Βασιλόπιτα κόβει το Σάββατο ο Σύλλογος Πολυτέκνων Ροδόπης
Με καταγωγή από την Ανατολική Θράκη
Ιάσιο: Βρίσκεται σε υψόμετρο 59 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Ο χάρτης της Λωζάννης «Άτλας από παλιά τοπωνύμια της Βορείου Ελλάδος» το αναφέρει ως Yassihoyuk - Yassiobek. Μέχρι το 1920 η ονομασία ήταν το «Γιασί Ουμπέκ». Αργότερα μεταφράστηκε σε Γιάσιο και στην συνέχεια σε Ιάσιο.
Το 1871 ο ιατρός της Μαρώνειας Μελίρρυτος στην ιστορική και γεωγραφική περιγραφή της Μητρόπολης Μαρωνείας μας ενημερώνει: Γιασοούτ (Ιάσιο), έχει μόνο 15 χριστιανικά σπίτια, λόγω του λίγου πληθυσμού δεν έχει εκκλησία και σχολείο. Οι κάτοικοι εκκλησιάζονται στα γύρω χωριά.
Το 1912 στο χωριό ζούσαν 50 οικογένειες βουλγαροφώνων. Ο Βουλγαρόφων ιστορικός Miletits, ο οποίος κατάγονταν από το Ιάσιο μας αναφέρει ότι στο Ιάσιο υπήρχαν 60 βουλγαρικά και 20 μουσουλμανικά σπίτια. Το 1912 λόγω του φόβου από τους Νεότουρκους προσπάθησαν να εγκαταλείψουν οι βουλγαρόφωνοι το χωριό τους και να φύγουν στην Βουλγαρία, όμως οι Νεότουρκοι τους περίμεναν έξω από τον Κάλχα. Αφού τους λήστεψαν σκοτώνοντας και αρκετούς, τους ανάγκασαν να επιστρέψουν πίσω στο χωριό τους. Τότε πολλές Βουλγάρες αναγκάστηκαν να παντρευτούν μουσουλμάνους για να γλυτώσουν οι οικογένειές τους από τον διωγμό και τον αποκεφαλισμό. Αυτές οι νύφες ποτέ δεν ξέχασαν την θρησκεία τους, κάθε μεγάλη γιορτή έρχονταν στο χωριό για να μεταλάβουν. Οι τελευταίες βουλγάρικες οικογένειες εγκατέλειψαν το χωριό στις 4-9-1919 και εγκαταστάθηκαν στο χωριό Μπρέστοβο Χασκόβου. Όσες Βουλγάρες παντρεύτηκαν μουσουλμάνους παρέμειναν στην Ελλάδα.
Οι 4-5 οικογένειες μουσουλμάνων οι οποίες κατοικούσαν στο ανατολικό άκρο του χωριού, πριν το 1922 εγκαταστάθηκαν στα Αρριανά. Έκτοτε μέχρι σήμερα έχουν το επώνυμο «Γιασουλή» και τους αποκαλούν «Γιασουότες».
Οι πρόσφυγες Έλληνες που εγκαταστάθηκαν στο χωριό το 1922 κατάγονταν οι περισσότεροι από το Τριφώνιο Ηράκλειας Ανατολικής Θράκης και 6-7 οικογένειες από την Πέτρα και την Σκόπελο, 40 Εκκλησιών, το Δεβετζίκιοϊ, το Κιουντάν και το Πασάκιοϊ Ηράκλειας, το Κιοπού Πουνάρ Χαλδείας και το Γιακ Πασάν Αμάσειας.
Οι Ανατολικοθρακιώτες αυτοί έχουν ρίζες στα αρχαία ελληνικά θρακικά φύλα των Αψινθιών, των Κορπίλων και των Δολόγκων και η περιοχή τους ονομάζονταν Αψινθιάς και αργότερα Κορπιλική.
Τριφώνιο Ηράκλειας Αν. Θράκης
Από το χωριό αυτό που κατάγονταν σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του Ιασίου, συνυπήρχαν τρεις εθνότητες, δηλαδή τρεις φωνές, Έλληνες, Βούλγαροι και Τούρκοι, γι' αυτό ονομάστηκε Τριφώνιο.
Το Τριφώνιο είχε δημοτικό σχολείο, λειτουργούσε με δαπάνες της κοινότητας, τα αγόρια διδάσκονταν από δάσκαλο και τα κορίτσια από δασκάλα. Οι μαθητές διδάσκονταν επίσης την τουρκική και την βουλγαρική.
Όλα τα χρόνια ο ελληνικός πληθυσμός σιγά - σιγά χανότανε είτε με το παιδομάζωμα που ανάγεται στο 1395 και μετά από τον Βαγιαζήτ Α’, αλλά και από τον 18ο αιώνα και μετά που παίρνανε τους Έλληνες άνδρες στα εργατικά τάγματα «αμελέ ταμπουρού» από τα οποία λίγοι επέστρεφαν πίσω. Οι υπόλοιποι εξοντώνονταν από την πείνα και το ξύλο. Γι’ αυτό όταν εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα ήλθαν πολλές χήρες γιατί οι σύζυγοί τους είχαν εξοντωθεί από τα «αμελέ ταμπουρού».
Η ελληνική κοινότητα του Τριφωνίου είχε την δημογεροντία. Ο σκοπός των δημογερόντων ήταν να μαζεύουν χρήματα από τους χωρικούς για να πληρώνουν τον παπά, τον δάσκαλο, τον ψάλτη, και για ότι άλλο χρειαζόταν το χωριό.
Εκκλησία του χωριού ήταν ο Άγιος Γιώργος εκεί που σήμερα οι Τούρκοι τον χρησιμοποιούν σαν τζαμί. Στο χωριό υπήρχαν δύο πηγάδια που έπαιρναν νερό. Όλοι οι κάτοικοι ασχολούνταν με την γεωργία, την κτηνοτροφία, την μελισσοκομία και των αμπελουργία. Επίσης κατά την αρχαιότητα από εδώ εξάγονταν ο λιγνίτης που προμήθευαν την Κωνσταντινούπολη για καύσιμη ύλη, όπως κρασί και μέλι.
Τα σπίτια είχαν όλα το ίδιο στιλ, τα περισσότερα ήταν διώροφα με χωνευτά ντουλάπια στους τοίχους. Τις συνοικίες τις χώριζε ένας χείμαρρος που περνούσε μέσα από το χωριό. Σε κάποιο σημείο του χειμάρρου υπήρχε ένας νερόμυλος. Του Αγίου Γεωργίου γινόταν πανηγύρι. Εκεί γινόταν και οι γνωριμίες των αγοριών με τις υποψήφιες νύφες. Ανήμερα των Φώτων επειδή ο χείμαρρος ήταν ρηχός ο παππάς μοίραζε σε όλους ψωμάκια. Μέσα σε ένα από αυτά έβαζε ένα σταυρουδάκι. Όποιος ήταν τυχερός έπαιρνε τον σταυρό της εκκλησίας για ένα χρόνο σπίτι του.
Οι κάτοικοι του Τριφωνίου ανεξαρτήτως θρησκείας ζούσαν όλοι μαζί ειρηνικά. Όλα κοινά μέχρι να τα ανατρέψουν οι μεγάλες δυνάμεις με τα συμφέροντά τους. Τότε άρχισαν οι διαφορές και τα χάσματα. Τότε ο σεβασμός του γείτονα χάθηκε και οι άνθρωποι μετατράπηκαν σε όχλο.
Μετά την Συμφωνία των Μουδανιών, την 5-10-1922 ως τις 18-10-1922 με εντολή των Μεγάλων Δυνάμεων και την έγκριση από τον Βενιζέλο δόθηκε η Αν. Θράκη δώρο στον αρχισφάχτη Μουσταφά Κεμάλ, τότε περισσότεροι από 400.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την από χιλιάδων αιώνων γη τους σε κλίμα απελπισίας και πανικού. Μάλιστα όπως είπε χαρούμενος, ο Ισμέτ Ινονού, όλα αυτά «χωρίς να ριχτεί ούτε μια ντουφεκιά».
Οι Ανατολικοθρακιώτες ποτέ δεν αποζημιώθηκαν για τις μεγάλες περιουσίες που αναγκάστηκαν να παρατήσουν (Ανταλλάξιμα) χάριν της ελληνοτουρκικής φιλίας όπως είπε ο Βενιζέλος.
Στο Τριφώνιο το 1922 μετά την ανταλλαγή εγκαταστάθηκαν μουσουλμάνοι από ορεινά χωριά της Δράμας. Τότε το χωριό ονομάστηκε Kucukdoganca. Οι Έλληνες κάτοικοι του Τριφωνίου από 18 μέχρι 20 Οκτωβρίου του 1922, φόρτωσαν στα κάρα τις οικογένειές τους, λίγα ατομικά είδη, ορισμένα κειμήλια και εικόνες, λίγα τρόφιμα και ξεκίνησαν. Τα ιερά κειμήλια και τις εικόνες της εκκλησίας όπως και την εικόνα «Παναγία Ρόδον Αμάραντον» τις φόρτωσαν πάνω σε ένα γαϊδουράκι. Επί τέσσερις ημέρες περπατούσαν μέχρι να φτάσουν στην Άνθεια Αλεξανδρούπολης και μετά στον Πάσο. Πάνω στο γαϊδουράκι λόγω των ιερών κειμηλίων δεν ανέβηκε κανείς.
Τα φόρτωσε και τα μετέφερε ο Ηλίας Παπαγεωργίου με εντολή του πατέρα του ιερέα παπά-Γιώργη. Η ξυλόγλυπτη εικόνα του 17ου αιώνα «Παναγία Ρόδον Αμάραντον» επί εκατό χρόνια περίπου ήταν τοποθετημένη (κρυμμένη) κάτω από την Αγία Τράπεζα. Το 2017 συντηρήθηκε και ενθρονίστηκε στο φυσικό της χώρο, στο ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ιασίου.
Οι πρόσφυγες αρχικά εγκαταστάθηκαν στην Άνθεια Αλεξανδρούπολης, εκεί λόγω πείνας κάποιος έκλεψε δύο κότες, έτσι μετά από φασαρίες έφυγαν για τον νομό Ροδόπης. Εγκαταστάθηκαν πρώτα στο μουσουλμανικό χωριό Πάσος δίπλα στην Φιλλύρα. Αργότερα ορισμένοι εγκαταστάθηκαν στο σημερινό Ανθοχώρι. Άλλοι έψαξαν και βρήκαν ένα εγκαταλειμμένο από μουσουλμάνους και βουλγαρόφωνους χωριό το Γιασοούτ το σημερινό Ιάσιο Σαπών.
Όταν πρωτοεγκαταστάθηκαν ορισμένοι μπήκανε στα άδεια σπίτια, οι υπόλοιποι φτιάχνοντας πλίνθους με νερό, πυλό και άχυρο χτίσανε τα σπίτια τους βοηθούμενοι από όλους τους χωριανούς. Τους δόθηκε και από 30 στρέμματα κλήρος. Κάθε σπίτι είχε τα γελάδια του και αρκετοί πρόβατα.
Οι πρώτοι πρόσφυγες από την στιγμή που εγκαταστάθηκαν πάντα είχαν στ χείλια τους την λέξη να γυρίσουμε πίσω στα μέρη μας.
Εκκλησία του χωριού είναι ο ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου που κτίστηκε το 1885. Στο χωριό δεν υπήρχε ποτέ τζαμί. Στις 20-4-1941 τα βουλγαρικά στρατεύματα εισήλθαν στην Ροδόπη. Μαζί τους εξαθλιωμένοι με κουρελιασμένα ρούχα Βούλγαροι από την περιοχή του Κάρτζαλι. Αυτούς έφεραν για έποικους. Εγκαταστάθηκαν στα ελληνικά χριστιανικά χωριά. Επίταξαν τα καλύτερα σπίτια και χωράφια των Ελλήνων και τους ανάγκασαν να στριμωχτούν ανά 2 οικογένειες μαζί. Απαγόρευσαν τα ελληνικά σχολεία καταστρέφοντας τα αρχεία τους. Ξεκίνησε και εδώ η εκπαίδευση με βουλγαρικό σχολείο. Απαγορεύτηκε η δημόσια ομιλία της ελληνικής γλώσσας. Οι όποιες ενέργειες ωστόσο των Βουλγάρων δεν είχαν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Ο αγωνιστής του χωριού Δημήτρης Καρακούσης λόγω της πατριωτικής του δράσης συλλαμβάνεται και τρώει το γνωστό βουλγάρικο ξύλο. Η σύζυγός του Γραμμάτω, στούμπιζε κρεμμύδια για κατάπλασμα στο μαύρο κορμί του από το ξύλο. Ένα βράδυ συνέλαβαν τον γιό του Δήμο και αφού φόρτωσαν το κάρο με όλα τα τρόφιμα του σπιτιού τον οδήγησαν στην Βουλγαρία όμηρο «Ντουρντουβάκι» για έξι μήνες περίπου. Αποζημιώθηκε από την μητέρα πατρίδα, με μόνο έναν έπαινο για την εθνική του αντίσταση 1941-1945 και ένα αναμνηστικό μετάλλιο, σαν μέλος «μεμονωμένο». Ο τότε υπουργός Άμυνας Άκης Τσοχατζόπουλος έκρινε μόνος του και του απάντησε, είσαι «μέλος μεμονωμένο». Είχε συνηθίσει την λέξη «μεμονωμένος» από τον εαυτό του που έτρωγε τα εκατομμύρια «μεμονωμένος». Ο Χρήστος Παπαγεωργίου το 1942 σε ηλικία 22 ετών επιστρατεύτηκε και πολεμούσε στην Μέση Ανατολή με τον ελληνικό στρατό, υπό τις διαταγές του Μ. Μοντγκόμερι στο Ελ Αλαμέιν και στο Τομπρούκ. Όταν γύρισε επιστρατεύτηκε πάλι από τον Εμφύλιο και από τότε κανείς δεν έμαθε ποτέ, πως σκοτώθηκε και που τον θάψανε.
Το 1930 οι πρώτοι μαθητές φύτεψαν στην είσοδο του χωριού το πάρκο με 60 περίπου πεύκα. Το 1960 κτίστηκε εκεί μέσα και ο ναός Κωνσταντίνου και Ελένης. Το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία στην θέση ξεροπόταμος προϋπήρχε. Ήταν όμως μισογκρεμισμένο, αργότερα επιδιορθώθηκε από τους κατοίκους. Εδώ κάθε 15Αυγουστο γινόταν το μεγαλύτερο πανηγύρι όλης της περιοχής που κρατούσε τρείς μέρες. Από το 1930 μέχρι το 1973 αντάμωναν όλοι οι χριστιανοί κάτοικοι της περιοχής. Γέμιζε όλος ο χώρος δεν υπήρχε μέρος να βάλουν τα κάρα τους. Στο πανηγύρι είχε 6 ορχήστρες, είχε κούνιες, «τον γύρο του θανάτου» και πολλούς εμπόρους με διάφορα εμπορεύματα.
Μικρό το χωριό, μεγάλες ψυχές, δηλώνει ο Θεοδόσης Αμπατζιάνης πρόεδρος του συλλόγου Θρακιωτών Κρήτης ως καλός πρεσβευτής της Θράκης στην Κρήτη.
Ιερείς του χωριού από το 1923 μέχρι σήμερα ήταν ο Θεοδόσιος Κωνσταντόπουλος, ο Αθανάσιος Καντζιλιώτης, ο Γαβριήλ Φαρασόπουλος από τους Ασκητές, ο Βαγγέλης Μυλωνάς, ο γιός του Ευάγγελος Μυλωνάς, ο Χρήστος Γαραγάνης και ο αρχιμανδρίτης Ιωσήφ Τσουπράκης.
Τον Απρίλιο του 2009 βρέθηκαν νεκροί από χτύπημα με τσεκούρι ο 75χρονος Ηλίας Παπαγεωργίου και η 74χρονη σύζυγός του Σοφία. Δράστης ήταν ο ανήλικος τότε Χασάν Εμράχ του Χασάν που ήταν και βοσκός των προβάτων τους, τον είχαν σαν παιδί τους, τους σκότωσε για να πάρει τα χρήματά τους. Συνελήφθη έξω από την Θεσσαλονίκη από άνδρες του Τμήματος Ασφαλείας Κομοτηνής. Τιμωρήθηκε τρείς ισόβια. Μετά από λίγα χρόνια βγήκε έξω. Τώρα γυρνάει τα χωριά και στην Κομοτηνή παίζοντας μουσική στους θαμώνες των καφενείων μαζί με έναν φίλο του.
Αρχαιότητες
Μετά το χωριό προς Νέα Σάντα υπάρχει δεξιά στην κορυφή του υψώματος ένας τύμβος (ύψωμα 13ο) και πριν από αυτόν ένα κτίσμα αρχαίο ιερό που η Αρχαιολογική Υπηρεσία το περίφραξε. Δεξιά από τον τύμβο στην ίδια κορυφογραμμή υπάρχει και δεύτερος τύμβος. Πηγαίνοντας για το χωριό Κίνυρα και Νικητές δεξιά στο ποτάμι υπάρχει τοποθεσία που λέγεται «άσπρο γιάργια». Εκεί όπως αναφέρουν οι παππούδες του χωριού όταν πήγαιναν να πάρουν το Σιάπ (Στύψη) για να το βάλουν μέσα στο κρασί να σκοτώσει τους μύκητες βλέπανε πως υπήρχαν χαλκάδες στα βράχια, σαν αυτούς που ‘δέναν τα πλοία στα λιμάνια. Ανάμεσα στο Ιάσιο και τον Έβρενο στην θέση Τρείς Πέτρες κοντά στον ξεροπόταμο υπάρχουν λείψανα προϊστορικού οικισμού με χειροποίητη κεραμική μαύρου και ερυθρού χρώματος. Λείψανα προϊστορικού οικισμού υπάρχουν και ανατολικά του χωριού.
Στην πρώτη απογραφή των προσφύγων το 1928 καταγράφηκαν 277 μόνιμοι κάτοικοι. Σήμερα ζουν στο χωριό περί τους 50 ηλικιωμένοι. Στο Ιάσιο γεννήθηκε το 1933 και η Κατίνα Φαρασοπούλου, ο μουσικός θησαυρός του Καππαδοκικού κόσμου. Πατέρας της ήταν ο ιερέας του Ιασίου παπά-Γαβριήλ. Με τον πόλεμο του '40 έφυγαν από το χωριό και πήγαν στους Ασκητές, γιατί εκεί ήταν όλοι οι συγγενείς τους.
Από το Ιάσιο έχει καταγωγή από την πλευρά του πατέρα της η Αθανασία Μωραΐτου κάτοικος Γερμανίας, αθλήτρια ποδοσφαίρου. Είναι μια από τις δύο αθλήτριες της Εθνικής Ελλάδος που αγωνίζονται στα αναβαθμισμένα πρωταθλήματα του εξωτερικού.
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ιασίου κάθε χρόνο 15 Αυγούστου οργανώνει το πανηγύρι του Ιασίου, ένα θρακιώτικο γλέντι με ζωντανή μουσική όπου είναι καλεσμένοι οι απανταχού Ιασικιώτες και οι κάτοικοι της περιοχής.
Πηγές
Δημήτρης Δ. Καρακούσης
Έντυπο: "Από το Τριφώνιο στο Ιάσιο"
Φελλά Χριστίνα
Θρακικός Ηλεκτρονικός Θησαυρός
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News