Ο εορτασμός της 14ης Μαΐου

? Η πρόταση της εβδομάδας: Κτήμα Άλφα, 2007 ? Τύπος: Ερυθρός ξηρός ? Ποικιλίες: Syrah / Merlot / Ξινόμαυρο ? Ωρίμανση: 13 μήνες βαρέλι ? Ενδ. τιμή: 21.50 ευρώ
Προτάσεις, σχόλια και νέα γύρω από το κρασί μέσα από το ημερολόγιο ενός οινόφιλου...
Σχετικά με τον παραγωγό: Με έδρα το ακριτικό Αμύνταιο του Ν. Φλώρινας, το κτήμα Άλφα (έτος ίδρυσης 1997) αποτελεί τη μεγαλύτερη επένδυση της τελευταίας δεκαπενταετίας στη χώρα, στον τομέα αμπελουργίας - οινοποίησης. Χαρισματική μορφή του κτήματος ο εκ των ιδιοκτητών, έμπειρος οινολόγος Άγγελος Ιατρίδης, με σπουδές φυσικά στο εξωτερικό και μεγάλη προϋπηρεσία σε γνωστά κτήματα της χώρας, επιπλέον συνιδρυτής της εταιρίας "Αμπελοοινική" που παρέχει συμβουλευτική έως και πλήρη διαχείριση αμπελώνων αλλά και οινοποίησης, σε πολλά κτήματα πανελλαδικά (προφανώς πανέξυπνος επαγγελματίας). Αυτό που δεν γνωρίζει πολύς κόσμος, είναι ότι πίσω από την επωνυμία βρίσκεται ως μέτοχος, με ένα σεβαστό ποσοστό εξ ιδρύσεως και
μεγάλη αλυσίδα κάβας και εισαγωγής - διακίνησης οίνων, της Αθήνας. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το γεγονός, ότι τα τελευταία χρόνια οι περισσότεροι καβίστες πρότειναν τα κρασιά του κτήματος με το "καλημέρα" στον πελάτη. Αυτό είναι αλήθεια ότι έχει συντελέσει στη μεγάλη αναγνωρισιμότητα του κτήματος, παρά τις σχετικά "τσουχτερές" (όλες άνω των 15 ευρώ) μέχρι πρότινος τιμές, των πολύ αξιόλογων κατά τα άλλα ετικετών του. Αξίζει εδώ να αναφέρουμε ότι πέραν της πλήρους κύριας σειράς (λευκά, ροζέ, ερυθρά), την τελευταία χρονιά το κτήμα κυκλοφόρησε και μια οικονομικότερη σειρά κρασιών εξίσου ποιοτική, καθώς επίσης μείωσε μερικώς και τις τιμές κάποιων εκ των πιο σπάνιων οινοποιήσεων του, σε μια προσπάθεια να πλησιάσει το ευρύτερο κοινό. Το υπό δοκιμή κρασί παραμένει το βασικό (ευρείας κυκλοφορίας) ερυθρό του κτήματος. Κορωνίδα δε, αποτελεί η ερυθρή ετικέτα "One" (50ε) με διαφορετική ποικιλιακή σύνθεση καθ' έτος, σε περιορισμένο φυσικά αριθμό φιαλών και με πειραματικό κυρίως ενδιαφέρον για τον οινοποιό.

Γευσιγνωσία Οίνου: Πρόκειται για ένα πληθωρικό χαρμάνι από 60% Syrah και από 20% Merlot, Ξινόμαυρο, συνήθες για το στύλ της περιοχής (βλ. παρακάτω στα "Παραλειπόμενα"). Εντυπωσιακή φιάλη σε προκαταβάλει για τη ποιότητα του περιεχομένου είναι η αλήθεια. Χρώμα συμπαγές πορφυρό, έντονο με λίγες μπορντό ανταύγειες, προμηνύει σφρίγος και ζωντάνια. Καλοδεμένο, μαλακό σύνολο, απολαυστικά πολύπλοκο με νότες μόκας, καφέ, κακάο, μαύρης σοκολάτας, δαμάσκηνου, βύσσινου, πιπεριού σε στόμα και μύτη να εναλλάσσονται. Σώμα γεμάτο, με σχετικά λίγες τανίνες. Τα στοιχεία όμως που απογειώνουν το κρασί είναι η καταπληκτική οξύτητα και η πληρότητα γεύσης κόκκινου φρούτου και βανίλιας δρυός, που σπάνια έχουμε την ευκαιρία να γευτούμε σε τέτοια ένταση και αρμονία. Κατά τη γνώμη μου, αποτελεί την επιτομή της σύγχρονης άποψης ενός στιβαρού ερυθρού κρασιού με φρούτο, όγκο, οξύτητα, βαρέλι σε ιδανική αναλογία. Θα το ήθελα λίγο πιο τανικό στο τελείωμα. Μακάρι κι άλλα κρασιά να είχαν πάντως, αυτή την ένταση και το πλούτο χαρακτηριστικών στο στόμα. Στα αρνητικά του, μιας και ως ετικέτα άνω των 20 ευρώ οφείλουμε να την κρίνουμε σαφώς πιο αυστηρά απ' ότι συνήθως, είναι ότι δεν φάνηκε ιδιαίτερα λιπαρό, αλλά κυρίως ότι είχε απρόσμενα κοντή επίγευση, σε σχέση με το υπόλοιπο σύνολο. Πραγματικά, η γευστική του αίσθηση χανόταν σχετικά γρήγορα από το στόμα, παρόλο που το ξέπλενε ικανοποιητικά κατά τη διάρκεια του γεύματος. Σίγουρα πάντως έχει μακρύ μέλλον μπροστά του, καθώς ήδη μετά από ένα χρόνο που είχα ξαναδοκιμάσει την ίδια σοδειά, το βρήκα εξίσου πλήρες σε δύναμη και ζωντάνια. Βέβαια, η εξέλιξή του θα στηριχθεί κυρίως στη φοβερή οξύτητα, συνέπεια της άριστα επιλεγμένης και ωριμασμένης πρώτης ύλης, καθώς οι τανίνες του είναι λίγες. Ταίριαξε τέλος, αλλά δεν ανέδειξε το χοιρινό φούρνου. Με κατσικάκι θυμάμαι να τα έχει πάει καλύτερα. Θεωρώ ωστόσο ότι ο χαρακτήρας του αναδεικνύεται περισσότερο δίπλα σε ζουμερές μπριζόλες μόσχου, ή καλύτερα πλάι σε ένα φιλέτο σκέτο ή με πλούσια, καλοδεμένη σάλτσα. Δεν είναι αρκετά τανικό για να συνοδεύσει κρέας σχάρας/σούβλας, και το βρίσκω πολύ ντελικάτο/φρουτώδες για μαγειρευτό κρέας με κόκκινη σάλτσα, όπως προτείνει ο παραγωγός.

Συμπερασματικά: Αδιαμφισβήτητα λοιπόν πρόκειται για το κρασί "φαινόμενο" της ελληνικής οινοποιίας την τελευταία πενταετία (η πρώτη σοδειά της ετικέτας που κυκλοφόρησε, ήταν του 2003). Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι "σαρώνει" μετάλλια κάθε χρόνο στους διεθνείς διαγωνισμούς. Για παράδειγμα αναφέρω ότι η σοδειά του 2008, πριν ακόμη κυκλοφορήσει στην αγορά πήρε το βραβείο "Regional trophy" (καλύτερο ερυθρό της χώρας μας) στον φετινό Διεθνή Διαγωνισμό του Λονδίνου Decanter 2011, ενώ η υπό δοκιμή σοδειά πήρε το χρυσό μετάλλιο στον ίδιο διαγωνισμό του 2009. Τέλος, για τους πιο σχετικούς του χώρου, ο γνωστός Αμερικανός οινοδημοσιογράφος Robert Parker, που η γνώμη του καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το παγκόσμιο οινικό "χρηματιστήριο", βαθμολόγησε τις 2 σοδειές αντίστοιχα με 92% και 91% (οι μεγαλύτερες βαθμολογίες που έχει δώσει ποτέ σε ελληνικά κρασιά!) στις δύο τελευταίες ετήσιες αναφορές του στα κρασιά της χώρας μας. Πολύ ποιοτικό κρασί λοιπόν, αλλά και αντίστοιχα υψηλής τιμής. Μη ξεχνάμε ότι κοντά στα 20 ευρώ, βρίσκεται η πληθώρα των πολύ καλών ερυθρών ελληνικών κρασιών σήμερα, με συνέπεια να υπόκειται σε μεγάλο ανταγωνισμό. Προσωπικά, θα τολμούσα να το χαρακτηρίσω ως καθαρά "επιστημονική" προσέγγιση στο ερυθρό κρασί, ή πιό απλά ως το κρασί του "οινολόγου". Σίγουρα πάντως αποτελεί τον ορισμό του μοντέρνου ερυθρού κρασιού σήμερα στη χώρα, έχοντας ήδη βρει αρκετούς μιμητές πλέον, πράγμα που τονίζει τον πρωτοποριακό χαρακτήρα του εγχειρήματος.
Παραλειπόμενα: Με την ευκαιρία αξίζει να αναφέρουμε κάποιες στοιχειώδεις πληροφορίες για τα κρασιά του Αμυνταίου, μιας και η περιοχή (οινικά) δεν είναι ευρέως γνωστή ακόμη στον πολύ κόσμο, αλλά της αξίζει σίγουρα να ανακαλυφθεί από τους οινόφιλους. Ειδικότερα, η αμπελουργία εδώ έχει τις ρίζες της αιώνες πίσω (επιβιώνουν μάλιστα αμπέλια με ηλικία σχεδόν 100 ετών!), αλλά μόνο τη τελευταία δεκαετία έχει αρχίσει να αποτυπώνει ενδείξεις terroir (μικροκλίματος) και τα κρασιά της περιοχής να δείχνουν τις δυνατότητες τους. Ρόλο καταλύτη έπαιξε η παρουσία του (Κυρ-) Γιάννη Μπουτάρη στη περιοχή, ο οποίος βοήθησε σημαντικά τους τοπικούς παραγωγούς σε τεχνογνωσία, αλλά κυρίως τους ενέπνευσε οραματιζόμενος την αναγέννηση του τοπικού αμπελώνα. Για τους "ρομαντικούς" να αναφέρουμε ότι εδώ παράγεται, στο οινοποιείο του τοπικού συνεταιρισμού, ο επί δεκαετίες αγαπημένος οίνος πολλών, ροζέ και ερυθρός "Μακεδονικός" Τσάνταλη. Χαρακτηριστικά των κρασιών της περιοχής τώρα, είναι το λαμπερό χρώμα, η έντονη οξύτητα και το πλούσιο αρωματικό δυναμικό, λόγω του ιδιαίτερα ψυχρού κλίματος σε συνδυασμό με το μεγάλο υψόμετρο (650 μ. μέσος όρος, η πιο ηπειρωτική ζώνη Ο.Π.Α.Π. της χώρας) και τα αμμώδη εδάφη πλησίον των τεσσάρων λιμνών της περιοχής. Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ παράγονται ο μοναδικός ροζέ Ο.Π.Α.Π. (η ανώτερη νομοθετικά διάκριση - ένδειξη ποιότητας) οίνος της χώρας, όπως και ο πρώτος ιστορικά ελληνικός ροζέ αφρώδης. Ιδανικές συνθήκες λοιπόν για την παραγωγή αρωματικών λευκών (αξίζει να δοκιμάσετε τον σπάνιο συνδυασμό λευκού Ξινόμαυρου με Riesling) και ροζέ οίνων κυρίως φαγητού, με έμφαση στην αγριοφράουλα και το κεράσι. Χαρακτηριστική και αξιόλογη, γηγενής ποικιλία της περιοχής είναι το ερυθρό Ξινόμαυρο Αμυνταίου, για το οποίο υπόσχομαι να αναφερθώ εκτενέστερα μελλοντικά, σε κάποια δοκιμή αντίστοιχης ετικέτας. Δίνει πάντως, γενικά μέτρια, ελαφριά κρασιά με φρουτώδη γεύση, καλή οξύτητα και μέτριες τανίνες. Σίγουρα, πιο ενδιαφέρον γευστικά έχουν τα χαρμάνια του με Syrah - Merlot όπως το υπό δοκιμή, αλλά προς το παρόν τα περισσότερα απέχουν αισθητά από το επίπεδο των πολύ καλών ελληνικών κρασιών, κατά τη γνώμη μου.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News