Χρ. Τοψίδης: Με σταθερά βήματα και πνεύμα συνεργασίας η Περιφέρεια ΑΜΘ αλλάζει
Με το ποντικόλαδο που έφτιαχναν σε μπουκάλι με λάδι και νεογέννητα ποντικάκια για τις πληγές και την καρδιά νεροφίδας που έτρωγε όποιος είχε επιληψία
Οι πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης που εγκατέλειψαν τα πατρογονικά τους χώματα και εγκαταστάθηκαν στις σημερινές τους εστίες είχαν τους τρόπους δια μέσω των αιώνων κοντά στην επιστήμη που προχωρούσε τον καιρό εκείνο, με διάφορα γιατροσόφια ιδίως στα χωριά τους να γιατρεύουν τις μικροασθένειες, τα τραύματα και τα τσιμπήματα, με πρακτικές μεθόδους που απασχολούσαν τους ίδιους ή τα παιδιά τους.
Σε ένα ενδιαφέρον βιβλίο της, η Ελπινίκη Σταμούλη Σαράντη το 1956, συγκέντρωσε πολλά τέτοια γιατροσόφια με τα οποία απάλυναν τον πόνο τους πιστεύοντας ότι φέρνουν στους ασθενείς την πολυπόθητη ίαση. Αξίζει τον κόπο να γίνουν γνωστά τα παρασκευάσματα αυτά για να γνωρίζουμε πως την εποχή εκείνη αντιμετώπιζαν τις αρρώστιες.
Για τους ψύλλους: Τον Μάρτη έτρωγαν τσουκνίδες για να μην τους τσιμπήσουν οι ψύλλοι.
Για την ψώρα: Έπαιρναν νήμα λιναριού, το έβαζαν με στάχτη και νερό και μ' αυτό έπλεναν τις πληγές του ψωριασμένου, έτσουζαν πολύ, αλλά με την μια φορά που τις έπλεναν τους περνούσε.
Για την σάρα (επιληψία): Όποιον έπιανε σάρα έτρωγε βρασμένη την καρδιά μιας νεροφίδας και δεν τον ξανάπιανε.
Για να περάσουν τα σκουλήκια: Τα σκουλήκια έφευγαν όταν έτρωγαν πολύ καυτερές πιπεριές.
Στην χρυσή (ίκτερος): Κοπάνιζαν τα πικράγγουρα, το ζουμί ο άρρωστος το ρουφούσε απ' την μύτη, δύο τρεις φορές. Τότε από την μύτη έτρεχε ένα κίτρινο υγρό, η κιντρινάδα περνούσε και ο άρρωστος γινόταν καλά, ενώ είχε χρώμα σαν φλουρί.
Στον πόνο του αφτιού: Μέσα στο μπουκάλι έβαζαν τα νεογέννητα ποντικάκια με λάδι και το άφηναν στον ήλιο, με τις μέρες έλιωναν. Έτσι όταν τους πονούσε το αφτί, έσταζαν μέσα μερικές σταγόνες απ' αυτό το ποντικόλαδο και περνούσε ο πόνος τους.
Για τις πληγές: Έσβηναν με ξύδι καμένο λάδι και έριχναν μέσα μερικά νεογέννητα ποντικάκια. Όλα αυτά αφού τα έβαζαν μέσα σ' ένα μπουκάλι, τα κρεμούσαν στον ήλιο. Από αυτό το ποντικόλαδο έβαζαν στην πληγή.
Για πρηξίματα: Έβαζαν πάνω στο πρήξιμο ζεστή κοπριά από το βόδι ή την αγελάδα.
Για το αίμα που έτρεχε από την μύτη: Για να σταματήσουν το αίμα που έτρεχε από την μύτη, ρουφούσαν νερό στην μύτη και ξέπλυναν, έβρεχαν την κορυφή της κεφαλής και τραβούσαν τα μαλλιά.
Για τις αμυγδαλιές: Έσφαζαν ένα μικρό μαύρο κοτόπουλο και έτσι όπως ήταν με τα έντερα βάζανε πάνω του κύμινο και μπαχαρικά αφήνοντάς τα πάνω στο λαιμό του ένα μερόνυχτο και περνούσε ή έβαζαν δύο βδέλλες πάνω στη μια πλευρά του στήθους του και μια στην άλλη πλευρά του στήθους, τότε οι βδέλλες τραβούσαν το κακό αίμα όπως έλεγαν.
Στο ανεμοπύρωμα: Αφού έκαιγαν μια βελόνα μέχρι να κοκκινίσει, έκαιγαν το πρόσωπο, ύστερα άλειφαν το πρόσωπο με αλεσμένα βελανίδια ανακατεμένα με ούζο αφήνοντας τα πάνω στο πρόσωπο μέχρι την άλλη μέρα.
Για τον βήχα: Έδιναν σε εκείνον που έβηχε να πει λίγο νερό με δύο σταγόνες πετρέλαιο ή έβραζαν σπόρους τσουκνίδας με μολόχα ή σκέτο τσουκνίδα.
Για βήχα και πονόλεμο: Έβραζαν λιναρόσπορο και φλαμούρι και το έπιναν.
Για να κατεβάσει η λεχώνα γάλα: Η λεχώνα έτρωγε συχνά ξερά φασόλια και ειδικά μαυρομάτικα.
Για να σταματήσει το γάλα της λεχώνας: Όταν δεν ήθελε να θηλάσει άλλο το μωρό της η μητέρα έβαζε κάτω από τις μασχάλες της δύο κλωνάρια μέντα.
Για την δυσεντερία: Έβαζαν μέσα σε ένα δοχείο, αναμμένα κάρβουνα και λίγο καμένο λάδι, πάνω σ' αυτό το δοχείο καθόταν ο άρρωστος και με την ζεστασιά θεραπεύονταν ή έβαζαν μέσα στο δοχείο καυτό νερό και κάθονταν πάνω του ο άρρωστος.
Για την δυσκοιλιότητα: Έβραζαν φύλα λάπαθου και έπιναν το ζουμί.
Για το έκζεμα: Με ρεντέ έτριβαν ρίζα πικραγγουριάς και το βράδυ την έβαζαν πάνω στο έκζεμα. Το έκαναν μερικά βράδια για να θεραπευθούν.
Για την διάρροια: Αφού χτυπούσε την ρίζα του λάπαθου την έβραζαν και την έτρωγαν ή έβραζαν τους σπόρους του λάπαθου ή έβραζαν ρίγανη ή σπαθόχορτο και το έπιναν. Άλλες φορές καβούρντιζαν κομμένα κρεμμύδια, ύστερα τα έριχναν μέσα σε λίγα πίτουρα τα καβούρντιζαν όλα μαζί και τα έσβηναν με ξύδι ρίχνοντας πάνω ρίγανη. Έτσι ζεστό το τύλιγαν με πανί και το έβαζαν πάνω στην κοιλιά.
Στο καχεκτικό παιδί: Πολύ πρωί το πήγαιναν σε ένα Αγίασμα και ρίχνανε πάνω του τρεις φορές Αγίασμα, ύστερα σχίζανε τα ρούχα του και τα πετούσαν στο ποτάμι λέγοντας: Παναγία μου ή να το πάρεις για να μη τυραννιέται ή να με το χαρίσεις αφού το κάνεις καλά.
Για τις αιμορροΐδες: Έβραζαν πολύ καλά τις ρίζες της πικραγγουριάς και έπιναν το ζουμί της.
Για ιλαρά: Άλειφαν όλο το σώμα του παιδιού με ούζο και κάτω από το μαξιλάρι του έβαζαν κόκκινη ζάχαρη. Καθ' όλη την διάρκεια της αρρώστιας δεν τηγάνιζαν και είχαν μεγάλη καθαριότητα.
Για τους κάλους: Έβαζαν πάνω χιόνι.
Για τον στομαχόπονο: Έβαζαν φύλλα αψιθιάς και έπιναν το ζουμί ή έβραζαν κλωνάρια απήγανου και έπιναν το ζουμί.
Για το κάψιμο: Έβραζαν φύλλα από το κάραγατς (φτελιά) και βουτούσαν μέσα ένα πανί βάζοντας το ύστερα πάνω στο κάψιμο. Άλλες φορές έκαναν αλοιφή από ασβέστη, λάδι και ασπράδι αβγού και τα έβαζαν πάνω στο κάψιμο. Άλλες φορές πάλι έκαναν αλμύρα με νερό και αλάτι και αφού βουτούσαν μέσα ένα πανί το έβαζαν πάνω στο καμένο μέρος.
Για κομμάρες: Κάθε πρωί έτρωγαν ωμά λουλούδια από καράτσαλι (παλιούρι).
Στο κόψιμο: Έβαζαν επάνω ούζο με αλάτι ή για να μην μολυνθεί η πληγή έβαζαν έναν σκύλο να την γλύψει.
Στα κότσια: Χάνονταν όταν τα έκαιγαν με τσιγάρο.
Για το κριθαράκι στο μάτι: Το έτριβαν με φύλλο κολλιτσίδας.
Στο χτύπημα: Τύλιγαν τον χτυπημένο με φρέσκια προβιά προβάτου για να περάσει ο πόνος και η μελανιά.
Στο στραμπούληγμα: Κοπάνιζαν κρεμμύδια μαζί με τις φλούδες και με λίγο αλάτι το έβαζαν πάνω στο στραμπουλιγμένο μέρος αφού πρώτα το έτριβαν με λάδι.
Στην λύσσα: Πάνω στην δαγκωματιά έβαζαν τρίχες από τον λυσσασμένο σκύλο για να τον θεραπεύσουν.
Για το μάτιασμα: Ο γητευτής σταύρωνε το πρόσωπο του ματιασμένου. Για να καταλάβει ότι ήταν ματιασμένος έβαζαν σε ένα φλιτζάνι νερό και λίγο λάδι, αν διαλυόταν ήταν ματιασμένος. Άλλοι πάλι για να μην τους ματιάζουν έβαζαν λίγη μαύρη μουτζούρα πίσω από το αφτί ή φορούσαν γαλάζια πέτρα με μάτι στη μέση.
Στον πόνο ματιού: Την ώρα που κατουρούσε η αγελάδα έπαιρναν το ζεστό κάτουρο της και έπλεναν το πονεμένο μάτι ή το έπλεναν με ούρα ανθρώπου.
Στον πόνο της μέσης: Έβαζαν στην μέση το χάλκινο γουδοχέρι σαν βεντούζα. Άλλοι έβρεχαν το πονεμένο μέρος με ούζο βάζοντας επάνω θυμίαμα και ρετσίνα από πάνω τους έβαζαν βαμβάκι και τα έδεναν στη μέση με ζώνη.
Στην ομφαλοκήλη: Έτριβαν την κοιλιά με πιπερόλαδο βάζοντας πάνω στον αφαλό σαν βεντούζα ένα νεροπότηρο, έτσι τον έφερναν στη θέση του.
Στην περίοδο: Όταν αργούσε να έρθει έβραζαν απήγανο, έπιναν το ζουμί και έτσι ερχόταν η περίοδος.
Όταν έπεφτε ο πρωκτός: Έκαιγαν ένα τσαρούχι και το έβαζαν επάνω στον πρωκτό τους.
Στην πίεση: Κατάπιναν τρεις, τέσσερις σκελίδες σκόρδο ή έβραζαν φύλλα βατόμουρου και έπιναν το ζουμί.
Για τους ρευματισμούς: Στο γουδί κοπάνιζαν πικράγγουρα, έπαιρναν το ζουμί έριχναν μέσα λίγο λάδι και μ' αυτό άλειφαν το πονεμένο μέρος. Άλλοι έβραζαν κλωνάρια μαντζουράνας και κάθε πρωί έπιναν από ένα φλιτζάνι.
Στους σπασμούς του μωρού: Όταν έπιαναν σπασμοί το μωρό έριχναν τουφεκιές μέσα στο τζάμι για να συνέλθει το μωρό.
Στα σπυριά: Κοπάνιζαν θειάφι και γαλαζόπετρα, τα ανακάτευαν με λίγο λάδι και αυτή την αλοιφή την έβαζαν πάνω στα σπυριά.
Στον στομαχόπονο: Έβαζαν σε ένα μπουκάλι σπαθόχορτο και ρακί και τα άφηναν στον ήλιο. Όταν πονούσαν έπιναν ένα ποτηράκι του ρακιού. Άλλοι έβραζαν μαντζουράνα με μέντα και τα έπιναν.
Στο σύγκαμα: Έπαιρναν σκόνη που κάνει το σαράκι πάνω στο σανίδι και το έβαζαν πάνω στο σύγκαμα.
Για τα σπυράκια των παιδιών: Χτυπούσαν δύο τσακμακόπετρες την νύχτα στον έναστρο ουρανό και όταν πετιούνταν οι σπίθες έλεγαν: Όπως πετιούνται οι σπίθες, έτσι να φύγουν και τα σπυράκια. Αυτό γινόταν επί τρία βράδια. Αυτός όμως που χτυπούσε τις τσακμακόπετρες έπρεπε οπωσδήποτε να ήταν αριστερόχειρας.
Για το τσίμπημα της σφήκας: Έπαιρναν το κίτρινο που βγαίνει από το αφτί, το έβαζαν πάνω στο τσίμπημα και περνούσε ο πόνος, ή έτριβαν το μέρος που τσίμπησε η σφήκα με κομμένη σκελίδα σκόρδο ή κατουρούσαν το τσιμπημένο μέρος ή έξυναν από μένα το χαλινάρι του ζώου και το ξύσμα το έβαζαν πάνω στο τσίμπημα.
Τελικά είναι πραγματικά ενδιαφέρον τα γιατροσόφια των παππούδων και γιαγιάδων μας που ήλθαν από την Αν. Θράκη μια και αυτά ανακούφιζαν ή γιάτρευαν τους πάσχοντες από μικροασθένειες, τσιμπήματα και μάτιασμα.
Οπωσδήποτε όλα αυτά στον καιρό μας φαντάζουν σαν παραμυθένια και εξωγήινα και δεν συστήνονται σε κανέναν για χρήση και γιατρειά αφού η επιστήμη έδωσε την λύση της για όλα.
Στην Ανατολική Θράκη επίσης οι χωρικοί και ιδίως οι βοσκοί παρατηρούσαν τι καιρό έκανε τις 6 πρώτες μέρες του Αυγούστου και προέβλεπαν τι καιρό θα έκανε όλους τους μήνες, ως τον άλλο Αύγουστο. Το πρωί ως το μεσημέρι ήταν ο ένας μήνας ξεκινώντας από τον Αύγουστο και από το μεσημέρι ως το βράδυ άλλος μήνας κι έφθαναν ως τις έξι ημέρες.
Από τον καιρό επίσης που έκανε σε μερικές γιορτές, προέβλεπαν τι καιρό θα είχε σε ορισμένες εποχές. Της Αγίας Βαρβάρας αν ήταν καλή η μέρα θα έκανε όλο τον Δεκέμβριο καλό καιρό. Ότι καιρό έκανε του Αγίου Πλάτωνος 8 Νοεμβρίου θα έκανε όλες τις επόμενες 40 ημέρες.
Ότι καιρό θα έκανε των Φώτων έτσι θα ήταν όλο τον Ιανουάριο. Ότι καιρό πάλι θα έκανε της Υπαπαντής ο ίδιος θα ήταν τις επόμενες 40 ημέρες. Επίσης αν του Προφήτη Ηλία, ακριβώς το μεσημέρι, ο σκύλος τους κοιμόταν ανάσκελα θα γινόταν μαλακός χειμώνας και αν ήταν συμμαζεμένος με το κεφάλι κάτω, ο χειμώνας θα ήταν πολύ κρύος.
Όλες βέβαια οι ανωτέρω ημερομηνίες είναι με το παλαιό ημερολόγιο άρα αν θέλουμε και εμείς να υπολογίσουμε τον καιρό με αυτό το πρακτικό σύστημα θα πρέπει να προσθέτουμε συν 13 ημέρες.
Πηγή
Ελπινίκη Σταμούλη Σαράντη - Πως γιάτρευαν στην Θράκη
Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News