Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος ο άξιος Ροδοπαίος από την Γρατινή | xronos.gr
ΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ, ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ

Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος ο άξιος Ροδοπαίος από την Γρατινή

23/06/18 - 10:00

Ερευνά και γράφει ο Παράσχος Ανδρούτσος  

Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος κατά κόσμο Χαρίλαος Φιλιππίδης γεννήθηκε το 1881 στη Γρατινή. Ήταν γιος του Ζήση Φίλιογλου (Φιλιππίδη) και της Ξανθώς Καραμπάση. Η οικογένειά του ήταν αρκετά εύπορη. Ο πατέρας του ασχολούνταν με εμπόριο σιτηρών και μεταξιού. Ήταν από τους πρόκριτους της Γρατινής και σχετιζόταν με τον μητροπολίτη Μαρωνείας και Κομοτηνής Ιερώνυμο με τον οποίο μάλιστα, όπως επίσης και με την βοήθεια του οθωμανού βουλευτή Ροδόπης Αλή Ούστογλου, έσωσαν από βέβαια σφαγή από τους Οθωμανούς τους χριστιανούς της Κομοτηνής.

Ο Χρύσανθος είχε τρείς αδελφές την Ελισάβετ, την Κλεοπάτρα, την Χρυσάνθη και άλλα τρία αδέλφια που αποβιώσανε σε μικρή ηλικία. Αυτός αφού τέλειωσε το δημοτικό σχολείο στην Γρατινή πήγε στο Γυμνάσιο. Το 1897 εισήχθη στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου φοίτησε επί εξαετία. Το 1903 χειροτονήθηκε διάκονος και ονομάστηκε Χρύσανθος λόγο της αγάπης που είχε στην αδελφή του Χρυσάνθη. Τον ίδιο χρόνο πήγε στην Τραπεζούντα όπου ήταν ιεροκήρυκας της τοπικής Μητρόπολης και καθηγητής στο Γυμνάσιο της πόλης, όπου δίδασκε θρησκευτικά. Το 1907 αποχώρησε από την μητρόπολη Τραπεζούντοας και πήγε σε σχολές πανεπιστημιακές στην Λειψία της Γερμανίας και στην Λωζάνη της Ελβετίας, απ' όπου μετά από τετραετή φοίτηση επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανέλαβε την αρχισυνταξία του επίσημη πατριαρχικού οργάνου "Εκκλησιαστική Αλήθεια". Αμέσως μετά την λήξη του πολέμου με την Βουλγαρία ο Χρύσανθος βρίσκεται στην Γρατινή όπου προσπαθούσε να ενώσει τους Οθωμανούς με τους Έλληνες με αίτημα την αυτονόμηση της Θράκης για να προλάβει την σφήνα δίοδο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, που θέλανε να κάνουν οι Βούλγαροι στην περιοχής για να βγούν στο Αιγαίο. 

Την ίδια όμως εποχή τον Μάρτιο του 1913 τον καλέσανε στην μητρόπολη Τραπεζούντος όπου εξελέγη μητροπολίτης Τραπεζούντος στον Πόντο. Το 1914 άρχισαν οι ομαδικές εκτοπίσεις των Ελλήνων από όλη την έκταση της σημερινής Τουρκίας. Τότε ο Χρύσανθος έδειξε την αξία του και με την δύναμη του λόγου του, έπεισε και συγκράτησε τους χριστιανούς και μάλιστα στα ποιο δύσκολα ακόμα χρόνια του ρωσοτουρκικού πολέμου. Ακόμη και οι επίσημες τουρκικές αρχές του εξέφραζαν ειλικρινή αισθήματα ευγνωμοσύνης διότι προστάτευσε το 1916 τον τουρκικό πληθυσμό από ενδεχόμενα αντίποινα των Αρμένιων για τις σφαγές του 1915. Η μορφή του δέσποζε στον Πόντο και στην ευρύτερη περιοχή και αποτελούσε την εγκυρότερη και δημοφιλέστερη προσωπικότητα μεταξύ ομογενών και αλλογενών μέχρι που τον αναγνωρίζουν και οι "Μεγάλες Δυνάμεις" της Αντάντ. 

Μετά από την αναγνώριση κλήθηκε ο Χρύσανθος από τον οικουμενικό πατριάρχη να εκπροσωπήσει τον αλύτρωτο Ελληνισμό του Πόντου στο Παρίσι κατά τις εκεί διασκέψεις, όπου συναντήθηκε με τον Αμερικανό Πρόεδρο Ουίλσον και τον Γάλλο πρωθυπουργό Κλεμανσώ και τους έθεσε το θέμα της ανεξαρτησίας του Πόντου. Από έγραφα του υπουργείου Εξωτερικών και από γραπτά εφημερίδων εκείνης της εποχής διαφαίνονται οι επιδέξιοι χειρισμοί του. Μάλιστα ο Ελευθέριος Βενιζέλος τον εξουσιοδότησε να προχωρήσει σε απ' ευθείας διαπραγματεύσεις και συνεννοήσεις με τους Τούρκους. Το 1920 πήγε στην Γεωργία, όπου τακτοποίησε εκκλησιαστικά ζητήματα που είχαν προκύψει. Στην πραγματικότητα όμως ο Χρύσανθος είχε κατορθώσει να χαράξει τα όρια μεταξύ της Γεωργίας και της σχεδιαζόμενης αυτονόμησης του ελληνικού κράτους του Πόντου. Το 1921 ο Χρύσανθος μετείχε σε ελληνική αποστολή στο Λονδίνο. Τότε στην Τουρκία ειδικό δικαστήριο καταδικάζει ερήμην τον Χρύσανθο σε θάνατο. Αυτός τότε καταφεύγει στο Πατριαρχείο. Μετά όμως από το άδοξο τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας το 1929 ο Χρύσανθος φεύγει στην Αθήνα. 
Το 1926 τον διορίζει η τότε κυβέρνηση "αποκρισάριο" του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Αθήνα. Από την θέση αυτή διαχειρίσθηκε όλα τα εξωτερικά θέματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Όπως το θέμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας, της Ειρήνης στο Πατριαρχείο Αντιοχείας (Συρία). Της Θρησκευτικής Ειρήνης στα Δωδεκάνησα και στην Κύπρο. Ο Χρύσανθος όταν πάλι ανέλαβε πρόεδρος του Συμβουλίου του Ταμείου Ανταλλάξιμων Κοινοτικών και Κοινωφελών Περιουσιών, πέτυχε να θεραπεύσει τις στοιχειώδεις πνευματικές ανάγκες των νέων προσφυγικών κοινοτήτων με χρηματοδοτήσεις των ανεγειρόμενων σχολείων, ναών και εφοδιασμού τους με βιβλία, ιερά σκεύη, εικόνες κλπ. Το 1937 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον Δεκέμβριο του 1938 εξελέγη ο Χρύσανθος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Το 1939 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Με την εμπλοκή της Ελλάδος στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος ανέπτυξε έντονη εθνική δράση. Όταν δεν εισήλθαν οι κατακτητές στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1941 τότε ήταν που είπε ο Χρύσανθος τα τρία ΟΧΙ.

 Το πρώτο ήταν όταν ο Χρύσανθος κλήθηκε να μετάσχει της επιτροπής η οποία θα παρέδιδε επισήμως την πόλη στον Γερμανό Στρατηγό. Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε και απάντησε: "Οι Έλληνες ιερείς δεν παραδίδουν τις πόλεις στους εχθρούς, αλλά καθήκον τους είναι να εργασθούν για την απελευθέρωσή τους". Το δεύτερο ΟΧΙ το είπε όταν τον καλέσανε από τον Δήμο Αθηνών ότι θα τελεσθεί δοξολογία στον μητροπολιτικό ναό. Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε και πάλι λέγοντας: "Δοξολογία με ιεράρχη δεν γίνεται παρουσία του κατακτητή. Η ώρα της δοξολογίας θα είναι άλλη". Και το τρίτο όταν τον καλέσανε να ορκίσει την Γερμανοπρόβλητη κυβέρνηση του Τσολάκογλου. Τότε ο Χρύσανθος απάντησε: "Δεν μπορώ να ορκίσω κυβέρνηση που επιβάλλεται από τον εχθρό. Εγώ θα ορκίσω κυβέρνηση που θα ψηφίσει ο λαός". Τότε οι Γερμανοί δίνουν εντολή στην κατοχική κυβέρνηση και τον καθαιρούν από μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Τον Ιούνιο του 1941 επίσης η κατοχική κυβέρνηση καθαίρεσε τον Χρύσανθο βάζοντας στην θέση του τον Δαμασκηνό. Ο Χρύσανθος καθ' όλη την διάρκεια της γερμανικής κατοχής τήρησε την ίδια εχθρική στάση απέναντι σε όλες τις κυβερνήσεις των δοσίλογων, ακόμα και όταν του δόθηκε η δυνατότητα να επανέλθει στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο κάτι που απάρριψε. 

Απεβίωσε το 1949 στην Αθήνα. Κηδεύτηκε με τιμές εν ενεργεία πρωθυπουργού και τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Το 1991 τα οστά του μεταφέρθηκαν και βρίσκονται στη νέα μονή της Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο Ημαθίας. 
Ο Χρύσανθος όρισε τον ανηφιό του δικηγόρο Γεώργιο Ν. Τασούδη, εκτελεστή της διαχείρισης του αρχείου του που περιεχότανε σε ένα σάκο, αυτός παρέδωσε το κάθε υλικό εκεί που έπρεπε. Διάφοροι έπαινοι, το εγκόλπιο της Ακαδημίας Αθηνών και ο Μεγαλόσταυρος του Σωτήρος, δωρίθηκαν στον Μορφωτικό Όμιλο Κομοτηνής. Η Κομοτηνή τον τίμησε τοποθετώντας το άγαλμα του άξιου τέκνου της μπροστά στον μητροπολιτικό ναό της πόλης.

Επίσης δόθηκε και το όνομα του σε μια πλατεία της Κομοτηνής. Όλοι οι ποντιακοί σύλλογοι του νομού Ροδόπης και οι ανά την Ελλάδα την ημέρα μνήμης του Ποντιακού Ελληνισμού πάντα τον τιμούν καταθέτοντας στεφάνια όπου υπάρχει το άγαλμά του μια και τον θεωρούν δικό τους άνθρωπο. 

Θα πρέπει όμως λόγω της προσφοράς σε όλη την ζωή του, στα εθνικά και θρησκευτικά ζητήματα, στην αγάπη και συμπαράσταση που πρόσφερε απλόχερα σε όλους τους ανθρώπους που την είχαν ανάγκη ανεξαρτήτως θρησκείας σε χριστιανούς και μουσουλμάνους.

Η μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής με την καθοδήγηση του άξιου μητροπολίτη μας συνεπικουρούμενη από την Ομοσπονδία Ποντιακών Συλλόγων Ελλάδος, του συλλόγου της Γρατινής και όλου του λαού της Ροδόπης να κάνει αίτημα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως για την αγιοκατάταξή του και να γίνει ο δεύτερος άγιος της Ροδόπης μετά τον Άγιο Θεοφάνη της Αναστασιούπολης. 

Γιατί η θέση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου θα πρέπει να βρίσκεται στο Πάνθεο των ηρώων και των Αγίων της Ροδόπης.

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr