Μπορεί το Παπίκιο να αναδειχθεί σε πόλο ανάπτυξης θρησκευτικού τουρισμού στην περιοχή μας; | xronos.gr
ΑΡΘΡΟ

Μπορεί το Παπίκιο να αναδειχθεί σε πόλο ανάπτυξης θρησκευτικού τουρισμού στην περιοχή μας;

07/10/22 - 8:00
234235346-75_5.jpg

Μοιραστείτε το

Γράφει η δημοσιογράφος Σταυρούλα Μάρκου

Ακολουθώντας τη διαδρομή από Κομοτηνή προς Ίασμο, λίγα χιλιόμετρα μετά από το χωριό Σώστης, στρίβουμε δεξιά προς Ληνό. 14 χιλιόμετρα από την Κομοτηνή, αφήνοντας τα καπνοχώραφα δεξιά και αριστερά του επαρχιακού δρόμου, φτάνουμε στο χωριό με τους 411 κατοίκους, τις χαρακτηριστικές αυλές των μειονοτικών οικισμών, τα παλιά χαμηλά σπίτια με τους μαντρότοιχους αλλά και αρκετές νέες σύγχρονες μονοκατοικίες ανάμεσά τους.

Μπροστά από το παλιό μειονοτικό σχολείο και το επιβλητικό τέμενος του Ληνού, αφήνουμε τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο και κινούμαστε βόρεια σε ένα φαρδύ μεν αλλά κακοτράχαλο και με πολλές στροφές χωματόδρομο που  ανηφορίζει προς το δάσος και το βουνό. Το  τοπίο όμως μας αποζημιώνει με μια υπέροχη θέα από τον κάμπο της Ροδόπης, τα πυκνά δάση με τους εντυπωσιακούς φθινοπωρινούς χρωματισμούς και τις ρεματιές που το χειμώνα φιλοξενούν ποταμάκια και πηγές. Στο βάθος του ορίζοντα ο Ίσμαρος, το όρος Σάος, η Σαμοθράκη, η Μολυβωτή και η δαντελωτή ακτογραμμή του Θρακικού πελάγους.

Κάπου στη διαδρομή μας μια παρέα από 5 – 6 «σκουρόχρωμους» νεαρούς, καθισμένοι στο χώμα μας χαιρετούν χαμογελαστοί. Στην επιστροφή σε κάποιο άλλο σημείο συναντάμε άλλους τρεις να ανεβαίνουν με ψώνια από το χωριό που επίσης μας χαιρετούν, ενώ οι μπλε λωρίδες από πλαστικές σακούλες που βλέπουμε να ανεμίζουν στα κλαδιά των δέντρων, μας κάνουν να υποψιαζόμαστε ότι ο δρόμος έχει χαρτογραφηθεί ήδη ως μονοπάτι εισόδου και διακίνησης παράτυπων μεταναστών μέσω Βουλγαρίας.

Ύστερα από 6 χιλιόμετρα χωματόδρομου ανάμεσα από πλατάνια, οξιές, βελανιδιές, πεύκα, συνεχίζουμε με τα πόδια σκαρφαλώνοντας σε ένα στενό ανηφορικό μονοπάτι για 50 μέτρα περίπου. Μπροστά μας τα απομεινάρια μιας ένδοξης και ακμάζουσας Βυζαντινής Μοναστικής πολιτείας. Το μοναστηριακό συγκρότημα του Ληνού αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος των καλά κρυμμένων κάτω από τις επιχωματώσεις εκατοντάδων χρόνων μυστικών του Παπικίου Όρους. Σχεδόν στην κορυφή του βουνού, σε υψόμετρο 660μ. στον ορεινό όγκο της Ροδόπης, βορειοδυτικά της Κομοτηνής.

Ξεναγός μας σε αυτό το μαγικό ταξίδι στο χώρο και το χρόνο, η Αρχαιολόγος  Δρ. Νάγια Δαλακούρα.

«Η Περιφέρεια ΑΜΘ επιδιώκει την ανάδειξη του όρους του Παπικίου που υπήρξε ένα σημαντικό μοναστικό κέντρο, με έργα που βελτιώνουν την πρόσβαση και δίνουν τη δυνατότητα στους κατοίκους και τους επισκέπτες να το επισκεφθούν και να το θαυμάσουν» δήλωσε ενόψει της διοργάνωσης του 7ου Φεστιβάλ VIA EGNATIA ο Αντιπεριφερειάρχης ΠΕ Ροδόπης Νίκος Τσαλικίδης.

Δυστυχώς παρ’ όλες τις προσπάθειες και τις εξαγγελίες για ανάδειξη του ως πόλο ανάπτυξης θρησκευτικού τουρισμού στην περιοχή μας, το ιερό βουνό της Βυζαντινής Ροδόπης παραμένει αναξιοποίητο.


Ανασκαφή Παπικίου Όρους - Ληνός, Σώστης, Κερασιά
Το φθινόπωρο του 1983 σε εργασίες αναδάσωσης του ορεινού όγκου βορείως της Κομοτηνής από το Δασαρχείο Κομοτηνής βρέθηκαν κοντά στην Κερασιά ερείπια βυζαντινού κτίσματος, ενώ τον Οκτώβριο του 1984, ακολούθησε δεύτερη ανασκαφική έρευνα κοντά στο Σώστη, όπου αποκαλύφθηκαν τα ερείπια δυο ακόμη ναών. Τα αποτελέσματα των πρώτων αυτών ανασκαφών, όπου όλα τα ευρήματα μαρτυρούσαν την άμεση σύνδεση με την τέχνη της πρωτεύουσας και άλλων αστικών κέντρων του Βυζαντίου άρχισαν να δημιουργούν έναν ενδιαφέροντα αρχαιολογικό χώρο με μεγάλη επιστημονικό ενδιαφέρον τόσο για τη σχέση της Θράκης με την βασιλεύουσα, όσο και για τον ρόλο του Παπικίου Όρους στο θρησκευτικό και μοναστικό βίο του Βυζαντίου.

Ακολούθησε η κήρυξη όλης της περιοχής που ορίζεται δυτικά από την κοίτη του ποταμού Κομψάτου, νότια από την οδική αρτηρία Ξάνθης-Κομοτηνής μέσω Ιάσμου, ανατολικά από τον επαρχιακό δρόμο Κομοτηνής-Καρυδιάς-Πανδρόσου-Νυμφαίας και βόρεια ως την ελληνοβουλγαρική μεθόριο, ως αρχαιολογικού χώρου με σκοπό την προστασία του από τις συνεχιζόμενες αυθαίρετες εργασίες και τις λαθροανασκαφές.

Από τα σημαντικότερα μοναστικά κέντρα του Βυζαντίου το Παπίκιον όρος, αναφέρεται για πρώτη φορά στις πηγές στα τέλη του 11ου αι. Σημαντικές πληροφορίες παρέχουν οι βυζαντινοί ιστορικοί και χρονογράφοι Ζωναράς, Κίνναμος και Χωνιάτης αναφέροντας την ύπαρξη στο Παπίκιον΄"πλείστων σεμνείων" και "φροντιστηρίων", όπου εκάρησαν μοναχοί επιφανή πρόσωπα του Βυζαντίου, όπως ο πρωτοστράτωρ Αλέξιος Αξούθ και ο νόθος γιος του αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄ (1143-1180) σεβαστοκράτωρ Αλέξιος. Εδώ προσήλθε ο Σέρβος ηγεμών Στέφανος Α΄ Νεμάνια και ασπάσθηκε το μοναχικό σχήμα. Ο Γρηγόριος Παλαμάς και ο όσιος Μάξιμος ο Καυσοκαλυβίτης επισκέφτηκαν και παρέμειναν στο Παπίκιον για σύντομο χρονικό διάστημα.

Για την ετυμολογία του ονόματος ο Σαββαΐτης μοναχός Ακάκιος, στο πρώτο τέταρτο του 13ου αι., μας πληροφορεί: "Αρχήν δε τη κατοικήσει του όρους γέρων τις πρώτος κατώκησεν εκείσε την κλήσιν έχων πάππος και δια τούτο Παπίκιον". Μεγάλος αριθμός βυζαντινών ναών και άλλων κτισμάτων, εντοπισμένων βόρεια των οικισμών Πολυάνθου, Ληνού, Μίσχου, Ασώματου και Θάμνας στους πρόβουνους της Ροδόπης, επιβεβαιώνουν την ορθότητα της ταύτισης της περιοχής με το Παπίκιον των βυζαντινών πηγών.

Οι γραπτές βυζαντινές πηγές για το Παπίκιον ενισχύονται και από τα αρχαιολογικά δεδομένα. Συγκεκριμένα αποκαλύφθηκαν με ανασκαφικές έρευνες, από το 1982 και εξής, τα ερείπια τριών θολοσκέπαστων ναών, σε σχήμα ελευθέρου σταυρού με συνεπτυγμένες τις κεραίες, 11ου-12ου αι., βυζαντινός λουτρών και δύο εκτεταμένα μοναστηριακά συγκροτήματα της ίδιας εποχής πλησίον των οικισμών Σώστη και Ληνού. Το δεύτερο μοναστήρι κτίστηκε με την οικονομική συνδρομή της αυτοκράτειρας Μαρίας Βοτανειάτη της οποίας ο τάφος με το χρυσό δακτυλίδι της βρέθηκε βόρεια του καθολικού. 

Βρέθηκαν επίσης ενδιαφέροντα σπαράγματα από τον τοιχογραφικό διάκοσμο, ενώ έχει διασωθεί το μεγαλύτερο τμήμα του πολύχρωμου μαρμαροθετημένου δαπέδου.

Από τα ανασκαφικά ευρήματα (γλυπτός διάκοσμος, μαρμαροθετημένα δάπεδα, τοιχογραφίες, κεραμική, μολυβδόβουλλα) συμπεραίνεται ότι το Παπίκιον Όρος είχε άμεση επικοινωνία με τα γύρω αστικά κέντρα, αλλά και με την ίδια την Κωνσταντινούπολη.

Η παράθεση και η συσχέτιση των προσφερόμενων ιστορικών μαρτυριών με τα ανασκαφικά δεδομένα δηλώνουν τη μεγάλη ακμή του μοναστικού κέντρου κατά τον 11ο-12ο αι. Μετά την εποχή αυτή το μοναστικό κέντρο παρακμάζει και στους μεταβυζαντινούς χρόνους δεν υπάρχει πια.

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr