Ο Αριστοτέλης Ρήγας στην Πολιτιστική Κίνηση
Ειδικό κλιμάκιο της ΠΥ βρέθηκε στον Έβρο για την εξακρίβωση των αιτίων της πυρκαγιάς
Πλήρη ετοιμότητα δηλώνει το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πιο συγκεκριμένα η Πολυτεχνική Σχολή της Ξάνθης για να συνδράμει στην αναστήλωση του τεμένους Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο, το οποίο υπέστη εκτεταμένες καταστροφές από την πυρκαγιά που ξέσπασε σε αυτό το ξημέρωμα της 22ας Μαρτίου.
Όπως είπε, μιλώντας στο ράδιο Χρόνος 87.5 fm ο πρύτανης του ΔΠΘ Θανάσης Καραμπίνης, το Πανεπιστήμιο έχει από καιρό αποτυπωμένο το εσωτερικό του τεμένους στο πλαίσιο διαφόρων μελετών που εκπονεί για τα μνημεία της Θράκης και ως εκ τούτου, μπορεί να κάνει συγκεκριμένη πρόταση αποκατάστασης της ζημίας, εφόσον βέβαια αποκαλυφθεί το μέγεθος της, που κατά τον πρύτανη θα είναι μεγάλο.
Ο κος Καραμπίνης άλλωστε επισκέφθηκε χθες το Διδυμότειχο και δήλωσε στη δημοτική αρχή την πρόθεση της σχολής να συνδράμει, ενώ έχει ενημερώσει με επιστολή και το υπουργείο Πολιτισμού. Πάντως είναι χαρακτηριστική η ανησυχία που εξέφρασε ο κος Καραμπίνης καθώς και η επισήμανση που έκανε λέγοντας ότι αυτό που πρέπει να γίνει τώρα είναι να δούμε «τι έμεινε» από το ιστορικό κτίριο. Ο κος Καραμπίνης είπε μεταξύ άλλων: «Εμείς έχουμε υλικό από το τέμενος και δείξαμε και τις φωτογραφίες πως ήτανε, γιατί ήταν ένα από τα στοιχεία που το πανεπιστήμιό μας εδώ και καιρό έχει αποτυπώσει, έχει κάνει δουλειά. Έτσι όπως το είδαμε σε πρώτη φάση πρέπει να γίνει μια αποτίμηση το τι έχει μείνει και από την φέρουσα ικανότητά του. Από εκεί και πέρα να δούμε με τι τεχνικές θα επανέλθει. Βέβαια σε ό,τι αφορά την στέγη να πω ότι ήτανε η τελευταία που είχε μείνει παγκοσμίως, όχι η στέγη αλλά κυρίως οι τοιχογραφίες που έχει μέσα το τέμενος. Τα τεμένη δεν έχουν τοιχογραφίες, υπήρχαν στο δικό μας στο Διδυμότειχο και σε άλλο ένα στην Συρία. Της Συρίας καταστράφηκε από το ISIS και δυστυχώς πήρε φωτιά και το δικό μας, ελπίζω κάποια στοιχεία να τα σώσουμε».
Εν τω μεταξύ η φωτιά στο τέμενος Βαγιαζήτ συνεχίζει να απασχολεί τις πρώτες γραμμές της επικαιρότητας και μάλιστα σε αμφότερες τις πλευρές του Αιγαίου. Εν Ελλάδι, κατ’ αρχήν, να σημειώσουμε ότι την έρευνα για τα αίτια της φωτιάς ανέλαβε η κεντρική ανακριτική υπηρεσία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, η οποία απέστειλε χθες από την Αθήνα, ειδικό κλιμάκιο στο Διδυμότειχο. Μέχρι ώρας πάντως διαχέονται πληροφορίες που αναφέρουν ότι το ενδεχόμενο εμπρησμού μάλλον αποκλείεται καθώς και το ενδεχόμενο η μεγάλη φωτιά να αποτελεί συνέχεια της μικρότερης που είχε ξεσπάσει στο τέμενος το μεσημέρι της 21ης Ιανουαρίου.
Και σε πολιτικό επίπεδο όμως συνεχίζεται η συζήτηση για την αποκατάσταση των ζημιών του τεμένους, με τις πιέσεις προς το υπουργείο Πολιτισμού να είναι ισχυρές. Μεταξύ των ασκούντων πιέσεις και ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στον Έβρο Αναστάσιος Δημοσχάκης, ο οποίος έχει ήδη υποβάλει γραπτή ερώτηση στο υπουργείο Πολιτισμού με την οποία ζητά να ενημερωθεί πότε και πως θα ξεκινήσουν οι εργασίες αποκατάστασης του τεμένους, ενώ στην ίδια ερώτηση ο βουλευτής ζητά να μάθει και την πρόθεση του Υπουργείου για την προστασία και άλλων μνημείων της περιοχής που είναι σημαντικά αλλά εκτεθειμένα σε κινδύνους.
Εν τω μεταξύ, στη δημόσια συζήτηση που έχει ξεκινήσει για την αποκατάσταση του Βαγιαζήτ πήρε θέση και το Ερευνητικό Κέντρο Μοχάμεντ Άλι (ΜΟΗΑ) που εδρεύει στην Καβάλα και το οποίο μέσω γραπτής του ανακοίνωσης ζητά τις άμεσες ενέργειες του υπουργείου Πολιτισμού και της ελληνικής πολιτείας εν γένει. Στην ανακοίνωσή του, το ΜΟΗΑ ψέγει εμμέσως πλην σαφώς την ελληνική πολιτεία υπονοώντας ότι είχε αφήσει το μνημείο στην τύχη του και την καλεί να αναλάβει τις ευθύνες της εφόσον διαπιστωθεί ότι αυτές υπάρχουν. Γράφει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση: «Το Ερευνητικό Κέντρο Μοχάμετ Άλι (ΜΟΗΑ) εκφράζει βαθύτατη οδύνη για την καταστροφική πυρκαγιά στο επιβλητικό τέμενος Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο του Νομού Έβρου. Ένα μοναδικό μνημείο πρώϊμης οθωμανικής αρχιτεκτονικής στο γύρισμα του 14ου/15ου αι. που δέσποζε για αιώνες στην πόλη και την κοιλάδα του Έβρου, ανάμνηση μια σημαντικής μεταβατικής περιόδου της ευρωπαϊκής ιστορίας και έργο ανθρώπινης διάνοιας, στέκει πια βαριά τραυματισμένο.
Η ελληνική πολιτεία είναι η μόνη αρμόδια να διερευνήσει και να αποφανθεί για τα αίτια του συμβάντος. Οφείλει, μάλιστα, να δείξει την απαραίτητη γενναιότητα ώστε να μην διστάσει να παραδεχθεί ακόμα και τις δικές της ευθύνες εάν αυτές αποδειχθεί ότι υπάρχουν. Η ίδια άλλωστε φέρει και την αποκλειστική ευθύνη ανάταξης του μνημείου.
Το ΜΟΗΑ, μαζί με άλλους επιστημονικούς φορείς και ιδρύματα, αλλά και προσωπικότητες, από την Ελλάδα και το εξωτερικό είναι στη διάθεση της πολιτείας, πρόθυμοι αρωγοί και συμπαραστάτες, αλλά και αυστηροί κριτές για καθυστερήσεις, αβελτηρίες, αναβολές και παραλείψεις, ηθελημένες ή μη.[...] Πρέπει στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα, και γι' αυτό οφείλουμε όλοι να βοηθήσουμε, να παραδοθεί αναστηλωμένο και προστατευμένο. Το γεγονός δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί από κανέναν για αλλότριους σκοπούς και απόκρυφες προθέσεις [...]»
Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Στην άλλη όχθη Αιγαίου, η φωτιά στο Βαγιαζήτ πέρασε από το μικροσκόπιο του υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας το οποίο μάλιστα με γραπτή του ανακοίνωση έτεινε χείρα βοηθείας προς την Ελλάδα για την αποκατάστασή του.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσε η Άγκυρα το τέμενος Βαγιαζήτ χαρακτηρίζεται ως απόδειξη της «κοινής κληρονομιάς των δύο χωρών» και δηλώνεται η προθυμία της τουρκικής πλευρά να ενισχύσει την Ελλάδα «με όλα τα μέσα» για την αποκατάσταση του τεμένους.
Υπενθυμίζει δε, η Άγκυρα πως «Η κοινή αποφασιστικότητά μας να διατηρήσουμε από κοινού την πολιτιστική κληρονομιά στην Τουρκία και την Ελλάδα επίσης αντικατοπτρίζεται στα έγγραφα που υπεγράφησαν κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας (HLCC) ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα».
Το ερώτημα βέβαια που ανακύπτει από την ανακοίνωση είναι το γιατί η Τουρκία «χρεώνει» υποχρεώσεις στην Ελλάδα, τις οποίες η ίδια δεν αναλαμβάνει, εν τούτοις ακόμη δεν έχει δοθεί μία πειστική απάντηση για την επίσκεψη του Τούρκου Πρόξενου της Κομοτηνής κ. Ακιντζί στο Διδυμότειχο όπου κατά πολλούς υπερέβη τα εσκαμμένα ζητώντας πληροφορίες τις οποίες δεν νομιμοποιείται εκ του θεσμικού του ρόλου να ζητά.
Όπως και να έχει πάντως η φωτιά στο τέμενος Βαγιαζήτ αποτελεί μία μεγάλης κλίμακας πολιτιστική καταστροφή και αυτό που προέχει είναι τα έργα και όχι τα λόγια. Επαφίεται δε, στην ευχέρεια των αρχών ένθεν και ένθεν, αυτή η καταστροφή να παραμείνει πολιτιστική και να διαχειριστεί ως τέτοια ή να μετατραπεί σε πολιτική με όποιες συνέπειες συνεπάγεται αυτή η τυχόν «μετάλλαξη».
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News