200 χρόνια από την κατάργηση των «Τοπικών Διοικήσεων» και τη συγκρότηση του ενιαίου ελληνικού κράτους (Μέρος Α’) | xronos.gr
ΑΡΘΡΟ

200 χρόνια από την κατάργηση των «Τοπικών Διοικήσεων» και τη συγκρότηση του ενιαίου ελληνικού κράτους (Μέρος Α’)

09/07/24 - 8:00
200 χρόνια από την κατάργηση  των «Τοπικών Διοικήσεων»  και τη συγκρότηση του ενιαίου  ελληνικού κράτους (Μέρος Α’)

Μοιραστείτε το

Γράφει ο Σίμος Μηναΐδης, ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.  

EΙΣΑΓΩΓΗ

  1. Ο πολιτευματικός χαρακτηρισμός του ενιαίου κράτους, η νοηματική διαφοροποίησή του από την ομοσπονδιακή πολιτεία, καθώς και ο καθορισμός τoυ πλέον κατάλληλου συστήματος για τη μορφοποίηση της -εν τη γενέσει της- ανεξάρτητης και κυρίαρχης ελληνικής πολιτείας, υπήρξαν αμφιλεγόμενα ζητήματα κατά την επαναστατική περίοδο.

    Παρά την πάνδημη και ομόθυμη συστράτευση των Ελλήνων για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, τη βίωση της δουλικής νομιμοφροσύνης και τη δυναμική διεκδίκηση μιας ανεξάρτητης πατρίδας (= χειραφετημένης, αυτεξούσιας), δεν ήταν γενικώς αποδεκτή η ιδέα της δημιουργίας ενός κράτους υπό ενιαία μορφή, με συνείδηση της ιστορικής πρόκλησης των κινδύνων που θα αντιμετώπιζε, συναίσθηση της ιστορικής του ευθύνης, και αρκούντως ικανού να προασπίσει τα συλλογικά και αδιαπραγμάτευτα δικαιώματα των πολιτών του. Η σύγχυση που επικρατούσε, ακόμη και μεταξύ των πρωτοστατών του Αγώνα, ήταν πρόδηλη και εν πολλοίς εύλογη, αφού δεν είχαν την κατάλληλη πολιτική παιδεία και δεν προϋπήρξε ενιαία ελληνική Πολιτεία, που να λειτουργεί ως καθοδηγητικό πρότυπο. Συνεπώς, οι κοινωνικές ιεραρχήσεις του υποτελούς Ελληνισμού -που δομήθηκαν στα πλαίσια του οθωμανικού διοικητικού συστήματος-, ήταν επόμενο να οραματίζονται ποικίλες και συγκεχυμένες μορφές διακυβέρνησης.

    Κυρίαρχο στοιχείο, μεταξύ αυτών υπήρξε το κοινοτικό σύστημα, δηλαδή ο φατριασμός (= η διαμόρφωση δικτύων ικανοποίησης πολύπτυχων συμφερόντων) των οικονομικά κραταιών αρχόντων (= κοτζαμπάσηδων, προυχόντων, προεστών), που δρούσαν ανταγωνιστικά.

    Ανεξάρτητα, πάντως, από τη διακύβευση των φιλοδοξιών τους και τις αντιπαραθέσεις που αναδύθηκαν μεταξύ των διεκδικητών της πολιτικής εξουσίας του τουρκοκρατούμενου ελλαδικού χώρου, η ανάγκη δραστικής αντιμετώπισης των δοκιμασιών που ανέδειξε ο Αγώνας για την πραγμάτωση της εθνικής ανεξαρτησίας, τούς υποχρέωνε να προσανατολισθούν, τάχιστα και οριστικά σε θεσμικά σταθερές μορφές ομοσπονδιακής ή ενιαίας κρατικής οργάνωσης. Προαπαιτούμενο, πάντως, των ανωτέρω μορφών διακυβέρνησης υπήρξε η συνειδητοποίηση των ορίων, των όρων και του πλαισίου εντός των οποίων η νέα εθνική εξουσία καλείτο να διασφαλίσει τα επίδικα της σταθερότητας, ομαλότητας και στρατιωτικής ετοιμότητας, σ’ ένα άκρως επισφαλές κοινωνικοπολιτικό καθεστώς.
  2. Το παρόν εγχείρημα εξετάζει την εξελικτική πορεία των μορφών οργάνωσης του νεοελληνικού κράτους, που εμφανίστηκαν την περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα• ειδικότερα, από τη διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας σε περιφερειακό επίπεδο εκ μέρους των Τοπικών Δυνάμεων -οι οποίες αναδύθηκαν στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα-, τις πρωτοβουλίες για την ισχυροποίησή τους με γνώμονες συστοιχίας συμφερόντων, έως την έκδοση του Ψηφίσματος της 30ής Μαρτίου 1823, που συνιστά κείμενο κομβικής σημασίας για την κατάργησή τους και την οργάνωση των απελευθερωθέντων περιοχών σε ενιαίο κράτος.

    Συναφώς, ιχνηλατείται επιγραμματικά η εξελικτική πορεία του κοινοτισμού και η συμβολή του στην εδραίωση του δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτεύματος μετά την απαλλαγή του από την επήρεια των ιδιοτελών συμφερόντων των προεστών και την εξουσιαστική επήρεια της συνταγματικής μοναρχίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Ο κοινοτισμός την περίοδο της τουρκοκρατίας και η επιβολή του, κατά την Επανάσταση του 1821, ως μορφή διοίκησης υποκατάστατη του κράτους

  1. Ο κοινοτισμός υπήρξε ένα δοκιμασμένο και σταθερά εξελισσόμενο στοιχείο της ελληνικής ιστορικής πραγματικότητας, που χρησιμοποιήθηκε:

    A) ως παρακράτος κατά τη μακραίωνη περίοδο της τουρκοκρατίας, το οποίο διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις ανέλιξης της αποστασίας των ραγιάδων σε εθνικό κίνημα, και εξελικτικά:

    B) ως πρωτόλεια μορφή συγκρότησης του Νεοελληνικού Κράτους.

    Όμως, παρά τις θετικές του παραμέτρους στη διαφύλαξη της εθνικής ομοιογένειας -και τη βιωσιμότητά του ως πρώτου βαθμού τοπικής αυτοδιοίκησης-, δεν εναρμονίστηκε με τις ιστορικές συνθήκες και τις επιδιώξεις που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του Αγώνα, οι οποίες απαιτούσαν ενιαία κρατική εξουσία, ικανή να ανταπεξέλθει στις πολυσχιδείς δοκιμασίες του, μέσω της ενεργού συμμετοχής των κατεστημένων και των νέων κοινωνικών ομάδων στην κεντρική πολιτική σκηνή.

Σ’ αυτό συνετέλεσαν, ιδίως, οι φορείς του θεσμού, στον οποίο προσέδωσαν μια χροιά:

Α) ολιγαρχική (που αντιστρατευόταν στην κοινωνική χειραφέτηση, και στη δημοκρατική συνείδηση του λαού), και εν πολλοίς

Β) ιδιοτελή (που υπονόμευε την ανάγκη ενίσχυσης της ενότητας του λαού σε κρίσιμες για το έθνος περιστάσεις, αποθάρρυνε την κοινωνική και πολιτική πρωτοβουλία και εξέθρεφε την κοινωνική αδικία).

Και τούτο, παρότι η ιστορική διαδρομή των ελλήνων, υπό συνθήκες μόνιμης «έκτακτης ανάγκης", διακρινόταν για τους αγώνες του με στόχο την άρση του καθεστώτος της οθωμανικής δεσποτείας και την πραγμάτωση της εθνικής και κοινωνικής τους ελευθερίας.

Αντίθετα, μετά τη συγκρότηση του Νεοελληνικού Κράτους, και τη μετουσίωσή του σε πρώτο βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης (= δήμοι), αναδύθηκαν και τα θετικά του στοιχεία που -μέσω της σύναψης νέων σχέσεων, ανοιχτών με τους πολίτες-, ο κοινοτισμός κατέστη προπύργιο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και της συμμετοχικής δημοκρατίας.

  1. Είναι αξιοσημείωτο ότι, τον κοινοτισμό με τον συγκεντρωτισμό προσπάθησε να συγκεράσει, ανεπιτυχώς, η Ε΄ Εθνική Συνέλευση/5.12.1831 στις διατάξεις του θνησιγενούς «Ηγεμονικού» Συντάγματος/1832.

    Ειδικότερα, αναγνώριζε την ενιαία Ελληνική επικράτεια («είναι μία και αδιαίρετος») (άρθρ. 1), δομημένη στον α΄ και β΄ βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης. Ενώ, για την αρμονική συνύπαρξη των σχέσεων Κράτους και Κοινότητας ως πρότυπο χρησίμευε η λειτουργία και η αποστολή του κοινοτισμού επί τουρκοκρατίας. Βάσει αυτών, προέβλεπε:

    Α) την εσωτερική αυτόνομη λειτουργία της κοινότητας («΄Εκάστηκοινότης έχει ίδιον Κοινόν, ήγουν ιδίους Δημογέροντας, εκλεγομένους υπό του λαού (…)» (άρθρ. 4), και

    Β) την ενεργή ένταξη του πολυκρατικού κοινοτικού συστήματος στο αντίστοιχο συγκεντρωτικό [«Εις το Κοινόν εκάστης κοινότητος και επαρχίας οι Δημογέροντες θέλουν κρατεί τακτικώς δύο κατάστιχα• εν λεγόμενον Φυλετικόν κατάστιχον της Κοινότητος και έτερον ονομαζόμενον (…)] (άρθρ. 5).

    Προς επίρρωση των ανωτέρω, με το «Ψήφισμα ΚΑ΄ του Κώδηκος/15.3.1832», η Ε΄ Εθνική Συνέλευση εξέφρασε την ευχή του ΄Εθνους να διατηρηθεί το «Εθνικό δίκαιο», δηλαδή το κοινοτικό, διότι υπό την αιγίδα του θα μπορούσαν να διασφαλιστούν «τα προσκτηθέντα δικαιώματα διά των μακροχρονίων δυστυχημάτων και θυσιών του, και τα οποία επαγγέλλεται αγαθά η πολιτική του ανεξαρτησία».

[Συνεχίζεται με το Μέρος Β’ στην αυριανή έκδοση του «Χ»]

Live ενημέρωση

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr