Χρ. Τοψίδης: Με σταθερά βήματα και πνεύμα συνεργασίας η Περιφέρεια ΑΜΘ αλλάζει
Γράφει ο Δημήτρης Χαρίτου βουλευτής Ροδόπης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Ο πόλεμος στην Ουκρανία αναμφίβολα έχει προκαλέσει πολλαπλές αναταράξεις στις διεθνείς αγορές τροφίμων, με σοβαρά προβλήματα στην αλυσίδα προμήθειας και μεγάλες αυξήσεις στις τιμές προϊόντων σε πολλές χώρες, ανάμεσά τους και η χώρα μας.
Όμως οι τιμές των τροφίμων και των αγροτικών πρώτων υλών βρίσκονται σε άνοδο ήδη από το δεύτερο εξάμηνο του 2020 και έφτασαν στο υψηλό επίπεδο όλων των εποχών τον Φεβρουάριο του 2022, λόγω της υψηλής ζήτησης, του κόστους εισροών και του κόστους μεταφοράς και βέβαια είναι άγνωστο που θα φτάσουν με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Πολλές ευρωπαϊκές χώρες παρακολουθώντας προσεκτικά τις εξελίξεις συσσώρευαν, πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, αποθέματα σε βασικά προϊόντα, λόγω της αύξησης των τιμών και της ενεργειακής κρίσης. Στην χώρα μας η κυβέρνηση ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να παραμένει άβουλη και άπραγη, εξακολουθεί να κινείται χωρίς πυξίδα και σχέδιο.
Οι συσκέψεις στο Μαξίμου γίνονται χωρίς να λαμβάνεται κανένα ουσιαστικό μέτρο ανάσχεσης της κρίσης και καταγράφονται περισσότερο ως κινήσεις επικοινωνιακού εντυπωσιασμού. Ενώ την ίδια στιγμή υπουργοί με δηλώσεις τους περί «επισιτιστικής επάρκειας» επιχειρούν να εφησυχάσουν την κοινωνία από τους υπαρκτούς κινδύνους μιας επισιτιστικής κρίσης, που είναι προ των πυλών.
Είναι ενδεικτικό ότι η μόνη απόφαση της κυβέρνησης για καταγραφή των αποθεμάτων της χώρας μας σε βασικά τρόφιμα και αγροτικές πρώτες ύλες ελήφθη μόνο όταν εμφανίστηκαν οι πρώτες ελλείψεις στη χονδρική και μπήκαν πλαφόν σε αλυσίδες σουπερμάρκετ στη λιανική.
Σήμερα δεν υπάρχει πλέον χρόνος για αναμονή, για εφησυχασμό, για αναβολή στη λήψη μέτρων, όταν το 1/3 των εισαγωγών σιτηρών καλύπτεται από τη Ρωσία και την Ουκρανία, με εξίσου μεγάλη την εξάρτησή μας από εισαγόμενες γεωργικές εισροές, σε λιπάσματα και ζωοτροφές. Όταν οι ανάγκες μας σε σιτάρι, καλαμπόκι, διατροφικά και βιομηχανικά έλαια καλύπτονται κατά 40% από εισαγωγές, με τις διεθνείς τιμές των τροφίμων και των εισροών να είναι ήδη υψηλές και ασταθείς.
Είναι βέβαιο ότι η επισιτιστική κρίση με την εκτίναξη των τιμών στα τρόφιμα σε συνδυασμό με τα δυσθεώρητα ύψη των τιμών στο ηλεκτρικό ρεύμα και τα καύσιμα θα προκαλέσουν ένα νέο πιο έντονο σοκ στα νοικοκυριά. Δημιουργείται ένα εκρηκτικό μίγμα που εξαερώνει τα λαϊκά εισοδήματα, όταν μάλιστα το ποσοστό δαπανών για τρόφιμα στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς είναι στο 23,1% στην Ελλάδα, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 14%.
Την ίδια περίοδο η εκτίναξη του κόστους σε εισροές, λιπάσματα, εφόδια καθώς και ζωοτροφές, μπλοκάρει τις παραγωγικές δυνατότητες μας στη γεωργία και την κτηνοτροφία. Ενώ σε συνδυασμό με τον περιορισμό των εξαγωγών αγροτικών μας προϊόντων στην εμπόλεμη περιοχή θα επιδεινώσουν το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο. Όπως επίσης έντονοι θα είναι οι κραδασμοί στην επιχειρηματικότητα, ιδιαίτερα στις μικρές επιχειρήσεις που συνδέονται με τους κλάδους της αγροτοδιατροφής και την εφοδιαστική αλυσίδα.
Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης αντιμετώπισης των συσσωρευμένων και επικαλυπτόμενων κρίσεων για την ανάταξη της κοινωνίας με αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, την στήριξη και την αναδιοργάνωση της αγροτικής οικονομίας. Σχέδιο που δεν μπορεί να υλοποιηθεί από τους θιασώτες της «αυτορρύθμισης των αγορών».
Χρειάζεται ένα σχέδιο που θα αξιοποιεί τα ισχυρά συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και τις αναξιοποίητες δυνατότητες του πρωτογενούς τομέα, που θα στοχεύει στη στροφή στον αγροδιατροφικό τομέα της παραγωγής αγροτικών προϊόντων και ζωοτροφών, ώστε η χώρα μας να απεξαρτηθεί, κατά το δυνατόν, από τις εισαγωγές, αξιοποιώντας προς αυτήν την κατεύθυνση στοχευμένα τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία. Αξιοποιώντας για ένα μεταβατικό διάστημα τις διαθέσιμες, για παραγωγή, αγροτικές εκτάσεις σχεδόν 1,8 εκ. στρέμματα, που οι δεσμεύσεις της νέας ΚΑΠ κρατούν ανενεργές.
Ένα σχέδιο που θα περιλαμβάνει μέτρα που θα λειτουργούν αντισταθμιστικά στο υψηλό κόστος της παραγωγής. Μέτρα όπως, ένα πρόγραμμα επιδότησης λιπασμάτων, την επιστροφή του φόρου για το αγροτικό πετρέλαιο σε όλους τους αγρότες και την καθιέρωση πλαφόν στο αγροτικό ηλεκτρικό ρεύμα. Τη γενναία οικονομική ενίσχυση των κτηνοτρόφων για αγορά ζωοτροφών. Την έκτακτη οικονομική ενίσχυση των μικρών κυρίως παραγωγών και κτηνοτρόφων. Την επιτάχυνση των διαδικασιών υλοποίησης των προγραμμάτων για τους Νέους Αγρότες και τα Σχέδια Βελτίωσης. Την στήριξη των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό τομέα και την εφοδιαστική αλυσίδα, με ρύθμιση χρεών που συσσωρεύτηκαν στην πανδημία και επιτάχυνση των διαδικασιών αξιοποίησης του δεύτερου πυλώνα του ΠΑΑ.
Οφείλει η χώρα μας να ζητήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την αύξηση των πόρων στο Ταμείο Επισιτιστικής Κρίσης των 500 εκ. ευρώ και να διεκδικήσει περισσότερους πόρους για την χώρα μας. Να επαναπροσδιοριστεί η κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης με αύξηση του ποσοστού προς την αγροτική οικονομία. Να διεκδικηθεί η αναστολή προσωρινά των περιορισμών που θέτει η νέα ΚΑΠ στην αξιοποίηση της αγροτικής γης.
Ένα τέτοιο πλέγμα προτάσεων για την αγροτική ανάπτυξη, ενταγμένο στο πλαίσιο μίας άλλης πολιτικής συνολικά για την χώρα, μόνο μία νέα προοδευτική κυβέρνηση μπορεί να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μαζί με όλους τους συντελεστές της αγροτικής οικονομίας.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News