Κομοτηναίοι φωτογράφοι παρουσιάζουν την τέχνη τους

Ειρήνη Λαγάνη: «Σημασία έχει το πως οι ίδιοι οι μειονοτικοί αυτοπροσδιορίζονται / Η κατάσταση στο κέντρο της Αθήνας με τις χιλιάδες μεταναστών είναι πρωτόγνωρη για τους Αθηναίους και σε μεγάλο βαθμό μη ελεγχόμενη / Κάτω από τις σημερινές οικονομικές συνθήκες πολλοί νέοι επιστήμονες θα μεταναστεύσουν αναγκαστικά και όχι επειδή το επέλεξαν και το επιθυμούν πραγματικά. Αυτό θα ισοδυναμεί για την Ελλάδα με αιμορραγία καθώς συνεπάγεται την απώλεια εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού ?σημαντικού κεφαλαίου- για την ανάπτυξη της xώρας» Συνέντευξη Μελαχροινή Μαρτίδου
Eνα σπάνιο συνέδριο που αποτύπωσε τις μετακινήσεις των πολιτικών προσφύγων του Εμφυλίου πολέμου, φιλοξενήθηκε στην Κομοτηνή φέρνοντας στοιχεία άγνωστα για τη Θράκη, όπως και για τις μετακινήσεις μουσουλμάνων κατά τη βουλγαρική κατοχή, τις σχέσεις των Αρμενίων με τις αρχές κατοχής, τους Εβρίτες πολιτικούς πρόσφυγες κινητοποιώντας ένα πολύ αξιόλογο επιστημονικό δυναμικό. Ήταν και ο λόγος να ρθει στην αγαπημένη Κομοτηνή και η διεθνολόγος Ειρήνη Λαγάνη η οποία υπηρέτησε για πολλά χρόνια στο Δημοκρίτειο ενώ τώρα βρίσκεται στο πανεπιστήμιο Μακεδονίας η οποία συντόνισε ένα πάνελ που αφορούσε μια ενδιαφέρουσα ενότητα του συνεδρίου. Η κ. Λαγάνη μίλησε στο ράδιο Χρόνος 87,5fm.
Θα μπορούσατε να μας μιλήσετε για το τριήμερο συνέδριο; Προέκυψε κάτι που δεν ήταν ήδη γνωστό;
Το συνέδριο διοργανώθηκε από το «Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο» (καθηγητής Κ. Χατζόπουλος, Β. Δαλκαβούκης κ.ά.) και το «Δίκτυο των Εμφυλίων Πολέμων». Η θεματική του συνεδρίου ήταν «Μετακινήσεις πληθυσμού στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1940». Θα πρέπει ωστόσο να διευκρινισθεί ότι παρά τον τίτλο του συνεδρίου , οι ανακοινώσεις του δεν περιορίστηκαν στη μετακίνηση πληθυσμού μέσα στην Ελλάδα, αλλά επεκτάθηκαν και στις μετακινήσεις από την Ελλάδα προς τρίτες χώρες (πολιτικοί πρόσφυγες). Στα πλαίσια του συνεδρίου εξετάστηκαν οι πληθυσμιακές μετακινήσεις ως ένα τοπικό και εθνικό θέμα, αν και γνωρίζουμε ότι υπάρχει και η διεθνής διάσταση του ζητήματος όπως π.χ. οι μετακινήσεις πληθυσμών που έγιναν κατά την διάρκεια τόσο του Α΄ όσο και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που ήταν είτε εκούσιες είτε αναγκαστικές. Στην Ελλάδα είναι περισσότερο γνωστές οι μετακινήσεις πληθυσμών στα πλαίσια της ανταλλαγής μεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας με βάση την συνθήκη του Νεϊγύ, και αργότερα σε αναγκαστική, υποχρεωτική βάση, οι μετακινήσεις πληθυσμών που υπάκουσαν στο πνεύμα της Συνθήκης της Λωζάνης και αφορούσαν την Ελλάδα και την Τουρκία.
Μια από τις μεγαλύτερες ανταλλαγές...
-Ακριβώς.
Την οποία τη βρίσκουμε μπροστά μας ακόμη και σήμερα.
-Βεβαίως. Η συνθήκη της Λωζάννης ισχύει πάντα. Εκείνο που επίσης κανείς θα έπρεπε να υπενθυμίσει, είναι ότι οι μετακινήσεις πληθυσμών, αφορούσαν και άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι μετακινήσεις των Ιαπωνικής καταγωγής πολιτών στο εσωτερικό των ΗΠΑ από τις αμερικανικές αρχές. Στο συνέδριο όμως αυτό δεν δόθηκε έμφαση στον διεθνή χαρακτήρα των μετακινήσεων. Το ενδιαφέρον επικεντρ ώθηκε σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Σχετικά με την περιοχή της Θράκης μια από τις ενδιαφέρουσες κατά τη γνώμη μου ανακοινώσεις ήταν αυτή που έκανε ο κ. Γιώργος Νιάρχος από το L.S.E. , σχετικά με τις μετακινήσεις των μουσουλμάνων της Θράκης στην περίοδο 1940-1949. Σύμφωνα με τον ερευνητή εξαιτίας των πιέσεων που δέχθηκε η μουσουλμανική μειονότητα από τους Βουλγάρους που επιθυμούσαν να εκκαθαρίσουν την περιοχή, ένα μεγάλο ποσοστό μουσουλμάνων αναγκάστηκε να καταφύγει στην Τουρκία. Ο αριθμός των μουσουλμάνων που κατέφυγαν στην Τουρκία υπολογίζεται στις 10.000 – 12.000. Στη συνέχεια, μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τόσο η Τουρκία όσο και η ελληνική κυβέρνηση, ακολούθησαν πολιτικές σύγκλισης, με την έννοια ότι απ’ τη μεριά της η ελληνική κυβέρνηση προσπαθούσε να πείσει τους μουσουλμάνους που κατέφυγαν στην Τουρκία ότι δεν υπάρχει λόγος να φοβούνται και ότι μπορούν να επανέλθουν στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα η τουρκική κυβέρνηση δεν επιθυμούσε την οριστική εγκατάλειψη της Δ. Θράκης από τους μουσουλμάνους και την εγκατάστασή τους στην Τουρκία. Αυτή βέβαια είναι κατά τη γνώμη μου η πάγια πολιτική της Τουρκίας που συνοψίζεται στην επιθυμία της για παραμονή των μουσουλμάνων στη Δ. Θράκη. Στο σημείο αυτό, ενδιαφέρον θα είχε, να εξετάσει κανείς την εμπλοκή του ξένου παράγοντα στη διαμόρφωση τόσο της ελληνικής όσο και της τουρκικής πολιτικής. Συγκεκριμένα ενδιαφέρον θα είχε να εξετασθεί αν η ελληνική κυβέρνηση είχε δεχθεί εισηγήσεις από την Αγγλία ή τις ΗΠΑ για την πολιτική της απέναντι στο μουσουλμανικό στοιχείο τόσο κατά την κατοχή όσο και κατά τον εμφύλιο. Βέβαια ο εισηγητής ανέφερε ότι η ελληνική πολιτική όσον αφορά την μουσουλμανική μειονότητα, χαρακτηρίζεται από «ασάφειες και παλινωδίες». Προσωπικά, δε θα μοιραζόμουν την άποψη αυτή γιατί νομίζω ότι η ελληνική κυβέρνηση στην πολιτική που ακολούθησε απέναντι στην μουσουλμανική μειονότητα τόσο κατά την κατοχή όσο και κατά τον εμφύλιο αλλά και αμέσως μετά κατά τη δεκαετία του ’50, είναι σαφέστατη και συνεπέστατη. Ειδικότερα, στη μεταπολεμική περίοδο κυριαρχείται από τη «σλαβοφοβία» στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου και εναγκαλίζεται τη σύμμαχο Τουρκία στο πνεύμα που υπαγορεύει η Ατλαντική Συμμαχία.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο συνέδριο. Αναφέρθηκε ότι κατά την διάρκεια του πολέμου, σημειώθηκε μείωση του μουσουλμανικού πληθυσμού ως συνέπεια της βουλγαρικής κατοχής, αλλά μετά την κατοχή παρατηρήθηκε και πάλι αύξηση με την επιστροφή των μουσουλμάνων οπότε η μειονότητα επανήλθε στα ίδια περίπου αριθμητικά μεγέθη, με μια πολύ μικρή απόκλιση προς τα κάτω.
-Φυσικά, στα πλαίσια του συνεδρίου εξετάστηκε και η μετακίνηση των Σλαβόφωνων/Σλαβομακεδόνων προς τις τρίτες χώρες και ειδικότερα προς τη Γιουγκοσλαβία (εισηγητής : Ρ.Αλβανός). Στην περίπτωση αυτή ισχύει κατά τη γνώμη μου ό,τι και για τη μουσουλμανική μειονότητα. Δηλ. το ειδικότερο ενδιαφέρον που έχει η διερεύνηση του ρόλου του ξένου παράγοντα στη διαμόρφωση της ελληνικής μειονοτικής πολιτικής.
Βέβαια, διερευνώντας κανείς την ταραγμένη αλλά συγχρόνως καθοριστική περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου και αναφερόμενος στους Μουσουλμάνους ή στους Σλαβομακεδόνες διατρέχει τον κίνδυνο να εξετάζει το «τότε» με κριτήρια σημερινά. Σήμερα προέχει το κριτήριο του «αυτοπροσδιορισμού» . Όμως το πώς θα «αυτοπροσδιοριστεί» κανείς είναι αποτέλεσμα των συνθηκών κάτω από τις οποίες διαμορφώνεται η εικόνα του σε σχέση με την εικόνα του «άλλου». Η επίσημη πολιτική των κυβερνήσεων διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο θέμα αυτό.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος που εξετάστηκε- σε μικρότερο όμως βαθμό- καθώς είναι σύμφυτη με τις μετακινήσεις πληθυσμών ήταν η «τραυματική μνήμη». Το τραύμα δηλ. που προκαλείται από τον ξεριζωμό και τις αναγκαστικές μετακινήσεις. Και είναι αλήθεια ότι στην παράμετρο αυτή που έχει καθαρά μια ανθρωπιστική διάσταση λίγη βαρύτητα έχει δοθεί μέχρι σήμερα παρότι ο «ξεριζωμός» βιώνεται με ανάλογο τρόπο από διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει μια βάση συνεννόησης και προσέγγισης με γειτονικές χώρες που είχαν εμπειρίες ανάλογες με εκείνες των ελλήνων προσφύγων. Συνήθως όμως δεν ακολουθούνται τέτοιες πρακτικές στη εξωτερική πολιτική. Επιπλέον στις μέρες μας η οικονομική κρίση επισκιάζει την κρίση αξιών, την ηθική κρίση… τον ίδιο τον άνθρωπο και τις πραγματικές του ανάγκες.
Σήμερα, θα υπάρξουν και άλλες μετακινήσεις πληθυσμών καθαρά για οικονομικούς λόγους;
Φυσικά. Σα σε μια αέναη κίνηση η Ελλάδα όπως και άλλες χώρες της Δύσης θα δέχονται μετανάστες ενώ Ευρωπαίοι θα αναζητήσουν καλύτερη τύχη σε μακρινές χώρες όπως ο Καναδάς και η Αυστραλία.
Μερικοί λένε ότι οι μισοί κάτοικοι των πόλεων στη Βόρεια Ελλάδα στα επόμενα 20-30 χρόνια, θα είναι από ανθρώπους των Βαλκανίων.
-Είναι πιθανό. Άλλωστε, ορισμένοι βαλκανικοί μας γείτονες είναι ήδη μέλη της (παραπαίουσας) Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άλλωστε, ας μη λησμονούμε τους αιώνες συνύπαρξης των βαλκανικών λαών επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρόλα αυτά δε θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει δεχθεί πρόσφυγες κυρίως από χώρες της Ανατολής, από την Τουρκία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, και αυτό είναι αποτέλεσμα, στην περίπτωση του Αφγανιστάν και του Ιράκ του πολέμου. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό και εμείς βέβαια δεν είμαστε αυτοί που προκαλέσαμε αυτούς τους πολέμους . Ύστερα, οι αναταραχές που γίνονται στις χώρες της Μεσογείου, στη Λιβύη, στη Συρία, έχουν και αυτές ανάλογα αποτελέσματα. Και από εκεί η Ελλάδα θα δεχτεί πρόσφυγες, δέχεται ήδη.
Βλέπετε να αλλάζει η πληθυσμιακή σύνθεση των μεγάλων πόλεων στην Ελλάδα;
-Αυτό το έχουμε δει ήδη. Η εικόνα του κέντρου της Αθήνας, έχει αλλάξει ριζικά. Είναι δύσκολο να πει κανείς αν μπορεί να ανατραπεί πλέον η κατάσταση αλλά για κάποιον που έζησε στην Αθήνα, σήμερα αντικρίζει μια άλλη πόλη. Παραμελημένη, μίζερη, επικίνδυνη, παραμορφωμένη. Δεν είναι εύκολο να συγκριθεί η Αθήνα του σήμερα με άλλη πόλη της Ελλάδας ή της Ευρώπης. Και βέβαια το πρόβλημα προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης. Αλήθεια, πώς αφέθηκε η Αθήνα στην εγκατάλειψη και γιατί;
Για την βόρεια Ελλάδα είναι γεγονός ότι τα οικονομικά μέτρα που ακολουθούνται και το ποσοστό της ανεργίας που συνεχώς αυξάνεται θα δημιουργήσει κύμα μετανάστευσης, όχι τόσο στο εσωτερικό, όσο προς το εξωτερικό, και φοβάμαι ότι αυτοί που θα μεταναστεύσουν αυτή την στιγμή, δεν θα είναι εργάτες ανειδίκευτοι όπως στις δεκαετίες 60-70 που πήγαιναν στην Γερμανία, αλλά ειδικευμένοι επιστήμονες στους οποίους επένδυσε η ελληνική κοινωνία. Μια ελληνική επένδυση που θα την καρπωθούν άλλοι. Θα είναι μια αιμορραγία, εύχομαι να μη συμβεί σε μεγάλο βαθμό. Όχι γιατί διαφωνώ με τους Έλληνες της διασποράς που διαπρέπουν στο εξωτερικό αλλά υπερασπίζομαι το δικαίωμα των Ελλήνων να παραμείνουν στην Ελλάδα και να μην εξαναγκαστούν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης να μεταναστεύσουν, στο βαθμό που δε το επιθυμούν πραγματικά».
Θα μπορούσατε να μας μιλήσετε για το τριήμερο συνέδριο; Προέκυψε κάτι που δεν ήταν ήδη γνωστό;
Το συνέδριο διοργανώθηκε από το «Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο» (καθηγητής Κ. Χατζόπουλος, Β. Δαλκαβούκης κ.ά.) και το «Δίκτυο των Εμφυλίων Πολέμων». Η θεματική του συνεδρίου ήταν «Μετακινήσεις πληθυσμού στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1940». Θα πρέπει ωστόσο να διευκρινισθεί ότι παρά τον τίτλο του συνεδρίου , οι ανακοινώσεις του δεν περιορίστηκαν στη μετακίνηση πληθυσμού μέσα στην Ελλάδα, αλλά επεκτάθηκαν και στις μετακινήσεις από την Ελλάδα προς τρίτες χώρες (πολιτικοί πρόσφυγες). Στα πλαίσια του συνεδρίου εξετάστηκαν οι πληθυσμιακές μετακινήσεις ως ένα τοπικό και εθνικό θέμα, αν και γνωρίζουμε ότι υπάρχει και η διεθνής διάσταση του ζητήματος όπως π.χ. οι μετακινήσεις πληθυσμών που έγιναν κατά την διάρκεια τόσο του Α΄ όσο και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που ήταν είτε εκούσιες είτε αναγκαστικές. Στην Ελλάδα είναι περισσότερο γνωστές οι μετακινήσεις πληθυσμών στα πλαίσια της ανταλλαγής μεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας με βάση την συνθήκη του Νεϊγύ, και αργότερα σε αναγκαστική, υποχρεωτική βάση, οι μετακινήσεις πληθυσμών που υπάκουσαν στο πνεύμα της Συνθήκης της Λωζάνης και αφορούσαν την Ελλάδα και την Τουρκία.
Μια από τις μεγαλύτερες ανταλλαγές...
-Ακριβώς.
Την οποία τη βρίσκουμε μπροστά μας ακόμη και σήμερα.
-Βεβαίως. Η συνθήκη της Λωζάννης ισχύει πάντα. Εκείνο που επίσης κανείς θα έπρεπε να υπενθυμίσει, είναι ότι οι μετακινήσεις πληθυσμών, αφορούσαν και άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι μετακινήσεις των Ιαπωνικής καταγωγής πολιτών στο εσωτερικό των ΗΠΑ από τις αμερικανικές αρχές. Στο συνέδριο όμως αυτό δεν δόθηκε έμφαση στον διεθνή χαρακτήρα των μετακινήσεων. Το ενδιαφέρον επικεντρ ώθηκε σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Σχετικά με την περιοχή της Θράκης μια από τις ενδιαφέρουσες κατά τη γνώμη μου ανακοινώσεις ήταν αυτή που έκανε ο κ. Γιώργος Νιάρχος από το L.S.E. , σχετικά με τις μετακινήσεις των μουσουλμάνων της Θράκης στην περίοδο 1940-1949. Σύμφωνα με τον ερευνητή εξαιτίας των πιέσεων που δέχθηκε η μουσουλμανική μειονότητα από τους Βουλγάρους που επιθυμούσαν να εκκαθαρίσουν την περιοχή, ένα μεγάλο ποσοστό μουσουλμάνων αναγκάστηκε να καταφύγει στην Τουρκία. Ο αριθμός των μουσουλμάνων που κατέφυγαν στην Τουρκία υπολογίζεται στις 10.000 – 12.000. Στη συνέχεια, μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τόσο η Τουρκία όσο και η ελληνική κυβέρνηση, ακολούθησαν πολιτικές σύγκλισης, με την έννοια ότι απ’ τη μεριά της η ελληνική κυβέρνηση προσπαθούσε να πείσει τους μουσουλμάνους που κατέφυγαν στην Τουρκία ότι δεν υπάρχει λόγος να φοβούνται και ότι μπορούν να επανέλθουν στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα η τουρκική κυβέρνηση δεν επιθυμούσε την οριστική εγκατάλειψη της Δ. Θράκης από τους μουσουλμάνους και την εγκατάστασή τους στην Τουρκία. Αυτή βέβαια είναι κατά τη γνώμη μου η πάγια πολιτική της Τουρκίας που συνοψίζεται στην επιθυμία της για παραμονή των μουσουλμάνων στη Δ. Θράκη. Στο σημείο αυτό, ενδιαφέρον θα είχε, να εξετάσει κανείς την εμπλοκή του ξένου παράγοντα στη διαμόρφωση τόσο της ελληνικής όσο και της τουρκικής πολιτικής. Συγκεκριμένα ενδιαφέρον θα είχε να εξετασθεί αν η ελληνική κυβέρνηση είχε δεχθεί εισηγήσεις από την Αγγλία ή τις ΗΠΑ για την πολιτική της απέναντι στο μουσουλμανικό στοιχείο τόσο κατά την κατοχή όσο και κατά τον εμφύλιο. Βέβαια ο εισηγητής ανέφερε ότι η ελληνική πολιτική όσον αφορά την μουσουλμανική μειονότητα, χαρακτηρίζεται από «ασάφειες και παλινωδίες». Προσωπικά, δε θα μοιραζόμουν την άποψη αυτή γιατί νομίζω ότι η ελληνική κυβέρνηση στην πολιτική που ακολούθησε απέναντι στην μουσουλμανική μειονότητα τόσο κατά την κατοχή όσο και κατά τον εμφύλιο αλλά και αμέσως μετά κατά τη δεκαετία του ’50, είναι σαφέστατη και συνεπέστατη. Ειδικότερα, στη μεταπολεμική περίοδο κυριαρχείται από τη «σλαβοφοβία» στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου και εναγκαλίζεται τη σύμμαχο Τουρκία στο πνεύμα που υπαγορεύει η Ατλαντική Συμμαχία.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο συνέδριο. Αναφέρθηκε ότι κατά την διάρκεια του πολέμου, σημειώθηκε μείωση του μουσουλμανικού πληθυσμού ως συνέπεια της βουλγαρικής κατοχής, αλλά μετά την κατοχή παρατηρήθηκε και πάλι αύξηση με την επιστροφή των μουσουλμάνων οπότε η μειονότητα επανήλθε στα ίδια περίπου αριθμητικά μεγέθη, με μια πολύ μικρή απόκλιση προς τα κάτω.
-Φυσικά, στα πλαίσια του συνεδρίου εξετάστηκε και η μετακίνηση των Σλαβόφωνων/Σλαβομακεδόνων προς τις τρίτες χώρες και ειδικότερα προς τη Γιουγκοσλαβία (εισηγητής : Ρ.Αλβανός). Στην περίπτωση αυτή ισχύει κατά τη γνώμη μου ό,τι και για τη μουσουλμανική μειονότητα. Δηλ. το ειδικότερο ενδιαφέρον που έχει η διερεύνηση του ρόλου του ξένου παράγοντα στη διαμόρφωση της ελληνικής μειονοτικής πολιτικής.
Βέβαια, διερευνώντας κανείς την ταραγμένη αλλά συγχρόνως καθοριστική περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου και αναφερόμενος στους Μουσουλμάνους ή στους Σλαβομακεδόνες διατρέχει τον κίνδυνο να εξετάζει το «τότε» με κριτήρια σημερινά. Σήμερα προέχει το κριτήριο του «αυτοπροσδιορισμού» . Όμως το πώς θα «αυτοπροσδιοριστεί» κανείς είναι αποτέλεσμα των συνθηκών κάτω από τις οποίες διαμορφώνεται η εικόνα του σε σχέση με την εικόνα του «άλλου». Η επίσημη πολιτική των κυβερνήσεων διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο θέμα αυτό.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος που εξετάστηκε- σε μικρότερο όμως βαθμό- καθώς είναι σύμφυτη με τις μετακινήσεις πληθυσμών ήταν η «τραυματική μνήμη». Το τραύμα δηλ. που προκαλείται από τον ξεριζωμό και τις αναγκαστικές μετακινήσεις. Και είναι αλήθεια ότι στην παράμετρο αυτή που έχει καθαρά μια ανθρωπιστική διάσταση λίγη βαρύτητα έχει δοθεί μέχρι σήμερα παρότι ο «ξεριζωμός» βιώνεται με ανάλογο τρόπο από διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει μια βάση συνεννόησης και προσέγγισης με γειτονικές χώρες που είχαν εμπειρίες ανάλογες με εκείνες των ελλήνων προσφύγων. Συνήθως όμως δεν ακολουθούνται τέτοιες πρακτικές στη εξωτερική πολιτική. Επιπλέον στις μέρες μας η οικονομική κρίση επισκιάζει την κρίση αξιών, την ηθική κρίση… τον ίδιο τον άνθρωπο και τις πραγματικές του ανάγκες.
Σήμερα, θα υπάρξουν και άλλες μετακινήσεις πληθυσμών καθαρά για οικονομικούς λόγους;
Φυσικά. Σα σε μια αέναη κίνηση η Ελλάδα όπως και άλλες χώρες της Δύσης θα δέχονται μετανάστες ενώ Ευρωπαίοι θα αναζητήσουν καλύτερη τύχη σε μακρινές χώρες όπως ο Καναδάς και η Αυστραλία.
Μερικοί λένε ότι οι μισοί κάτοικοι των πόλεων στη Βόρεια Ελλάδα στα επόμενα 20-30 χρόνια, θα είναι από ανθρώπους των Βαλκανίων.
-Είναι πιθανό. Άλλωστε, ορισμένοι βαλκανικοί μας γείτονες είναι ήδη μέλη της (παραπαίουσας) Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άλλωστε, ας μη λησμονούμε τους αιώνες συνύπαρξης των βαλκανικών λαών επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρόλα αυτά δε θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει δεχθεί πρόσφυγες κυρίως από χώρες της Ανατολής, από την Τουρκία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, και αυτό είναι αποτέλεσμα, στην περίπτωση του Αφγανιστάν και του Ιράκ του πολέμου. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό και εμείς βέβαια δεν είμαστε αυτοί που προκαλέσαμε αυτούς τους πολέμους . Ύστερα, οι αναταραχές που γίνονται στις χώρες της Μεσογείου, στη Λιβύη, στη Συρία, έχουν και αυτές ανάλογα αποτελέσματα. Και από εκεί η Ελλάδα θα δεχτεί πρόσφυγες, δέχεται ήδη.
Βλέπετε να αλλάζει η πληθυσμιακή σύνθεση των μεγάλων πόλεων στην Ελλάδα;
-Αυτό το έχουμε δει ήδη. Η εικόνα του κέντρου της Αθήνας, έχει αλλάξει ριζικά. Είναι δύσκολο να πει κανείς αν μπορεί να ανατραπεί πλέον η κατάσταση αλλά για κάποιον που έζησε στην Αθήνα, σήμερα αντικρίζει μια άλλη πόλη. Παραμελημένη, μίζερη, επικίνδυνη, παραμορφωμένη. Δεν είναι εύκολο να συγκριθεί η Αθήνα του σήμερα με άλλη πόλη της Ελλάδας ή της Ευρώπης. Και βέβαια το πρόβλημα προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης. Αλήθεια, πώς αφέθηκε η Αθήνα στην εγκατάλειψη και γιατί;
Για την βόρεια Ελλάδα είναι γεγονός ότι τα οικονομικά μέτρα που ακολουθούνται και το ποσοστό της ανεργίας που συνεχώς αυξάνεται θα δημιουργήσει κύμα μετανάστευσης, όχι τόσο στο εσωτερικό, όσο προς το εξωτερικό, και φοβάμαι ότι αυτοί που θα μεταναστεύσουν αυτή την στιγμή, δεν θα είναι εργάτες ανειδίκευτοι όπως στις δεκαετίες 60-70 που πήγαιναν στην Γερμανία, αλλά ειδικευμένοι επιστήμονες στους οποίους επένδυσε η ελληνική κοινωνία. Μια ελληνική επένδυση που θα την καρπωθούν άλλοι. Θα είναι μια αιμορραγία, εύχομαι να μη συμβεί σε μεγάλο βαθμό. Όχι γιατί διαφωνώ με τους Έλληνες της διασποράς που διαπρέπουν στο εξωτερικό αλλά υπερασπίζομαι το δικαίωμα των Ελλήνων να παραμείνουν στην Ελλάδα και να μην εξαναγκαστούν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης να μεταναστεύσουν, στο βαθμό που δε το επιθυμούν πραγματικά».
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News