Στα «μαχαίρια» Γκαράνης - Καρασταύρου στον Δήμο Κομοτηνής
Γίνεται βέβαια πασιφανές και αντιληπτό, ότι άλλοι είναι οι πολιτικοί χρόνοι και διαφορετικοί οι επιχειρηματικοί , όπως και η αντίληψη περί ανάπτυξης και οικονομίας. Και φυσικά εκ διαμέτρου αντίθετα λειτουργούν πολλά για το μέσο πολίτη και τον εργαζόμενο.
Λόγου χάριν οι πολιτικοί πάντοτε προσπαθούν να μας πείσουν και να καρπωθούν το όφελος των αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, που αναλαμβάνουν όμως οι ιδιώτες επιχειρηματίες και επενδυτές.
Έστω κι αν δέχονται κάποια οφέλη από τους αναπτυξιακούς νόμους. Σε τέτοια επίπεδα βέβαια, που το ρίσκο για τον ιδιώτη είναι και πάλι είναι υψηλό, για να επενδύσει κάποιος. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι επιχειρήσεις κάνει το Κράτος και η κυβέρνηση.
Γιατί όπως βλέπουμε σε κάθε πολιτική περιοδεία, συνήθως επισκέπτονται δύο, ή τρεις μεγάλες επιχειρήσεις και ευημερούσες, κυρίως εξαγωγικού χαρακτήρα, για να δείξουν ότι οι επενδύσεις στη χώρα μας καλά κρατούν και περιμένουμε καλύτερες μέρες.
Το τι τραβάει όμως ένας επιχειρηματίας για να στήσει μία επιχείρηση, ακόμα και μεσαίου βεληνεκούς, το γνωρίζει μόνο ο ίδιος. Με τράπεζες που δύσκολα χρηματοδοτούν, αναπτυξιακούς νόμους που δεν επαρκούν, υψηλά επιτόκια δανεισμού και ένα πολυδαίδαλο σύστημα φορολογικό και ασφαλιστικό, που φρενάρει τη σωστή λειτουργία.
Προβλήματα που συνήθως οδηγούν τέτοιες εταιρίες, σε τάσεις συμπίεσης του εργασιακού κόστους και αποτυπώνεται σε χαμηλά μισθολόγια, ενώ υποτίθεται όλες αυτές οι νέες βιομηχανίες, ήταν και μία ευκαιρία για να επιστρέψουν οι νέοι από το εξωτερικό, με καλύτερες εργασιακές συνθήκες.
Στη Ροδόπη ευτυχώς υπάρχουν τέτοιες αξιέπαινες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες στο επίπεδο αυτό, που μπόρεσαν και άντεξαν στα χτυπήματα των απανωτών κρίσεων, με συνεργασίες με ξένους ομίλους που έχουν αναλάβει το κομμάτι της προώθησης των προϊόντων στο εξωτερικό, άντεξαν στον διεθνή ανταγωνισμό και επιβιώνουν.
--------
Το κράτος και το δημόσιο κάνουν τις επενδύσεις και φέρνουν την ανάπτυξη; Προφανώς και όχι, γιατί ο ρόλος τους είναι να διαμορφώνουν ένα τέτοιο επενδυτικό πλαίσιο, που να μπορεί να αναπτυχθεί απρόσκοπτα η ιδιωτική πρωτοβουλία και να μην απογοητεύονται όσοι τολμούν να επενδύσουν.
Τα τελευταία χρόνια όμως που οι τράπεζες με τα γνωστά προβλήματα έχουν κλείσει τις στρόφιγγες και δίνουν μόνο δάνεια σε μεγάλες εταιρείες που αναφέραμε, μήπως θα πρέπει να ρίξουν το βάρος και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αφέθηκαν στην τύχη τους;
Γιατί η πείρα και ο χρόνος έχει αποδείξει ότι αυτές οι επιχειρήσεις αν πηγαίνουν καλά κάνουν διάχυση του πλούτου και ωφελούνται και μισθολογικά και οι εργαζόμενοι. Και όχι τόσο οι μεγάλες βιομηχανίες και επενδύσεις που παίρνουν τη μερίδα του λέοντος από τα ευεργετικά μέτρα.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κυριολεκτικά όπως λένε τα επιμελητήρια και οι φορείς των επαγγελματιών, είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας και απασχολούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
Αλλά αυτές οι μικρές εταιρείες αποκλείονται από το Ταμείο Ανάκαμψης, πλην ενός ελαχίστου ποσού, αδικούνται από τον αναπτυξιακό νόμο, δεν μπορούν εύκολα να έχουν πρόσβαση στις τράπεζες και πνίγονται από την μεγάλη φορολόγηση, τα δάνεια, τις υποχρεώσεις και τα ασφαλιστικά ταμεία και με δυσκολία επιβιώνουν στην αγορά.
Κι όμως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι αυτές που πιο εύκολα κάνουν διάχυση του πλούτου προς τους εργαζόμενους, προσφέρουν περισσότερες θέσεις εργασίας, δίνουν καλύτερους μισθούς αναλογικά με κάποιες μεγάλες επενδύσεις.
Δεν καταλαβαίνει ακόμα ο πολίτης, ότι η ανάπτυξη αυτή που υποστηρίζει μόνο τη μεγάλη βιομηχανία, τα μεγάλα project και τις μεγάλες εταιρίες, με το ΑΕΠ να αυξάνεται και τους γνωστούς οίκους να μας αξιολογούν θετικά, γιατί να μην το βλέπουν αυτό στην καθημερινότητα τους. Επειδή η μονομερής αυτή ανάπτυξη έχει παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτή που βλέπουμε στις τριτοκοσμικές χώρες πλέον, αν δεν το έχουν καταλάβει ορισμένοι. Που υπάρχουν μεγάλες εταιρείες και παράγουν πολύ πλούτο και μεγάλο όγκο εργασίας και κεφαλαίου, αλλά οι απλοί πολίτες κατά μεγάλη πλειοψηφία ζουν στο όριο της φτώχειας, ακόμα και της πείνας. Αυτή η μορφή όμως ανάπτυξης, προφανώς δεν ταιριάζει στη χώρα μας, που επιβίωσε για εκατονταετίες στηριζόμενη στις μικρές ιδιωτικές επιχειρήσεις, στις οικογενειακού τύπου βιοτεχνίες και ορισμένες βιομηχανίες που ήταν άμεση η σύνδεση τους με τα προϊόντα του αγροτικού τομέα και τις δικές μας πρώτες ύλες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είμαστε μία αγροτική κατά βάση χώρα, αλλά και τουριστική. Συνεπώς οι σχεδιασμοί τους και οι στρατηγικοί τους στόχοι δεν θα πρέπει να είναι μόνο για το θεαθήναι και τα μεγάλα έργα, αλλά να σκύψουν σοβαρά και να δουν και τα προβλήματα των μικρότερων. Και αν επαινούνται για αυτής της μορφής μόνο την επιχειρηματικότητα, ας θυμηθούν ότι τη ζήσαμε και σε άλλες δεκαετίες, μέχρι να πάρουν των οματιών τους κάποιοι από τους περιβόητους μεγάλους επενδυτές, γιατί έβρισκαν καλύτερες ευκαιρίες αλλά και πιο ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον σε γειτονικές χώρες και στην Ασία
Για αυτό ίσως αντιλαμβάνεται κανείς, σε δύο πρόσφατες συνεντεύξεις της εφημερίδας μας, τη διάσταση απόψεων Διονύση Χιόνη και Ευριπίδη Στυλιανίδη. Όπου ο καθηγητής της οικονομίας μας εξηγεί, γιατί ενώ βραβευόμαστε από τους οίκους αξιολόγησης για την οικονομία μας, γίνονται μεγάλες επενδύσεις, όλος αυτός ο πλούτος δεν διαχέεται στο μέσο πολίτη.
Ενώ ο βουλευτής της Ροδόπης αναφέρει ότι χρειάζεται χρόνος ωρίμανσης για να φανούν όλα αυτά στον πολίτη. Μάλλον εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις. Γιατί μέχρι να ωριμάσουν όλα όπως τα υπολογίζουν οι πολιτικοί μας, έρχεται μια νέα κρίση, ή ένας πόλεμος που θα μας επηρεάσει.
Ο προϋπολογισμός του 2024 έχει δομηθεί με το πετρέλαιο στα 85 δολάρια ανά βαρέλι. Φανταστείτε σε περίπτωση πολέμου στη Μέση Ανατολή, αν το βαρέλι εκτιναχθεί στα ύψη, πόσο έξω θα πέσουν οι προβλέψεις τους πάλι και σε τι επίπεδα θα κυμανθεί η ακρίβεια παντού.
Που θα εξανεμιστούν με το κόστος ζωής τα όποια οφέλη υποτίθεται περιμένουν τους πολίτες και εργαζόμενους, που θα προκύψουν σε βάθος χρόνου. Άλλοι θα κρατήσουν τα κέρδη της ανάπτυξης και άλλοι θα πληρώσουν το κόστος και τη ζημιά.
Ενώ οι μεγάλες αυτές επιχειρήσεις θα επωφελούνται κυρίως από τα μεγάλα έργα υποδομών, την επιλεκτική στήριξη, χωρίς αυτό να έχει αντανάκλαση και στους πολίτες της περιφέρειας μας, που παρεμπιπτόντως για αυτό ακριβώς είμαστε από τις φτωχότερες περιφέρειες της ΕΕ και της Ελλάδας.
Η ανάπτυξη για λίγους και ο πλούτος συγκεντρωμένος στα χέρια ορισμένων ήταν ένα φαινόμενο που το ζήσαμε από τη δεκαετία του 50 έως ακόμα και τη δεκαετία του 80 στην Ελλάδα.
Μέχρι να αρχίσει να γίνεται η διάχυση του πλούτου στη μεσαία τάξη να ανθήσει η μικρή επιχειρηματικότητα και να ανεβαίνει το βιοτικό επίπεδο του Έλληνα πολίτη. Και το απωλέσαμε αυτό, κλείνοντας βιομηχανίες και βιοτεχνίες με τις πολιτικές της ΕΕ, καταστρέφοντας τον παραγωγικό ιστό της χώρας.
Όσο για τη μεσαία τάξη από το πλιάτσικο του χρηματιστηρίου και την εποχή των μνημονίων και των απανωτών κρίσεων, έφυγε κυριολεκτικά ο πλούτος από τα χέρια της και συγκεντρώθηκε στα χέρια των ολίγων. Επιστροφή στο παρελθόν.
Κι ακούμε πάλι για ανάπτυξη, να ανεβαίνουν οι δείκτες, να ευημερεί η οικονομία με νούμερα και αριθμούς, αλλά με μία μεσαία τάξη αποδεκατισμένη, με τη μικρή επιχειρηματικότητα που προσπαθεί να επιβιώσει και με πολίτες που προσπαθούν να διαχειριστούν την καθημερινότητά τους πολύ δύσκολα.
Ένα στρεβλό μοντέλο οικονομίας που ίσως να ταιριάζει βέβαια στις μεγάλες Ευρωπαϊκές χώρες που παράγουν βιομηχανικά προϊόντα που εξάγονται σε όλο τον πλανήτη, αλλά όχι σε μία κυρίως αγροτική χώρα και τουριστική.
Που το μοντέλο ανάπτυξης και οι στρατηγικοί τους σχεδιασμοί, θα έπρεπε να λαμβάνουν υπόψη και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας και της αγοράς, αλλά και το μεγάλο χρέος.
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News