«Παράθυρο» από το αμερικανικό Πεντάγωνο για επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35

Αναμνήσεις των Μαρία Κουρτούμα του Ιωάννη και Αιμιλία Κουρτούμα του Νικολάου
Αυτές οι μνήμες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της παιδικής μας ηλικίας
Κύριε διευθυντά παίρνοντας αφορμή από το γραπτό του αρθογράφου σας Παράσχου Ανδρούτσου για τα χάνια - πανδοχεία της Ροδόπης έχουμε να σας αναφέρουμε και εμείς τα εξής:
Η Κομοτηνή είναι μια πόλη με αρώματα και ήχους που εμπλέκουν τη Δύση με την Ανατολή. Στα στενά αυτής της πόλης και μάλιστα πολύ κοντά στη πλατεία της, υπήρξε πριν αρκετές δεκαετίες, ένα ιστορικό ιδιωτικό κτήριο που απηχούσε την ομορφιά μιας άλλης εποχής που σήμερα χάθηκε στην άχλη του παρελθόντος. Αυτό το κτήριο βρισκόταν στην πλατεία Ηφαίστου ή πιο γνωστή στη κοινωνία της Κομοτηνής ως Τενεκετζίδικα. Εκεί θα έβρισκες αντικείμενα από χαλκό, μπρούτζο ή σίδερο, είδη καθημερινής ανάγκης αλλά και με λαογραφικά στοιχεία. Οι μάστορες καλοί και γνώστες του αντικειμένου τους, έχοντας την συντροφιά ενός όμορφου και τεράστιου πλάτανου, να προσφέρει απλόχερα τη δροσιά του και τη σκιά του. Οι ρίζες του βαθιές όπως και οι άνθρωποι εκεί γνήσιοι και γελαστοί, φίλοι και επαγγελματίες.
Εκεί βρισκόταν ένα ιδιωτικό κτήριο γνωστό ως χάνι του Φάνογλου, από το όνομα των ιδιοκτητών του, καταγόμενοι από την Αδριανούπολη. Πρόσφυγες μετά την ανταλλαγή του 1922 ήρθαν στην πόλη της Κομοτηνής, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Οι μνήμες που θα ξεδιπλωθούν στην αφήγηση αυτή είναι από δύο παιδιά αδελφών που δούλευαν στο χάνι αυτό, των Νικολάου και Ιωάννη Κουρτούμα. Αυτές οι μνήμες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της παιδικής μας ηλικίας. Σήμερα αυτές οι μνήμες αποτελούν ιστορικές αναδρομές σε μια πόλη που αλλάζει, μιας και αυτό το χάνι δεν υπάρχει σήμερα, παρά μόνο κάτι ελάχιστα σημάδια από ένα ερειπωμένο τοιχίο, που παρέμεινε αυτούσιο μετά την κατεδάφιση του, λόγω διάνοιξης οδού προς τα Δικαστήρια της πόλης.
Η είσοδός του ήταν αρκετά μεγάλη αφού χωρούσε άλογα και καράμαξες και αργότερα αυτοκίνητα. Μπαίνοντας στα αριστερά ήταν το θυρωρείο του, αρκετά μικρό αλλά λειτουργικό, αφού πάντα υπήρξε υπάλληλος που έλεγχε, κρατούσε βιβλίο επισκεπτών και ένα κόκκινο τηλέφωνο με λουκέτο, για όποιον ήθελε να τηλεφωνήσει επί πληρωμής. Στο κέντρο είχε μια μεγάλη αυλή με τσιμέντο και μια βρύση που αρχικά για αρκετά χρόνια ήταν τουλούμπα. Στα αριστερά ήταν το κύριο κτήριο διώροφο με σκάλα εξωτερική και είχε δύο δωμάτια κάτω και τέσσερα επάνω. Στο κάτω αριστερό δωμάτιο διαβιούσαν οι δύο αδελφοί Φάνογλου αφού ήταν ανύπαντροι.
Όμως ακριβώς απέναντι στην αυλή και κολλητά με το κύριο κτήριο υπήρξαν και δύο άλλα κτήρια με πολλαπλή χρήση. Αυτό που ήταν δίπλα ακριβώς στο χάνι ήταν μια αρκετά μεγάλη αποθήκη πολλαπλών χρήσεων. Εκεί τοποθετούσαν παλαιά αντικείμενα καθώς και κατά την εποχή του τρύγου τα κασόνια με τα σταφύλια. Μεταξύ των δυο μικρών αποθηκών, υπήρχε ένα κενό όπου τον Σεπτέμβριο πραγματοποιούνταν το πάτημα των σταφυλιών με τα πόδια και έβγαζαν τον μούστο. Αυτός ο μούστος αποθηκεύονταν σε μια μεγάλη αποθήκη με δρύινα τεράστια βαρέλια ειδικής παραγγελίας και πίσω ακριβώς από την ταβέρνα που δούλευαν τα αδέλφια Κουρτούμα.
Η άλλη μικρότερη αποθήκη, που την έβλεπες ακριβώς απέναντι από την είσοδο αρχικά ήταν αποθήκη, που μετατράπηκε λόγω αυξημένης κίνησης σε δωμάτιο κι αυτή. Όμως το κτήριο που ήταν γνωστό σε όλη την περιοχή και με τη μεγαλύτερη κίνηση ήταν η ταβέρνα - καφενείο του Φάνογλου. Αυτή ήταν ανοικτή το πρωί ως καφενείο και το βράδυ ως ταβέρνα. Αυτή θυμούνται και οι περισσότεροι Κομοτηναίοι, αφού πολλές φορές απολάμβαναν τη σκιά και τη δροσιά του πλάτανου. Επίσης υπήρξε τόπος συνάντησης πολλών ανθρώπων που κατέβαιναν τις Τρίτες από το χωριό τους στο παζάρι της πόλης.
Η ταβέρνα ήταν ένας ενιαίος χώρος με ξύλινα παράθυρα που ανεβοκατέβαιναν χειροκίνητα, δύο μεγάλα παράθυρα, που έβλεπες όλη την πλατεία Ηφαίστου και ένα πλαϊνό μικρότερο που έβλεπες την αυλή από το Χάνι. Είχε 10 τραπέζια περίπου καθιστικά μέσα και τρία έξω μπροστά στο πεζοδρόμιο. Το καλοκαίρι το βράδυ στο δρόμο ή απέναντι στα μαγαζιά, έβγαιναν τα εσωτερικά τραπέζια για να δροσιστούν οι πελάτες. Είχε μια μικρή κουζίνα και ένα επίσης πολύ μικρό χώρο που ήταν η ψησταριά. Κατά κύριο λόγο σερβίρονταν ψητά της ώρας και ελάχιστα μαγειρευτά. Πίσω όμως από τη ταβέρνα υπήρξε ένας άλλος μεγάλος ενιαίος χώρος όπου εκεί ήταν τοποθετημένα τα δρύινα βαρέλια. Η μυρωδιά τους φοβερή, που παραμένει στη μνήμη για πάντα.
Οι μνήμες πάντα υπάρχουν στην ψυχή μας!
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News