί Γένους και Φυλής;
Μήπως πάλιν στάσιν άλλην σοβαράν. Σχεδιάζουν κι ετοιμάζουν συμφοράν.
Μη την τάξι οι Δεκάξη απειλούν. (2) Και καυγάδες μαγκουράδες προκαλούν;
Παν: Λοιπόν δεν έμαθες μωρέ για τας σκηνάς εκείνας
Τας λυπηράς που έγιναν προχθές εις τας Αθήνας;
Άκου λοιπόν να σου τα πω να νοιώσεις στραβοκάνη
Ο παραλογισμός ημών σε ποιο σημείο φτάνει.
Εις το μικρόν το θέατρον προχθές της Κοτοπούλη, (3)
δυό ντελμπεντέριδες Σμυρνιοί ξεχνώ το όνομά των,
επέταξαν εις της σκηνής εκείνο το ζιμπούλι,
αφού την εξυβρίσανε, κ’ οι δυό το κάθισμά των.
Ο κόσμος τότε ήρχισεν αμέσως να τα χάνη
και κουμπουριές ερρίφθησαν πενήντα στο ταβάνι.
Αλλά ετραυματίσθησαν πολλοί καθώς μανθάνω
όταν στα πόδια τόβαλλαν στον πισινό επάνω.
Κατόπιν της σκηνής αυτής αξίας Οττεντότων (4)
στη μέσ’ ευγήκε παρευθύς το καθεστώς το πρώτον.
Ασμοδαίος: Μέσα στην τόση μου χαρά, αυτά μωρά τα λυπηρά πολύ με συγκινούν.
Και πανταχού παρατηρώ ότι στο κλούβιο μας ξερό κανείς δεν έχει πλέον νουν.
Αντί να εξυμνήσωμεν το έργον του Λευθέρη
που την Πατρίδα οδηγεί
με τόσους πόθους και στοργή
στα ονειροπολούμενα από αιώνων μέρη.
Αντί να στρέψωμεν το νου στης νίκης τα παλάτια
αντί να χαιρετίσωμεν τα δακρυσμένα μάτια
Των σκλάβων μας των αδερφών που μ΄όνειρα κι ελπίδες
Πετούν από τα χέρια των τες μαύρες αλυσσίδες.
Αντί να ατενίσωμεν στο εθνικόν μας μέλλον
που φαίνεται από μακράν ηδέως ανατάλλον.
Κοπτόμεθα για βασιλείς εκπτώτους κάθε μέρα
κι ακούομεν τι θα μας πει στ΄αυτί η κάθε λέρα.
Παν: Στάσου και μην πέρνης φόρα, να σου πω και τ’ άλλο τώρα, εν συνόψει και συντόμως.
Τίθετ’ εν ισχύει πάλιν, στην Ελλάδα την μεγάλην, του τριάντα εξ ο νόμος. (5)
Θέλεις να σου εξηγήσω και του νόμου τον σκοπόν
Άνοιξα καλά τα΄αυτιά σου κι άκουσέ τον το λοιπόν.
Ρω, πη, άλφα, ζήτα, κάπα, έψιλον και νι και λα
Για τον έκπτωτον εκείνος που αναφανδόν μιλά
Και το καθεστώς το πρώτον θέλει να επαναφέρη
Και υβρίζει με το έθνος και τον Κρητικό Λευθέρη.
Και γκαρίζει εις τον δρόμο για το γυιό του αετού
Το εξάμβλωμα εκείνο κάποιου τάχα ποιητού.
Τιμωρείται με τρεις μήνας φυλακή mon cher ami
Και θα τρώγη την ημέραν δράμια τέσσαρα ψωμί.
Ασμοδαίος: Είνε τα μέτρα αυστηρά πολύ παρατηρώ,
αλλ΄όμως τούτη τη φορά καλά τα θεωρώ.
Γιατί από τα όρια εβγήκαν στραβοκάνη,
και το μυαλό του ο καθείς με μερικούς το χάνει.
Παν: Στάσου ακόμη μια στιγμή να τ αποτελειώσω
και κάθε λεπτομέρειαν αν θέλεις να σου δώσω
Ο νόμος εξακολουθεί να λέει κατά γράμμα
Νυ, ταυ, και ξι και όμικρον και ύψιλον και γάμα.
Τουπίκλην όστις φοραθή πως υποτροπιάζει
Και για τον Κωνσταντίνο του το φουκαρά στενάζει
Και την Σοφίαν νοσταλγεί την Γερμανίδα εκείνη (6)
Που εσχάτως εις το σβέρκο μας κουνούπι είχε γείνει
Θα παίρνει τον αέρα του στην Ίον ή Ανάφη
Και απομνημονεύματα σαν το Φουρνέ θα γράφη. (7)
Ασμοδαίος: Κι αυτά τα μέτρα τα’ αυστηρά ισχύουν εδώ πέρα;
Που κατ αυτάς ο διάβολος μας πήρε τον πατέρα;
Κι άλλην δεν κάνομε δουλειά παρ’ ως λυσσάρικα σκυλιά να αλληλοτρωγόμεθα
Κ’ εγγράφως και προφορικώς ανάνδρως και καπηλικώς ν’ αλληλοϋβριζόμεθα.
Και του ρωμηού τας αρετάς τας τόσας και μεγάλας
Αντί να παραθέτωμεν εις τας φυλάς τας άλλας
Τα όρια τ΄ανθρωπισμού τα έχομεν πηδήσει
Σαν να μας πότισε κανείς αφιόνι και χασίσι;
Κι ενώ κυττας Αρμένιδες κ’ Εβραίους και Συρίους
Επαίνους στο Λευτέρη μας να κάνουμε μυρίους.
Και να μας μακαρίζουνε ως τρισευτυχισμένους
Γιατί σωτήρ εγένετο πραγματικός του Γένους
Ημείς οι κουρελιάριδες στη σκέψι και στην κρίσι
Να θέλωμεν από την γήν ολοτελώς να σβύση;
Παν: Επεξετάθη ως εδώ ο νόμος στραβοκάνη
Και τούμπες πλέον ο καθείς πιστεύω δεν θα κάνη.
Είναι καιρός να κλείσωμεν ερμητικά τα χείλη
Γιατί εις θέσιν θα βρεθούν
Ακόμη να μας συχαθούν
Και οι πιστοί μας φίλοι.
Εν τούτοις ας τα’ αφήσωμεν αυτά τα λυπηρά
Που μας εφαρμακώσανε αδίκως τη χαρά
Που πρέπει για να νοιώσουμε ημείς αυτές τες ώρες
Τώρα που ξεσκλαβώνονται οι θρακικές οι χώρες.
Ασμοδαίος: Τι πράγματα θαυμάσια ήταν μωρέ εκείνα
όταν εμπήκεν ο στρατός προχθές στη Γκιουμουλτζίνα;
Τα ήκουσα σε βεβαιώ κι απ τη συγκίνησή μου
την τύχην εμακάριζα αμέσως την χρυσή μου.
Που μ άφησε εις τη ζωή ακόμη έως τώρα
ν΄ακούσω την ελευθεριά κι εγώ γι αυτή τη χώρα.
Παν: Και ο στρατηγός Σαρπύ, σ’όλους έσπευσε να πει, αρκετούς για μας επαίνους.
Κι είπ’ ότ’ είναι θαυμαστής, της φυλής της ξακουστής και του τιμημένου Γένους.
Κι έπλεξε το εγκώμιον με λόγους αβροτάτους
για τον ηγέτην τον τρανόν του Έθνους και του Κράτους.
Ασμοδαίος: Εν τούτοις στο Δεδε-Αγάτς καθώς και συ θα είδες
ερρίφθησαν mon cher ami βουλγαρικές οβίδες.
Αλλά τ’ αποτελέσματα που ήλπιζαν τα κτήνη
η δόξα η Ελληνική σαν αστραπή τα σβύνει.
Παν: Από του Κρούμου τις ορδές αναπαυμένος να σαι,
τις κούφιες των κτηνών πορδές, ποσώς μη τες φοβάσαι.
Ότι κι αν κάνουν γνώριζε τ΄αυτί μας δεν ιδρώνει
μαυρ΄είν’ η νύχτα στα βουνά κι ο Έλλην ξεσπαθώνει.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Αναφέρεται στον εξόριστο Βασιλιά της Ελλάδος Κωνσταντίνο τον Α’ που με την πίεση των δυνάμεων της Αντάτ το Μάιο του 1917 έφυγε από την Ελλάδα παραιτούμενος υπέρ του γιού του Αλέξανδρου.
2. Οι «Δεκάξι» αρχηγοί κομμάτων που ενώθηκαν το 1920 και σχημάτισαν την «Ηνωμένη αντιπολίτευση» για να αντιμετωπίσουν τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
3. Πρόκειται για τα επεισόδια στο θέατρο της ερωμένης του Ίωνα Δραγούμη, Μαρίκας Κοτοπούλη στις αρχές Μαϊου του 1920 ανάμεσα σε βενιζελικούς και φιλοβασιλικούς.
4. Οττεντότοι, πρωτόγονη αφρικανική φυλή.
5. Λόγω της έκρυθμης κατάστασης από την κυβέρνηση Βενιζέλου ελήφθησαν αυστηρότατα μέτρα κατά της φιλοβασιλικής προπαγάνδας.
6. Σοφία ήταν η σύζυγος του Κωνσταντίνου του Α΄, αδερφή του Γερμανού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β΄ η οποία κατηγορούνταν για τη φιλογερμανική στάση του άντρα της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
7. Πρόκειται για το Γάλλο ναύαρχο Φουρνέ (Louis Dartige du Fournet) που πρωτοστάτησε στον αποκλεισμό των Αθηνών που επέβαλαν οι δυνάμεις της Αντάτ το 1916. Το 1920 δημοσίευσε το βιβλίο του «Souvenirs de guerre d'un amiral, 1914-1916» που αναστάτωσε τον πολιτικό κόσμο της Ελλάδας με τα γραφόμενά του για την περίοδο του 1916.
Γενική παρατήρηση: Η παραπάνω «μονοτονική απόδοση» του διαλόγου Ασμοδαίου και Πάνα, διατηρεί την αρχική του κειμένου ορθογραφία.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News