Συντονιστής Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής: «Φταίμε κι εμείς που οι δανειστές ζητούν αυστηρά μέτρα» | xronos.gr
Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΑΡΓΚΟΒΑΣ ΑΝΑΛΥΕΙ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟΝ «Χ»

Συντονιστής Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής: «Φταίμε κι εμείς που οι δανειστές ζητούν αυστηρά μέτρα»

01/02/17 - 11:00
01-02-2017_tetarti_-_arith_14017_page_06_image_0001.jpg

Σχολιάζει όλες τις τρέχουσες εξελίξεις στα δημοσιονομικά της Ελλάδας με ορίζοντα τον Ιούλιο του 2018, οπότε και ολοκληρώνεται το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής της Ελλάδας, δηλαδή το Μνημόνιο

Την απουσία δεδομένων, τα οποία δικαιολογούν τις προϋποθέσεις για μία ισχυρή ανάκαμψη, διαπιστώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού Κράτους της Βουλής, σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2016, για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Στην ανάλυσή του, το Γραφείο Προϋπολογισμού επισημαίνει ότι παρά την επίτευξη οριακά θετικού ρυθμού ανάπτυξης το 2016, μόνο «μια γενναία μεταρρυθμιστική προσπάθεια που θα δημιουργεί το κατάλληλο οικονομικό, επιχειρηματικό και κοινωνικό περιβάλλον, θέτει τις βάσεις για τη δυνατότητα ανοδικής πορείας». Θέτοντας προς αμφισβήτηση τους στόχους του τρέχοντος προϋπολογισμού, αναφέρει ότι η πρόβλεψη για επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2017 και το 2018, είναι αβέβαιη και εξαρτάται από διάφορους συγκυριακούς και εξωτερικούς παράγοντες.


Ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής φιλοξενήθηκε στο ράδιο Χρόνος 87.5 fm σχολιάζοντας όλες τις τρέχουσες εξελίξεις στα δημοσιονομικά της Ελλάδας με ορίζοντα τον Ιούλιο του 2018, οπότε και ολοκληρώνεται το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής της Ελλάδας, δηλαδή το Μνημόνιο. Ο κος Παναγιώτης Λιαργκόβας βλέπει και τις δύο όψεις του νομίσματος του μπρα ντε φερ της Ελλάδας με την τρόικα, υποστηρίζοντας ότι «φταίμε κι εμείς που οι δανειστές ζητούν αυστηρά μέτρα». 


Επισημαίνοντας τις καθυστερήσεις της ελληνικής πλευράς αναφορικά με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ο κος Λιαργκόνας υποστηρίζει: «Αν γυρίσουμε ένα χρόνο πίσω για παράδειγμα, δεν υπήρχαν τέτοιου είδους προτάσεις από τους δανειστές μας για τέτοια μέτρα. Αν είχαμε φροντίσει να είχαμε κλείσει την δεύτερη αξιολόγηση και όλες τις υπόλοιπες στην ώρα τους και είχαμε ακολουθήσει με μεγαλύτερη συνέπεια ένα χρονοδιάγραμμα έγκαιρης ολοκλήρωσης των μνημονίων, τα οποία αναγράφονται στο μνημόνιο που έχει υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση, τότε δεν πιστεύω ότι οι δανειστές θα δημιουργούσαν απαιτήσεις υπερβολικές. Το γεγονός ότι καθυστερούμε και εμείς να ολοκληρώσουμε αυτά που έχουμε δεσμευτεί να κάνουμε, δίνουν το περιθώριο στους δανειστές να εγείρουν καινούριες απαιτήσεις.

Φταίμε και εμείς. Παίρνουμε τα μέτρα αλλά με μεγάλη καθυστέρηση, χαλάει το κλίμα εμπιστοσύνης και επειδή χαλάει αισθάνονται ότι μπορεί να μην εκπληρώσουμε έγκαιρα ό,τι ακριβώς έχουμε δεσμευτεί να κάνουμε και για αυτό μας ζητάν παραπανίσια πράγματα τα οποία δεν θα ζητούσαν ποτέ στις δικές τους κοινωνίες» 


Ο κος Λιαργκόβας είναι υπέρμαχος της θέσης ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να πάρει «προκαταβολικά» μέτρα προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα από διαδικασία διαπραγμάτευσης, χωρίς όμως να φεύγει από το μυαλό κανενός η ασφυκτική πίεση που προκαλεί ο χρόνος: «Πρέπει να διαπραγματευτούμε, να αγωνιστούμε όσο το δυνατόν για να πείσουμε ότι κάποια ζητήματα δεν συνάδουν με τον ευρωπαϊκό τρόπο σκέψης δηλαδή το να παίρνεις προκαταβολικά μέτρα. Να προσπαθήσουμε όσο μπορούμε, να δώσουμε μια μάχη για αυτό, αλλά από την άλλη ο χρόνος κυλάει, η κλεψύδρα τελειώνει, μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου αν δεν έχουμε καταφέρει να κλείσουμε την δεύτερη αξιολόγηση τότε ενδεχομένως να μην έχουμε τον χρόνο να μπούμε στα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης, να άρουμε τα capital controls. Πρέπει να αρθούν και αυτά τα μέτρα, να κάνουμε δοκιμαστικές εξόδους στις αγορές για άντληση ρευστότητας έτσι ώστε από τον Ιούλιο του 2018 που τελειώνει το πρόγραμμα, να βγούμε και να αντλήσουμε ρευστότητα από τις αγορές.

Σε κάθε περίπτωση μετά τον Ιούλιο του 2018 δεν υπάρχει μνημόνιο, όμως δανειακές ανάγκες για να πληρώσουμε τα μνημόνια τα οποία λήγουν θα υπάρχουν. Επομένως επειδή δεν φτάνουν οι εσωτερικοί πόροι θα χρειαστούμε πρόσθετους πόρους, από πού θα τους βρούμε αν δεν έχουμε τους πιστωτές ή την ελεύθερη αγορά; Για να μην προκύψει ο μηχανισμός σταθερότητας πρέπει να τα ζυγίσουμε όλα αυτά, να δούμε τι κερδίζουμε και τι χάνουμε σαν χώρα με το να υποχωρήσουμε ή με το να μην υποχωρήσουμε σε ορισμένα ζητήματα και να καταλήξουμε σε ένα οδικό χάρτη ο οποίος θα είναι επιλογή δική μας πάντοτε».


Την ίδια στιγμή ο Έλληνας αξιωματούχος δηλώνει κατά της επιστροφής της Ελλάδας στη δραχμή, αλλά υπέρμαχος μιας διεξοδικής συζήτησης επί του συγκεκριμένου ενδεχομένου: «Δεν μας συμφέρει να επιστρέψουμε στην δραχμή αλλά θα ήμουν υπέρμαχος της οποιασδήποτε συζήτησης με νηφαλιότητα που έχει να κάνει με το τι θα κερδίσουμε και τι θα χάσουμε εάν επιστρέψουμε στην δραχμή. Πρέπει να τα συζητάμε τα πράγματα δεν πρέπει να τα αφήνουμε έτσι ως ταμπού, δεν είναι κακό να συζητάμε» 


Καταλήγοντας, ο κος Λιαργκόβας επανέρχεται στη «διπλή» ευθύνη Ελλάδας και Ευρώπης για την κατάσταση, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί και επισημαίνει τα -κατά την άποψή του- λάθη της ελληνικής πλευράς. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται η αδυναμία εφαρμογής των μέτρων που λαμβάνονται, καθώς και η έλλειψη ευρείας πολιτικής συναίνεσης σε κρίσιμα ζητήματα, όπως αυτό του χρέους. Η θέση του: «Είναι ένα μεγάλο ερώτημα αυτό και η απάντηση είναι ότι σαφώς έχουν γίνει λάθη. Λάθη έχουν γίνει και από τους Ευρωπαίους και από εμάς όσον αφορά τα μνημόνια. Γιατί αν απομονώναμε και λέγαμε ότι κάνουν μόνο οι Ευρωπαίοι λάθη τότε πως βγαίνουν οι υπόλοιπες χώρες, η Κύπρος, η Πορτογαλία που ήταν και αυτές σε μνημόνια; Άρα δεν φταίει μόνο η συνταγή των μνημονίων, που φταίει και αυτή, υπάρχει και θέμα εφαρμογής των μνημονίων όπου εκεί έχουμε ολιγωρήσει από το πρώτο έως το τρίτο μνημόνιο. Στην εφαρμογή δεν είμαστε και οι καλύτεροι μαθητές. Βάζουμε νερό στο κρασί μας, όταν έρχεται η ώρα της εφαρμογής εκεί καθυστερούμε. Η πολιτική βούληση έχει εκφραστεί από εκεί και πέρα η εφαρμογή δεν έχει ολοκληρωθεί, αυτό μπορεί να οφείλεται σε αδυναμία του μηχανισμού, ολιγωρία, πάντως εκεί είναι ένα θέμα εκεί χωλαίνουμε. 


[...]  Συνεπείς ήμασταν στα μέτρα τα οποία ήταν πιο εύκολο να εφαρμοστούν με την έννοια ότι με μια διοικητική απόφαση γίνεται, με αυτά που είχαν να κάνουν με μισθούς και συντάξεις όταν μειώνονται οι μισθοί και οι συντάξεις αυτά είναι πιο εύκολα από μεριάς πολιτικής. Τα μεταρρυθμιστικά είναι πολύ πιο δύσκολα γιατί απαιτούν πολλούς να συμβάλουν στην εφαρμογή τους, δεν αρκεί μια απόφαση σε ανώτατο επίπεδο, πρέπει να πάει και πιο χαμηλά και να υλοποιηθεί. Πολλές φορές έχουμε ακούσει για κόκκινες γραμμές αλλά μετά τι γίνεται, γιατί οι κόκκινες πολλές φορές πρασινίζουν μήπως τελικά δεν πρέπει να λέμε κόκκινες γραμμές από την αρχή αλλά να προετοιμαζόμαστε όσο το δυνατόν καλύτερα έτσι ώστε να αμβλύνουμε τις όποιες δυσμενείς επιπτώσεις που μπορεί να έχουν κάποια μέτρα;
Σε πολλά ζητήματα χρειάζεται και συνεννόηση και συναίνεση γιατί το έχουμε πληρώσει ακριβά γιατί το πολιτικό σύστημα δεν συνεννοείται μεταξύ του έτσι ώστε να πετύχει περισσότερα».


Να θυμίσουμε ότι ο πρωθυπουργός είχε εξαγγείλει τον Οκτώβριο 2016 ταχεία ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης εντός τριών εβδομάδων, πράγμα που έστελνε ένα μήνυμα αισιοδοξίας σε μισθωτούς και επιχειρηματικό κόσμο. Ο στόχος αυτός, να ολοκληρωθεί ταχέως η δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου Μνημονίου, ήταν ξεκάθαρος και ορθός, αλλά δεν επιτεύχθηκε.

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr