Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Τελικά οι «ρατσιστές» δεν κατοικούν μόνο στο Ωραιόκαστρο
Ένα ζήτημα γύρω από το οποίο έχει δημιουργηθεί αρκετός ντόρος το τελευταίο διάστημα είναι η απόφαση όλο και περισσότερων Συλλόγων Γονέων & Κηδεμόνων Δημοτικών Σχολείων ανά την επικράτεια να αντιταχθούν στην ένταξη παιδιών προσφύγων - μεταναστών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και την παραχώρηση των απαραίτητων σχολικών εγκαταστάσεων για το σκοπό αυτό. Χωρίς δεύτερη σκέψη, πολίτες, θεσμικοί εκπρόσωποι και κυρίως χιλιάδες χρήστες των κοινωνικών δικτύων εξαπολύουν μύδρους κατά των συλλόγων αυτών, αναφερόμενοι σε αυτούς ως ρατσιστές, μισαλλόδοξους και αντιπαραδείγματα γονέων.
Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας δείχνουμε να έχουμε καταλειφθεί από μια μανία διύλισης του κώνωπα, μια μανία αναζήτησης σε κάθε έκφραση άποψης μιας αφορμής, με σκοπό να χαρακτηρίσουμε τον εκφράζοντα αυτήν ως «ρατσιστή», «σεξιστή», «φασίστα» κ.ά., χωρίς πολλές φορές οι ίδιοι οι αυτόκλητοι υπερασπιστές της ισότητας και της δικαιοσύνης να κατανοούν ακόμη και το περιεχόμενο των όρων που χρησιμοποιούν για να τον ‘’στολίσουν’’. Αρκούμαστε ακόμη και σε μια λέξη ή μια παρεξηγήσιμη φράση για να εξακοντίσουμε τα βέλη μας, αγνοώντας συχνά τι πραγματικά επιθυμούσε να εκφράσει ο δεχόμενος τα πυρά. Καταλήγουμε, έτσι, να ‘’αφρίζουμε’’ για υποτιθέμενα ρατσιστικά ζητήματα, ακόμη και σε χιουμοριστικές διαφημίσεις, και να στοχοποιούμε άτομα για απόψεις που στην ουσία δεν έχουν εκφράσει, αδιαφορώντας ή εθελοτυφλώντας για εκείνες τις περιπτώσεις ουσιώδους παραβίασης της ισότητας και της δικαιοσύνης που χρήζουν παρέμβασης.
Ας δούμε, όμως, το νόμισμα από την άλλη του πλευρά. Τι ώθησε αυτούς τους γονείς, καθώς προσωπικά δεν πιστεύω είναι άτομα με ευρύτερες, παγιωμένες ρατσιστικές - ακροδεξιές αντιλήψεις, να λάβουν τέτοιου είδους αποφάσεις; Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι Σύλλογοι Γονέων & Κηδεμόνων δικαιολογούν την εναντίωσή τους στην κυβερνητική απόφαση, απειλώντας μάλιστα να προβούν σε καταλήψεις κτιρίων και δυναμικές κινητοποιήσεις εφόσον οι αποφάσεις-συστάσεις τους δεν ληφθούν υπόψη. Σίγουρα, τέτοιου είδους απειλές δημιουργούν μια άκρως αλγεινή εντύπωση, μοιάζουν, όμως, απολύτως θεμιτές απέναντι σε μία κυβέρνηση που δείχνει να έχει χάσει την επαφή της με την κοινωνία και επιθυμεί πεισματικά να επιβάλλει τα ιδεολογήματά της. Οι περισσότεροι σύλλογοι δείχνουν να προβληματίζονται κυρίως για την ένταξη των παιδιών μεταναστών και όχι τόσο προσφύγων και δικαιολογημένα, κατά την άποψή μου.
Τόσο νομικά όσο και στην δεδομένη κατάσταση οι παρανόμως εισελθόντες μετανάστες αποτελούν μια πολύ διαφορετική πληθυσμιακή ομάδα από αυτή των προσφύγων. Ακόμη και με βάση το Διεθνές Δίκαιο οι υποχρεώσεις μας απέναντι στους παράτυπους μετανάστες είναι ιδιαίτερα περιορισμένες. Οφείλουμε κυρίως να τους διευκολύνουμε ώστε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους ή στην χώρα από την οποία εισήλθαν παρανόμως στην Ελλάδα και να τους παρέχουμε τα στοιχειώδη μέχρι την αποπομπή τους. Συνήθως η αποπομπή αυτή αργεί πολύ να έρθει και στην χειρότερη εκδοχή δεν έρχεται ποτέ, διότι οι χώρες καταγωγής τους κάθε άλλο παρά ευνομούμενα κράτη είναι και συχνά δεν επιθυμούν την επιστροφή τους χάριν της κοινωνικής ηρεμίας. Είναι αδιανόητο, βέβαια, η κυβέρνηση μιας χώρας που κατακλύζεται από προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές να αρνείται από έλλειψη μόρφωσης αλλά κυρίως λόγω ιδεοληψιών τον διαχωρισμό των δύο αυτών ομάδων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, εμμένοντας στη δικαίωση ματαιωμένων ονείρων και εκφράζοντας απόψεις τύπου «να μείνουμε Αριστεροί τουλάχιστον στο προσφυγικό»! Εξάλλου, το πολιτιστικό χάσμα είναι ακόμη μεγαλύτερο καθώς η πλειοψηφία των μεταναστών προέρχεται από χώρες (βλ. Πακιστάν, Αφγανιστάν) που διαφέρουν παρασάγγας του δυτικού - ευρωπαϊκού πολιτισμού και διακρίνονται από μια πιο βίαιη κουλτούρα. Επιπλέον, εν αντιθέσει με τα προσφυγόπουλα το μεγαλύτερο μέρος των νεαρών μεταναστών είναι έφηβοι ή μετέφηβοι. Αναφορικά με τις συνθήκες υγιεινής, επικρατεί τέτοια χαώδης κατάσταση σε hot spots και κέντρα παραμονής, λόγω έλλειψης πόρων αλλά και κυβερνητικής ανικανότητας, με αποτέλεσμα ο κίνδυνος να υπάρχει. Πρόσφυγες και μετανάστες, προερχόμενοι από εμπόλεμες ζώνες ή κράτη με ανύπαρκτο υγειονομικό σύστημα, δεν είναι ακόμη επαρκώς θωρακισμένοι υγειονομικά, ώστε να ενταχθούν στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Δυστυχώς, και οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: τα ελληνικά σχολεία μετρούν μόνο ελλείψεις: χρηματοδότησης, βιβλίων, εκπαιδευτικών. Πώς το ήδη σφαδάζον ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα θα ανταπεξέλθει, εάν συμπεριλάβει ακόμη 18(!)χιλιάδες, διαφορετικής εθνικότητας – κουλτούρας – γλώσσας, μαθητών; Πόσο «δημιουργική» δε (χαρακτηρισμός του υπουργού Παιδείας κου Φίλη) μπορεί να είναι αυτή η ένταξη πραγματοποιούμενη από την κυβέρνηση που πιστεύει -και το δείχνει με κάθε ευκαιρία- πως η αριστεία είναι ρετσινιά και προωθεί μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος που ευαγγελίζεται την εξίσωση όλων προς τα κάτω;
Το επιτακτικότερο, όμως, ερώτημα που εγείρεται, είναι ποια στόχευση κρύβεται πίσω από την απόφαση ένταξης των προσφυγόπουλων. Οι κυβερνώντες θέλουν απλά να απασχολούνται δημιουργικά τα τέκνα των προσφύγων; Θέλουν να τα εντάξουν πλήρως στην ελληνική κοινωνία ή απλώς επιθυμούν να τα στείλουν περισσότερο μορφωμένα στη βόρειο Ευρώπη, όπου τα ίδια και οι γονείς τους θέλουν να φτάσουν; (Κάπου διάβασα ότι θα διδάσκονται γερμανικά. Για να διευκολύνουμε την απορρόφησή τους στην γερμανική κοινωνία ή για να τους παραμυθιάζουμε ότι κάποια στιγμή στο μέλλον θα φτάσουν τελικά στη Γερμανία;) Η μη αποκάλυψη, λοιπόν, των σκοπών της κυβέρνησης και η ανυπαρξία ολοκληρωμένης στρατηγικής, σε περίπτωση που επιδιώκεται η ένταξη τους στην ελληνική κοινωνία (κάτι που οι ίδιοι οι πρόσφυγες δεν δείχνουν να επιθυμούν), ενισχύει κατακόρυφα την καχυποψία έναντι της απόφασης αυτής και καθιστά την πραγματοποίησή της επικίνδυνη.
Η διαχείριση του προσφυγικού – μεταναστευτικού ζητήματος υπήρξε εξ αρχής – και συνεχίζει να είναι – άκρως ατυχής από πλευράς κυβερνητικών χειρισμών. Ημίμετρα, προσωρινές μη βιώσιμες λύσεις, απουσία συνολικής στρατηγικής, αδυναμία ή μάλλον απροθυμία πραγματοποίησης ως και του αυτονόητου, του διαχωρισμού προσφύγων και μεταναστών στην ημερήσια διάταξη. Τεταμένη ατμόσφαιρα, διαρκής ένταση, η οποία εξωτερικεύεται, στους χώρους διαμονής προσφύγων και μεταναστών, αμοιβαία καχυποψία μεταξύ των τελευταίων και των τοπικών κοινοτήτων.
Υπάρχουν πολύ επιτακτικότερες ανάγκες και μεγάλη απόσταση που πρέπει να καλυφθεί πριν την ενδεχόμενη ένταξη των φιλοξενούμενων προσφυγόπουλων στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Προτού ρίξουμε, λοιπόν, ως αναμάρτητοι την πέτρα των χαρακτηρισμών, ας κρίνουμε πιο ψύχραιμα και ορθολογιστικά. Ας προσπαθήσουμε, έστω λίγο, να μπούμε στη θέση του άλλου, καταπιέζοντας όσο μπορούμε τον υπέρμετρο συναισθηματισμό που μας χαρακτηρίζει σαν λαό.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News