Νέος αντιδήμαρχος Έργων ο Λαζαρίδης - Αντικαθιστά τον Καρασταύρου
Γράφει ο Παράσχος Ανδρούτσος
Σκότωσε, έκοψε κομμάτια και πέταξε στα σκουπίδια τα θύματά του
Οι φωτογραφίες των πέντε θυμάτων του βρέθηκαν κρεμασμένες με γάντζους από τον λαιμό στην ντουλάπα του
Ένα ακόμη σκληρό έγκλημα όπως και τα εγκλήματα του «Δράκου της Θράκης» που το έζησα κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας μου είναι και ο φόνος πέντε μελών μιας οικογένειας με θύτη τον 24χρονο φοιτητή της Νομικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης στην Κομοτηνή Θεόφιλο Σεχίδη.
Θύματά του ο 55χρονος πατέρας του Δημήτριος, η 50χρονη μητέρα του Μαρία, η 32χρονη αδελφή του Ερμιόνη, ο 57χρονος θείος του Βασίλειος Σεχίδης και η γιαγιά του Ερμιόνη Καλαμάρα. Ο πατέρας του ήταν διδάσκαλος από την Θάσο, η αδελφή του και αυτή με ψυχολογικά προβλήματα και εθισμό στα ναρκωτικά.
Η ιδιαιτερότητα του φρικτού αυτού εγκλήματος που συγκλόνισε την Ελλάδα ήταν ότι ενώ το μακελειό στα Λιμενάρια της Θάσου έγινε στις 19 και 20 Μαΐου του 1996, αποκαλύφθηκε στις 9 Αυγούστου δυόμιση μήνες μετά τη διάπραξη των φόνων.
Ο Θεόφιλος Σεχίδης γνωστός στους Κομοτηναίους εκείνης της εποχής ευτραφής με τη μακριά γενειάδα, τον έβλεπαν να περπατάει από την παλιά Νομική έναντι της Περιφέρειας μέχρι το διαμέρισμα που νοίκιαζε απέναντι από το «Ξενία». Σύχναζε πάντα μόνος του στην πλατεία του καφενείου του Εξακοΐδη. Με ιστορικό κατάθλιψης και μανία καταδίωξης πίστευε ότι οι συγγενείς του ήθελαν να τον σκοτώσουν. Έτσι όταν επισκέφτηκε τους γονείς του ο αδελφός του πατέρα του από την Ελβετία κάλεσαν και αυτόν να δει τον θείο του. Πήγε αυτός, αλλά είχε στο πίσω μέρος του μυαλού του την εντύπωση ότι τον κάλεσαν με σκοπό να τον δολοφονήσουν.
Την επόμενη μέρα επισκέφθηκαν με τον θείο του τα αρχαία τείχη της πόλης της Θάσου, είχε καταστρώσει το σχέδιο του παίρνοντας και ένα ψαλίδι μαζί του. Περιδιαβαίνοντας τα τείχη σε ένα απόμερο μέρος έσπρωξε τον θείο του από ύψος 5 μέτρων περίπου, βαριά τραυματισμένο τον αποτελείωσε με το ψαλίδι που είχε μαζί του.
Φεύγει και πηγαίνει σε ένα κατάστημα όπου αγοράζει ένα όπλο και πολλά φυσίγγια, από εκεί πηγαίνει στην αποθήκη τους και κόβει την κάννη (εδώ θέλω να σημειώσω ότι τότε υπήρχε μια ατέλεια νόμου δηλαδή πρώτα αγόραζες το όπλο και ύστερα προμηθευόσουν άδεια οπλοκατοχής, ενώ τώρα βγάζεις πρώτα άδεια ύστερα από εξετάσεις από γιατρούς κλπ και ύστερα αγοράζεις όπλο). Πηγαίνει σπίτι του κάνει μπάνιο και περιμένει μόλις ήλθε ο πατέρας του τον πυροβολεί στο κεφάλι και πέφτει νεκρός, σε λίγο ήλθε και η μητέρα του την οποία της έκοψε τον λαιμό με ένα μαχαίρι του σπιτιού. Μπαίνοντας πίσω από τη μάνα του η αδελφή του την πυροβολεί δύο φορές στο στήθος αλλά επειδή ζει ακόμη της κόβει την καρωτίδα. Την επομένη ήλθε στο σπίτι η γιαγιά του την οποία έσφαξε και αυτήν κόβοντας της την καρωτίδα.
Ο φονιάς θέλοντας να εξαφανίσει τα πτώματα των συγγενών του αφού προμηθεύτηκε ένα αλυσοπρίονο και μεγάλες μαύρες σακούλες για σκουπίδια επιστρέφει στο σπίτι τους όπου κόβει σε τεμάχια τα τέσσερα πτώματα των συγγενών του. Μάλιστα τους έκοβε σε κομμάτια ακούγοντας Τσαϊκόφσκι. Από τα κεφάλια τους έβγαλε τα μυαλά και τα έβαλε στο ψυγείο όπως δήλωσε για να τα εξετάσει αργότερα και να τα φάει για να τους τιμωρήσει επειδή νόμιζε ότι ήθελαν να τον σκοτώσουν.
Ακολούθως τοποθέτησε στο ΙΧΕ του πατέρα του και επί τρεις ημέρες κουβαλούσε τις 38 σακούλες με τα μέλη των σωμάτων των συγγενών του και τις πετούσε στον σκουπιδότοπο της Κεραμωτής της Καβάλας. Έπειτα πηγαίνει εκεί που είχε σκοτώσει τον θείο του και αφού κόβει το κεφάλι του πετάει το σώμα του εκεί γύρω. Στις 21 Ιουλίου 1996, συλλαμβάνεται στην Θάσο για παράνομη κατοχή δύο κυνηγετικών όπλων και φυσιγγίων που είχε αγοράσει στις 19 Μαΐου και 5 Ιουλίου και από τα οποία είχε κόψει τις κάνες. Τότε είχε δηλώσει ότι οι γονείς του λείπουν στη Γερμανία για οικογενειακή τους υπόθεση. Παραπέμφθηκε στο Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καβάλας, όπου καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 μηνών και 700.000 δρχ πρόστιμο. Αφέθηκε ελεύθερος γιατί είχε λευκό ποινικό μητρώο.
Το κουβάρι των φρικτών φονικών άρχισε να ξετυλίγεται όταν η σύζυγος του θείου του που διέμενε στην Ελβετία δεν είχε νέα από τον σύζυγό της, ενημέρωσε την ελβετική αστυνομία και ήλθε στην Ελλάδα ψάχνοντας πρώτα στη Φλώρινα στο χωριό καταγωγής του, μάλιστα εκεί πήγε και ο φονιάς για να τον ψάξουν δήθεν μαζί πιστεύοντας ότι έτσι θα θόλωνε τα νερά.
Θεωρήθηκε από τις αρχές ως ο πρώτος ύποπτος. Έτσι στις 6 Αυγούστου έγινε έρευνα πρώτα στο σπίτι τους στα Λιμενάρια, διαπιστώθηκε ότι ήταν ασφαλισμένο και κανείς δεν βρισκόταν εκεί, ενώ στους περισσότερους χώρους επικρατούσε ακαταστασία. Θυμάμαι σε έρευνα που κάναμε τότε στο διαμέρισμα που νοίκιαζε απέναντι από το «Ξενία» βρήκαμε μέσα στη ντουλάπα του στην οροφή της κρεμασμένες με γάντζους από τον λαιμό τους τις φωτογραφίες και των πέντε θυμάτων της οικογένειάς του.
Στην ανάκριση που υπεβλήθηκε ομολόγησε πλήρως τα εγκλήματά του υποδεικνύοντας το μέρος όπου πετούσε τις σακούλες με τα τεμαχισμένα πτώματα. Το πτώμα του θείου του που το πέταξε μετά από έρευνα εντοπίστηκε ακέφαλο και σε προχωρημένη σήψη. Έγινε έρευνα με σκαπτικά και άλλα μηχανήματα στον σκουπιδότοπο της Καβάλας, αφού με δήλωσή του εκεί είχε μεταφέρει τα υπόλοιπα μέλη των πτωμάτων, αλλά λόγω του όγκου των απορριμμάτων που καθημερινά εναποτίθενταν στον χώρο εκείνο αν και έσκαψαν σε βάθος 3-3,5 μέτρων δεν ανευρέθηκαν, ίσως ο δράστης τοποθετώντας τες εκεί επάνω στα άλλα σκουπίδια τα κατασπάραξαν τα πολλά σκυλιά που υπήρχαν στην χωματερή.
Ποιος όμως ήταν ο Θεόφιλος Σεχίδης
Οι παλιοί Κομοτηναίοι θα τον θυμούνται να περπατάει από την Παλιά Νομική μέχρι απέναντι από το «Ξενία» όπου διέμενε μ' εκείνο το αγέρωχο βάδισμα και το σοκαριστικό βλέμμα, πάντα μόνος του. Μελετούσε ξένο τύπο, άκουγε ιδιόρρυθμη μουσική και ζούσε απολύτως μόνος του, χωρίς να δίνει το δικαίωμα σε κανέναν να τον πλησιάσει. Στην έρευνα που κάναμε τότε στο σπίτι που διέμενε με ενοίκιο εκτός από τις φωτογραφίες με τα θύματά του στην ντουλάπα σε περίοπτη θέση στην βιβλιοθήκη του ένα βιβλίο με τίτλο «Αναγκαστική εκτέλεση». Ο τότε ιατροδικαστής Σερρών Μηνάς Γεωργιάδης, στην έρευνα στο σπίτι των γονιών του βρήκε ίχνη εγκεφαλικής ουσίας κολλημένη στα πάτωμα, στο ταβάνι και σε άλλα σημεία, είπε ότι η ύπαρξή τους οφείλεται στους πυροβολισμούς, αλλά δεν μπόρεσε να εξηγήσει πώς βρέθηκε ποσότητα εγκεφαλικής ουσίας σε μπολ μέσα στο ψυγείο…
Στην απολογία του ισχυρίστηκε ότι ήταν όλοι άρρωστοι μόνο εγώ ήμουν καλά. Τους σκότωνα έναν - έναν για να τους κάνω καλά. Μετά την ομολογία του, του απαγγέλθηκε η κατηγορία για τις πέντε ανθρωποκτονίες εκ προθέσεως, οπλοφορία και οπλοχρησία κατά συρροή, περιύβριση νεκρών και κατοχή αντικειμένων ως όπλα, μεταφέρθηκε στις Φυλακές Κομοτηνής όπου τον παρακολουθούσαν δύο ψυχίατροι της πόλης μας. Έμενε σε ένα κελί μόνος του με αυξημένα μέτρα ασφαλείας για λόγους ασφαλείας και επικινδυνότητας.
Η δίκη του έγινε μετά ένα χρόνο στις 20 Ιουνίου του 1997 στη Δράμα κατά από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας λόγω φόβων για λιντσάρισμα. Εκεί δήλωσε ότι βρισκόταν σε άμυνα και ήταν θύμα οικογενειακής συνωμοσίας, ο λόγος ότι του "έκαναν ψυχολογικό πόλεμο επειδή ήταν παιδί άλλης μητέρας" και δεν του έλεγαν την αλήθεια. Καταδικάστηκε σε 5 φορές ισόβια (μια για κάθε ένα από τα θύματα και σε επιπλέον 7,5 χρόνια για τα υπόλοιπα αδικήματα. Στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων που έγινε στην Κομοτηνή η ποινή του παρέμεινε η ίδια.
Εξεταζόμενος τότε από τους ψυχιάτρους των φυλακών Κορυδαλλού όπου τον είχαν μεταφέρει γνωμάτευσαν ότι στον εγκέφαλο του υπάρχουν αλλοιώσεις που δεν κρίνονταν φυσιολογικές και έπασχε από σχιζοφρένεια. Απεβίωσε το 2019 σε ηλικία 47 ετών μέσα στις φυλακές από ανακοπή καρδιάς, είχε γίνει ήδη και υπέρβαρος.
Κατά τη διαμονή του στις φυλακές εισέπραττε ενοίκια από 2-3 διαμερίσματα που κληρονόμησε και είχε ορίσει δικηγόρο για την είσπραξή τους. Στη φυλακή των επισκεπτόταν μια μακρινή θεία του από το σόι της μητέρας του. Επίσης τον επισκέφτηκε και συνομίλησε μαζί του ένας δημοσιογράφος των «Νέων» για πάνω από τρεις ώρες. Σε αυτόν έδειξε ότι ενήργησε με απόλυτη λογική για συγκεκριμένους λόγους που δεν αποκάλυψε.
Είναι ο σχιζοφρενής με πολλά απωθημένα από όσα βίωσε μέσα στο σπίτι του; Ήταν το οικογενειακό περιβάλλον που τον οδήγησε σε πράξη λύτρωσης ή βίωνε πλαστούς κινδύνους όταν αντιλήφθηκε ότι μπορεί να τον έκλειναν σε Ψυχιατρείο; Δεκάδες τα ερωτηματικά και από μια κλειστή παραδόξως οικογένεια που εξαφανίσθηκε για τρεις μήνες σ' ένα χωριό στα Λιμενάρια Θάσου και δεν τους αναζήτησε κανείς.
Τελικά ζούμε σε καταναλωτική κοινωνία σε μια εποχή με λίγους φίλους, με αγωνία για τα παιδιά μας και το μέλλον τους που πρέπει να τα μεγαλώνουμε με πολύ στοργή και αγάπη, να είμαστε οι φίλοι τους και να συζητάμε πάντα μαζί τους μπαίνοντας όσο μπορούμε μέσα στις σκέψεις τους, την ψυχή τους και να δείχνουμε κατανόηση στα προβλήματά τους, να μας δείχνουν με τον τρόπο τους, τα λόγια και τις πράξεις τους ότι έχουμε μπει βαθιά μέσα στην ψυχή τους και δεν βλέπουμε κανένα σκοτεινό σημείο.
Έτσι και στον Θεόφιλο αυτό το «φιλήσυχο», «παράξενο», «μοναχικό» και «περίεργο άτομο»… δεν μπήκαν ή δεν μπόρεσαν να μπουν οι γονείς του στα άδυτα της ψυχής του αν και είχαν την οικονομική άνεση, τότε θα είχαν αντιληφθεί ότι χρειάζεται ψυχιατρικής παρακολούθησης, σώζοντας έτσι τις ζωές τους όπως και την ψυχή του.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News