Καλό σου ταξίδι, αγαπημένε φίλε! | xronos.gr
ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΝΕΣΤΩΡΑΚΗ

Καλό σου ταξίδι, αγαπημένε φίλε!

11/07/19 - 10:00

Γράφει η Σοφία Μενεσελίδου 

«Άνδρες, που μοσχοβόλησαν λεβάντα, που φόρεσαν το μακρύ, μαύρο παλτό της νιότης, εκείνο που κρύβει μέσα του τις φτερούγες τους, άνδρες με ένα τάληρο στην τσέπη και μια γροθιά από ζεστό ψωμί υψωμένη στα άστρα, που βάδισαν επί των κυμάτων, ακολουθώντας τις σημαίες τους…»

Ένας αγαπημένος φίλος, ένας γενναιόψυχος άνδρας, όπως αυτός που περιγράφει ο Στάθης ο Σταυρόπουλος, ο Γιώργος ο Νεστωράκης, έφυγε πριν από λίγες μέρες για το αιώνιο ταξίδι του στο μακρινό επέκεινα, υποτασσόμενος ήσυχα και σεβαστικά στη βούληση της ανθρώπινης Μοίρας του. Κι εγώ, ως φόρο τιμής στη μνήμη του, ως αντίδωρο ευγνωμοσύνης για την αγάπη και την εκτίμηση, που τόσο αφειδώλευτα μου χάρισε, προσπαθώ να σκιτσάρω με λέξεις τη θύμηση του περάσματός του από τον επίγειο βίο. Και είναι τόσο, μα τόσο τρυφερά και συγκινητικά επώδυνο, να πρέπει να συναρθρώσεις λόγο απόδοσης εκτίμησης σε έναν ωραίο φίλο, σε έναν ευπατρίδη της πόλης μας, που ως το τέρμα της ζωής του ζωγράφιζε με πλέρια και ακατάβλητη ψυχικά αισιοδοξία την ύπαρξή του. Σε έναν Δάσκαλο, που μας νοιαζόταν όλους.

Που είχε ως έγνοια του και διαρκές μέλημά του να μας μεταδώσει με αγάπη και δίχως το παραμικρό ίχνος διδαχής τα σοφά αποστάγματα των διαδρομών της ζήσης του. Μια ζήση, που κάθε άλλο παρά ανέφελη υπήρξε και που, όμως, τη χάρηκε ολόψυχα, καθώς θεωρούσε ότι του δόθηκε από τον Πλαστουργό ως θείο κι ευλογημένο δώρο. Σε έναν ευτυχή και αδάμαστο πνευματικά μπον βιβέρ, που κυκλοφορούσε στις ζωές μας με το ηθικό ανάστημα ενός ανθρώπου, που έζησε μέσα στο καμίνι της ιστορίας, αλλά ουδέποτε επέτρεψε στο φρόνημά του να καμφθεί. Τον αντάμωνα πάντα ευθυτενή, κομψοντυμένο και με ένα διαρκές, ζωογόνο φως χαράς στα μάτια, ίδιο με αυτό που φωτίζει τα άδολα βλέμματα των μικρών παιδιών, να μ’ αγκαλιάζει με τρυφερότητα και να ζητάει έμπλεος πατρικής έγνοιας να μάθει πώς περνώ.

Συνειδητός και ενεργός πολίτης, χρησιμοποιούσε εύστοχα και χαμογελαστά τις μικρές ιστορίες του για να μας υποδείξει γλυκά κι αισιόδοξα ότι η απόσυρση, ο ωχαδερφισμός και η παραίτηση είναι ίδιον των ηττημένων. Ότι οι δρόμοι του κόσμου τούτου ούτε ευκολοδιάβατοι είναι, ούτε διάσπαρτοι από άνθη ακοπίαστης ευόδωσης των στόχων μας. Απαιτούν εγρήγορση, παραμυθία αγώνων και συμμετοχής στα κοινά, γιατί ο άνθρωπος δικαιούται να είναι ευτυχισμένος, μόνο όταν παλεύει για να ομορφύνει τη μοίρα του. Ένας εγγράμματος και μάχιμος υπηρέτης του έντυπου λόγου, που θεωρούσε ότι με την πνευματική θαλερότητα που μας διασφαλίζουν οι όμορφες και συνεχείς αναγνώσεις μας διατηρούμε ακέραια την πεμπτουσία της ύλης από την οποία πλαστήκαμε: αυτή που μας επιτρέπει να ονειρευόμαστε, να σπρώχνουμε τον κόσμο προς την ωραιότητα και να μη γίνουμε επ’ ουδενί «θλιβερά αποσιωπητικά της Ιστορίας».

Ένας «αεί παις», που εκλάμβανε τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις του κόσμου τούτου όχι ως ακατανόητη κατάρα, που περιθωριοποιούσε στυγνά όλους εκείνους που έγερναν προς τη δύση του βίου τους, αλλά ως ζωοποιό άνεμο προόδου. Έναν άνεμο που του επέτρεπε περιχαρής να τον συμπαρασύρει με την ορμή του σ’ έναν χορό πνευματικής ανατροφοδότησης  και που του έδινε ανενδοίαστα το δικαίωμα να ανανεώνει με την νεανική πνοή του τη ζωή του. Ένας αειθαλής νέος 90 και χρόνων, που ψηφιοποίησε και ανάρτησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το ανεκτίμητης αξίας αρχειακό του υλικό, τη στιγμή που άλλοι συνομήλικοι του παρακολουθούσαν εκ του μακρόθεν την άνθηση των τεχνολογικών μέσων και μεμψιμοιρούσαν για τα διαβολικά και ακατανόητα σ’ αυτούς επιτεύγματα. 

Ευτυχής πατέρας και παππούς ωραίων παιδιών κι εγγονιών, όμως, πρώτιστα βαθύτατα ερωτευμένος ως την τελευταία του πνοή με τη γλυκιά σύντροφό του, την Κύρια Ιωάννα. «Με κεφαλαίο, Κυρία, Σοφία μου», μου έλεγε, όταν μου μιλούσε γι’ αυτήν. Και πρόσθετε με δέος: «Μ’ ευλόγησε η Μοίρα να συμπορευτώ μαζί της. Αν δεν υπήρχε αυτή στη ζωή μου, όλα θα ήταν αλλιώς, σκοτεινά!» Κι αυτήν, ακριβώς, την εικόνα επιλέγω να φυλάξω στα μύχια της καρδιάς μου ως κορυφαία από τον ωραίο φίλο, που εκδήμησε εις Κύριον. Την εικόνα ενός ανθρώπου, που φωτίζονταν ολάκερος από αγάπη. Δεν ήταν απλώς πλέρια και αφειδώλευτη αγάπη, απόρροια της αγαστής συνοδοιπορίας τόσων χρόνων. Ήταν Έρωτας ως την τελευταία στιγμή! Γιατί μόνο οι ανοιχτές στη δοτικότητα και στη γενναιοφροσύνη καρδιές, όπως η δική του, ευλογούνται να ζήσουν τις υπέροχες παραμυθίες των μεγάλων Ερώτων! 

Καλό σου ταξίδι, αγαπημένε φίλε! Να αναπαυθεί η ψυχή σου και να μας προσέχεις από κει πάνω! 

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr