Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Ένα επίκαιρο ερώτημα που απασχολεί τις εγκύους
Όπως όλοι γνωρίζουμε, η περίοδος πριν την Ανάσταση του Κυρίου, αποτελεί για την Ορθόδοξη Πίστη βασική περίοδο νηστείας. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίζεται από την αποφυγή κατανάλωσης συγκεκριμένων ομάδων τροφίμων, όπως το κρέας και τα παράγωγά του, συμπεριλαμβανομένων των αβγών, των γαλακτοκομικών προϊόντων, των ψαριών και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και του ελαιολάδου. Γεννιέται εύλογα το ερώτημα: «πόσο ασφαλής είναι η νηστεία κατά τη διάρκεια της κύησης;».
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι η ισορροπημένη διατροφή και η επαρκής θερμιδική πρόσληψη είναι απολύτως απαραίτητες σε αυτή την ιδιαίτερη περίοδο της ζωής της γυναίκας. Σε αντίθετη περίπτωση, η αφαγία ή η ελαττωμένη πρόσληψη θερμίδων μπορεί να οδηγήσει σε παραγωγή κετονικών σωμάτων από το ήπαρ της εγκύου, τα οποία μπορεί να έχουν αρνητική επίδραση τόσο στη μητέρα όσο και το έμβρυο. Σε κάθε περίπτωση, η επίδραση αυτή εξαρτάται από το τρίμηνο της κύησης, με άλλοτε άλλου βαθμού συνέπειες για το έμβρυο. Γενικά, προχωρώντας προς το τρίτο τρίμηνο, οι ανάγκες για πρόσληψη θερμίδων αυξάνονται σημαντικά, όποτε επιβάλλεται η κάλυψή τους.
Η νηστεία χαρακτηρίζεται από την πλήρη έλλειψη ζωικής πρωτεΐνης, η οποία αποτελεί καλύτερης ποιότητας πρωτεΐνη σε σχέση με την αντίστοιχη φυτικής προέλευσης. Αυτό σημαίνει πως αν η έγκυος νηστεύσει για παράδειγμα μια εβδομάδα, δεν υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα. Ωστόσο, για μεγαλύτερα χρονικά διάστημα πρέπει να γίνει διατροφική προσαρμογή με ιδιαίτερη προσοχή, προκειμένου να αναπληρωθεί η έλλειψη ζωικής προέλευσης πρωτεΐνης. Ιδανικό θα ήταν μάλιστα να λάβει οδηγίες από Διατροφολόγο, προκειμένου να υπάρχει απόλυτη ισορροπία στο διαιτολόγιό της.
Καλές πηγές πρωτεΐνης για μια εγκυμονούσα που νηστεύει αποτελούν τα θαλασσινά, οι ξηροί καρποί, τα όσπρια και η σόγια, εφόσον δεν υπάρχουν σχετικές αντενδείξεις λόγω αλλεργιών. Επιπλέον, οι κατάλληλοι συνδυασμοί τροφών μπορούν να αναπληρώσουν εν μέρει τα σημαντικά στοιχεία που παρέχουν το κρέας και οι ζωικές τροφές στον οργανισμό της. Ο συνδυασμός των οσπρίων με δημητριακά ή αμυλούχα τρόφιμα συνιστά μια καλή εναλλακτική λύση από τη στιγμή που δε γίνεται κατανάλωση κρέατος. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στα οστρακοειδή που καλό θα ήταν να αποφεύγονται, ενώ θα πρέπει η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών να γίνεται μετά από επιμελές πλύσιμό τους με άφθονο τρεχούμενο νερό, προκειμένου να προληφθούν ανεπιθύμητες λοιμώξεις.
Επιπρόσθετα, αξίζει να σημειώσουμε πως θα πρέπει να γίνει προσαρμογή του διαιτολογίου όσον αφορά την πρόσληψη ασβεστίου και σιδήρου, καθώς δεν επιτρέπεται η κατανάλωση γαλακτοκομικών και κρέατος που αποτελούν αντίστοιχα τις βασικές πηγές.
Συγκεκριμένα, τροφές που αυξάνουν τη βιοδιαθεσιμότητα και απορρόφηση του σιδήρου είναι το πορτοκάλι, το λεμόνι, οι πιπεριές, ο μαϊντανός και το ακτινίδιο, καθώς περιέχουν βιταμίνη C και περιλαμβάνονται στη λίστα των «νηστίσιμων». Έτσι, μια έγκυος θα πρέπει να καταναλώνει τα όσπρια μαζί με ένα ποτήρι χυμό πορτοκαλιού και να βάζει πολύ λεμόνι σε λαδερά φαγητά που περιέχουν σπανάκι. Καλό θα ήταν, επίσης, να κλείνει το γεύμα της με φρούτα και λαχανικά πλούσια σε βιταμίνη C. Όσον αφορά στο ασβέστιο, μπορεί να το λάβει από καλές πηγές φυτικής προέλευσης όπως τα όσπρια, οι ξηροί καρποί, το σουσάμι, ο χαλβάς, το μπρόκολο, το κουνουπίδι, τα αποξηραμένα φρούτα (σύκα) και τα εμπλουτισμένα προϊόντα σόγιας (γάλα σόγιας).
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί και στην απαραίτητη πρόσληψη βιταμινών του συμπλέγματος Β, και κυρίως του φυλλικού οξέος, το οποίο είναι απαραίτητο για την υγιή ανάπτυξη του νευρικού σωλήνα του εμβρύου και γενικότερα του νευρομυικού συστήματος.
Για το λόγο αυτό, επιβάλλεται η κατανάλωση καλά πλυμένων φυλλωδών λαχανικών, ανάλατων ξηρών καρπών, εμπλουτισμένων δημητριακών σε βιταμίνη Β12, καθώς και ταχίνι ή παράγωγά τους όπως το φυστικοβούτυρο και ο χαλβάς.
Σε όλα τα παραπάνω που αναλύθηκαν, ενδέχεται ο θεράπων Γυναικολόγος να χορηγήσει συμπληρώματα όπως σκευάσματα Σιδήρου, Μαγνησίου, φυλλικού οξέος, βιταμίνης D και των λοιπών επιτρεπόμενων πολυβιταμινών. Επειδή τα περισσότερα από αυτά χορηγούνται ήδη στην έγκυο, συνήθως γίνεται αναπροσαρμογή της δοσολογίας και συγκεκριμένα αύξησή της.
Με αυτόν τον τρόπο υποστηρίζεται με ολοκληρωμένο τρόπο η έγκυος, ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει στις ιδιαίτερες καθημερινές ανάγκες που υπαγορεύονται από την ίδια την κύηση αλλά και τη νηστεία. Στο σημείο αυτό, κρίνεται απαραίτητο να τονίσουμε τη σημασία της σωστής ενυδάτωσης, η οποία παίζει σημαντικό ρόλο στην ομαλή εξέλιξη της εγκυμοσύνης. Η επαρκής κατανάλωση νερού και χυμών συμβάλλει στην καλή υγεία της μητέρας και του εμβρύου και στην αποφυγή ανεπιθύμητων επιπλοκών, με κυριότερη την αφυδάτωση και τις διαταραχές των ηλεκτρολυτών.
Συμπερασματικά, αυτό που θα πρέπει να θυμάται κάθε έγκυος είναι ότι κάθε κύηση είναι μοναδική, και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται. Στα πλαίσια αυτά, η ανάγκη κάθε μητέρας να ακολουθήσει τη νηστεία που υπαγορεύεται από τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις, πρέπει να εξατομικεύεται. Διαφορετική πάντοτε είναι η προσέγγιση σε κυήσεις υψηλού κινδύνου, καταστάσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης, η ενδομήτρια υπολειπόμενη καθυστέρηση της αύξησης του εμβρύου, η νοσηλεία για επείγουσες καταστάσεις κτλ., όπου η δυνατότητα για νηστεία είναι περιορισμένη έως αδύνατη.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να προηγείται συζήτηση με το θεράποντα Μαιευτήρα-Γυναικολόγο ώστε να θέτουμε ένα πλάνο, εντός του οποίου μπορεί να κινηθεί η έγκυος σχετικά με την επιθυμία της για νηστεία. Τέλος, πολύτιμη είναι και η συμβολή των εξειδικευμένων Διατροφολόγων οι οποίοι παράσχουν σημαντικές και επιστημονικά τεκμηριωμένες συμβουλές, δίνοντας ασφάλεια και σιγουριά στις επιλογές των εγκύων σχετικά με τη διατροφή κατά την περίοδο της νηστείας.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News