Έλενα Χουσνή: «Η συγγραφή είναι μια ιδιότυπη αυτοεξορία» | xronos.gr
ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ "ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ"

Έλενα Χουσνή: «Η συγγραφή είναι μια ιδιότυπη αυτοεξορία»

01/11/18 - 10:00

Το βιβλίο που ρίχνει φως στη ζωή των χανσενικών, στο στίγμα αλλά και στον αγώνα τους κατά το παρελθόν να αποκτήσουν «όνομα», «ταυτότητα» 

Κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό το τέταρτο βιβλίο της Έλενας Χουσνή με τίτλο «Καταραμένες Πολιτείες» από τις εκδόσεις ΚΥΦΑΝΤΑ. Ένα βιβλίο που ρίχνει φως στη ζωή των χανσενικών, στο στίγμα αλλά και στον αγώνα τους κατά το παρελθόν να αποκτήσουν «όνομα», «ταυτότητα».

"Η λέπρα εγκατέλειψε τα λημέρια τους, ερείπωσε η φυλακή τους, γκρέμισαν οι τοίχοι, έπεσε η στέγη, ερήμωσε ο τόπος, δεν είναι πια το ρέμα το σύνορο του κόσμου, και πάλι όμως η ιερή απόσταση δεν περπατήθηκε. Αυτή την αρρώστια δεν την νίκησαν ποτέ. Δεν έχει φάρμακο. Εκεί έξω έγιναν πολυτραυματίες, μέτρησαν πληγές που δεν τις γνώριζαν και δεν ήξεραν να τις γιατρέψουν. Βαθιές, κοφτερές, με μπόλικο φαρμάκι. Καινούριο φαρμάκι, ανίκητο. Καθάρισε το σώμα τους μα οι άλλοι ήθελαν μια κάθαρση διαφορετική, τελειωτική, να έχει σύνορα συγκεκριμένα, αδιάβατα. Δεν βρέθηκε διαβατήριο για αυτά τα σύνορα. Ακόμη αδιάβατα είναι".

Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου στην Κομοτηνή, το Σάββατο 10 Νοεμβρίου στο ξενοδοχείο Αστόρια στις 7 το απόγευμα, συνομιλήσαμε με την συγγραφέα.


Ερ: Γνωρίζοντας τη θητεία σας στον δημοσιογραφικό χώρο θα ήθελα να ξεκινήσω συνδέοντας την πρώην επαγγελματική ιδιότητά σας με αυτή της συγγραφέα. Που θα λέγατε ότι συναντιούνται, αν συναντιούνται οι δύο αυτοί κόσμοι;

Απ: Δεν ξέρω αν συναντιούνται. Και στις δύο περιπτώσεις υπό μια έννοια διηγείσαι μια ιστορία, ένα γεγονός ή περιγράφεις μια πραγματικότητα, μια κοινωνική συνθήκη. Στην δημοσιογραφία καλείσαι να το κάνεις κοφτά, χωρίς υπερβολές, χωρίς περιττολογίες, μένοντας αυστηρά στα γεγονότα. Στην λογοτεχνία από την άλλη σαφώς υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία. Δεν στοχεύεις στην ακριβή αναπαράσταση μιας υπαρκτής πραγματικότητας αλλά δημιουργείς μια δική σου. Εκεί λοιπόν τα γεγονότα τα δημιουργεί αυτός που γράφει, τους πρωταγωνιστές το ίδιο. Ωστόσο υπάρχουν και κοινά σημεία. Η έρευνα είναι ένα από αυτά και τουλάχιστον για μένα είναι αναγκαίο και πολύ δύσκολο κομμάτι της συγγραφής. Από την άλλη είναι και ο σεβασμός στον αναγνώστη. Ακολουθώντας τους κανόνες του κάθε χώρου, τους περιορισμούς και τις δυνατότητές του, και στις δύο περιπτώσεις καλείσαι να σεβαστείς τον αναγνώστη. Να αποφύγεις προχειρότητες, ευκολίες, και να μην επιχειρήσεις να τον παραπλανήσεις για λόγους ματαιοδοξίας. Από την δημοσιογραφία κληρονόμησα την εξοικείωση με τα εργαλεία της έρευνας και με τις πολλαπλές όψεις της πραγματικότητας. Έμαθα να βλέπω αυτές τις πολυεπίπεδες όψεις των γεγονότων και μου έχει γίνει αταβισμός η προσπάθεια να κρυφοκοιτάξω πίσω από την κουίντα, πίσω από τις λέξεις. Και αυτά είναι χρήσιμα «όπλα» στην μάχη της συγγραφής.


Ερ: Μιλάτε για μάχη. Αυτό είναι η συγγραφή; Μια μάχη με τον εαυτό σας;

Απ: Μια μάχη με τους δαίμονές σου είναι. Τουλάχιστον για μένα. Μόνο που εσύ διαλέγεις τους δαίμονες σε αντίθεση με την ζωή. Είναι μια αναμέτρηση σε πολλά επίπεδα και σίγουρα μια μοναχική διαδικασία. Απαιτείται απομόνωση, μια ιδιότυπη αυτό-εξορία από τον κόσμο για να μπορείς να οικοδομήσεις το δικό σου σύμπαν με τους όρους που θέλεις ή αποφασίζεις. Αυτό σε καθιστά καμία φορά πλήρως αντικοινωνικό, από ανάγκη και όχι από επιλογή. Σε φορτώνει με ενοχικά σύνδρομα για τους ανθρώπους που αγαπάς και προσπαθείς να ισορροπήσεις κατανέμοντας χρόνο και δυνάμεις όσο μπορείς πιο ακριβοδίκαια. Στη διαδικασία της κορύφωσης βέβαια είναι μάλλον δύσκολο, έως αδύνατο να το καταφέρεις και πάντα κάτι μένει πίσω. Γι' αυτό είναι πάρα πολύ σημαντική η υποστήριξη των ανθρώπων που σε αγαπούν και τους αγαπάς. Της οικογένειας και των φίλων. Και πρέπει να πω ότι εγώ έχω ευτυχήσει να έχω την απόλυτη στήριξή τους. 


Ερ: Στο τελευταίο σας βιβλίο τις «Καταραμένες Πολιτείες» επιλέξατε να ασχοληθείτε με το θέμα της λέπρας, ένα θέμα μάλλον ξεχασμένο στη χώρα μας. Πώς προέκυψε αυτό;

Απ: Προέκυψε χωρίς στόχευση. Από την ανάγκη μιας ομάδας ανθρώπων που θέλαμε να ζωντανέψουμε τις μνήμες του Λεπροκομείου Καρλοβάσου στη Σάμο. Μας συγκινούσε αυτό το εγκαταλειμμένο κτίριο σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία. Θελήσαμε να ανιχνεύσουμε τους τελευταίους επιζώντες είτε ασθενείς, είτε ανθρώπους που έζησαν στην εποχή της λειτουργίας του, να καταγράψουμε τις μαρτυρίες τους και να παραδώσουμε αυτή την εργασία στο Ιστορικό Αρχείο Σάμου. Στην διαδρομή αυτή, όμως, και καθώς μελετούσα για την ασθένεια γενικότερα, για τις κοινωνικές, προσωπικές, ιατρικές πτυχές της, για την ιστορία της, για το βαρύ φορτίο της, μια ιστορία άρχισε να ξεπροβάλλει, απρόσκλητη αλλά πιεστική. Ενώ η έρευνα ήταν σε εξέλιξη η ιστορία προχωρούσε, θαρρείς από μόνη της και χωρίς να το καταλάβω, με έναν τρόπο καταιγιστικό και σχεδόν παραληρηματικό σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ολοκληρώθηκε χωρίς, ακόμη και εκείνη την στιγμή να έχω στο μυαλό μου την έκδοση. Νομίζω ότι περισσότερο το αντιμετώπιζα ως μια βαλβίδα εκτόνωσης των πολύ δυνατών συναισθημάτων που βιώσαμε στη διάρκεια της έρευνας και των όσων μάθαμε από τους ανθρώπους, τις πηγές στις οποίες ανατρέξαμε και κυρίως των μαρτυριών που ήταν πραγματικά συγκλονιστικές.


Ερ: Κεφαλαιοποιώντας όλη αυτή την εμπειρία ποιος θα λέγατε ότι είναι ο κεντρικός άξονας πάνω στον οποίο κινούνται οι «Καταραμένες Πολιτείες»

Απ: Πάνω σε δύο, κυρίως, άξονες. Ο πρώτος πυλώνας είναι η ίδια η ασθένεια και οι «ιδιοτροπίες» της. «Ιδιοτροπίες» ιατρικές αφού υπήρξε εξαιρετικά δυσχερής η εύρεση της θεραπείας αλλά και επειδή πρόκειται για μια ασθένεια που παραμορφώνει τον ασθενή με έναν τρόπο που του στερεί τελικά την ίδια την αξιοπρέπεια και την ταυτότητά του. «Ιδιοτροπίες» κοινωνικές αφού οι Χανσενικοί διαγράφονταν από όλους με το που νοσούσαν και οι οικογένειές τους κουβαλούσαν κι αυτές το βαρύ φορτίο του στίγματος. Αδελφές έμεναν απάντρευτες και όλη η οικογένεια απομονώνονταν αφού θεωρούνταν δυνητικοί ασθενείς. Η λέπρα αν και δεν είχε τον δυσθεώρητο αριθμό θυμάτων που είχαν άλλες επιδημικές ασθένειες συνδέθηκε ωστόσο με μια κοινωνική μυθολογία φόβου, αποκλεισμού και προκατάληψης πολύ έντονων. Από την άλλη στο βιβλίο θέλησα να θέσω και το θέμα της μνήμης, της συλλογικής  μνήμης που συνήθως επιλέγει να θάψει στα κατάστιχα της ιστορίας ότι αμαυρώνει την «καθάρια» όψη της. Αρνούμαστε να αναμετρηθούμε με το «κακό» παρελθόν μας και θεωρούμε ότι έτσι το ξορκίζουμε. Το μόνο που κάνουμε όμως είναι να αναπαράγουμε τα λάθη  μας με θαυμαστή ευκολία, πράγμα που αποδεικνύει ότι η προσωπική και κοινωνική αυτοσυνειδησία παραμένουν σε εμβρυικό στάδιο. Και βέβαια υπάρχουν μια σειρά επιμέρους θέματα τα οποία χαίρομαι ιδιαίτερα που εντοπίζουν οι αναγνώστες και με συγκινεί το γεγονός ότι ο καθένας κάνει την προσωπική του αναγνωστική προσέγγιση, εντοπίζοντας πολλές φορές πτυχές που εγώ δεν είχα καν σκεφτεί.


Ερ: Είναι το πρώτο σας μη αστυνομικό μυθιστόρημα. Θεωρείτε ότι το θέμα δεν επέτρεπε τον χειρισμό του  με την τυπολογία της αστυνομικής λογοτεχνίας.

Απ: Η αστυνομική λογοτεχνία έχει αποδείξει ότι μπορεί να ασχοληθεί με όλα τα θέματα με πολλαπλές προσεγγίσεις. Στο βιβλίο υπάρχουν κάποια επιμέρους στοιχεία αστυνομικού αφηγήματος που ωστόσο δεν επαρκούν για να μιλάμε για μια αστυνομική ιστορία. Δεν υπήρχε συγκεκριμένος λόγος. Η ίδια η πορεία συγγραφής επέβαλε έναν συγκεκριμένο ρυθμό στην εξέλιξη της ιστορίας και της δράσης των ηρώων. Προτεραιότητα ήταν για μένα να αφηγηθώ την ιστορία που γεννήθηκε στο μυαλό μου. Και όχι να εντάξω την ιστορία αυτή σε κάποιο είδος λογοτεχνίας. Άλλωστε μικρή σημασία έχει αυτό και ούτε αλλάζει την αγάπη μου για την αστυνομική λογοτεχνία. 


Ερ: Παραμένουν λοιπόν ανοιχτοί οι  «λογαριασμοί» σας με την αστυνομική λογοτεχνία;

Απ: Νομίζω ότι παραμένουν ανοιχτοί οι λογαριασμοί μου με την ανάγκη  μου να γράφω. Αυτή είναι η μόνη αλήθεια την οποία δεν μπορώ να αλλάξω. Από εκεί και πέρα το μείζον είναι να μπορώ να αφηγούμαι ιστορίες που θα είναι πλήρεις, που θα έχουν ενδιαφέρον και που θα αφήνουν το χνάρι τους σε όποιον τις διαβάσει. Η καλή λογοτεχνία δεν έχει σύνορα, δεν υποκύπτει σε κατηγοριοποιήσεις. Άρα ναι, ανοιχτοί οι λογαριασμοί στο τεφτέρι της ανάγκης μου να συνεχίσω την μάχη της γραφής. Και της ελπίδας μου να μην απογοητεύω όσους με τιμούν με την αγάπη και την εμπιστοσύνη τους. 


Ερ: Έρχεστε για δεύτερη φορά στην Κομοτηνή για να παρουσιάσετε βιβλίο σας. Πότε θα γίνει η παρουσίαση;

Απ: Ναι είναι η δεύτερη φορά που έρχομαι στην Κομοτηνή και είμαι χαρούμενη. Πρώτα από όλα γιατί θα δω αγαπημένους φίλους αλλά και μια πόλη που την έχω συνδέσει με τα φοιτητικά μου χρόνια. Σπούδασα βλέπετε στην Αλεξανδρούπολη, αλλά τότε ήταν συχνές οι βόλτες μας στην πόλη σας. Η παρουσίαση θα γίνει το Σάββατο 10 Νοεμβρίου στο café-bar Αστόρια, όπου είχαμε παρουσιάσει δύο χρόνια πριν και την «Χρυσή Εκδίκηση» και έχω αγαπήσει τον χώρο και τους ανθρώπους. Είμαι ευγνώμων σε αυτούς που θα το παρουσιάσουν, την παιδική μου φίλη και δικηγόρο Αναστασία Στεφίδου και την εξαιρετική συγγραφέα της πόλης σας Φωτεινή Ναούμ. Επίσης θέλω προκαταβολικά να ευχαριστήσω την Ιωάννα Δεμιράκη από το Δημοκρίτειο Βιβλιοπωλείο που έχει αναλάβει την παρουσίαση αλλά και τον χορηγό, την εφημερίδα «ΧΡΟΝΟΣ».

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr