Στα «μαχαίρια» Γκαράνης - Καρασταύρου στον Δήμο Κομοτηνής
• Τήρησαν την παράδοση των Ελλήνων ευεργετών • 19 Σαμμακοβίτες αποκεφαλίσθηκαν από τους Οθωμανούς • 5.300 τα θύματα των Ταγμάτων Εργασίας
Ν. Σιδηροχώρι. Οι κάτοικοι του χωριού είναι πρόσφυγες από το Σαμμάκοβο Ανατολικής Θράκης. Ξεριζωμένοι και ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες, περιπλανήσεις και βάσανα έφτασαν το 1923 εδώ και εγκαταστάθηκαν στην τοποθεσία που αρχικά λεγόταν «Τζαμπάζ – Τσιφλίκι». Το όνομα του νέου χωριού από το 1924 ως το 1969 ήταν Σχοινιά. Ονομάστηκε έτσι από τις σκηνές που έμεναν στην αρχή ή από τα πολλά σχοινιά που ήταν δεμένες οι σκηνές τους.
Το 1969 μετονομάσθηκε σε «Νέο Σιδηροχώρι» από το όνομα που είχε στην Αν. Θράκη. Ονομαζόταν Σιδηροχώρι ή Σαμμακόβι για την παραγωγή σιδήρου που παρήγαγαν τα εργοστάσια τότε εκεί. Στην Αν. Θράκη το Σιδηροχώρι ή «Σαμμακόβι» στη βουλγαρική γλώσσα ή «Ντερίρ-Κιοΐ» σήμερα στην τουρκική ήταν ένα πλούσιο κεφαλοχώρι με πάνω από 5.000 κατοίκους. Ήταν γνωστό από τα πολλά εργαστήρια σιδήρου που κινούνταν με υδατοπτώσεις. Η ποιότητα του σιδήρου ήταν κατάλληλη για την κατασκευή όπλων με αποτέλεσμα οι Σιδηροχωρίτες να έχουν πλουτίσει από τα ορυχεία σιδήρου ή «Βίγνες» όπως τα έλεγαν.
Το Σαμμάκοβο ήταν κτισμένο πάνω σε ένα λόφο και σε υψόμετρο χιλίων περίπου μέτρων.
Το 1890 τα μεταλλεία σιδήρου παρήκμασαν, οι Σαμμακοβίτες τα ισοπέδωσαν και τα μετέτρεψαν σε καλλιεργήσιμη γη.
Στο κέντρο του χωριού δέσποζε η μεγάλη και στέρεα εκκλησία του Αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτη με τους εντυπωσιακούς κρυστάλλινους πολυτελέστατους πολυελαίους που είχαν δωριθεί από τους εθνικού ευεργέτες και Σαμμοκοβίτες στην καταγωγή αδελφούς Ξενοκράτη. Η καμπάνα της εκκλησίας ήταν από μίγμα ασημιού και χαλκού. Ο ήχος της ακουγόταν χιλιόμετρα μακριά.
Είχε τέσσερα χάνια για τους απλούς ανθρώπους και ένα πολυτελέστατο ξενοδοχείο για τους πλουσίους εμπόρους.
Η κωμόπολη είχε αρκετά μαγαζιά. Εκεί εύρισκες ότι ποθούσε η ψυχή σου. Υπήρχαν επίσης πολλά καφενεία όπως και το καφενείο του δημάρχου Περικλή Κιακίδη, στεγασμένο κάτω από το ξενοδοχείο του. Το Σαμμάκοβο είχε δεκατρείς βρύσες απ' όπου έτρεχε άφθονο σιδηρούχο νερό.
Δίπλα στο Σαμμάκοβο υπήρχε το λιμάνι της Θυνιάδας στη Μαύρη Θάλασσα που την εξυπηρετούσε στο εμπόριο.
Η ίδρυση του Σαμμάκοβου έγινε χάρη στο ποτάμι που κατέβαζε άφθονο σιδηρομετάλλευμα. Γύρω στο 1480 με 1500 ντόπιοι με εργάτες από την Ευρώπη ξεκίνησαν να εκμεταλλεύονται τα μεταλλεύματα που υπήρχαν εκεί.
Έτσι όλα τα μικρά χωριά που βρισκόταν γύρω ενώθηκαν και αποτέλεσαν το Σαμμάκοβο. Δεν πέρασε πολύς καιρός και όλοι γέμισαν με πολύ χρήμα χτίζοντας έτσι σπίτια πολυτελείας. Γνωστές οικογένειες που εγκαταστάθηκαν εκεί ήταν ο Κύρογλου ή Κύρκου, ο Δούκας, ο Βαλαβάς, Βατραλάς κ.ά.
Ο 17ος αιώνας ήταν η χρυσή εποχή του Σαμμάκοβου, έμποροι με καραβάνια μετέφεραν τα ορυκτά στην Βλαχία, στη Σερβία, στη Βηρυτό, στη Δαμασκό και αλλού. Τότε ήταν που η οθωμανική κυβέρνηση τους παραχώρησε ένα σωρό προνόμια με τον όρο να παραδίδουν ένα ποσοστό σιδήρου στην Κωνσταντινούπολη.
Στο τέλος του 18ου αιώνα η πανούκλα θέρισε εκατοντάδες ανθρώπους στο Σαμμάκοβο.
Μετά τον 19ο αιώνα έμαθαν να κατασκευάζουν ένα είδος χυτοσίδηρου κατάλληλου για πολυβόλα και βλήματα. Το 1810 η οθωμανική κυβέρνηση κρατικοποίησε τα μεταλλεία. Το 1828 κηρύχθηκε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Ο ρωσικός στρατός κατέλαβε το Σαμμάκοβο. Μετά τον πόλεμο ο Ταχήρ Πασάς κρατικοποίησε πάλι όλα τα μεταλλεία. Επέτρεψε όμως την ανέγερση του ναού του Αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτου το 1836. Χρηματοδότες ήταν οικογένειες Κύρκου και Δούκα. Για την ανέγερση του σχολείου φρόντισε ο Κωνσταντίνος Ξενοκράτης, ιερολοχίτης και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Το Σαμμάκοβο την εποχή αυτή ήταν αυτοδιοίκητο και εξαρτιόταν απευθείας από την Υψηλή Πύλη.
Το 1877 - 1878 κηρύχθηκε πάλι ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος. Οι Τούρκοι κατέστρεψαν τα μεταλλεία και αυτό ήταν το τέλος τους.
Γύρω στο 1903 οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες λεηλατούν το Σαμμάκοβο ζητώντας τους μάλιστα να αλλαξοπιστήσουν.
Το 1905 - 1907 ιδρύθηκαν τα ελληνικά κομιτάτα που περιέτρεχαν όλη την περιοχή υποστηρίζοντας το ελληνικό στοιχείο και καταδιώκοντας τους Κομιτατζήδες Βούλγαρους. Το κομιτάτο του Σαμμάκοβου είχε αρχηγούς τον Κύρκο Κύρκου με συνεργάτη τον Περικλή Κιακίδη.
Από το 1912 αρχίζει πάλι η ταλαιπωρία των Ελλήνων τη μια από τους Βουλγάρους και την άλλη από τους Οθωμανούς που τους στρατολογούσαν στα Τάγματα Εργασίας «Αμελέ Ταμπουρού». Οι φόροι που τους επέβαλαν ήταν αβάσταχτοι, η βία, ο βούρδουλας, οι κακουχίες, τα βασανιστήρια χαρακτήριζαν την διοίκηση των Οθωμανών αναγκάζοντας έτσι πολλούς να φύγουν.
Στο τέλος του 1915 ο τοπικός πασάς Χαμντή προσκάλεσε τον νομάρχη Αδριανούπολης να δει τα έργα που έκανε στο Σαμμάκοβο, όταν έφυγαν στο δρόμο τους επιτέθηκαν Βούλγαροι Κομιτατζήδες και σκότωσαν τον γιό του Νομάρχη.
Τότε οι Οθωμανοί κατηγόρησαν ως υπαίτιους τους Έλληνες Σαμμακοβίτες. Ξέσπασε εκδίκηση, κάηκαν σπίτια, δολοφόνησαν κατοίκους. Στις 31 Αυγούστου το 1915 η οθωμανική κυβέρνηση εξέδωσε διάταγμα εκπατρισμού όλων των Σαμμακοβιτών και της περιφέρειας ολόκληρης στα βάθη της Μ. Ασίας ως αντίποινα για το φόνο.
Το πρωί της 4 Σεπτεμβρίου οι Σαμμακοβίτες πήραν την εντολή να εγκαταλείψουν τον τόπο που γεννήθηκαν.
Στο Σαμμάκοβο έμειναν μόνο 100 φυλακισμένοι. Από την μια οι υπόλοιποι αναχωρούσαν με τα βοϊδάμαξα και για τους 100 άρχιζε η ανάκριση. Μετά από βασανιστήρια 19 Σαμμακοβίτες καταδικάστηκαν σε θάνατο. Μαζί τους και ο δήμαρχος Περικλής Κιακίδης.
Τους οδήγησαν έξω από την πόλη όπου αφού τους έδεσαν στα δέντρα, πρώτα τους λόγχισαν όλους και ύστερα τους αποκεφάλισαν.
Οι ήρωες ήταν οι: Περικλής Κιακίδης, Δημήτριος Παναγιωτάκης, Κύρκος Κύρκου, Κωνσταντίνος Θ. Τζάρτος, Κωνσταντίνος Ν. Χριστάκης, Ευθύμιος Θ. Μανίτσας, Γιώργος Κ. Τζάρτος, Γιώργος Πολυχρόνης, Γιάγκος Αθανασιάδης, Γιώργος Παπαδόπουλος, Δημήτριος Τζάρτος, Δημήτριος Κουτσικίδης, Δούκας Δουκίδης, Κωνσταντίνος Ν. Δουκίδης, Φίλιππος Γιαννάκου, Κυριάκος Μαρινέλλης, Κωσταντίνος Λαμπρινού, Κωνσταντίνος Κρυσταλλάκης, Κωνσταντίνος Τακίδης.
Ένας από αυτούς που είχαν συλληφθεί και περίμενε κι αυτός την επόμενη μέρα την εκτέλεσή του ήταν και ο μετέπειτα ιερέας της Πανδρόσου πατήρ Δημήτριος Φρυδάς. Αυτός το βράδυ πριν την εκτέλεση είδε ένα όραμα, είχε παρουσιασθεί η Παναγία και του ανακοίνωσε ότι θα τον έσωζε. Το πρωί διηγήθηκε το όραμά του στους συγκρατούμενούς του, οι οποίοι ρωτούσαν να μάθουν αν η Παναγία μίλησε και για εκείνους.
Σε λίγο ένας Τούρκος φύλακας, παλιός γνώριμος του, τον πλησίασε και του είπε ότι θα τον βοηθούσε να δραπετεύσει. Πράγματι τον οδήγησε από ένα δύσβατο πέρασμα χαρίζοντάς του την ελευθερία. Για να μην κατηγορηθεί ο Τούρκος για προδοσία έριξε τρεις πυροβολισμούς στον αέρα και άρχισε να φωνάζει για βοήθεια παραπλανώντας με αυτόν τον τρόπο τους ανωτέρους του.
Ξυπόλητος και καταταλαιπωρημένος έφτασε σε ένα ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Εκεί του παρουσιάσθηκε εκ νέου η Παναγία και του είπε ότι στην ζωή του ο δρόμος θα ήταν ανοιχτός. Κατόπιν αυτού αφοσιώθηκε στην θρησκεία και έγινε ιερέας. Απεβίωσε το 1969.
Δεκαέξι χιλιάδες κάτοικοι διώχθηκαν από το Σαμμάκοβο και τα γύρω χωριά. Τους γυρόφερναν εδώ και εκεί. Ορισμένοι Σαμμακοβίτες σκάλωσαν στην Νικομήδεια. Οι Έλληνες που ζούσαν εκεί τους βοήθησαν. Έτσι χτίσανε ένα νέο χωριό, όπου ασχολήθηκαν με τους ξυλάνθρακες. Αρχές του 1918, τα ελληνικά στρατεύματα επέφεραν αλλεπάλληλα χτυπήματα στα τουρκικά. Έτσι στα τέλη του 1918 η τουρκική κυβέρνηση από φόβο επέτρεψε στους εξορισμένους ομογενείς να επιστρέψουν στις πατρίδες τους.
Τον Ιανουάριο του 1919, η μεγάλη ομάδα των Σαμμακοβιτών από την Νικομήδεια φορτώνονται στα καράβια και στα βαγόνια για την παλιννόστηση.
Την άνοιξη που έλιωσαν τα χιόνια επέστρεψαν όλοι επιζήσαντες από την εξορία. Από το Σαμμάκοβο που αριθμούσε 7.000 πριν την εξορία επέστρεψαν μόνο 1.700 οι υπόλοιποι πέθαναν από βίαιο θάνατο.
Στις 7 Ιουλίου 1920 άρχισε η αποβίβαση των ελληνικών στρατευμάτων. Σε λίγες μέρες καταλήφθηκε όλη η Αν. Θράκη από τους Έλληνες. Στις 21 Ιουλίου απελευθερώθηκε το Σαμμάκοβο από τον ταγματάρχη Κυριακούλη πρώτος μπήκε έφιππος ο συγχωριανός τους ιατρός Θεόδωρος Θεοφίλου Κιακίδης που είχε καταταγεί εθελοντής στον ελληνικό στρατό.
Όλα τα παλικάρια του χωριού τον Ιούνιο του 1921 φύγανε εθελοντές για το μέτωπο της Μικράς Ασίας. Πολλοί Σαμμακοβίτες άφησα τα κόκαλά τους στο μέτωπο αυτό.
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1922 η Γενική Διοίκηση Θράκης έδωσε εντολή εκκένωσης της Αν. Θράκης.
Έτσι στις 11 Οκτωβρίου όλοι οι Σαμμακοβίτες παίρνουν πάλι τον δρόμο της προσφυγιάς, ανέβηκαν όλοι στο μεταγωγικό ατμόπλοιο "Νέα Ελλάς". Επιτέλους ύστερα από πέντε μέρες ταξίδι φθάνουν στην Καβάλα. Ενώ μια ομάδα κατεβαίνει στη Λήμνο. Ορισμένοι εγκαθίστανται στην Δράμα, άλλοι στην Σταυρούπολη. Ορισμένοι με τα πόδια έφθασαν στην Αισύμη Αλεξανδρούπολης.
Το 1923 δημιουργήθηκε μια επιτροπή Σαμμακοβιτών και οδηγήθηκαν στο «Τζαμπάς – Τσιφλίκι» της Κομοτηνής. Ήταν τσιφλίκι μπέηδων με ζώα και χωράφια όπου οι τζαμπάζηδες (ζωέμποροι) βοσκούσαν τα κοπάδια τους. Ο τόπος ήταν μια μικρή ζούγκλα με θάμνους, δέντρα, έλη, άγρια ζώα κλπ. Βλέποντας ότι υπάρχει πολύ νερό αποφάσισαν να εγκατασταθούν εδώ.
Το 1931 τους μοίρασαν από 30 στρέμματα και το 1933 το κράτος τους έδωσε και από δύο αγελάδες.
Και εκεί που άρχισε η ζωή να μπαίνει σε έναν ρυθμό ήλθε το 1940, οι άνδρες έφυγαν για το αλβανικό μέτωπο. Πολλοί γύρισαν σοβαρά τραυματισμένοι όπως Μήτσος Βρουζέλης και ο Μιχάλης Φυτιλάς. Το 1941 πάλι ήλθε η βουλγαρική κατοχή και ο Εμφύλιος μέχρι το 1949. Πέρασαν δύσκολα πείνασαν, διώχθηκαν, υπέφεραν.
Εκτός από τους καταγόμενους από το Σαμμάκοβο στο Ν. Σιδηροχώρι εγκαταστάθηκαν γύρω στο 1950 και οι Σαρακατσάνικες οικογένειες του Κουτσογιάννη Κωνσταντίνου, Σπύρου, Νικόλαου, Χρήστου και Βασίλειου προερχόμενοι από την Μολυβωτή και την λίμνη Ανάκιοϊ, όπως και οι οικογένειες του Κρυστάλλη Γιώργου και Αντώνη, ερχόμενοι από την Δράμα.
Την δεκαετία του 1960-1970 οι νέοι το παραγωγικό κομμάτι, έφυγαν για εργασία στην Γερμανία.
Το χωριό από το 1924 έχει σχέδιο πόλεως χάρη στον εποικισμό. Από το 1924 υπηρέτησαν ως πρόεδρος του χωριού οι εξής: Πολυζωΐδης Ιωάννης, Πετρίδης Κωνσταντίνος, Γεωργαντάς, Κωνσταντίνος Μενής, Ιμπραήμ Γιουσούφ, Ιωάννης Γκόρης, Νικόλαος Παπαδήμος, Σάββας Δρίνης, Νικόλαος Δρίνης και Κωνσταντίνος Βαρβάτος.
Όταν εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες στο Νέο Σιδηροχώρι έφεραν και ορισμένες εικόνες τις οποίες τοποθέτησαν μέσα στον ναό του Αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτου τον οποίο έχτισαν με προσωπική εργασία.
Από το 1972 ως το 1988 που χτίστηκε ο νέος ναός πολλοί ήταν οι ευεργέτες που πρόσφεραν χρηματικά ποσά, όπως ο Ιωακείμ Δέλιος και η σύζυγός του Δέσποινα. Ο Γκαγκίδης Κωνσταντίνος ομογενής από την Αμερική, όπως και όλοι οι ανώνυμοι κάτοικοι του χωριού.
Από το 1971-72 το δημοτικό σχολείο στεγάζεται σε νέο διδακτήριο δωρεά της ομογενούς από την Αμερική Ταρσής Πολυχρόνη.
Τα ήθη, έθιμα, οι γιορτές, οι αρραβώνες, ο γάμος, η γέννηση, η βάπτιση ήταν όλα παρόμοια όπως και των άλλων Ανατολικοθρακωτών.
Κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή του Σεπτέμβρη γίνεται στο Νέο Σιδηροχώρι «Το Αντάμωμα των Σαμμακοβιτών» από όλη την Ελλάδα, όπως και το μνημόσυνο στους αδικοχαμένους προγόνους τους.
Άξια τέκνα του Νέου Σιδηροχωρίου είναι ο Κωνσταντίνος Κιακίδης που η οικογένειά του (ο πατέρας του είναι στους 19 εκτελεσθέντες του Σαμμάκοβου), όπως και ο αδελφός του Θεόδωρος Κιακίδης που έγραψε την ιστορία του Σαμμάκοβου.
Ο Ιωακείμ Δέλιος και η σύζυγός του Δέσποινα δωρητές του ναού του Νέου Σιδηροχωρίου.
Ο Λεωνίδας Κύρκος αγωνιστής της Δημοκρατίας.
Ο οινοποιός Βαγγέλης Τσάνταλης.
Η Ταρσή Πολυχρόνη που με δωρεά της χτίστηκε το σχολείο.
Ο Κωνσταντίνος Γκαγκίδης δωρητής του ναού.
Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε και την πρακτική μαμή του χωριού Νταντή Κωνδυλιώ που στις αντίξοες συνθήκες εκείνης της εποχής ξεγέννησε περισσότερα από 750 παιδάκια από τα οποία 40 Βουλγαράκια στην βουλγαρική κατοχή '41-'44.
Ένα ακόμη τέκνο το Νέου Σιδηροχωρίου που κάνει γνωστή την Ροδόπη και το Νέο Σιδηροχώρι ανά την Ελλάδα είναι και ο τραγουδιστής Νταντής Κωνσταντίνος. Τραγουδάει σε γνωστά κέντρα της Θεσσαλονίκης δίπλα σε γνωστούς τραγουδιστές.
Πηγές
Έντυπο Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων
"Πολυχρόνειου" Δημοτικού Σχολείου
Νέου Σιδηροχωρίου
Wikipedia
Ερανίσματα από την Πάνδροσο
Δήμος Κομοτηνής ΔΚΕΠΠΑΚ
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News