Όταν οι Βούλγαροι έσφαξαν ιερέα, ιμάμη και πολίτες

Γράφει ο Βίκτωρ Ρουδομέτωφ καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου
Υπάρχει τώρα πλέον επίσημα και ως κίνημα, ως «Ε.ΛΑ.Δ.Α.» (Ελληνική Λαϊκή Δημοκρατική Αντίσταση). Επιβεβαιώνεται έτσι η σημασιολογική σημασία της επίκλησης του «λαού» για την πολιτική νομιμοποίηση (σε αντιπαράθεση με οποιαδήποτε αναφορά σε «πολίτες»). Αλλά όχι μόνον αυτό. Η «αντίσταση» έχει πλέον γίνει τμήμα του πολιτιστικού λεξιλογίου, και όχι με την παραδοσιακή αριστερή έννοια της «αντίστασης» στον παγκόσμιο καπιταλισμό, αλλά με την έννοια της λαϊκής και εθνικής αντίστασης σε όσους επιβουλεύονται τον λαό. Υπάρχει βέβαια η ρηχή ελληνοκεντρική ερμηνεία, η οποία διασύνδεει την «αντίσταση» με τις μνήμες της Κατοχής και του Εμφυλίου. Θα ήταν εύκολο και βολικό να αποτελούσε η επίκληση της αντίστασης απλώς μια έκφραση της αναπόφευκτης νοσταλγίας των παλαιότερων γενιών για το ένδοξο παρελθόν τους. Παρότι αυτό είναι σίγουρα κάτι το υπαρκτό, η «αντίσταση» δεν είναι παρελθοντολογική αλλά η γοητεία της είναι καθαρά μελλοντολογική.
Αποτελεί μια σύγχρονη και επίκαιρη πολιτιστική έννοια η οποία, έστω και εάν παραπέμπει νοηματικά στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει εδώ και πολύ καιρό νοηματοδοτηθεί με στοιχεία που μιλούν για την σύγχρονη πραγματικότητα. Άλλωστε και ο Steven Spielberg, γνωστός για τις ταινίες του που αναφέρονται στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποίησε την έννοια στην τηλεοπτική του σειρά «Falling Skies», στην οποία το ανθρώπινο είδος αντιστέκεται σε μηχανικούς εισβολείς οι οποίοι ισοπεδώνουν τις Αμερικανικές πόλεις. Η «αντίσταση» της σειράς περιφέρεται σε ερειπωμένα και εγκαταλειμμένα Αμερικανικά προάστια, τα οποία φαντάζουν ως ένα μαυσωλείο μιας κοινωνίας που έχει ξαφνικά πάψει να υπάρχει – μια εικαστική απεικόνιση της αίσθησης εκατομμύριων Αμερικανών που βιώνουν την παγκόσμια οικονομική κρίση ότι η «καλή ζωή» όπως την γνώριζαν μέχρι πριν από λίγο καιρό, αποτελεί πια όνειρο απατηλό. Άλλωστε έχουμε όλοι διαβάσει και δει τις αναφορές στα εκατομμύρια των αστέγων που ζουν σε τέντες στις ΗΠΑ.
Η «αντίσταση» αποτελεί τον νοηματικό τόπο μέσα από τον οποίο εκφράζεται η σημερινή κραυγή όχι των παλαιότερων αλλά των νεώτερων γενιών. Η νοηματοδότηση της άλλωστε δεν αποτελεί κάτι το καινούργιο. Στην τριλογία επιστημονικής φαντασίας του «Εξολοθρευτή», η «αντίσταση» απέναντι στις μηχανές που κυριεύουν τον κόσμο και εξοντώνουν το ανθρώπινο είδος προσλαμβάνει σωτηριολογικά χαρακτηριστικά. Είναι απαραίτητη για να έχει η ανθρωπότητα αύριο. Η «αντίσταση» προσλαμβάνει επομένως χαρακτηριστικά κοινωνικής αντιπαράθεσης ανάμεσα σε όσους διαθέτουν συναισθήματα (είναι δηλαδή ανθρώπινα όντα και όχι μηχανικές κατασκευές, όπως, π.χ. οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές) και σε όσους δεν διαθέτουν συναισθήματα αλλά είναι απλά «προγραμματισμένοι» να κάνουν αυτά που επιτάσσει το «σύστημα» (είναι δηλαδή «ρομπότ» ή πειθήνια εργαλεία του συστήματος). Εάν κάποιος νομίζει ότι αυτό αποτελεί μελλοντολογία χωρίς μια ξεκάθαρη αναφορά στο σήμερα είναι πολύ γελασμένος. Άλλωστε, η επιστημονική φαντασία δεν μιλάει για «άλλους κόσμους» αλλά για τον υπαρκτό, σημερινό κόσμο, χρησιμοποιώντας απλά το όχημα της «φαντασίας» για να μας επιτρέψει να δούμε αυτό το κομμάτι του τώρα που δεν αντέχουμε να κοιτάξουμε κατάματα.
Η αντιπαραβολή συναισθήματος με την λογική του προγραμματισμού ή του «αυτόματου» δεν είναι τυχαία. Άλλωστε πολύ πριν τον Μίκη Θεοδωράκη, οι Muse το είχαν δηλώσει κατηγορηματικά το 2009 κάνοντας την λέξη (“The Resistance”) τον τίτλο του τελευταίου τους δίσκου. Ο δίσκος πήγε στην κορυφή των καταλόγων πωλήσεων σε 19 χώρες.
Τα παραπάνω υποδηλώνουν ότι η λαϊκή κουλτούρα του σήμερα - και αυτή είναι η κουλτούρα του κινηματογράφου και της πόπ μουσικής - έχει ήδη νοηματοδοτήσει την «αντίσταση» ως κάτι το θετικό, ως μια ουσιαστική συνεισφορά στην ανθρωπιά που το σύγχρονο «σύστημα» καταπατάει. Αυτό είναι και το πολύτιμο πολιτιστικό κεφάλαιο της έννοιας αυτής. Η «αντίσταση» γίνεται νοηματικά μια πολιτιστική έννοια με θετική χροιά, μια ένδειξη της αξίας του ανθρώπου και των ιδανικών που δίνουν νόημα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Η πολιτική της αξιοποίηση σίγουρα δεν είναι προνόμιο ενός και μόνο πολιτικού σχηματισμού. Η «αντίσταση» έχει την δύναμη των νοημάτων που εδράζονται στα συναισθήματα και όχι στον ορθολογισμό και για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι πολύ περισσότερο αποτελεσματική. Μπορεί να γεννήσει κινήματα ακριβώς γιατί οι άνθρωποι βιώνουν τα συναισθήματα τους και αντιδρούν με αυτά ως σημείο αναφοράς. Νοηματοδοτεί την αίσθηση των γενιών που βλέπουν την ανυπαρξία του αύριο για αυτές και αντιδρούν αρνούμενες να δεχτούν την περιθωριοποίηση. Η λαϊκή κουλτούρα των σύγχρονων κοινωνιών έχει δώσει ήδη το όχημα και αυτό πρόκειται να το χρησιμοποιήσουν τα άτομα και οι ομάδες δημιουργικά, αναζητώντας ένα κλεμμένο αύριο.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News