Χρ. Τοψίδης: Με σταθερά βήματα και πνεύμα συνεργασίας η Περιφέρεια ΑΜΘ αλλάζει
Συγγραφέας: Δεν παύουν να είναι γείτονές μας και οι Τούρκοι και οι Βούλγαροι και οι Σκοπιανοί και οι Αλβανοί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να ξέρουμε και την ιστορία μας, άλλο το ένα άλλο το άλλο\
Ένα ταξίδι σε μια δύσκολη, αλλά και άγνωστη για πολλούς περίοδο της ιστορίας της Μακεδονίας και της Θράκης επιχειρεί με το νέο του βιβλίο ο Βασίλης Τζανακάρης. Το πόνημα του, που μετρά 750 σελίδες τιτλοφορείται «η Ελλάδα φλέγεται» και αποτελεί μία ιστορική αναδρομή μέσα από κείμενα, σπάνιες αφηγήσεις και μέχρι πρότινος ανέκδοτες φωτογραφίες στην βουλγαρική κατοχή της Μακεδονίας και της Θράκης που συνέβαινε παράλληλα με την γερμανο-ιταλική και στο μυαλό πολλών η κατάσταση αυτή είναι κάπως συγκεχυμένη.
Ο ίδιος, αντλώντας πληροφορίες από το προσωπικό του αρχείο, το οποίο περιλαμβάνει μεγάλο όγκο εφημερίδων (ελληνικών και βουλγαρικών) από την περίοδο της εισόδου των Γερμανοβουλγάρων στη ματωμένη Αθήνα των Δεκεμβριανών και όχι μόνο, συνθέτει την εικόνα μιας περιόδου για την οποία η ιστορία ακόμη δεν έχει γράψει τα δέοντα.
Μιλώντας στο ράδιο Χρόνος 87.5 fm ο κος Τζανακάρης, σημείωσε: «Όπου και αν απευθύνθηκα από τη Θεσσαλονίκη και κάτω σχεδόν οι περισσότεροι δεν ξέρουν τι έγινε με τη βουλγάρικη κατοχή, νομίζουν ότι η βουλγάρικη κατοχή στη Μακεδονία και τη Θράκη ήταν όπως ήταν από τη Θεσσαλονίκη και κάτω, δεν ήταν έτσι. Άκουγα στην πόλη των Σερρών που μένω την 28Η Οκτωβρίου τον εκφωνητή να λέει για τριπλή φασιστική κατοχή και να αναφέρει τους Γερμανούς και τους Ιταλούς... Μα εμείς εδώ πάνω δεν είχαμε ούτε Γερμανούς, ούτε Ιταλούς, είχαμε μόνο Βούλγαρους. Ελάχιστες ήταν οι φρουρές που είχαν εγκαταλείψει οι Γερμανοί φεύγοντας και αυτό έγινε βάση των συμφωνιών για το μοίρασμα της πίτας, χωρίς να είμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Βουλγαρία έγινε αυτή η κατοχή και δεν ήταν μόνο κατοχή, ήταν προσπάθεια ανθελληνισμού, προσπάθεια να αλωθεί η συνείδηση η ελληνική των κατοίκων αυτών των περιοχών, αυτό ήταν το πιο δύσκολο, δεν είχε καμία σχέση αυτή η κατοχή με όλες τις άλλες. Προσπάθησαν να αλλάξουν όλο το δημόσιο, τη θρησκεία και την εκπαίδευση, άλλαξαν ακόμα και τα ονόματα των ανθρώπων, γι’ αυτό και όποιος περνούσε από το Στρυμόνα και κάτω ή μέσω θαλάσσης έφτανε στην Κατερίνη έλεγε πάω στην ελεύθερη Ελλάδα, εδώ δεν κυκλοφορούσε τίποτα το ελληνικό ακόμα και οι λογοκριμένες εφημερίδες οι ελληνικές που κυκλοφορούσαν στην υπόλοιπη Ελλάδα δεν έφταναν εδώ».
Όσο τώρα για το βιβλίο του αυτό καθαυτό ο ίδιος ο συγγραφέας εξηγεί ότι άντλησε τις πληροφορίες του από το ογκώδες προσωπικό του αρχείο το οποίο περιλαμβάνει δεκάδες έντυπα της εποχής τόσο από την Ελλάδα, όσο και από τη Βουλγαρία: «κάθισα λοιπόν και έγραψα ένα βιβλίο για την κατοχή με όλες τις ανακοινώσεις τις βουλγάρικες, τι ακριβώς γινόταν σε αυτές τις περιοχές, έχουμε πράγματα τα οποία δεν έχουν αποθησαυριστεί, δεν έχουν βγει προς τα έξω, έχουν μείνει σαν ιστορία. Επειδή έχω όλες τις ανακοινώσεις των Βουλγάρων εκείνης της εποχής και έχω και εφημερίδες βουλγάρικες της εποχής, έκανα μια προσπάθεια να γράψω πράγματα τα οποία είναι τουλάχιστον άγνωστα μέχρι τώρα, κυρίως όμως με ενδιέφερε, όπως με ενδιαφέρει και σε όλα τα βιβλία μου, να κατανοηθεί η εποχή μέσα στην οποία πραγματοποιήθηκαν τα ιστορικά γεγονότα. Να φανταστούμε την εποχή, τους ανθρώπους όπως ήταν τότε, με τα προβλήματα που είχαν, με τις ιδεολογίες τους ακόμη και με τις ιδεοληψίες τους. Αυτήν την καταγραφή της εποχής πραγματοποιώ και για τη Μακεδονία και για τη Θράκη αλλά και για τη Θεσσαλονίκη για να μη πω και για την Αθήνα όπου κάνω μια αντιπαραβολή με το τι γινόταν στα Δεκεμβριανά στην Αθήνα την ίδια μέρα τι γινόταν στη Θεσσαλονίκη όπου είχε επικρατήσει η ΕΑΜοκρατία. Επειδή το θέμα είναι πάρα πολύ δύσκολο και εξακολουθεί να καίει σε αναμμένα κάρβουνα, θέλω να πιστεύω ότι πραγματοποίησα μια έντιμη προσέγγιση των γεγονότων. Δίνω σημασία όχι μόνο στα ιστορικά γεγονότα αλλά στη λεπτομέρεια και κυρίως με ενδιαφέρει ο άνθρωπος, ο άνθρωπος πως κινήθηκε μέσα σε αυτό το περιβάλλον, τι πέρασε, τι τράβηξε.»
Ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου περιλαμβάνονται και πολλές σπάνιες ή και ανέκδοτες φωτογραφίες, επίσης από την προσωπική συλλογή του συγγραφέα: «Έχω 2 φωτογραφίες της Κομοτηνής που τραβήχτηκαν από Βούλγαρους στρατιώτες που βρισκόταν στην Κομοτηνή εκείνη την εποχή και όλο το υλικό που έχω μέσα είναι σπάνιο, έχει πάνω από 60-70 τεκμήρια ιστορίας. Το βιβλίο έχει και μια σειρά από αφηγήσεις και συνεντεύξεις, μιλούν μέσα από το Θανάση τον Γκένιο τον καπετάν Λασάνη τον πρώτο καπετάνιο του αντάρτικου μέχρι τη Ρίτα Μπούμη - Παπά και από τον Ντίνο Χριστιανόπουλο τον Γιώργο Ιωάννου, μιλούν άνθρωποι για πρώτη φορά και λένε πράγματα τα οποία δεν είναι εύκολο να τα διαβάσεις πουθενά».
Πάγια θέση του κου Τζανακάρη αποτελεί το γεγονός ότι: «Η ιστορία δεν αναγεννά μισαλλόδοξα γεγονότα, δεν παύουν να είναι γείτονές μας και οι Τούρκοι και οι Βούλγαροι και οι Σκοπιανοί και οι Αλβανοί αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να ξέρουμε και την ιστορία μας, άλλο το ένα άλλο το άλλο».
Η παρουσίαση του βιβλίου έγινε το βράδυ της Τρίτης 21 Μαρτίου στο βιβλιοπωλείο «Δημοκρίτειο» από την καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Πηνελόπη Καμπάκη – Βουγιουκλή, και μετά το πέρας της ακολούθησε ανοικτή συζήτηση του συγγραφέα με το κοινό.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News